Βιβλιοθήκη Απολλοδώρου: Βιβλιοθήκη Α'




ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η «Βιβλιοθήκη του Απολλοδώρου» είναι αρχαίο ελληνικό λογοτεχνικό έργο, το οποίο περιγράφει την ελληνική μυθολογία. Είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό έργο γιατί, μαζί με τη «Θεογονία» του Ησίοδου, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, δίνουν μια πολύ καλή και λεπτομερή εικόνα των ελληνικών μύθων για τους θεούς και τους ήρωες.

Αποτελείται από 4 βιβλία, από τα οποία έχουν χαθεί μέρος του τρίτου και το τέταρτο (αν και οι Μέγας Φώτιος και Τζέτζης είχαν διαβάσει όλο το τρίτο), αλλά σημαντικό μέρος του περιεχομένου τους έχει σωθεί μέσα από «επιτομή» (περίληψη) που έφθασε σε εμάς μέχρι σήμερα.



Ἀριστοτέλους, Περὶ Ἀρετῶν καὶ Κακιῶν





ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν





[1249a](26) ἐπαινετὰ μέν ἐστι τὰ καλά, ψεκτὰ δὲ τὰ αἰσχρά. καὶ τῶν μὲν καλῶν ἡγοῦνται αἱ ἀρεταί, τῶν δ᾽ αἰσχρῶν αἱ κακίαι. ἐπαινετὰ δ᾽ ἐστὶ καὶ τὰ αἴτια τῶν ἀρετῶν καὶ τὰ παρεπόμενα ταῖς ἀρεταῖς καὶ τὰ γινόμενα ἀπ᾽ αὐτῶν καὶ (30) τὰ ἔργα αὐτῶν, ψεκτὰ δὲ τὰ ἐναντία. τριμεροῦς δὲ τῆς ψυχῆς λαμβανομένης κατὰ Πλάτωνα, τοῦ μὲν λογιστικοῦ



Αδίδακτο κείμενο με Εναντιωματικές / Παραχωρητικές προτ. & με ρ. επίθ. σε -τεος









της
Ιωάννας Κολιοπούλου


 
Στόχοι:
·        σύνταξη και ανάλυση των ρηματικών επιθέτων σε –τέος
·        δευτερεύουσες επιρρηματικές εναντιωματικές και παραχωρητικές προτάσεις,




ΠΛΑΤΑΙΕΩΝ ΕΞΟΔΟΣ (Θουκ. Γ. 20-24 )



ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
 

ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν





ΕΙΣΑΓΩΓΗ:

Την άνοιξη του 431 π.Χ. η πόλη δέχτηκε την αιφνιδιαστική επίθεση από τριακόσιους Θηβαίους, τους οποίους οι Πλαταιείς αμέσως αντέκρουσαν και σκότωσαν 180 από αυτούς. Τον τρίτο χρόνο του πολέμου οι Πελοποννήσιοι με αρχηγό τον Αρχίδαμο περικύκλωσαν και πολιόρκησαν τις Πλαταιές. Οι Πλαταιείς λίγο πιο πριν είχαν στείλει τους γέρους και τα γυναικόπαιδα στην Αθήνα για να γλυτώσουν, αφήνοντας μόνο 400 πολεμιστές μαζί με 80 Αθηναίους και 110 γυναίκες που τους φρόντιζαν. Οι πολιορκημένοι κατόρθωσαν να αντισταθούν, και γιαυτό οι Πελοποννήσιοι έσφιξαν τον κλοιό περισσότερο. Δύο χρόνια κράτησε η πολιορκία αυτή. Όταν τελικά οι Πλαταιείς παραδόθηκαν, οι Πελοποννήσιοι τους σκότωσαν όλους. Η πόλη αλώθηκε από τους Θηβαίους, οι οποίοι κατέστρεψαν όλα τα κτίρια και έκτισαν έναν νέο ναό μήκους 100 ποδών (νεώς εκατόμπεδος) στην τιμή της Ήρας. Όσοι Πλαταιείς επέζησαν βρήκαν καταφύγιο στην Αθήνα.



ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ - ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ IV (2014)



ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗTΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
4ο ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ - ΘΕΜΑΤΑ




ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν








Διδαγμένο κείμενο
Ἀριστοτέλους Πολιτικὰ Α1,1 και Γ1, 1-2

Ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος ἕνεκεν συνεστηκυῖαν (τοῦ γὰρ εἶναι δοκοῦντος ἀγαθοῦ χάριν πάντα πράττουσι πάντες), δῆλον ὡς πᾶσαι μὲν ἀγαθοῦ τινος στοχάζονται, μάλιστα δὲ καὶ τοῦ κυριωτάτου πάντων ἡ πασῶν κυριωτάτη καὶ πάσας περιέχουσα τὰς ἄλλας. αὕτη δ’ ἐστὶν ἡ καλουμένη πόλις καὶ ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.
.. 



Ἰσοκράτους «Πανηγυρικός» (ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΠΡΟΟΙΜΙΟ) (1-14) (ΜΕΡΟΣ Α’)



ΣΤΕΛΛΑΣ ΜΠΑΖΑΚΟΥ 
- ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ 


ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ὁ Πανηγυρικὸς κυκλοφόρησε τὸ καλοκαίρι τοῦ 380 π.Χ. μεταξὺ Ἰουλίου καὶ Σεπτεμβρίου. Ἡ χρονολογία εἶναι σίγουρη, γιατὶ οἱ πολιορκίες τῆς Ὀλύνθου καὶ τοῦ Φλειούντα — ποὺ ἀναφέρονται μέσα σὰ γεγονότα σύγχρονα καὶ διαρκοῦν ἀκόμα — ἄρχισαν τὸ 382 καὶ 381 π.Χ. καὶ τέλειωσαν τὸ 379 π.Χ.



Οι Αθηναίοι πείθονται υπό του Κλέωνος να μη δεχθούν ειρήνευσιν με τους Σπαρτιάτας


ΘΟΥΚ 4.21.1–4.23.2



Μετάφραση Ελ. Βενιζέλου




Κατά τη διάρκεια της ανακωχής που συνομολογήθηκε ανάμεσα σε Αθηναίους και Σπαρτιάτες μετά τον αποκλεισμό της σπαρτιατικής φρουράς στη Σφακτηρία (βλ. ΘΟΥΚ 4.15.1–4.16.3), Σπαρτιάτες απεσταλμένοι έφτασαν στην Αθήνα προτείνοντας ειρήνη και συμμαχία. Ως αντάλλαγμα ζήτησαν την απελευθέρωση των αποκλεισμένων και πολιορκούμενων στρατιωτών.



