Κρίσις ἢ φρίκη πολιτισμοῦ;




τοῦ 
Μιχαήλ Ε. Μιχαηλίδη

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ


Θεοκάμωτο πλάσμα, ὁ ἄνθρωπος. Ἀπ’ τή στιγμή πού πῆρε θεία πνοή, ἔγινε "ψυχή ζῶσα" καί "εἰκόνα Θεοῦ". Μέ τή θεία πνοή, σαν μυστική σφραγίδα, ἀποτυπώθηκε στόν ἄνθρωπο το λογικό καί τό αὐτεξούσιο. Ἡ ὕπαρξη βέβαια, τοῦ ἀνθρώπου, δέν εἶναι μονάχα βιολογική. Δέ μετριέται μέ τά κύτταρα, ἤ μέ τά χημικά συστατικά.



Ποια Ευρώπη θέλουμε, ποια είναι η θέση της στον κόσμο; (13 Κείμενα)




ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ





1.   ΚΕΙΜΕΝΟ Α’

Πίσω από τις συζητήσεις για τη Συνθήκη της Λισσαβώνας κρύβεται ένα βαθύτερο ερώτημα: αν η Ευρώπη θα πρέπει να προχωρήσει προς την ομοσπονδοποίηση, μια ένωση δύο ταχυτήτων, όπου οι οικονομικά εύρωστες χώρες θα επιβάλλονται στις ασθενέστερες, ή θα γίνει η Ευρώπη της μεταβλητής γεωμετρίας, όπου διαφορετικές χώρες αντιμετωπίζουν με διαφορετικό τρόπο τα προβλήματα. Η Ευρώπη ζει ιστορικές στιγμές, με διεθνείς προκλήσεις. Η παγκόσμια κυβέρνηση είναι μακριά ακόμη. Ομως οι περιφέρειες οφείλουν να δίνουν απαντήσεις σε όλα τα προβλήματα, από το περιβάλλον ώς την οικονομία. Αν ο κόσμος πρόκειται να ανακάμψει, τότε χρειάζεται μια Ευρώπη που θα δρα ως κοινή αγορά.



Ἡ ἀλλοτρίωση τῆς νεολαίας





Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος

Αλλοτρίωση στην Ελλάδα του σήμερα!
 
Ὅταν μιλᾶμε, καλοί μου φίλοι, γιὰ τὰ ναρκωτικὰ ποὺ μαστίζουν τὴ νεολαία, τὶς αὐτοκτονίες, τὸ Aids, τὸ περιθώριο, τὴν παραθρησκεία, τὸν χουλιγκανισμὸ καὶ τὴ βία. Ὅταν λέμε γιὰ τὸ βύθισμά της στὴ διαφθορὰ τῶν μπὰρ καὶ τῶν κλάμπ. Ὅταν διαβάζουμε γιὰ τὸν κορεσμὸ της ἀπ’ τὸν καταναλωτισμό. Ὅταν συζητᾶμε γιὰ τὴν ἔλλειψη προτύπων, ἀξιῶν, ἰδανικῶν, ἀνώτερων προσανατολισμῶν καὶ στόχων ποὺ διακρίνει ἕνα μεγάλο τμῆμα της. Ὅταν λέμε πὼς βαδίζει σὲ δρόμους μὲ ἀδιέξοδα. Τότε δὲν κάνουμε τίποτ’ ἄλλο, ἀπ’ τὸ νὰ ἐξετάζουμε πτυχὲς ἑνὸς καὶ μόνο πράγματος. Τῆς ἀλλοτρίωσης τῆς νεολαίας!



Πώς γράφω μια περίληψη





Α΄ ΒΗΜΑ: ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

1.   Διαβάζω προσεχτικά το κείμενο ώστε να:
  •        εξομαλύνω γλωσσικά το κείμενο: κατανοώ άγνωστες λέξεις, μεταφορικές εκφράσεις
  •       εντοπίσω το στόχο, το θέμα, τη θέση του συγγραφέα  
 


Τὰ ἓξι συστατικά στοιχεῖα τοῦ πνευματικοῦ πολιτισμοῦ




ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν





Ὑπὸ τὸν ὅρον πολιτισμὸς νοεῖται τὸ σύνολον τῶν ἐνεργειῶν διὰ τῶν ὁποίων ὁ ἄνθρωπος, τὸ μὲν λαμβάνει ἐκ τῆς φύσεως ἀγαθὰ διὰ τὴν ζωὴν αὐτοῦ, τὸ δὲ καλλιεργεῖ τὰς ἐμφύτους εἰς αὐτὸν πνευματικὰς δυνάμεις. Κατὰ ταῦτα διακρίνομεν δύο εἴδη πολιτισμοῦ. Τὸν ὑλικὸν ἢ τεχνικὸν καὶ τὸν πνευματικὸν πολιτισμόν.



