«Ἔρως δραπέτης»: το παιγνιώδες επίγραμμα του Μόσχου


Του Γαβριήλ Μπομπέτση
Ο θεός Έρως, ως μικρό παιδί με τεταμένο το τόξο.
Ρωμαϊκό αντίγραφο αγάλματος του Λύσιππου.

Ἔρως δραπέτης τιτλοφορείται ένα καλαίσθητο επίγραμμα του Μόσχου ή με άλλα λόγια ο Έρωτας το ‘σκασε και η μαμά Αφροδίτη τον ψάχνει. Θα μπορούσε κάλλιστα η Αφροδίτη να ενταχθεί στο club της κλασικής Ελληνίδας μάνας. Έρωτα, Έρωτα είσαι εδώ; Όποιος βρει τον γιο της θέας του έρωτα θα ανταμειφθεί με ένα φιλί της.

Ο Μόσχος (2ος αι. π.Χ.) είναι συγγραφέας του επυλλίου Εὐρώπη με θέμα την αρπαγή της νεαρής κόρης του βασιλιά της Φοινίκης από τον Δία, μεταμορφωμένο σε ταύρο, καθώς και του εν λόγω επιγράμματος σε εξάμετρους στίχους και διάλεκτο δωρική. Η ελληνιστική ποίηση δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστή στο ευρύ κοινό, αν και έχει να επιδείξει πολύ αξιόλογα δείγματα, όπως αυτό το πολύ όμορφο και παιγνιώδες επίγραμμα του Μόσχου. Το επίγραμμα κατά τα ελληνιστικά χρόνια, να σημειωθεί, δεν είναι εγχάρακτο αλλά αποτελεί αυτοτελές λογοτεχνικό κείμενο. Ο Μόσχος, ακόμα, κατάγεται από τις Συρακούσες και έχει επηρεαστεί από τον συντοπίτη του και πατέρα της βουκολικής ποίησης, Θεόκριτο (ca 3oς αι. π.Χ.).

Τις πρώτες πληροφορίες για τον Έρωτα μάς τις παρέχει ο Ησίοδος. Ποιος είναι τέλος πάντων αυτός ο Έρωτας με το Ε κεφαλαίο; Ο Έρωτας, μαζί με το Χάος και τη Γη είναι στη Θεογονία (στ. 116-120) του Ησιόδου οι πρώτες θεότητες που γεννιούνται. Ο Έρωτας που αποκαλείται κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι (στ. 120) είναι η αιτία της διαιώνισης του θεϊκού και του ανθρωπίνου είδους, για αυτό και ανήκει στις θεότητες που γεννιούνται πρώτες. Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Ἔρωτας κατά τον Ησίοδο λοιπόν... Παντοτινοί δε ακόλουθοι της Αφροδίτης είναι ο Ίμερος, δηλαδή, ο προσωποποιημένος Πόθος, όπως και ο Έρωτας, η προσωποποίηση του ερωτικού πάθους.

Στο επίγραμμα του Μόσχου με αφορμή το σκασιαρχείο του Έρωτα δίνεται το πορτρέτο του από τη μαμά Αφροδίτη. Περιγράφονται στο επίγραμμα όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που η ως τότε λογοτεχνική παράδοση έχει αποδώσει στον θεό Έρωτα αλλά και στο ερωτικό συναίσθημα. 

Ο Έρωτας περιγράφεται ως πυρόχρωμος, με μάτια διαπεραστικά, γεμάτια φωτιά (χρῶτα (=στο δέρμα) μὲν οὐ λευκός, πυρὶ δ᾽ εἴκελος· ὄμματα δ᾽ αὐτῷ/ δριμύλα (=διαπεραστικά) καὶ φλογόεντα· […], στ. 7-8). Κρατάει, επίσης, δάδα που κατακαίει τα πάντα, ακόμη και τον Ήλιο (βαιὰ λαμπὰς ἐοῖσα τὸν Ἅλιον αὐτὸν ἀναίθει (=καίει), στ. 23), ενώ τα όπλα του είναι βουτηγμένα στη φωτιά (τὰ γὰρ (ὅπλα) πυρὶ πάντα βέβαπται, στ. 29).