Πρακτική ἐξάσκησις εἰς ἀδίδακτον κείμενον (ΜΕΡΟΣ ΣΤ') (ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΝ)





ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν






Ο πλατωνικός διάλογος «Δημόδοκος» είναι έν εκ των επτά μικρών διαλογικών έργων του Πλάτωνος των θεωρουμένων ουχί γνησίων.


Παρεγενόμην ἀνθρώπῳ τινί νουθετοῦντι ἑαυτοῦ ἑταῖρον, διότι ἐπίστευε τῷ κατηγοροῦντι οὐκ ἀκούσας τοῦ ἀπολογουμένου, ἀλλά μόνον τοῦ κατηγοροῦντος. Ἔλεγεν οὖν ὡς δεινόν πρᾶγμα ποιοῖ καταγιγνώσκων τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε αὐτός παραγενόμενος οὔτε τῶν φίλων ἀκούσας παρεγενομένων, οἷς εἰκός ἦν αὐτόν λέγουσι πιστεύειν, οὐδ’ αὖ ἀμφοτέρων ἀκούσας οὕτω προπετῶς ἐπίστευσε τῷ κατηγοροῦντι. Δίκαιον δ’ εἶναι καί τοῦ ἀπολογουμένου ἀκοῦσαι πρό τοῦ ἐπαινεῖν ἤ μέμφεσθαι, ὥσπερ καί τοῦ κατηγοροῦντος. Πῶς γάρ ἄν τις δίκην καλῶς δικάσαι ἤ ἀνθρώπους κατά τρόπον κρῖναι δύναιτο μή ἀμφοτέρων τῶν ἀντιδίκων ἀκούσας; Τούς γάρ λόγους παραβαλλομένους, ὥσπερ τήν πορφύραν καί τό χρυσίον, ἄμεινον κρίνεσθαι. Ἒδει ἢ τινός ἕνεκεν ἢ χρόνον ἀμφοτέροις δίδοσθαι τοῑς ἀντιδίκοις, ἢ ὀμνύειν τους δικαστάς ἀκροάσασθαι ὁμοίως ἀμφοτέρων, εἰ μη ὑπελάμβανεν ὁ νομοθέτης τάς δίκας δικαιότερον ἂν και βέλτιον κρίνεσθαι ὑπό τῶν δικαστῶν; Συ δε μοι δοκεῑς οὐδέ τοῡτο το ὑπό τῶν πολλῶν ἀνθρώπων λεγόμενον ἀκηκοέναι. Το ποῑον; Ἒφη. «Μηδέ δίκην δικάσης, πριν ἀμφοῑν μῡθον αν ἀκούσῃς»

Πλάτωνος Δημόδοκος 383 Α-Β




Πρακτική ἐξάσκησις εἰς ἀδίδακτον κείμενον (ΜΕΡΟΣ E')




Επιμέλεια: 
Κολιοπούλου Ιωάννα

  
Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από τον φιλοσοφικό διάλογο Γοργίας, στον οποίο ο Σωκράτης και οι συνομιλητές του αναφέρονται σε θέματα όπως το δίκαιο του ισχυροτέρου, η αντίθεση νόμου-φύσης, η ρητορική, η πειθώ και άλλα ζητήματα ηθικής και πολιτικής.



ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ - ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ III (2014)







ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ - ΘΕΜΑΤΑ




Διδαγμένο κείμενο
Πλάτωνος Πρωταγόρας 321Β6-322Α


Ἅτε δὴ οὖν οὐ πάνυ τι σοφὸς ὢν ὁ Ἐπιμηθεὺς ἔλαθεν αὑτὸν καταναλώσας τὰς δυνάμεις εἰς τὰ ἄλογα· λοιπὸν δὴ ἀκόσμητον ἔτι αὐτῷ ἦν τὸ ἀνθρώπων γένος, καὶ ἠπόρει ὅ,τι χρήσαιτο. Ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ἔρχεται Προμηθεὺς ἐπισκεψόμενος τὴν νομὴν, καὶ ὁρᾷ τὰ μὲν ἄλλα ζῷα ἐμμελῶς πάντων ἔχοντα, τὸν δὲ ἄνθρωπον γυμνόν τε καὶ ἀνυπόδητον καὶ ἄστρωτον καὶ ἄοπλον· ἤδη δὲ καὶ ἡ εἱμαρμένη ἡμέρα παρῆν, ἐν ᾗ ἔδει καὶ ἄνθρωπον ἐξιέναι ἐκ γῆς εἰς φῶς. Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι, κλέπτει Ἡφαίστου καὶ Ἀθηνᾶς τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί ―ἀμήχανον γὰρ ἦν ἄνευ πυρὸς αὐτὴν κτητήν τῳ ἤ χρησίμην γενέσθαι― καὶ οὕτω δὴ δωρεῖται ἀνθρώπῳ.



ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ - ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ II (2014)







ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ - ΘΕΜΑΤΑ
 




Διδαγμένο κείμενο
Πλάτωνος Πολιτεία 519Β-520Α


Ἡμέτερον δὴ ἔργον, ἦν δ’ ἐγώ, τῶν οἰκιστῶν τάς τε βελτίστας φύσεις ἀναγκάσαι ἀφικέσθαι πρὸς τὸ μάθημα ὃ ἐν τῷ πρόσθεν ἔφαμεν εἶναι μέγιστον, ἰδεῖν τε τὸ ἀγαθὸν καὶ ἀναβῆναι ἐκείνην τὴν ἀνάβασιν, καὶ ἐπειδὰν ἀναβάντες ἱκανῶς ἴδωσι, μὴ ἐπιτρέπειν αὐτοῖς ὃ νῦν ἐπιτρέπεται.
Σὸ ποῖον δή;
Σὸ αὐτοῦ, ἦν δ’ ἐγώ, καταμένειν καὶ μὴ ἐθέλειν πάλιν καταβαίνειν παρ’ ἐκείνους τοὺς δεσμώτας μηδὲ μετέχειν τῶν παρ’ ἐκείνοις πόνων τε καὶ τιμῶν, εἴτε φαυλότεραι εἴτε σπουδαιότεραι.
Ἔπειτ’, ἔφη, ἀδικήσομεν αὐτούς, καὶ ποιήσομεν χεῖρον ζῆν, δυνατὸν αὐτοῖς ὂν ἄμεινον;


ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ - ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ I (2014)





ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ - ΘΕΜΑΤΑ



Διδαγμένο κείμενο
Ἀριστοτέλους Ἠθικὰ Νικομάχεια Β6, 1-8

Δεῖ δὲ μὴ μόνον οὕτως εἰπεῖν, ὅτι ἕξις, ἀλλὰ καὶ ποία τις. Ῥητέον οὖν ὅτι πᾶσα ἀρετή, οὗ ἂν ᾖ ἀρετή, αὐτό τε εὖ ἔχον ἀποτελεῖ καὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ εὖ ἀποδίδωσιν, οἷον ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἀρετὴ τόν τε ὀφθαλμὸν σπουδαῖον ποιεῖ καὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ· τῆ γὰρ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἀρετῆ εὖ ὁρῶμεν. Ὁμοίως ἡ τοῦ ἵππου ἀρετὴ ἵππον τε σπουδαῖον ποιεῖ καὶ ἀγαθὸν δραμεῖν καὶ ἐνεγκεῖν τὸν ἐπιβάτην καὶ μεῖναι τοὺς πολεμίους. Εἰ δὴ τοῦτ᾽ ἐπὶ πάντων οὕτως ἔχει, καὶ ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη ἂν ἡ ἕξις ἀφ᾽ ἧς ἀγαθὸς ἄνθρωπος γίνεται καὶ ἀφ᾽ ἧς εὖ τὸ ἑαυτοῦ ἔργον ἀποδώσει. Πῶς δὲ τοῦτ᾽ ἔσται,< ὧδ᾽ ἔσται φανερόν, ἐὰν θεωρήσωμεν ποία τίς ἐστιν ἡ φύσις αὐτς.


Πρακτική ἐξάσκησις εἰς ἀδίδακτον κείμενον (ΜΕΡΟΣ Δ')






ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


Ευρισκόμεθα εις το τελευταίον κεφάλαιον της «Απολογίας». Ο Σωκράτης απευθύνεται εις τους δικαστάς, οι οποίοι έδωσαν απαλλακτικήν ψήφον και υπενθυμίζει ότι δια τον αγαθόν άνδρα, ο θάνατος δεν είναι κακόν. Απόδειξις είναι το γεγονός, ότι το «δαινόνιον» ουδαμώς ηναντιώθη κατά την διάρκειαν  της δίκης. Εις τους δικαστάς τους «καταψηφισαμένους» δηλοί ότι δεν οργίζεται ουδέ λυπείται, διότι δεν νομίζει ότι ο θάνατος είναι κακόν.




ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ









ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ


 

ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ


(Β, 34 - 46)

34. ᾽Εν δὲ τῷ αὐτῷ χειμῶνι Ἀθηναῖοι τῷ πατρίῳ νόμῳ χρώμενοι δημοσίᾳ ταφὰς ἐποιήσαντο τῶν ἐν τῷδε τῷ πολέμῳ πρώτων ἀποθανόντων τρόπῳ τοιῷδε. τὰ μὲν ὀστᾶ προτίθενται τῶν ἀπογενομένων πρότριτα σκηνὴν ποιήσαντες καὶ ἐπιφέρει τῷ αὑτοῦ ἕκαστος, ἤν τι βούληται· ἐπειδὰν δὲ ἡ ἐκφορὰ ᾖ, λάρνακας κυπαρισσίνας ἄγουσιν ἅμαξαι φυλῆς ἑκάστης μίαν· ἕνεστι δὲ τὰ ὀστᾶ, ἧς ἕκαστος ἦν φυλῆς, μία δὲ κλίνη κενὴ φέρεται ἐστρωμένη τῶν ἀφανῶν, οἵ ἂν μὴ εὑρεθῶσιν ἐς ἀναίρεσιν. ξυνεκφέρει δὲ ὁ βουλόμενος καὶ ἀστῶν καὶ ξένων καὶ γυναῖκες πάρεισιν αἱ προσήκουσαι ἐπὶ τὸν τάφον ὀλοφυρόμεναι. τιθέασιν οὖν ἐς τὸ δημόσιον σῆμα, ὅ ἐστιν ἐπὶ τοῦ καλλίστου προαστίου τῆς πόλεως καὶ αἰεὶ ἐν αὐτῷ θάπτουσι τοὺς ἐκ τῶν πολέμων πλήν γε τοὺς ἐν Μαραθῶνι· ἐκείνων δὲ διαπρεπῆ τὴν ἀρετὴν κρίναντες αὐτοῦ καὶ τὸν τάφον ἐποίησαν. ἐπειδὰν δὲ κρύψωσι γῇ, ἀνὴρ ᾑρημένος ὑπὸ τῆς πόλεως, ὅς ἄν γνώμῃ τε δοκῇ μὴ ἀξύνετος εἶναι καὶ ἀξιώσει προήκῃ, λέγει ἐπ’ αὐτοῖς ἔπαινον τὸν πρέποντα. μετὰ δὲ τοῦτο ἀπέρχονται. ὧδε μὲν θάπτουσι· καὶ διὰ παντὸς τοῦ πολέμου, ὁπότε ξυμβαίη αὐτοῖς, ἐχρῶντο τῷ νόμῳ. ἐπὶ δ’ οὖν τοῖς πρώτοις τοῖσδε Περικλῆς ὁ Ξανθίππου ᾑρέθη λέγειν. καὶ ἐπειδὴ καιρὸς ἐλάμβανε, προελθὼν ἀπὸ τοῦ σήματος ἐπὶ βῆμα ὑψηλὸν πεποιημένον, ὅπως ἀκούοιτο ὡς ἐπὶ πλεῖστον τοῦ ὁμίλου, ἔλεγε τοιάδε.



Η ΑΝΤΑΛΚΙΔΕΙΟΣ ΕΙΡΗΝΗ (387 π. Χ.) κατά τον ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ




ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας

πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς

πανεπιστημίου Ἀθηνῶν






22. Ἀποδοχὴ τῶν προτάσεων τῆς εἰρήνης παρὰ τῶν Ἀθηναίων καὶ τῶν συμμάχων.