Αἰτίαι συγκεντρώσεως πληθυσμοῦ (ΑΣΤΥΦΙΛΙΑ)




ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


 

Αστυφιλία θεωρείται η τάση των επαρχιακών πληθυσμών να συρρέουν στα μεγάλα αστικα κεντρα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.Η κυριολεκτικη σημασία σημαίνει φίλος της πόλης(άστυ+φιλία) Όμως δεν αναλογίζονται τι συνέπειες μπορεί να εκει αυτή η κίνηση τους και ετσι ακολούθουν την εύκολη δίοδο που είναι να μετακινούνται στις πόλεις. Οπότε η αστυφιλία ή αλλιώς αστικοποιήση ειναι άμεσα συνυφασμένη με τα οικονομικά ή κοινωνικα προβλήματα που δημιουργούνται.Στοιχεία μας αποκαλύπτουν ότι τα πρώτα ίχνη της αστιφυλίας τα συναντούμε απο την βιομηχανικη επανάσταση και ύστερα.

 



Η δημοκρατία της συμμετοχής του πολίτη





ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν







Η συμμετοχή είναι η διαδικασία που παρέχει στους πολίτες την δυνατότητα να επηρεάζουν τη λήψη των δημόσιων αποφάσεων. Οι ρίζες της συμμετοχής βρίσκονται στην αρχαία Ελλάδα. Στην πόλη-κράτος ο πολίτης συμμετέχει στην Εκκλησία του Δήμου, όπου κληρώνονται οι πολίτες στα περισσότερα από τα δημόσια αξιώματα και λαμβάνονται αποφάσεις για τα κοινά, αποφάσεις που αφορούν τις δημόσιες υποθέσεις.



Αι αρχαί της ανεκτικότητος και κοινωνικής συμβιώσεως στις δημοκρατίες



ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν





Δημοκρατικές αρχές για την κοινωνική συμβίωση

1.   Αλληλεγγύη και δικαιοσύνη

Η αλληλεγγύη και η δικαιοσύνη αποτελούν βάσεις για την ομαλή κοινωνική συμβίωση. Η αλληλεγγύη τονώνει τους κοινωνικούς δεσμούς και αποτελεί ανάχωμα στον ατομικισμό που κατακλύζει τις
σύγχρονες κοινωνίες. Όμως, η αλληλεγγύη χωρίς δημοκρατία και δίκαιο καταντάει κενό γράμμα. Διότι εύκολο είναι να κηρύσσεται η ρήση «αγαπάτε αλλήλους», δύσκολο όμως να εφαρμοσθεί χωρίς οργανωμένο πλαίσιο νόμων. Αναμφίβολα, υπάρχουν και ατομικές πράξεις αλληλεγγύης που δικαιώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Όμως, η αλληλεγγύη αποκτά ουσιαστική και καθολική υπόσταση στο κράτος δικαίου και το δημοκρατικό πολίτευμα που προϋποθέτει την ελευθερία και την ισότητα.



Η Ευρωπαϊκή Ένωσις - Αι αξίαι πάνω στην οποίες δέον να οικοδομηθή






ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν










Η «Ευρώπη»[1] με το ελληνικό της όνομα υπάρχει από αρχαιοτάτων χρόνων. Η ιστορική πορεία των λαών της Ευρώπης δεν είναι ειρηνική. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο καταβάλλεται προσπάθεια ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας των ευρωπαϊκών κρατών.