Τα χέρια του, επίσης, αν και μικρά, φτάνουν μέχρι και τον Κάτω Κόσμο (μικύλα μὲν τήνῳ τὰ χερύδρια (= μικρούλικα είναι σε εκείνον τα χεράκια), μακρὰ δὲ βάλλει,/ βάλλει κεἰς Ἀχέροντα καὶ εἰς Ἀΐδεω βασίλεια, στ. 13-14), πράγμα που σημαίνει ότι υποκινεί ερωτικές ιστορίες και στο επέκεινα, ενώ πιστοποιεί τη σύζευξη του έρωτα και του θανάτου. Ερωτική ιστορία που λαμβάνει χώρα στον Κάτω Κόσμο είναι, παραδείγματος χάριν, το ειδύλλιο μεταξύ Περσεφόνης και Άδωνη. Όσο για τη σύζευξη του έρωτα και του θανάτου, συνιστά μοτίβο της ερωτικής λογοτεχνίας ήδη από την εποχή που γράφεται ο Ομηρικός Ύμνος εις Αφροδίτην V (γύρω στον 7ο αι. π.Χ.), όπου ο Αγχίσης διακηρύσσει πως δεν τον μέλει, ακόμα κι αν πεθάνει ύστερα, αρκεί να πλαγιάσει ερωτικά με την Αφροδίτη, που πρόβαλε μπροστά του με μορφή θνητής: σῆς εὐνῆς ἐπιβὰς δῦναι δόμον Ἄιδος εἴσω (στ. 154). Το μοτίβο αυτό διατρέχει διαχρονικά όλη την ερωτική λογοτεχνία ως τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου και το μόλις εἶν᾿ ἔτσι δυνατὸς ὁ Ἔρωτας καὶ ὁ Χάρος (Κρητικός, αποσπ. 5, στ. 50) του Διονύσιου Σολωμού.

Στο επίγραμμα ο Έρωτας παρουσιάζεται, ακόμη, τοξοφόρος (τόξον ἔχει μάλα βαιόν (=μικρό), ὑπὲρ τόξω δὲ βέλεμνον (=και μπροστά από το τόξο βέλος) , στ. 18)· η πρώτη αναφορά του Έρωτα ως τοξοφόρου φαίνεται πως είναι στον πρωτοποριακό για τις ιδέες του Ευριπίδη (Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι, στ. 548-9), όπου ο Έρωτας παρουσιάζεται να τεντώνει δύο τόξα. Έχει και φτερά που του επιτρέπουν να πετάει ταχύτατα από τον ένα στον άλλο (καὶ πτερόεις ὡς ὄρνις ἐφίπταται ἄλλον ἐπ᾽ ἄλλῳ,  στ. 16). Ο Έρωτας είναι, τέλος, πονηρός και πανούργος, μα και πανσθενής, αφού δεν του ξεφεύγει ούτε η ίδια του η μητέρα. Σε όλους, όπως λέει ο Ησίοδος (Θεογονία, 120-122), σε θεούς και ανθρώπους, παραλύει τα μέλη και δαμάζει νου και καρδιά.

Στο επίγραμμα του Μόσχου είναι όλα μαζί συναγμένα εκείνα τα γνωρίσματα που η ερωτική λογοτεχνική παράδοση ήδη από την αρχαϊκή λυρική ποίηση του Αρχίλοχου και της Σαπφώς, του Ανακρέοντα και του Ίβυκου έχει αποδώσει στον έρωτα. Ο έρωτας, συνοψίζοντας, είναι πανούργος, έχει φτερά και πύρινα βέλη, είναι φωτιά που καίει και πόνος που κατατρύχει ενίοτε. Είναι γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον (αποσπ. 130 L-B), γλυκύ και πικρό πράγμα, μα και άγριο, που έχει τη δυνατότητα να σέρνεται, όπως έλεγε η λυρική βάρδος της Λέσβου, η Σαπφώ. Ο συσχετισμός του δε με τον θάνατο αποτελεί λογοτεχνικό τόπο. Ο έρωτας με το ε κεφαλαίο ή μικρό κατείχε, συνεπώς, την τιμιτική του στην Αρχαία Ελλάδα. Στις Θεσπιές μάλιστα εόρταζαν και τα Ερωτίδια προς τιμήν του θεού Έρωτα, κατά τη μαρτυρία του Πλουτάρχου.