( 1 , 25 — 36)

§25-26

Ὁ δὲ ᾽Ανταλκίδας κατέβη μὲν μετὰ Τιριβάζου διαπεπραγμένος συμμαχεῖν βασιλέα, εἰ μὴ ἐθέλοιεν ᾽Αθηναῖοι καὶ οἱ σύμμαχοι χρῆσθαι τῇ εἰρήνῃ, ᾗ αὐτὸς ἔλεγεν· ὡς δ’ ἤκουσε Νικόλοχον σὺν ταῖς ναυσὶ πολιορκεῖσθαι ἐν ᾽Αβύδῳ ὑπὸ ᾽Ιφικράτους καὶ Διοτίμου, πεζῇ ᾤχετο εἰς ῎Αβυδον. ᾽Εκεῖθεν δὲ λαβὼν τὸ ναυτικὸν νυκτὸς ἀνήγετο, διασπείρας λόγον ὡς μεταπεμπομένων τῶν Καλχηδονίων· ὁρμισάμενος δὲ ἐν Περκώτῃ ἡσυχίαν εἶχεν. Αἰσθόμενοι δὲ οἱ περὶ Δημαίνετον καὶ Διονύσιον καὶ Λεόντιχον καὶ Φανίαν ἐδίωκον αὐτὸν τὴν ἐπὶ Προκοννήσου. Ὁ δ᾽, ἐπεὶ ἐκεῖνοι παρέπλευσαν, ὑποστρέψας εἰς ῎Αβυδον ἀφίκετο· ἠκηκόει γάρ, ὅτι προσπλέοι Πολύξενος ἄγων τὰς ἀπὸ Συρακουσῶν καὶ ᾽Ιταλίας ναῦς εἴκοσιν, ὅπως ἀναλάβοι καὶ ταύτας.

§27

᾽Εκ δὲ τούτου Θρασύβουλος ὁ Κολλυτεὺς ἔχων ναῦς ὀκτὼ ἔπλει ἀπὸ Θρᾴκης, βουλόμενος ταῖς ἄλλαις ἀττικαῖς ναυσὶ συμμεῖξαι. Ὁ δὲ ᾽Ανταλκίδας, ἐπεὶ αὐτῷ οἱ σκοποὶ ἐσήμηναν, ὅτι προσπλέοιεν τριήρεις ὀκτώ, ἐμβιβάσας τοὺς ναύτας εἰς δώδεκα ναῦς τὰς ἄριστα πλεούσας καὶ προσπληρώσασθαι κελεύσας, εἴ τις ἐνεδεῖτο, ἐκ τῶν καταλειπομένων, ἐνήδρευεν, ὡς ἐδύνατο ἀφανέστατα. ᾽Επεὶ δὲ παρέπλεον, ἐδίωκεν· οἱ δὲ ἰδόντες ἔφευγον. Τὰς μὲν οὖν βραδύτατα πλεούσας ταῖς ἄριστα πλεούσαις ταχὺ κατειλήφει˙ παραγγείλας δὲ τοῖς πρωτόπλοις τῶν μεθ’ αὑτοῦ μὴ ἐμβαλεῖν ταῖς ὑστάταις, ἐδίωκε τὰς προεχούσας˙ ἐπεὶ δὲ ταύτας ἔλαβεν, ἰδόντες οἱ ὕστεροι ἁλισκομένους σφῶν αὐτῶν τοὺς πρόπλους ὑπ’ ἀθυμίας καὶ τῶν βραδυτέρων ἡλίσκοντο. ῝Ωσθ’ ἥλωσαν ἅπασαι.

§28

᾽Επεὶ δ’ ἦλθον αὐτῷ αἵ τε ἐκ Συρακουσῶν νῆες εἴκοσιν, ἦλθον δὲ καὶ αἱ ἀπὸ ᾽Ιωνίας, ὅσης ἐγκρατὴς ἦν Τιρίβαζος, συνεπληρώθησαν δὲ καὶ ἐκ τῆς ᾽Αριοβαρζάνους, (καὶ γὰρ ἦν ξένος ἐκ παλαιοῦ τῷ ᾽Αριοβαρζάνει), ὁ δὲ Φαρνάβαζος ἤδη ἀνακεκλημένος ᾤχετο ἄνω, ὅτε δὴ καὶ ἠγάγετο γυναῖκα τὴν βασιλέως θυγατέρα, ὁ Ἀνταλκίδας γενομέναις ταῖς πάσαις ναυσὶ πλείοσιν ἤ ὀγδοήκοντα ἐκράτει τῆς θαλάττης· ὥστε καὶ τὰς ἐκ τοῦ Πόντου ναῦς ᾽Αθήναζε μὲν ἐκώλυε καταπλεῖν, εἰς δὲ τοὺς,ἑαυτῶν συμμάχους κατῆγεν.

§29-30

Οἱ μὲν οὖν ᾽Αθηναῖοι, ὁρῶντες μὲν πολλὰς τάς πολεμίας ναῦς, φοβούμενοι δέ, μὴ ὡς πρότερον καταπολεμηθείησαν, συμμάχου Λακεδαιμονίοις βασιλέως γεγενημένου, πολιορκούμενοι δ’ ἐκ τῆς Αἰγίνης ὑπὸ λῃστῶν, διὰ ταῦτα μὲν ἰσχυρῶς ἐπεθύμουν τῆς εἰρήνης. Οἱ δ’ αὖ Λακεδαιμόνιοι, φρουροῦντες μόρᾳ μὲν ἐν Λεχαίῳ, μόρᾳ δ’ ἐν ᾽Ορχομενῲ, φυλάττοντες δὲ τὰς πόλεις, αἷς μὲν ἐπίστευον, μὴ ἀπόλοιντο, αἷς δὲ ἠπίστουν, μὴ ἀποσταῖεν, πράγματα δ’ ἔχοντες καὶ παρέχοντες περὶ τὴν Κόρινθον, χαλεπῶς ἔφερον τῷ πολέμῳ. Οἵ γε μὴν ᾽Αργεῖοι, εἰδότες φρουράν τε πεφασμένην ἐφ’ ἑαυτοὺς καὶ γιγνώσκοντες, ὅτι ἡ τῶν μηνῶν ὑποφορὰ οὐδὲν ἔτι σφᾶς ὠφελήσει, καὶ οὗτοι εἰς τὴν εἰρήνην πρόθυμοι ἦσαν. Ὥστ’ ἐπεὶ παρήγγειλεν ὁ Τιρίβαζος παρεῖναι τοὺς βουλομένους ὑπακοῦσαι τῇ εἰρήνῃ, ἣν βασιλεὺς καταπέμποι, ταχέως πάντες παρεγένοντο. ᾽Επεὶ δὲ συνῆλθον, ἐπιδείξας ὁ Τιρίβαζος τὰ βασιλέως σημεῖα ἀνεγίγνωσκε τὰ γεγραμμένα· εἶχε δὲ ὧδε.