Απόπειρα οριοθέτησης του Δοκιμίου - Ορισμένα βασικά γνωρίσματα





ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν







Τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του δοκιμίου, όπως καθορίστηκαν από τον δημιουργό ή πατέρα του, τον Γάλλο στοχαστή και πρακτικό φιλόσοφο Michel de Montaigne, αλλά και από την κατοπινή εξέλιξη του είδους, είναι, σε σύγκριση πχ. με την πραγματεία ή τη διατριβή ή τη μελέτη - για ν’ αρχίσουμε με τα περισσότερο συναφή - τα εξής:


Το Κείμενο του Πολιτικού Λόγου - Τακτικές Παραγωγής Κειμένου





του
Γ. Μπαμπινιώτη




 
Το πολιτικό κείμενο είναι κατ’ εξοχήν μορφή λόγου όπου ισχύει η θέση του φιλοσόφου της γλώσσας John Austin, ότι ο ανθρώπινος λόγος δεν είναι απλές προτάσεις, που περιγράφουν την πραγματικότητα, αλλά "πράξεις ομιλίας" (speech acts) που οδηγούν, με τη σειρά τους, σε συγκεκριμένες ενέργειες ή πράξεις (J. Austin, How to do things with words, 1962). Και βέβαια αυτή την καίρια πλευρά της γλωσσικής επικοινωνίας του ανθρώπου ως αφετηρίας πράξεων και του γλωσσικού κειμένου ως επίλυσης προβλημάτων έχουν τονίσει πολλοί μελετητές της επικοινωνίας, από τους αρχαίους Έλληνες ρήτορες και σοφιστές μέχρι γνωστούς σύγχρονους σημειολόγους και θεωρητικούς της επικοινωνίας, όπως ο U. Eco, ο J. Searle ή ο R.Α. de Beaugrande.  Με ποιους τρόπους όμως μπορεί ένα πολιτικό κείμενο υπό την πίεση του χρόνου, πχ. σε παραμονές εκλογών, να φέρει επικοινωνιακό αποτέλεσμα, να οδηγήσει μ’ άλλα λόγια, στην επιδιωκόμενη πολιτική πράξη;

Δύο είναι οι κύριες τακτικές στον σχεδιασμό και την παραγωγή ενός τέτοιου κειμένου (λόγου):

α.) η επίπονη, σύνθετη και απαιτητική τακτική της πειθούς·
β.) η πρόχειρη, βολική και πολυχρησιμοποιημένη στον τόπο μας τακτική του φανατισμού.

Πρόκειται για κειμενικές - επικοινωνιακές τακτικές που στηρίζονται, αντίστοιχα, στην έντιμη και επίμοχθη αποδεικτική διαδικασία του επιχειρήματος η πρώτη, στην εύκολη και πονηρή κατάχρηση του συνθήματος η δεύτερη. Και οι δύο οδηγούν επικοινωνιακά σε πράξη. Η μια σε "πράξη μετά λόγου" και η άλλη σε "ά-λογη" ή και "παρά λόγον" (παράλογη) πράξη.

Η επιλογή αυτής ή εκείνης της μορφής επικοινωνίας, ενός κειμένου που έχει σκοπό να πείσει ή ενός κειμένου που θέλει να φανατίσει, είναι βεβαίως συνάρτηση του ομιλητή - πολιτικού και του δέκτη - πολίτη, των δύο σταθερών αυτών πόλων της πολιτικής επικοινωνίας. Με άλλα λόγια, είναι συνάρτηση των προθέσεων του δημιουργού του κειμένου και των απαιτήσεων και προσδοκιών του αποδέκτη του κειμένου, εν προκειμένω του Έλληνα πολίτη. Δεν συντάσσεις ένα κείμενο πειθούς, αν δεν πιστεύεις στον έντιμο πολιτικό διάλογο. Όπως πάλι δεν μπορείς να φανατίσεις με οποιεσδήποτε κειμενικές τεχνικές πολιτικά ώριμους ακροατές ή αναγνώστες που δεν προσφέρονται για φανατισμό.

Ένα πολιτικά και επικοινωνιακά έντιμο κείμενο πρέπει να αποσκοπεί στο να παράσχει στον δέκτη - πολίτη τόσες και τέτοιες πληροφορίες (με το πιο γενικό περιεχόμενο του όρου "πληροφορία") που θα τον βοηθήσουν να οργανώσει σωστά, να ανακατατάξει ή και να μεταβάλει ριζικά τον δικό του κόσμο των πληροφοριών, δηλ. τη γνώση, τις αντιλήψεις, τη στάση και τις πράξεις του. Γι’ αυτό ένα σωστό κείμενο πολιτικού λόγου πρέπει να στηρίζεται σε δύο βασικούς κειμενικούς άξονες: τη συνεκτικότητα και την πληροφορικότητα.

