ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
Την άνοιξη του 431 π.Χ. η πόλη δέχτηκε την αιφνιδιαστική επίθεση από τριακόσιους Θηβαίους, τους οποίους οι Πλαταιείς αμέσως αντέκρουσαν και σκότωσαν 180 από αυτούς. Τον τρίτο χρόνο του πολέμου οι Πελοποννήσιοι με αρχηγό τον Αρχίδαμο περικύκλωσαν και πολιόρκησαν τις Πλαταιές. Οι Πλαταιείς λίγο πιο πριν είχαν στείλει τους γέρους και τα γυναικόπαιδα στην Αθήνα για να γλυτώσουν, αφήνοντας μόνο 400 πολεμιστές μαζί με 80 Αθηναίους και 110 γυναίκες που τους φρόντιζαν. Οι πολιορκημένοι κατόρθωσαν να αντισταθούν, και γιαυτό οι Πελοποννήσιοι έσφιξαν τον κλοιό περισσότερο. Δύο χρόνια κράτησε η πολιορκία αυτή. Όταν τελικά οι Πλαταιείς παραδόθηκαν, οι Πελοποννήσιοι τους σκότωσαν όλους. Η πόλη αλώθηκε από τους Θηβαίους, οι οποίοι κατέστρεψαν όλα τα κτίρια και έκτισαν έναν νέο ναό μήκους 100 ποδών (νεώς εκατόμπεδος) στην τιμή της Ήρας. Όσοι Πλαταιείς επέζησαν βρήκαν καταφύγιο στην Αθήνα.
***
20. Τοῦ δ’ αὐτοῦ χειμῶνος οἱ Πλαταιῆς -ἕτι γὰρ ἐπολιορκοῦντο ὑπὸ τῶν Πελοποννησίων καὶ Βοιωτῶν- ἐπειδὴ τῷ τε σίτῳ ἐπιλείποντι ἐπιἑζοντο καὶ ἀπὸ τῶν ᾽Αθηνῶν οὐδεμία ἐλπὶς ἦν τιμωρίας οὔδὲ ἄλλη σωτηρία ἐφαίνετο, ἐπιβουλεύουσιν αὐτοί τε καὶ Ἀθηναίων οἱ ξυμπολιορκούμενοι πρῶτον μὲν πάντες ἐξελθεῖν καὶ ὑπερβῆναι τὰ τείχη τῶν πολεμίων, ἢν δύνωνται βιάσασθαι, ἐσηγησαμένων τὴν πεῖραν αύτοῖς Θεαινέτου τε τοῦ Τολμίδου, ἀνδρὸς μάντεως, καὶ Εὐπομπίδου τοῦ Δαϊμάχου, ὅς καὶ ἐστρατήγει· ἔπειτα οί μὲν ἡμίσεις ἀπώκνησάν πως τὸν κίνδυνον μέγαν ἡγησάμενοι, ἐς δὲ ἄνδρας διακοσίους καὶ εἴκοσι μάλιστα ἐνέμειναν τῇ έξόδῳ ἐθελονταὶ τρόπῳ τοιῷδε. κλίμακας ἐποιήσαντό ἵσας τῷ τείχει τῶν πολεμίων· ξυνεμετρήσαντο δὲ ταῖς ἐπιβολαῖς τῶν πλίνθων ᾗ ἔτυχε πρὸς σφᾶς οὐκ ἐξαληλιμμένον τὸ τεῖχος αὐτῶν. ἡριθμοῦντο δὲ πολλοὶ ἅμα τὰς ἐπιβολὰς καὶ ἕμελλον οἱ μέν τίνες ἁμαρτήσεσθαι, οἱ δὲ πλείους τεύξεσθαι τοῦ ἀληθοῦς λογισμοῦ, ἄλλως τε καὶ πολλάκις ἀριθμοῦντες καὶ ἅμα οὐ πολὺ ἀπέχοντος, ἀλλὰ ῥᾳδίως καθορωμένου ἐς ὃ ἐβούλοντο τοῦ τείχους. τὴν μὲν οὖν ξυμμέτρησιν τῶν κλιμάκων οὕτως ἔλαβον ἐκ τοῦ πάχους τῆς πλίνθου εἰκάσαντες τὸ μέτρον.