Τώρα αν η Αφροδίτη βρήκε τελικό τον υιό της τον αγαπητό παραμένει ένα μυστήριο. Πιθανολογείται, βέβαια, πως όχι, διότι ο Έρως έχει φτερά και τρέχει, προσπαθώντας αγωνιωδώς να πιάσουν στόχο τα μικρά του βέλη στις καρδιές θεών και ανθρώπων. Πού τον είδες, πού τον έχασες...



Σεμινάριο Οδύσσεια και Ιλιάδα για Ενήλικες


Τα δύο έπη του πρώτου και σημαντικότερου ποιητή της ανθρωπότητας, του Ομήρου, Οδύσσεια και Ιλιάδα, είναι γεμάτα διαχρονική σοφία.


ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2019 / ΑΡΧ. ΕΛΛΗΝΙΚΑ - ΘΕΜΑΤΑ - ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ



ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 
Γ ́ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ Δ ́ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ 
ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 
ΔΕΥΤΕΡΑ 10 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019
ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 




Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Πλάτων, Πρωταγόρας 321b-322a

Ἅτε δὴ οὖν οὐπάνυ τι σοφὸς ὢν ὁ Ἐπιμηθεὺς ἔλαθεν αὑτὸν καταναλώσας τὰς δυνάμεις εἰς τὰ ἄλογα·λοιπὸν δὴ ἀκόσμητον ἔτι αὐτῷ ἦν τὸ ἀνθρώπων γένος, καὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο. Ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ἔρχεται Προμηθεὺς ἐπισκεψόμενος τὴν νομήν, καὶ ὁρᾷ τὰ μὲν ἄλλα ζῷα ἐμμελῶςπάντων ἔχοντα, τὸν δὲ ἄνθρωπον γυμνόν τε καὶ ἀνυπόδητον καὶ ἄστρωτον καὶ ἄοπλον·ἤδηδὲ καὶ ἡ εἱμαρμένη ἡμέρα παρῆν, ἐν ᾗ ἔδει καὶ ἄνθρωπον ἐξιέναι ἐκ γῆς εἰς φῶς. Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι, κλέπτει Ἡφαίστου καὶ Ἀθηνᾶς τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί –ἀμήχανον γὰρ ἦν ἄνευ πυρὸς αὐτὴν κτητήν τῳ ἢ χρησίμην γενέσθαι–καὶ οὕτω δὴ δωρεῖται ἀνθρώπῳ. Τὴν μὲν οὖν περὶ τὸν βίον σοφίαν ἄνθρωπος ταύτῃ ἔσχεν, τὴν δὲ πολιτικὴν οὐκ εἶχεν·ἦν γὰρ παρὰ τῷ Διί. Τῷ δὲ Προμηθεῖ εἰς μὲν τὴνἀκρόπολιν τὴν τοῦ Διὸς οἴκησιν οὐκέτι ἐνεχώρει εἰσελθεῖν –πρὸς δὲ καὶ αἱ Διὸς φυλακαὶ φοβεραὶ ἦσαν–εἰς δὲ τὸ τῆς Ἀθηνᾶς καὶ Ἡφαίστου οἴκημα τὸ κοινόν, ἐν ᾧ ἐφιλοτεχνείτην, λαθὼν εἰσέρχεται, καὶ κλέψας τήν τε ἔμπυρον τέχνην τὴν τοῦ Ἡφαίστου καὶ τὴν ἄλλην τὴν τῆς Ἀθηνᾶς δίδωσιν ἀνθρώπῳ, καὶ ἐκ τούτου εὐπορία μὲν ἀνθρώπῳ τοῦ βίου γίγνεται, Προμηθέα δὲ δι’ Ἐπιμηθέα ὕστερον, ᾗπερ λέγεται, κλοπῆς δίκη μετῆλθεν.



Αντιγόνη Πρόλογος Ερμηνευτικά


Ήθος Αντιγόνης

Το ήθος της Αντιγόνης διαγράφεται από την αρχή ως ανήσυχης προσωπικότητας που γνωρίζει κάτι παραπάνω από όσα έχουν μόλις συμβεί και αντιδρά αμέσως. Η περίφραση «ὦ κοινὸν αὐτάδελφον Ἰσμήνης κάρα» (στ. 1) , που χρησιμοποιεί απευθυνόμενη στην αδελφή της, δείχνει την τιμή της προς την αδελφική αγάπη αλλά και την επίγνωση της ηθικής απόστασης του χαρακτήρα τους. Η αναφορά του Κρέοντα ως στρατηγού υπενθυμίζει τη συμμετοχή του στον  εμφύλιο πόλεμο της Θήβας ως  στρατηγού δίπλα στον Ετεοκλή αλλά και δείχνει πως η Αντιγόνη δεν αναγνωρίζει την πολιτική του εξουσία.