Πρέπει να διαθέτει αυστηρή αλληλουχία λογικών νοημάτων και συγχρόνως υψηλή πληροφορικότητα, δηλ. επαρκείς, σημαίνουσες, καίριες για τη λήψη αποφάσεων πληροφορίες. Πληροφορίες ελεγμένου κύρους που να προάγουν ουσιαστικά τη γνώση του δέκτη, ώστε να μπορεί πάνω τους να στηρίξει την κριτική και τον διάλογο. Πολίτης απληροφόρητος ή παραπληροφορημένος είναι μεν φανατικός οπαδός πολιτικών ανδρών και κομμάτων, αλλά είναι και εξ ορισμού ανίκανος να αντιμετωπίσει κριτικά ένα πολιτικό κείμενο. Υπάρχει και στην πολιτική επικοινωνία ο "επαρκής αναγνώστης" του Montaigne, ο γνώστης των πολιτικών κειμένων, προσώπων και πραγμάτων, γεγονότων και καταστάσεων. Αυτός είναι και ο ενεργητικός, δηλ. ο κριτικός, δέκτης του πολιτικού κειμένου, σε αντίθεση με τον απαθή ή παθητικό αποδέκτη του.


Υπό τις προϋποθέσεις αυτές μπορούμε να μιλάμε για πολιτικό λόγο πειθούς για πολιτικό κείμενο που δια-λέγεται και δεν λέγεται απλώς. Η δε βάση ενός τέτοιου διαλεκτικού πολιτικού κειμένου, η βάση της συνεκτικότητας που επιβάλλεται να διαθέτει, είναι η επιχειρηματολογία, λογισμοί και συλλογισμοί, σκέψεις, κρίσεις και επικρίσεις που τίθενται, συζητούνται, αιτιολογούνται και αποδεικνύονται βάσει των όρων της λογικής και των συνθηκών της πραγματικότητας ως αληθείς ή ψευδείς.

Αλλιώς, οι λόγοι γίνονται λόγια ή ευτελίζονται και σε "λόγια του αέρα". Αλλιώς, ο πολιτικός δεν αρθρώνει πολιτικό, δηλ. κριτικό και αποδεικτικό, λόγο, που θα πει πειστικά επιχειρήματα, αλλά εκστομίζει λόγια, ύβρεις, κατηγορίες, αναπόδεικτους ισχυρισμούς και αστήρικτες προτροπές, δηλ. συνθήματα. Και τότε είναι που ο πολιτικός μεθίσταται από την τάξη του υπεύθυνου πολιτικού άνδρα στην κατάσταση του ανεύθυνου πολιτικάντη.


Αναγνωριστικά γλωσσικά-δομικά χαρακτηριστικά των αντιστοίχων μορφών του πολιτικού λόγου, του επιχειρηματολογικού και του συνθηματολογικού, είναι η χρήση καλά οργανωμένου υποτακτικού λόγου στην πρώτη περίπτωση, η προσφυγή στον "ανυπότακτο", χαλαρό λογικά, παρατακτικό ή ασύνδετο λόγο στη δεύτερη.


Ο πολιτικός λόγος της πειθούς χρησιμοποιεί, όπως και ο αυστηρός επιστημονικός λόγος, το αίτιο και το αιτιατό, τις ενέργειες και τα αποτελέσματα, τα κίνητρα, τις προθέσεις και τους σκοπούς, τις χρονικές συνθήκες και προοπτικές, τα λογικά δεδομένα, τη σύγκριση και την υπόθεση, τις επιφυλάξεις, τις παραχωρήσεις και τους ενδοιασμούς. Χρησιμοποιεί γενικά μορφές προσεκτικού, απαιτητικού λόγου με λογική υποστήριξη και αποδεικτικότητα, μια και είναι η κατ’ εξοχήν μορφή επικοινωνίας που απευθύνεται και ενεργοποιεί τη λογική και την κριτική σκέψη του αποδέκτη.