ΣΧΟΛΙΑ:
20. χειμῶνος‧ δηλ. τοῦ 428 π.Χ. τῷ σίτῳ ἑπιλείποντι = ἐκ τῆς ἐλλείψεως τοῦ σίτου. τιμωρία = βοήθεια. ἐπιβουλεύουσιν ἐξὲλθεῖν = ἀποφασίζουν νὰ ἐξέλθουν. ἤν δύνωνται βιάσασθαι = ἄν δύνανται νὰ τὸ ἐπιτύχουν διὰ τῆς βίας. πεῖρα = ἀπόπειρα, ἐπιχείρησις. ἀποκνέω τὸν κίνδυνον = ἐκ φόβου ἀπέχω τοῦ κινδύνου. πως = κάπως. ξυνεμετρήσαντο ταῖς ἐπιβολαῖς τῶν πλίνθων = εὗρον τὸ ὅλον μέτρον (τῶν κλιμάκων) διὰ (τῆς καταμετρήσεως) τῶν σειρῶν τῶν πλίνθων. ἐξαληλιμμένον = καλῶς (= ἐκ) ἄσβεστωμένον. λογισμὸς = ὑπολογισμὸς (τῶν στρώσεων). οὐ πολὺ ἀπέχοντος = διότι καὶ ἡ ἀπόστασις (ἀπὸ τοῦ τείχους) δὲν ἦτο μεγάλη. ἐβούλοντο‧ δηλ. ἄναβαίνειν.
ΜΤΦΡ.
Κατά την διάρκειαν του ιδίου χεμώνος, οι Πλαταιείς (οι οποίοι επολιορκούντο ακόμη από τους Πελοποννησίους και τους Βοιωτούς), επειδή και από την έλλειψιν τροφίμων επιέζοντο και από τας Αθήνας δεν ήλπιζαν καμμίαν βοήθειαν, ούτε καμμία άλλη σωτηρία εφαίνετο, απεφάσισαν κατ' αρχάς, από κοινού με τους συμπολιορκουμένους Αθηναίους, να ενεργήσουν όλοι έξοδον και υπερβούν τα εχθρικά τείχη, διασπώντες, αν ημπορέσουν, τον αποκλεισμόν. Εισηγηταί της επιχειρήσεως ήσαν ο μάντις Θεαίνετος, υιός του Τολμίδου, και ο Ευπομπίδης, υιός του Λαϊμάχου, ο οποίος ήτο και στρατηγός. Έπειτα όμως οι ημίσεις εδίστασαν να λάβουν μέρος, διότι εθεώρησαν τον κίνδυνον πολύ μεγάλον, και μόνον διακόσιοι είκοσι περίπου επέμειναν αυτοπροαιρέτως εις την έξοδον, η οποία έγινε κατά τον εξής τρόπον: Κατεσκεύασαν κλίμακας ίσας με το υψος του εχθρικού τείχους, υπολογίσαντες το μήκος των από τας αλλεπαλλήλους σειράς των πλίνθων εις μέρος, όπου το τείχος, κατά το μέτωπον το εστραμμένον προς τας Πλαταιάς, έτυχε να μην έχη επιχρισθή δια κονιάματος. Επειδή πολλοί συγχρόνως έκαμαν τον υπολογσμόν αυτόν, ήτο φυσικόν ότι μερικοί θα επλανώντο, οι περισσότεροι όμως θα επετύγχαναν τον ορθόν υπολογισμόν, άλλωστε και διότι τον επανελάμβαναν πολλάκις, και συγχρόνως ευρίσκοντο εις μικράν απόστασιν και επομένως ημπορούσαν ευκόλως να διακρίνουν όσον μέρος του τείχους ήθελαν. Το μέτρον λοιπόν των κλιμάκων έλαβαν κατ' αυτόν τον τρόπον, υπολογίσαντες αυτό από το πάχος των πλίνθων.