§31

«Ἀρταξέρξης βασιλεὺς νομίζει δίκαιον τὰς μὲν ἐν τῆ Ἀσίᾳ πόλεις ἑαυτοῦ εἶναι καὶ τῶν νήσων Κλαζομενὰς καὶ Κύπρον, τὰς δὲ ἄλλας ῾Ελληνίδας πόλεις καὶ μικρὰς καὶ μεγάλας αὐτονόμους ἀφεῖναι πλὴν Λήμνου καὶ Ἴμβρου καὶ Σκύρου· ταύτας δὲ ὥσπερ τὸ ἀρχαῖον εἶναι ᾽Αθηναίων. ῾Οπότεροι δὲ ταύτην τὴν εἰρήνην μὴ δέχονται, τούτοις ἐγὼ πολεμήσω μετὰ τῶν ταὐτὰ βουλομένων καὶ πεζῇ καὶ κατὰ θάλατταν καὶ ναυσὶ καὶ χρήμασιν»

§32

Ἀκούσαντες οὖν ταῦτα οἱ ἀπὸ τῶν πόλεων πρέσβεις ἀπήγγελλον ἐπὶ τὰς ἑαυτῶν ἕκαστοι πόλεις. Καὶ οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ὤμνυσαν ἐμπεδώσειν ταῦτα, οἱ δὲ Θηβαῖοι ἠξίουν ὑπὲρ πάντων Βοιωτῶν ὀμνύναι. Ὁ δὲ Ἀγησίλαος οὐκ ἔφη δέξασθαι τοὺς ὅρκους, ἐὰν μὴ ὀμνύωσιν, ὥσπερ τὰ βασιλέως γράμματα ἔλεγεν, αὐτονόμους εἶναι καὶ μικρὰν καὶ μεγάλην πόλιν. Οἱ δὲ τῶν Θηβαίων πρέσβεις ἔλεγον, ὅτι οὐκ ἐπεσταλμένᾳ σφίσι ταῦτ’ εἴη. «῎Ιτε τοίνυν», ἔφη ὁ ᾽Αγησίλαος, «καὶ ἐρωτᾶτε˚ ἀπαγγέλλετε δ’ αὐτοῖς καὶ ταῦτα, ὅτι, εἰ μὴ ποιήσουσι ταῦτα, ἔκσπονδοι ἔσονται». Οἱ μὲν δὴ ᾤχοντο.

§33

Ὁ δ’ ᾽Αγησίλαος διὰ τὴν πρὸς Θηβαίους ἔχθραν οὐκ ἔμελλεν, ἀλλὰ πείσας τοὺς ἐφόρους εὐθὺς ἐθύετο. ᾽Επεί δὲ ἐγένετο τὰ διαβατήρια, ἀφικόμενος εἰς τὴν Τεγέαν διέπεμπε μὲν τῶν ἱππέων κατὰ τοὺς περιοίκους ἐπισπεύσοντας, διέπεμπε δὲ καὶ ξεναγοὺς εἰς τὰς πόλεις. Πρὶν δὲ αὐτὸν ὁρμηθῆναι ἐκ Τεγέας, παρῆσαν οἱ Θηβαῖοι λέγοντες, ὅτι ἀφιᾶσι τάς πόλεις αὐτονόμους. Καὶ οὕτω Λακεδαιμόνιοι μὲν οἴκαδε ἀπῆλθον, Θηβαῖοι δ’ εἰς τὰς σπονδὰς εἰσελθεῖν ἠναγκάσθησαν, αὐτονόμους ἀφέντες τὰς Βοιωτίας πόλεις.

§34

Οἱ δ’ αὖ Κορίνθιοι οὐκ ἐξέπεμπον τὴν τῶν Ἀργείων φρουράν. ᾽Αλλ’ ὁ ᾽Αγησίλαος καὶ τούτοις προεῖπε, τοῖς μέν, εἰ μὴ ἐκπέμψοιεν τοὺς ᾽Αργείους, τοῖς δὲ, εἰ μὴ ἀπίοιεν ἐκ τῆς Κορίνθου, ὅτι πόλεμον ἐξοίσει πρὸς αὐτούς. ᾽Επεὶ δὲ φοβηθέντων ἀμφοτέρων ἐξῆλθον οἱ ᾽Αργεῖοι καὶ αὐτὴ ἐφ’ αὑτῆς ἡ τῶν Κορινθίων πόλις ἐγένετο, οἱ μὲν σφαγεῖς καὶ οἱ μεταίτιοι τοῦ ἔργου αὐτοὶ γνόντες ἀπῆλθον ἐκ, τῆς Κορίνθου˙ οἱ δ’ ἄλλοι πολῖται ἑκόντες κατεδέχοντο τοὺς πρόσθεν φεύγοντας.

§35

᾽Επεὶ δὲ ταῦτ’ ἐπράχθη καὶ ὠμωμόκεσαν αἱ πόλεις ἐμμενεῖν ἐν τῇ εἰρήνῃ, ἥν κατέπεμψε βασιλεύς, ἐκ τούτου διελύθη μὲν τὰ πεζά, διελύθη δὲ καὶ τὰ ναυτικὰ στρατεύματα. Λακεδαιμονίοις μὲν δὴ καὶ ᾽Αθηναίοις καὶ τοῖς συμμάχοις οὕτω μετὰ τὸν ὕστερον πόλεμον τῆς καθαιρέσεως τῶν Ἀθήνησι τειχῶν αὕτη πρώτη εἰρήνη, ἐγένετο.