Αντίθετα, το συνθηματολογικό πολιτικό κείμενο ενεργοποιεί το θυμικό του ακροατή-αναγνώστη, κινητοποιεί τα συναισθήματα και τον βιωματικό του κόσμο, παρακάμπτοντας, κατά κανόνα, τη λογική του κρίση. Στη συναισθηματολογία τα μνημοτεχνικά επικοινωνιακά χαρακτηριστικά του ρυθμού και της ομοιοκαταληξίας, και προ πάντων η συντομία και περιεκτικότητα του ελλειπτικού και αποσπασματικού λόγου χρησιμοποιούνται στο έπακρον. Το σύνθημα ως στρατηγική του ατομικού προφορικού πολιτικού λόγου χρησιμοποιείται, κατά κανόνα, ως ρητορικό τέχνασμα που αποσκοπεί να εξάψει τον φανατισμό του πολιτικού ακροατηρίου, αμβλύνοντας τον κριτικό έλεγχο των λεγομένων. Διαφορετικά λειτουργεί το σύνθημα στην προφορική πολιτική έκφραση της ομάδας, όπου αποτελεί κύριο επικοινωνιακό μηχανισμό, ιδίως στον διεκδικητικό λόγο. Το ομαδικό σύνθημα στην πολιτική διαδήλωση, τηρουμένων των αναλογιών, παράγεται και λειτουργεί όπως το δημοτικό τραγούδι! Είναι προϊόν ανώνυμου "δημιουργού" που εκφράζει το ευρύτερο λαϊκό αίσθημα, εν προκειμένω το αίσθημα της πολιτικής ομάδας. Άλλωστε, το μαζικό σύνθημα του πολιτικού λόγου έχει τα γενικότερα χαρακτηριστικά του ποιητικού λόγου: μέτρο και ρυθμό, ομοιοκαταληξία, ελλειπτικότητα και υπαινικτικότητα και, προ πάντων, έντονη βιωματική φόρτιση.


Κάθε πολιτικό κείμενο διέπεται σε όλη του την έκταση από τις συγκεκριμένες προθέσεις του δημιουργού του και είναι στην πραγματικότητα το "επικοινωνιακό όχημα" που χρησιμοποιείται για να οδηγήσει τον ακροατή-αναγνώστη σε συγκεκριμένη πράξη. Όσο πιο συνειδητοποιημένος, ενημερωμένος και πολιτικά ώριμος είναι ο δέκτης-πολίτης, τόσο δυσκολότερο είναι να παρασυρθεί από ρητορικές εξάρσεις και λεκτικά πυροτεχνήματα, και τόσο μεγαλύτερες είναι οι απαιτήσεις του στον πολιτικό λόγο. Απαιτεί να πληροφορηθεί και να κρίνει τον πολιτικό σχεδιασμό του ομιλητή και τους τρόπους με τους οποίους θα τον πραγματοποιήσει. Ένας τέτοιος πολίτης δεν αρκείται σε ιδεολογικές αοριστολογίες και πολιτικές κατασκευές, σε στείρες αντιπαραθέσεις και ακαθόριστα θεωρητικά πλαίσια. Δεν τον συγκινεί το όραμα αλλά το πρόγραμμα. Δεν ξεγελιέται από κραυγαλέες λεκτικές παροχές και υποσχέσεις. Ο πόλεμος των λόγων τον αφήνει αδιάφορο.


Η διακειμενική μνήμη του πολιτικού δέκτη (τι έχει από παλιά ακούσει και τι του έχουν επανειλημμένα υποσχεθεί) λειτουργεί απωθητικά σ’ ένα δεοντικοπολιτικό κείμενο, σ’ ένα κείμενο δηλ. που εξικνείται σε ευχές, αφορισμούς και υποσχέσεις. Η δε μονίμως υποτιμωμένη κρίση του αντιδρά αυτόματα και λειτουργεί ως μηχανισμός αμύνης σε κάθε λογής παραπλανητικά επικοινωνιακά τεχνάσματα. Ο επαρκής πολιτικός δέκτης. Ο άλλος, ο εθισμένος στην πολιτική των ύβρεων και ηδονιζόμενος με τον ευτελισμό των πολιτικών του αντιπάλων, ο πολίτης που τα συνθήματα, οι παροχές και οι υποσχέσεις για μελλοντικούς παράδεισους έχουν αμβλύνει και τη μνήμη και την κρίση του, αυτός ο πολιτικός δέκτης, θύμα και έρμαιο των κειμένων του φανατισμού, παραπαίει επικοινωνιακά και αχρηστεύεται πολιτικά.