21. Τὸ δὲ τεῖχος ἦν τῶν Πέλοποννησίων τοιόνδε τῇ οἰκοδομήσει· εἶχε μὲν δύο τοὺς περιβόλους, πρός τε Πλαταιῶν καὶ εἴ τις ἔξωθεν ἀπ᾽ ᾽Αθηνῶν ἐπίοι, διεῖχον δὲ οἱ περίβολοι ἑκκαίδεκα πόδας μάλιστα ἀπ’ ἀλλήλων. τὸ οὖν μεταξὺ τοῦτο, οἱ ἑκκαίδεκα πόδες, τοῖς, φύλαξιν οἰκήματα διανενεμημένα ᾠκοδόμητο, καὶ ἦν ξυνοχὴ ὥστε ἓν φαίνεσθαι, τεῖχος παχὺ ἐπάλξεις ἔχον ἀμφοτέρωθε. διὰ δέκα δὲ ἐπάλξεων πύργοι ἦσαν μεγάλοι καὶ ἰσοπλατεῖς τῷ τείχει, διήκοντες ἔς τε τὸ ἔσω μέτωπον αὐτοῦ καὶ οἱ αὐτοὶ καὶ τὸ ἔξω, ὥστε πάροδον μὴ εἶναι παρὰ πύργον, ἀλλὰ δι’ αὐτῶν μέσων διῆσαν. τὰς οὖν νύκτας, ὁπότε χειμὼν εἴη νοτερός, τὰς μὲν ἐπάλξεις ἀπέλειπον ἐκ δὲ τῶν πύργων ὄντων δι᾽ ὀλίγου καὶ ἅνωθεν στεγανῶν, τὴν φυλακὴν ἐποιοῦντο. τὸ μὲν οὖν τεῖχος, ᾧ περιεφρουροῦντο οἱ Πλαταιῆς, τοιοῦτον ἦν.
ΣΧΟΛΙΑ:
21. πρός τε Πλαταιῶν ... ἐπίοι = καὶ πρὸς τὸ μέρος τῶν Πλαταιῶν καὶ ἄν ἴσως κανεὶς ἔξωθεν ἀπὸ τῶν ᾽ΑΘηνῶν ἐπήρχετο. διέχω = ἀπέχω. πόδας‧ ὁ ποὺς ἰσοῦται πρὸς 0,30 τοῦ μέτρου περίπου. μάλιστα = περίπου. διὰ δέκα ἐπάλξεων = εἰς κάθε δέκα ἐπάλξεις‧ αἱ ἐπάλξεις ἦσαν προμαχῶνες ἐπὶ τῶν τειχῶν, ἐκ τῶν ὅποίων οἱ ἀμυνόμενοι προσέβαλλον τοὺς ἐπερχομένους. διήκω = φθάνω. παρὰ πύργον = ἐξωθεν (πλησίον) τοῦ πύργου. ἀλλὰ δι’ αὑτῶν μέσων διῇσαν = ἀλλὰ διὰ μέσου αὐτῶν διήρχοντο (ὁσάκις δηλ. στρατιώτης ἤθελε νὰ μεταβῇ ἀπὸ ἐπάλξεώς τινος εἰς ἄλλην κειμένην πέραν τοῦ πύργου). νοτερὸς = βροχερός . ὅντων δι’ ὀλίγου = εὑρισκομένων εἰς μικρὰ ἀπ’ ἀλλήλων διαστήματα. στεγανὸς = ἐστεγασμένος.
ΜΤΦΡ.