Πολιτική Σκέψη στον Ξενοφώντα.





Η εικόνα του Ξενοφώντα ως διανοούμενου παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία. Ως συγγραφέας έμεινε γνωστός κυρίως για τα ιστορικά-βιογραφικά του έργα, επιχειρώντας να συνεχίσει το έργο του Θουκυδίδη. Ωστόσο, προχώρησε και στη συγγραφή πονημάτων με βάση τα δικά του ενδιαφέροντα, τα οποία εμφανίζουν μια διδακτική-φιλοσοφική διάσταση. Παρακάτω θα εξετάσουμε ορισμένα από τα τελευταία (Ιέρων, Λακεδαιμονίων Πολιτεία, ψευδοξενοφόντεια Αθηναίων Πολιτεία) αλλά και την υποδειγματική βιογραφία περί της Κύρου Παιδείας, εστιάζοντας στις πολιτικές απόψεις που απηχούνται σε αυτά.


Το "μικτό"πολίτευμα των πλατωνικών Νόμων ως εναλλακτική της "φιλοσοφικής" μοναρχίας.



Οι Νόμοι αποτελούν χωρίς αμφιβολία το ογκωδέστερο από τα πλατωνικά έργα κι ως ένα βαθμό λειτουργούν ως επιστέγασμα της πλατωνικής φιλοσοφίας. Εκδόθηκαν πιθανόν μετά τον θάνατο του Πλάτωνα από τον μαθητή του Φίλιππο Οπούντιο, η σύλληψη του σχεδίου, ωστόσο, όπως πληροφορούμαστε από την 7η Επιστολή, είχε γίνει ήδη από το 361 π.Χ., οπότε και ο φιλόσοφος επιχείρησε μαζί με τον Διονύσιο τον νεότερο την σύνταξη προοιμίων, προκειμένου να επισυναφθούν σε νόμους. Αν και διατηρεί τη μορφή του διαλόγου, στην ουσία πρόκειται για μονόλογο του Αθηναίου Ξένου ενώπιον του Κρητικού Κλεινία και του Σπαρτιάτη Μέγιλλου. Είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς τη σύνδεση των επιμέρους μερών του έργου, σίγουρα όμως καθώς προχωρά, αποκτά ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον καταλήγοντας στην έκθεση μιας μορφής «ποινικού» και «αστικού» κώδικα.


Οι 9 Μούσες της αρχαιότητας

Ποιες ήταν οι εννέα μούσες της αρχαιότητας;


Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, όλες οι τέχνες αντιπροσωπεύονται από τις εννέα Μούσες της αρχαιότητας. Πρόκειται για τις ταλαντούχες κόρες του παντοκράτορα Δία και της Τιτανίδας Μνημοσύνης, η σχέση των οποίων διήρκησε για εννέα χρόνια, κατά τα οποία ήρθαν σε επαφή μόνο τα εννέα βράδια. Αν κι η χρονική διάρκεια της σχέσης αυτής βρίσκεται υπό αμφισβήτηση, το βέβαιο είναι πως σκοπός του Δία ήταν να αποκτήσει τον πολυπόθητο διάδοχο του, ωστόσο κατάφερε μονάχα να αποκτήσει εννέα κόρες, ιδιαίτερα προικισμένες πνευματικά και ταλαντούχες. Κατ’ άλλους, οι μούσες προέρχονται από το γάμο του Ουρανού με τη Γαία. Πάντως, αν κι υπάρχει αμφισβήτηση ως προς του γονείς από τους οποίους προέρχονται, ο Ησίοδος φαίνεται να είναι απόλυτα σίγουρος για το σκοπό τον οποίο εξυπηρετεί η γέννηση των εννέα κοριτσιών. Κατά το σπουδαίο επικό ποιητή, οι εννέα κόρες ήλθαν στον κόσμο προκειμένου να απαλύνουν τα ανθρώπινα βάσανα και τους πόνους. Η μητέρα τους ανέθεσε στο θεό Απόλλωνα να τις διδάξει, ενώ τα «μαθήματα» φαίνεται να πραγματοποιούνταν στο βοιωτικό βουνό, Ελικώνα.