(Εφημερίδα "Το Βήμα", 11 Ιουνίου 1989)





ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟ "ΗΘΟΣ" ΤΟΥ ΠΟΜΠΟΥ





ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν



  
Το ήθος του ομιλητή χαρακτηρίζεται από: συναίσθηση της ευθύνης, αισθήματα ευγνωμοσύνης, θυσία προσωπικών ενδιαφερόντων για το κοινό συμφέρον, θάρρος της γνώμης, τήρηση των ηθικών του αρχών, συνέπεια στην εφαρμογή του πολιτικού προγράμματος, πρόθεση να μην προδώσει τις προσδοκίες του λαού.



Κριτική της έννοιας της πολυπολιτισμικότητας


Μυρτώ Ρήγου








…Πολυπολιτισμικότητα είναι η ύπαρξη, μέσα σε ένα σύνολο ομοιογενούς (πολύ ή λίγο) πληθυσμού, εθνοτικών ομάδων, που χαρακτηρίζονται από διαφορετική γλώσσα, θρησκεία, λαϊκή τέχνη (ιδιαίτερα μουσική), ήθη και έθιμα, κλπ.
    Το στοιχείο που πλειοψηφεί σε μια κοινωνία συνήθως δεν φοβάται μήπως ο «ξένος» επηρεάσει αρνητικά το δικό του πνευματικό επίπεδο, γιατί κατά κανόνα αντιμετωπίζει με κάποια «υπεροψία» τους επήλυδες, αν μάλιστα προέρχονται από χώρα με κατώτερο πολιτισμικά/μορφωτικά επίπεδο. Φοβάται περισσότερο τις άλλες δραστηριότητες της εθνοτικής ομάδας, αν μάλιστα η διακίνηση και οι δραστηριότητες της ομάδας αυτής δεν βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο των αρχών. Όμως κάτι τέτοιο δεν είναι πολιτισμικό αλλά πολιτικό θέμα.
    Από τη μεριά του υπερέχοντος πληθυσμιακά και πολιτιστικά στοιχείου η συχνότερη – όπως είπαμε – στάση είναι αυτή της «υπεροψίας». Αυτό δεν συμβάλλει βέβαια στην ομαλή ένταξη της όποιας εθνοτικής ομάδας στο κοινωνικό σύνολο της νέας, για τους επήλυδες χώρας, και θα χρειαστεί και χρόνος πολύς και αγώνας μακρός, ώσπου οι ντόπιοι να αντιληφθούν ότι «διαφορετικό» δεν σημαίνει και «κατώτερο» … Ας θυμηθούμε δυο μόνο παραδείγματα από τη μακραίωνη φιλολογική μας ιστορία: τον Οδυσσέα, που «πολλών ανθρώπων γνώρισε πόλεις και έμαθε γνώμες», και τους σοφιστές, που διέκριναν στη γνωριμία με τον «άλλο» τον πλουτισμό της δικής τους γνώσης και εμπειρίας. Είναι γνωστή η φράση του Πλάτωνα στην Επινομίδα, ότι «οτιδήποτε παραλάβουν οι Έλληνες από τους βαρβάρους, στο τέλος το επεξεργάζονται ώστε να γίνει καλύτερο» (978d). Ή όπως λέει η Ρ. Μοντέρο σε πρόσφατο άρθρο της «ο πραγματικός πολιτιστικός πλούτος προέρχεται από την ανάμιξη».
    Πολυπολιτισμικότητα είναι, όπως είπαμε, η όσμωση διαφορετικών πολιτισμικών στοιχείων. Και επειδή ισχύει πάντα η λαϊκή ρήση «και από τις δυο πέτρες του μύλου βγαίνει το αλεύρι», καμιά όσμωση δεν είναι δυνατή, αν και από τις δυο πλευρές δεν υπάρχει διάθεση προσέγγισης και συνεννόησης και συνύπαρξης. Αυτό προϋποθέτει το να τηρούνται δυο βασικές απαιτήσεις:
    α) Να μην ενθαρρύνονται οι μειονότητες που επιμένουν να μένουν απομονωμένες μέσα σε ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο – δήθεν για να διατηρήσουν την ατομικότητά τους. Μια τέτοια στάση τους είναι αντικοινωνική, άρα καταδικαστέα από ηθική ευρύτερα και πολιτιστική άποψη. Η αυτοαπομόνωσή τους τις μεταβάλλει σε «γκέτο», όπως ειπώθηκε.
   β) Οι εθνοτικές ομάδες που εντάσσονται μέσα σε ένα πολυπληθέστερο κοινωνικό σύνολο υποχρεούνται, αφού διδαχθούν, να υιοθετήσουν εκείνες τις ηθικές και κοινωνικές αρχές που η φιλοξενούσα κοινωνία θεωρεί απαραίτητες για την επιβίωση και την πρόοδό της.