§36

᾽Εν δὲ τῷ πολέμῳ μᾶλλον ἀντιρρόπως τοῖς ἐναντίοις πράττοντες οἱ Λακεδαιμόνιοι πολὺ ἐνδοξότεροι ἐγένοντο ἐκ τῆς ἐπ’ ᾽Ανταλκίδου εἰρήνης καλουμένης. Προστάται γὰρ γενόμενοι τῆς ὑπὸ βασιλέως καταπεμφθείσης εἰρήνης καὶ τὴν αὐτονομίαν ταῖς πόλεσι πράττοντες, προσέλαβον μὲν σύμμαχον Κόρινθον, αὐτονόμους δὲ ἀπὸ τῶν Θηβαίων τὰς Βοιωτὶας πόλεις ἐποίησαν, οὗπερ πάλαι ἐπεθύμουν, ἔπαυσαν δὲ καὶ Ἀργείους Κόρινθον σφετεριζομένους, φρουρὰ φήναντες ἐπ’ αὐτοὺς εἰ μὴ Κορίνθου.



Κείμενα Ἀττικῆς Πεζογραφίας


ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΠΑΛΑΙΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ
επιμελεία
Δρ Ιωάννου Παναγιώτη Αμπελά

Φιλολόγου




ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΠΑΛΑΙΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ




Πρακτική ἐξάσκησις εἰς ἀδίδακτον κείμενον (ΜΕΡΟΣ Γ')






ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν







Ο Μενέξενος του Πλάτωνα είναι ένας επιτάφιος λόγος που πήρε το όνομά του από το μαθητή του Σωκράτη Μενέξενο.

[246d] ὦ παῖδες, ὅτι μέν ἐστε πατέρων ἀγαθῶν, αὐτὸ μηνύει τὸ νῦν παρόν· ἡμῖν δὲ ἐξὸν ζῆν μὴ καλῶς, καλῶς αἱρούμεθα μᾶλλον τελευτᾶν, πρὶν ὑμᾶς τε καὶ τοὺς ἔπειτα εἰς ὀνείδη καταστῆσαι καὶ πρὶν τοὺς ἡμετέρους πατέρας καὶ πᾶν τὸ πρόσθεν γένος αἰσχῦναι, ἡγούμενοι τῷ τοὺς αὑτοῦ αἰσχύναντι ἀβίωτον εἶναι, καὶ τῷ τοιούτῳ οὔτε τινὰ ἀνθρώπων οὔτε θεῶν φίλον εἶναι οὔτ' ἐπὶ γῆς οὔθ' ὑπὸ γῆς τελευτήσαντι. Χρὴ οὖν μεμνημένους τῶν ἡμετέρων λόγων, ἐάν τι καὶ ἄλλο [246e] ἀσκῆτε, ἀσκεῖν μετ' ἀρετῆς, εἰδότας ὅτι τούτου λειπόμενα πάντα καὶ κτήματα καὶ ἐπιτηδεύματα αἰσχρὰ καὶ κακά. Οὔτε γὰρ πλοῦτος κάλλος φέρει τῷ κεκτημένῳ μετ' ἀνανδρίας - ἄλλῳ γὰρ ὁ τοιοῦτος πλουτεῖ καὶ οὐχ ἑαυτῷ - οὔτε σώματος κάλλος καὶ ἰσχὺς δειλῷ καὶ κακῷ συνοικοῦντα πρέποντα φαίνεται ἀλλ' ἀπρεπῆ, καὶ ἐπιφανέστερον ποιεῖ τὸν ἔχοντα καὶ ἐκφαίνει τὴν δειλίαν·



Πρακτική ἐξάσκησις εἰς ἀδίδακτον κείμενον (ΜΕΡΟΣ B')





ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν





Ο Μενέξενος του Πλάτωνα είναι ένας επιτάφιος λόγος που πήρε το όνομά του από το μαθητή του Σωκράτη Μενέξενο.



Πρακτική ἐξάσκησις εἰς ἀδίδακτον κείμενον (ΜΕΡΟΣ Α')









ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν





 *** Επειδή θεωρώ ότι στις επόμενες πανελλήνιες εξετάσεις το αδίδακτον κείμενον θα είναι φιλοσοφικό, (Πρβλ ΕΔΩ) αρχίζω από τώρα μια σειρά αναρτήσεων με ερανισμένα κείμενα από το διαδίκτυον από αξιόλογους και πάρα πολλά καλούς τόπους για πρακτική άσκησιν των υποψηφίων της θεωρητικής κατευθύνσεως


Ἐν τούτῳ δὴ ἄν τις γενόμενος γνοίη οἷοι ἄρα ἐτύγχανον ὄντες τὴν ἀρετὴν οἱ Μαραθῶνι δεξάμενοι τὴν τῶν βαρβάρων δύναμιν καὶ κολασάμενοι τὴν ὑπερηφανίαν ὅλης τῆς Ἀσίας καὶ πρῶτοι στήσαντες τρόπαια τῶν βαρβάρων, ἡγεμόνες καὶ διδάσκαλοι τοῖς ἄλλοις γενόμενοι ὅτι οὐκ ἄμαχος εἴη ἡ Περσῶν δύναμις, ἀλλὰ πᾶν πλῆθος καὶ πᾶς πλοῦτος ἀρετῇ ὑπείκει. Ἐγὼ μὲν οὖν ἐκείνους [240e] τοὺς ἄνδρας φημὶ οὐ μόνον τῶν σωμάτων τῶν ἡμετέρων πατέρας εἶναι, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς τε ἡμετέρας καὶ συμπάντων τῶν ἐν τῇδε τῇ ἠπείρῳ· εἰς ἐκεῖνο γὰρ τὸ ἔργον ἀποβλέψαντες καὶ τὰς ὑστέρας μάχας ἐτόλμησαν διακινδυνεύειν οἱ Ἕλληνες ὑπὲρ τῆς σωτηρίας, μαθηταὶ τῶν Μαραθῶνι γενόμενοι.