Καθεμία από τις κόρες ήταν προικισμένη με μία ιδιαίτερη χάρη. Οι χάρες αυτές ήταν αρκετά λατρευτές στην αρχαιότητα, ενώ ακόμα και σήμερα παραμένουν, όχι μόνο γνωστές, αλλά δημοφιλέστατες. Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για τις αναζωογονητικές και συχνά θεραπευτικές τέχνες της μουσικής, της ποίησης, του χορού, του θεάτρου και της αστρονομίας.

Πιο συγκεκριμένα, οι εννέα Μούσες, καθώς κι η τέχνη που καθεμία από αυτές αντιπροσωπεύει είναι οι εξής:

Πρώτα, αναφέρεται η Καλλιόπη (<κάλος + όπη = η όμορφη στην όψη). Αυτή η Μούσα έχει παγιωθεί ως η πιο μεγάλη αλλά κι η σπουδαιότερη από όλες, καθώς θεωρείται προστάτιδα της επικής ποιήσεως, της τέχνης που ασκούσε κι ο σημαντικότερος, ίσως, από όλους τους ποιητές ανά τους αιώνες, ο Όμηρος. Αντιπροσωπεύει, ως επί τω πλείστο, την ευγλωττία, τη δυνατότητα, δηλαδή, να μιλάει κανείς άρτια και ως πρέπει. Η ανωτερότητα της φανερώνεται κι από το γεγονός πως θεωρείται συνοδός βασιλέων κι αρχόντων, ώστε να προσδώσει στο λόγο τους το αίσθημα της υποταγής του πολίτη. Συνηθίζεται να αναπαρίσταται έχοντας ανά χείρας πινάκιο, γραφίδα, και, πράγμα αξιοσημείωτο, έχοντας τα ομηρικά έπη στα γόνατα της. Απεικονίζεται νέα κι αρκετά όμορφη, με χρυσό στεφάνι στα μαλλιά, με δάφνες και κισσούς.

Έπειτα, έρχεται η Κλειώ (<κλέος= δόξα). Η σπουδαία αυτή Μούσα κατείχε την τέχνη της ιστορίας κι έμεινε γνωστή για την κλεψύδρα με την οποία την βλέπουμε συχνά να εικονίζεται, ενώ κρατούσε επίσης περγαμηνή. Ακόμα, θεωρείται πως εκτός από την ιστορία, ανακάλυψε και την κιθάρα. Το κεφάλι της κοσμούσε στεφάνι από δάφνες, ενώ ντυνόταν με έντονα κόκκινα ενδύματα. Πολλές φορές, την παρουσία της συμπληρώνει ένα σεντούκι να κείτεται στα πόδια της, σύμβολο της Ιστορίας.

Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για την Πολύμνια (< πολύς + ύμνος = αυτή που υμνεί πολλούς ανθρώπους, ή <πολύς + μνήμη = αυτή που μνημονεύει πολλούς). Αυτή είναι η Μούσα της μίμησης, της γνωστής μας παντομίμας. Από αυτή, σύμφωνα με τα αρχαία σχόλια, ήταν εμπνευσμένοι οι τιμητικοί ύμνοι προς τους θεούς. Επίσης, θεωρείται προστάτιδα της μίμησης στο θέατρο, της ιστορίας, της γεωμετρίας κ.α. Παρουσιάζεται συνήθως με σκεπτικό βλέμμα, να κοιτά προς τον ουρανό, φορώντας στεφάνι από δάφνη σε συνδυασμό με μανδύες και πέπλα.

Επόμενη στη σειρά η Μούσα Τερψιχόρη (<τέρπω + χορός= αυτή που ευχαριστεί αλλά κι ευχαριστιέται μέσω του χορού). Ενώ ξεκίνησε ως η Μούσα του χορού, τον οποίο κι επινόησε, φαίνεται τελικά να τιμάται περισσότερο ως Μούσα της λυρικής ποιήσεως. Εικονογραφείται καθιστή, να κρατά μια λύρα, αν κι αρκετά συχνά συναντάται να χορεύει, κρατώντας άρπα, σχεδόν αιωρούμενη πάνω από το έδαφος.