SOS ΝΕΟΕΛ. ΓΛΩΣΣΑΣ / ΕΚΘΕΣΗ (ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2015) - ΠΟΙΑ ΘΕΜΑΤOΛΟΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΘΑΝΗ





τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν





  

Η θεματολογία στην έκθεση-έκφραση των πανελληνίων εξετάσεων είναι δυνατόν να συνοψισθή εις τις εξής 46 θεματικές, ως εμφανίζονται κατωτέρω:




Θεματικαί ἑνότητες & 54 ἐνδεικτικά θέματα ἐκθέσεως Β’ ΛΥΚΕΙΟΥ





τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν



 
 
Σας παρουσιάζω την ύλη του μαθήματος της Ν.Ε γλώσσης της Β’ Λυκείου που εντάσσεται στις κατωτέρω 7 θεματικές ενότητες και που αποτελούν και ύλη πανελληνίων εξετάσεων.
Συνάμα σας δίδονται και πενήντα τέσσερα(54) ενδεικτικά θέματα παραγωγής κειμένου – εκθέσεως προς εξάσκησιν.




Τι εἶναι Παιδεία και τι Ἐκπαίδευσις; (ΜΕΡΟΣ Β’)


τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν






ΤΕΧΝΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΣ

Τεχνοκρατία (=μηχανοκρατία)
-         κυριαρχία της τεχνικής, δηλαδή διείσδυσις της τεχνικής εις άπαντας τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητος με παραγκωνισμόν του ανθρώπινου παράγοντος
-         επιβολή δυνάμεως κι άσκησις εξουσίας εξ όσων ελέγχουν τα τεχνικά μέσα

κυριαρχεί η τεχνική. Επηρεάζει αύτη άλας τας δομάς της κοινωνίας (οικονομία, πραγωγή, εργασία, θεσμοί)

-         Ανάγκαι: αφθονία αγαθών βιομηχανοποίησις ειδίκευσις ισχυρή οικονομία
-         Εκπαίδευσις: είναι θεσμός. Προσαρμόζει τους στόχους της εις τας απαιτήσεις της κοινωνικής πραγματικότητος
-         Συμπέρασμα: πιέζεται, αναγκάζεται η εκπαίδευσις να εξυπηρετήση τεχνοοικονομικούς στόχους



Τι εἶναι Παιδεία και τι Ἐκπαίδευσις; (ΜΕΡΟΣ Α’)




τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν






Προσδιορισμός του όρου:

Σύστημα αγωγής που έχει στόχο την διαμόρφωσι της προσωπικότητας. Ο άνθρωπος εκ φύσεως διαφοροποιείται ως βιολογική ύπαρξις που είναι, αλλά και ως ηθικοπνευματική και κοινωνική οντότης.

Το σύστημα αυτό στοχεύει στην πολύπλευρη διαμόρφωση του ανθρώπου, ώστε ούτος να εξελιχθή εις υπέυθυνον, ανεξάρτητον και ολοκληρωμένην προσωπικότητα.

Αποτέλεσμα της Παιδείας είναι η μόρφωσις < μορφή= λήψις υποστάσεως τινός>. Μόρφωσις είναι το σύνολον των ενεργειών μετά των οποίων είς άνθρωπος εκ της αμόρφου καταστάσεως ένθα ευρίσκεται με την γέννησίν του αποκτά συγκεκριμένην μορφήν και υπόστασιν και σταδιακώς οδηγείται εις την διαμόρφωσιν της προσωπικότητός του.



Η προσαρμογή των προγραμμάτων σπουδών στις «απαιτήσεις» της αγοράς εργασίας




ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν




Στην εποχή μας, που η γνώση αποκτά όλο και περισσότερη σημασία στην παραγωγική διαδικασία, η Παιδεία καλείται να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες της κοινωνίας της μάθησης.