21. Το τείχος των Πελοποννησίων ήτο οικοδομημένον κατά τον ακόλουθον τρόπον. Είχε περιβόλους δύο, τον ένα βλέποντα προς τας Πλαταιάς, τον άλλον προς τα έξω, εναντίον ενδεχομένης επθέσεως των Αθηναίων, και μεταξύ των δύο περιβόλων υπήρχε διάστημα δέκα εξ περίπου ποδών. Εις το μεταξύ τούτο διάστημα των δέκα εξ ποδών ήσαν οικοδομημέναι κατοικίαι, αι οποίαι είχαν διανεμηθή εις τους φρουρούς και ήσαν συνεχείς, ώστε να φαίνεται το όλον ως ένα παχύ τείχος με επάλξεις και από τα δύο μέρη. Εις κάθε διάστημα δέκα επάλξεων υπήρχαν πύργοι μεγάλοι ίσου πλάτους με το τείχος, εκτεινόμενοι έκαστος καθ' όλον το διάστημα από το εσωτερικόν έως το εξωτερικόν μέτωπον, ώστε δεν υπήρχε πάροδος εις την πλευράν των πύργων, αλλ' οι φρουροί διήρχοντο δια του μέσου αυτών. Κατά την νύκτα, όταν ο καιρός ήτο βροχερός και οι φρουροί εγκατέλειπαν τας επάλξεις και εξετέλουν την φρούρησιν από τους πύργους, οι οποίοι ήσαν εις μικράν απ' αλλήλων απόστασιν και στεγασμένοι. Τοιούτο λοιπόν ήτο το τείχος, με το οποίον ήσαν πολιορκημένοι γύρω γύρω οι Πλαταιείς.
22. Οἱ δέ, ἐπειδὴ παρεσκεύαστο αὐτοῖς τηρήσαντες νύκτα χειμέριον ὕδατι καὶ ἀνέμῳ καὶ ἃμ’ ἀσέληνον ἐξῇσαν· ἡγοῦντο δὲ οἵπερ καὶ τῆς πείρας αἴτιοι ἦσαν. καὶ πρῶτον μὲν τὴν τάφρον διέβησαν, ἣ περιεῖχεν αὐτούς, ἔπειτα προσέμειξαν τῷ τείχει,τῶν πολεμίων λαθόντες τοὺς φύλακας, ἀνὰ τὸ σκοτεινὸν μὲν οὐ προϊδόντων αὐτῶν, ψόφῳ δὲ τῷ ἐκ τοῦ προσιέναι αὐτοὺς ἀντιπαταγοῦντος τοῦ ἀνέμου οὐ κατακουσάντων· ἅμα δὲ καὶ διέχοντες πολὺ ἦσαν, ὃπως τὰ ὅπλα μὴ κρουόμενα πρὸς ἄλληλα αἴσθησιν παρέχοι. ἦσαν δὲ εὐσταλεῖς τε τῇ ὁπλίσει καὶ τὸν ἀριστερὸν μόνον πόδα ὑποδεδεμένοι ἀσφαλείας ἔνεκα τῆς πρὸς τὸν πηλόν. κατὰ οὖν μεταπύργιον προσέμισγον πρὸς τὰς ἐπάλξεις, εἰδότες ὅτι ἐρῆμοί εἰσι, πρῶτον μὲν οἱ τὰς κλίμακας φέροντες καὶ προσέθεσαν· ἔπειτα ψιλοὶ δώδεκα ξὺν ξιφιδίῳ καὶ θώρακι ἀνέβαινον, ὧν ἡγεῖτο ᾽Αμμέας ὁ Κοροίβου καὶ πρῶτος ἀνέβη, μετὰ δὲ αὐτὸν οἱ ἑπόμενοι ἓξ ἐφ’ ἑκάτερον τῶν πύργων ἀνέβαινον· ἔπειτα ψιλοὶ ἄλλοι μετὰ τούτους ξὺν δορατίοις ἐχώρουν, οἷς ἕτεροι κατόπιν τὰς ἀσπίδας ἕφερον, ὅπως, ἐκεῖνοι ῥᾷον προσβαίνοιεν, καὶ ἔμελλον δώσειν, ὁπότε πρὸς τοῖς πολεμίοις εἶεν. ὡς δὲ ἄνω πλείους ἐγένοντο, ᾒσθοντο οἱ ἐκ τῶν πύργων φύλακες· κατέβαλε γάρ τις τῶν