Άλλη μία σπουδαία Μούσα, η Ερατώ (<έρως, εραστής). Θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει τον υμεναίο γάμο και είναι, κατά συνέπεια, Μούσα της ερωτικής ποιήσεως. Η Ερατώ, επίσης, συνηθίζεται να εικονίζεται καθιστή, έχοντας μια λύρα ανά χείρας, με στεφάνι φτιαγμένο από ρόδα στο κεφάλι. Αρκετά συχνά φαίνεται να κρατά και το τόξο του θεού Έρωτα στα χέρια της.

Συνεχίζοντας, η Ευτέρπη (<ευ+τέρπω = αυτή που ευχαριστεί, τέρπει). Αυτή είναι η Μούσα της μουσικής, αλλά και της διαλεκτικής, αρχικά, κι έπειτα η Μούσα της λυρικής ποίησης, συγκεκριμένα. Θεωρείται ακόλουθος του θεού Διονύσου, ενώ παριστάνεται να κρατά διπλό αυλό και να πλαισιώνεται από διάφορα άλλα μουσικά όργανα.

Προχωρώντας παρακάτω, συναντάμε τη Θάλεια (<θάλλω = ανθίζω, ακμάζω). Είναι η Μούσα της βουκολικής ποίησης, αλλά και της κωμωδίας, της οποία λεγόταν ότι έγινε η δημιουργός. Επίσης, λέγεται πως χάρη σε εκείνη γνωρίσαμε την τέχνη της αρχιτεκτονικής, αλλά και της γεωργίας. Αυτή, συνήθως, παρουσιάζεται να κρατά στο δεξί χέρι μια θεατρική μάσκα και στο αριστερό ράβδο, ενώ το κεφάλι της στεφανώνει ένας κισσός. Αξίζει να αναφερθεί πως η μούσα αυτή αναπαρίσταται πάντοτε ως μια νέα κοπέλα, διαρκώς χαμογελαστή, φορώντας ρούχα σε πράσινες αποχρώσεις.

Προ τελευταία, η Μελπομένη (<μέπλω + μένος = αυτή που μελοποιεί τη μανία, συμφορά). Θεωρείται Μούσα κι ευρέτρια της τραγωδίας, γι' αυτό και συχνά παρουσιάζεται με θυμωμένη όψη, να κρατάει μια μάσκα τραγωδίας, σκήπτρο ή ακόμα και ρόπαλο, 
σε συνδυασμό με ένα μαχαίρι, ενώ άλλοτε αναπαρίσταται  δίπλα στο θεό Διόνυσο. Ωστόσο, τιμάται κι ως μούσα της ρητορικής και της μελωδίας.

Για το τέλος, η Ουρανία (<ουρανός). Γνωστή ως η Μούσα της αστρονομίας, την οποία σύμφωνα με κάποιες εκδοχές εφηύρε η ίδια, και, κατά συνέπεια, της αστρολογίας, ενώ θεωρείται και προστάτιδα των ουράνιων σωμάτων. Εκείνη σκιαγραφείται να κρατά συνήθως στο δεξί χέρι ένα διαβήτη και στο άλλο μια ουράνια σφαίρα. Συνήθως παρουσιάζεται να φορά στο κεφάλι στεφάνι από αστέρια, ενώ είναι στενά συνδεδεμένη με το θεό Διόνυσο.

Αυτές είναι οι Μούσες της αρχαιότητας, και τα βασικά τους χαρακτηριστικά όπως μας έχουν παραδοθεί από την αρχαία γραμματεία και μελέτη. Αποτέλεσαν βασική πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες παντός είδους της αρχαιότητας και λατρεύτηκαν σε μεγάλο βαθμό. Τα σπουδαιότερα πνεύματα των αρχαίων χρόνων, μεταξύ των οποίων ο Όμηρος, ο Απολλώνιος Ρόδιος, ο Ησίοδος, ο Πλάτων και διάφοροι άλλοι, θεωρούν αδύνατο να εκπονήσουν οποιοδήποτε έργο τους, αν δεν συνδράμουν οι πολυπόθητες μούσες, χαρίζοντας τους έμπνευση.