Πλάτωνα, Μενέξενος, 240 d-e



Τό προφίλ ἑνός φαύλου ἀνδρός




τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


Ο Μένων (; - 400 π.Χ.) ήταν μαθητής του Γοργία, μέλος του Σωκρατικού κύκλου και ένας από τους στρατηγούς του εκστρατευτικού σώματος του Κύρου του νεότερου εναντίον του αδελφού του Αρταξέρξη Β΄. Αναφέρεται και στον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο· ίσως η παρουσία του στην Αθήνα σχετίζεται με το επικείμενο στρατιωτικό εγχείρημα.Η προσωπικότητά του μας είναι γνωστή από το έργο του Ξενοφώντα «Κύρου Ανάβασις». Συμμετείχε στη μάχη στα Κούναξα. Μετά τη μάχη αυτή ο ανταγωνισμός του με τον Κλέαρχο οδηγησε άμεσα στη σύλληψη των αρχηγών των Ελλήνων με δόλιο τρόπο από τον Πέρση σατράπη Τισσαφέρνη και τον θάνατο του Κλεάρχου. Στάλθηκε αιχμάλωτος στην Περσική αυλή, όπου εκτελέστηκε ύστερα από κράτηση ενός έτους. Ο Ξενοφών περιγράφει τον Μένωνα ως φίλαρχο, φιλάργυρο, συκοφάντη και γενικά ως άνθρωπο φαύλο. Ο Πλάτων στο διαλογό του δεν του αποδίδει τέτοια ελαττώματα. Ο μόνος υπαινιγμός τον οποίον κάνει είναι ότι τον αποκαλεί «πατρικό φίλο» του βασιλιά των Περσών.

Μένων δὲ ὁ Θετταλὸς δῆλος ἦν ἐπιθυμῶν μὲν πλουτεῖν ἰσχυρῶς, ἐπιθυμῶν δὲ ἄρχειν, ὅπως πλείω λαμβάνοι, ἐπιθυμῶν δὲ τιμᾶσθαι, ἵνα πλείω κερδαίνοι: φίλος τε ἐβούλετο εἶναι τοῖς μέγιστα δυναμένοις, ἵνα ἀδικῶν μὴ διδοίη δίκην.[1]  
          [6.22] ἐπὶ δὲ τὸ κατεργάζεσθαι ὧν ἐπιθυμοίη συντομωτάτην ᾤετο ὁδὸν εἶναι διὰ τοῦ ἐπιορκεῖν τε καὶ ψεύδεσθαι καὶ ἐξαπατᾶν, τὸ δ᾽ ἁπλοῦν καὶ ἀληθὲς τὸ αὐτὸ τῷ ἠλιθίῳ εἶναι[2].        
          [6.23] στέργων δὲ φανερὸς μὲν ἦν οὐδένα, ὅτῳ δὲ φαίη φίλος εἶναι, τούτῳ ἔνδηλος ἐγίγνετο ἐπιβουλεύων. καὶ πολεμίου μὲν οὐδενὸς κατεγέλα, τῶν δὲ συνόντων πάντων ὡς καταγελῶν ἀεὶ διελέγετο[3].
          [6.24] καὶ τοῖς μὲν τῶν πολεμίων κτήμασιν οὐκ ἐπεβούλευε: χαλεπὸν γὰρ ᾤετο εἶναι τὰ τῶν φυλαττομένων λαμβάνειν: τὰ δὲ τῶν φίλων μόνος ᾤετο εἰδέναι ῥᾷστον ὂν ἀφύλακτα λαμβάνειν[4].
          [6.25] καὶ ὅσους μὲν αἰσθάνοιτο ἐπιόρκους καὶ ἀδίκους ὡς εὖ ὡπλισμένους ἐφοβεῖτο, τοῖς δὲ ὁσίοις καὶ ἀλήθειαν ἀσκοῦσιν ὡς ἀνάνδροις ἐπειρᾶτο χρῆσθαι[5].          
          [6.26] ὥσπερ δέ τις ἀγάλλεται ἐπὶ θεοσεβείᾳ καὶ ἀληθείᾳ καὶ δικαιότητι, οὕτω Μένων ἠγάλλετο[6] τῷ ἐξαπατᾶν δύνασθαι, τῷ πλάσασθαι ψεύδη, τῷ φίλους διαγελᾶν: τὸν δὲ μὴ πανοῦργον τῶν ἀπαιδεύτων ἀεὶ ἐνόμιζεν εἶναι. καὶ παρ᾽ οἷς μὲν ἐπεχείρει πρωτεύειν φιλίᾳ, διαβάλλων τοὺς πρώτους τοῦτο ᾤετο δεῖν κτήσασθαι.          
          [6.27] τὸ δὲ πειθομένους τοὺς στρατιώτας παρέχεσθαι ἐκ τοῦ συναδικεῖν αὐτοῖς ἐμηχανᾶτο. τιμᾶσθαι δὲ καὶ θεραπεύεσθαι ἠξίου ἐπιδεικνύμενος ὅτι πλεῖστα δύναιτο καὶ ἐθέλοι ἂν ἀδικεῖν. εὐεργεσίαν δὲ κατέλεγεν, ὁπότε τις αὐτοῦ ἀφίσταιτο, ὅτι χρώμενος αὐτῷ οὐκ ἀπώλεσεν αὐτόν.   
          [6.28] καὶ τὰ μὲν δὴ ἀφανῆ ἔξεστι περὶ αὐτοῦ ψεύδεσθαι, ἃ δὲ πάντες ἴσασι τάδ᾽ ἐστί. παρὰ Ἀριστίππου μὲν ἔτι ὡραῖος ὢν στρατηγεῖν διεπράξατο τῶν ξένων, Ἀριαίῳ δὲ βαρβάρῳ ὄντι, ὅτι μειρακίοις καλοῖς ἥδετο[7], οἰκειότατος [ἔτι ὡραῖος ὢν] ἐγένετο, αὐτὸς δὲ παιδικὰ εἶχε Θαρύπαν ἀγένειος ὢν γενειῶντα.
          [6.29] ἀποθνῃσκόντων δὲ τῶν συστρατήγων ὅτι ἐστράτευσαν ἐπὶ βασιλέα ξὺν Κύρῳ, ταὐτὰ πεποιηκὼς οὐκ ἀπέθανε, μετὰ δὲ τὸν τῶν ἄλλων θάνατον στρατηγῶν τιμωρηθεὶς ὑπὸ βασιλέως ἀπέθανεν, οὐχ ὥσπερ Κλέαρχος καὶ οἱ ἄλλοι στρατηγοὶ ἀποτμηθέντες τὰς κεφαλάς, ὅσπερ τάχιστος θάνατος[8] δοκεῖ εἶναι, ἀλλὰ ζῶν αἰκισθεὶς ἐνιαυτὸν ὡς πονηρὸς λέγεται τῆς τελευτῆς τυχεῖν.