Πλαταιῶν ἀντιλαμβανόμενος ἀπὸ τῶν ἐπάλξεων κεραμίδα, ἣ πεσοῦσα δοῦπον ἐποίησε. καὶ αὐτίκα βοὴ ἦν, τὸ δὲ στρατόπεδον ἐπὶ τὸ τεῖχος ὥρμησεν· οὐ γὰρ ᾒδει, ὅ τι ἦν τὸ δεινὸν σκοτεινῆς νυκτὸς καὶ χειμῶνος ὄντος, καὶ ἅμα οἱ ἐν τῇ πόλει τῶν Πλαταιῶν ὑπολελειμμένοι ἐξελθόντες προσέβαλλον τῷ τείχει τῶν Πελοποννησίων ἐκ τοὔμπαλιν ἢ οἱ ἄνδρες αὐτῶν ὑπερέβαινον, ὃπως ἥκιστα πρὸς αὐτοὺς τὸν νοῦν ἔχοιεν. ἐθορυβοῦντο μὲν οὖν κατὰ χώραν μένοντες, βοηθεῖν δὲ οὐδεὶς ἐτόλμα ἐκ τῆς ἑαυτῶν φυλακῆς, ἀλλ’ ἐν ἀπόρῳ ἦσαν εἰκάσαι τὸ γιγνόμενον. καὶ οἱ τριακόσιοι αὐτῶν, οἷς ἐτέτακτο παραβοηθεῖν, εἴ τι δέοι, ἐχώρουν ἔξωθεν τοῦ τείχους πρὸς τὴν βοήν, φρυκτοί τε ᾒροντο ἐς τὰς Θήβας πολέμιοι· παρανῖσχον δὲ καὶ οἱ ἐκ τῆς πόλεως Πλαταιῆς ἀπὸ τοῦ τείχους φρυκτοὺς πολλοὺς πρότερον παρεσκευασμένους ἐς αὐτὸ τοῦτο, ὅπως ἀσαφῆ τὰ σημεῖα τῆς φρυκτωρίας τοῖς πολεμίοις ᾖ καὶ μὴ βοηθοῖεν, ἄλλο τι νομίσαντες τὸ γιγνόμενον εἶναι ἢ τὸ ὄν, πρὶν σφῶν οἱ άνδρες οἱ ἐξιόντες διαφύγοιεν καὶ τοῦ ἀσφαλοῦς ἀντιλάβοιντο.
ΣΧΟΛΙΑ:
22. παρεσκεύαστο‧ ἀπροσ. = παρασκευὴ ἐγεγόνει. τηρὴσαντες = περιμείναντες. χειμέριος = χειμερινός. περιέχω τινὰ = περιβάλλω τινά. ἀνὰ τὸ σκοτεινὸν = μέσα εἱς τὸ σκότος. ψόφῳ δέ ... τοῦ ἀνέμου = ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνεμος ἔκαμνε πάταγον καλύπτοντα τὸν ἐκ τῆς προσεγγίσεως αὐτῶν κρότον. διέχοντες = ἀφήνοντες μεγάλα διαστήματα μεταξύ των. εὑστὰλεῖς τῇ ὁπλίσει = ἐλαφρῶς ὡπλισμένοι, τον ἁριστερόν... ὑποδεδεμένοι‧ ὅταν κανεὶς ἔχῃ γυμνὸν ὑποδήματος τὸν ἕνα πόδα, πατεῖ στερεώτερα εἰς λασπῶδες ἔδαφος. ἀσφαλείας ἕνεκα τῆς πρὸς τὸν πηλὸν = διὰ νὰ βαδίζουν ἀσφαλεῖς εἰς λασπώδη τόπον. μεταπύργιον = τὸ μεταξὺ τῶν δύο πύργων διάστημα προσέθεσαν = ἐτοποθέτησαν. ὁπότε ... εἷεν = ὅταν θὰ ἐπλησίαζον. καταβάλλω = ῥίπτω κάτω. ἁντιλαμβανόμενος ἀπὸ τῶν ἑπάλξεων = ἐνῷ προσεπάθει νὰ πιασθῇ ... έκ τοὔμπαλιν = ἐκ τοῦ ἀντιθέτου μέρους. ὅπως ἥκιστα τὸν νοῦν ἔχοιεν = διὰ νὰ μὴ προσέχουν καθόλου. κατὰ χώραν = εἰς τὴν θέσιν των. φρυκτοὶ πολέμιοι = σήματα διὰ πυρῶν δηλοῦντα ἐμφάνισιν πολεμίων. παρανῖσχον (παρ-ἀν-ίσχω) φρυκτοὺς = παραλλήλως πρὸς αὐτοὺς ὕψωναν φρυκτούς. φρυκτωρία = ἡ διὰ πυρῶν μακρόθεν συνεννόησις. καὶ τοῦ ἀσφαλοῦς ἀντιλάβοιντο = καὶ πατήσουν εἰς ἀσφαλὲς ἔδαφος.