Ξενοφών, Κύρου Ανάβασις, Βιβλίο Β΄, κεφ. 6, 21 κ.ε

ΣΧΟΛΙΑ:


[1] Ένας άνθρωπος όστις αγαπούσε το χρήμα υπερβολικώς και την εξουσίαν συνάμα. Και όποιαν φιλίαν έκανε την έκανε μόνον με σκοπόν να κερδίση κάτι από αυτήν. Έτσι έκανε φίλους τους έχοντας δύναμιν τινά ώστε αν πιανόταν ποτέ ως αδικών να μην τιμωρείται λόγω των υψηλών γνωριμιών του.

[2] Είχε στο μυαλό του μόνον την επιβουλίαν. Και σύντομότατον δρόμον για να βάζη χέρι σε όσα έβαζε στο μάτι είχε την κατηγορίαν, την απάτη και τον δόλον. Και εκείνους που είχαν ως αξίαν την αλήθεια και την τιμήν τους θεωρούσε ηλιθίους.

[3] Και καταγελούσε μόνον τους φίλους του. Όχι τους εχθρούς του. Διότι ήτο θρασύδειλος άνδρας. Αυτούς που τον εμπιστευόντουσαν τους θεωρούσε εύκολα θύματα. Απεναντίας όσοι ήταν καχύποπτοι απέναντί του τους θεωρούσε δύσκολους στόχους ώστε να πλέξη πέριξ αυτών τις πλεκτάνες του. Διότι οι ξέροντες αυτόν καλά φυλάσονταν απ’ αυτόν και δεν μπορούσε να τους κάνη καμιάν ζημιά. Απεναντίας στους αφελείς που πείθονταν στην λυκοφιλία του τους ρήμαζε το βιός τους και την τιμήν τους. Άλλη μια ζωντανή απόδειξις της ρήσεως: «θεέ μου σώσε με από τους φίλους μου γιατί τους εχθρούς μου τους γνωρίζω».

[4] Το θέμα είναι σοβαρόν. Το ζήτημα είναι πώς δύναται να γνωρίση κανείς τους φίλους του και να τους διακρίνη από τους προσποιηθέντας τον φίλον. Για αυτό ίσως είπανε το εξής πάλι σοφό «Στη φιλία και στον έρωτα είμαστε συχνά πιο ευτυχισμένοι χάρη στα όσα αγνοούμε παρά στα όσα ξέρουμε». Βέβαια τα όσα πράττει ενθάδε στον βίον του ο Μένων, αν γίνονται προς τον εχθρόν είναι κλέος και δόξα, αφού τότε έχει κανείς ευγενήν σκοπόν. Για παράδειγμα ας θυμηθούμε την στάσην τύπου Μένωνα του Καραϊσκάκη προς τον Κιουταχή… «Κατ’ αρχάς εξιπάσθην, ογλήγορα όμως εφιλιωθήκαμεν και ελπίζω να του κοστίση η φιλία μου. Είπαμε πολλά, εκείνος με την ιδέαν ότι έχει ραγιάδες τους Έλληνας και εγώ με την ιδέαν ότι είμεθα ελεύθεροι».

[5] Κλασσική αντίδρασις μεταξύ κατεργαρέων. Ο είς φοβείται τον άλλον. Ούτοι οι χαρακτήρες δεν δεικνύουν εμπιστοσύνην σε κανέναν. Φοβούνται τους ομόιδιούς τους μη τους καταφέρουν κάτι που θα τους κάνη κακό. Διότι κανένας απ’ αυτούς δεν γνωρίζει ποιος είναι πιο δυνατός εις την απάτη και το ψέμα. Απεναντίας, κάθε άγιον άνθρωπον, συνετόν και ευλαβήν τον θεωρούν υποψήφιον θύμα των. Λησμονούν οι αχρείοι ότι αυτοί οι ευλαβείς τυγχάνουν της προστασίας του θείου, το οποίο αυτοί έχουν λησμονήσει την ύπαρξιν και αγνοούν.

[6] Η πλήρης διαστροφή της ψυχής. Τοιούτοι τύποι αγάλλονται με την δυστυχίαν που προκαλούν. Η ηδονή που νοιώθει η διεστραμμένη των ψυχή είναι απόρροια της παντελούς ελλείψεως αρχών και αξιών. Τελικώς αυτοί νοιώθουν μιαν απέραντην δυστυχίαν μόλις δεν θα μπορούν πλέον να εξασκήσουν την πανουργίαν και σαθρότητά των. Διότι έρχεται κάποια στιγμή αφ’ ή στιγμής τους εγκαταλείψουν αι δυνάμεις των ένθα και ξεσκεπάζονται και τιμωρούνται και περιθωριοποιούνται. Και πεθαίνουν είτε μόνοι και ως βδελύγματα της κοινωνίας όλης ή τους προλαβαίνει η Άτις και ο όλεθρος και έχουν έν κατηραμένον τέλος.

[7]  Δεν είναι τυχαίον ότι την σαθρότητα του εσωτερικού κόσμου του καθενός, η θεία φύσις οικονομεί έτσι ώστε να γίνεται φανερή, αφού εκδηλώνεται και εις τα πάθη του σώματος. Αληθώς μην περιμένει τις εν ώ βλέπει κάποιον να είναι διεστραμμένος ως προς την γενετήσιαν ορμήν ότι χαίρει υγείας και εσωτερικώς. Ταύτα να τα βλέπουν οι προωθούντες την ομοφυλοφιλίαν και τον κυναιδισμόν εις την την σύγχρονον εποχήν.

[8] Η Άτις που είπαμε παραπάνω. Συνήθως η κακία ξεπληρώνεται εις αυτήν την παρούσα ζωή. Διότι το θείον δεν περιμένει κάν λόγω της πληθύος των ανομημάτων των φαύλων να καθυστερήση την τιμωρίαν των και να την αναβάλλη εις μέλλουσαν ζωήν. Δια τούτο ο λαός λέγει το «όλα εδώ πληρώνονται». Ο Μένων τυραννήθηκε πιο πολύ απ’ όλους και δεν είχε έναν αργόν θάνατον άλλα τον θάνατον που του άξιζε.