ΜΤΦΡ.
22. Οι τελευταίοι, αφού συνεπλήρωσαν τας ετοιμασίας των, επωφελήθησαν μίαν νύκτα ασέληνον, και συγχρόνως θυελλώδη και βροχεράν, και ήρχισαν την έξοδον, υπό την αρχηγίαν εκείνων οι οποίοι ήσαν και εισηγηταί της επιχειρήσεως. Και πρώτον διέβησαν την τάφρον, η οποία περιέβαλλε το τείχος των, και έφθασαν αμέσως εις την βάσιν του εχθρικού τείχους, χωρίς να τους αντιληφθούν οι φρουροί, οι οποίοι δεν ημπόρεσαν ούτε να τους διακρίνουν, ένεκα του επικρατούντος πανταχού σκότους, ούτε να τους ακούσουν, διότι τον κρότον του βαδίσματος των κατέπνιγεν ο πάταγος της θυέλλης. Άλλωστε εβάδιζαν εις ικανήν ο εις από τον άλλον απόστασιν, δια να μη προδοθούν από τον αλληλοσυγκρουόμενον οπλισμόν των. Έφεραν δε ελαφρόν οπλισμόν και υπόδησιν εις μόνον τον αριστερόν πόδα, δια να μη γλυστρούν επί του πηλού. Κατά πρώτον εκείνοι που εκράτουν τας κλίμακας έφθασαν και τας εστήριξαν εις το μεταξύ δύο πύργων διάστημα, όπου ήσαν αι επάλξεις, γνωρίζοντες ότι ήσαν αφρούρητοι. Ευθύς μετά τούτο ήρχισαν ν' αναβαίνουν δώδεκα ελαφροί στρατιώται, φέροντες ξιφίδιον και θώρακα. Πρώτος ανέβη ο αρχηγός των Αμμέας, υιός του Κοροίβου, κατόπιν δ' από αυτόν ανέβησαν οι ακόλουθοί του και εστράφησαν ανά εξ εις καθένα από τους δύο πύργους. Ευθύς έπειτα επροχώρουν άλλοι ελαφροί στρατιώται φέροντες μικρά δόρατα. Δια να διευκολύνουν την ανάβασίν των άλλοι, ερχόμενοι όπισθέν των, εκράτουν τας ασπίδας των, τας οποίας θα τους έδιδαν όταν θα ήσαν πλησίον του εχθρού. Όταν είχαν ήδη αναβή αρκετοί επί του τείχους, οι φρουροί αντελήφθησαν από τους πύργους τα συμβαίνοντα, καθόσον εις από τους Πλαταιείς, ενώ εζήτει να στηριχθή επί των επάλξεων, παρέσυρεν ένα κεραμίδι, το οποίον έπεσε και επροξένησε κρότον. Και αμέσως ηκούσθησαν κραυγαί κινδύνου και οι φρουροί ώρμησαν εις τας επί του τείχους θέσεις των. Διότι, ως εκ της σκοτεινής νυκτός και συγχρόνως οι Πλαταιείς, που είχαν μείνει εντός της πόλεως, εξήλθαν και προσέβαλαν το τείχος των Πελοποννησίων, προς το αντίθετον μέρος από εκείνο επί του οποίου ανερριχώντο οι συναγωνισταί των, δια ν' αποτρέψουν όσον το δυνατόν απ' αυτούς την προσοχήν των πολιορκητών. Ως εκ τούτου, μολονότι οι τελευταίοι ευρίσκοντο εις μεγάλην ταραχήν, έμειναν ακίνητοι, χωρίς κανείς να τολμά ν' απομακρυνθή από την ωρισμένην δι' αυτόν θέσιν, δια να δώση βοήθειαν, εφόσον δεν ημπορούσαν να συμπεράνουν τι συνέβαινε. Και οι τριακόσιοι, οι οποίοι είχαν διαταγήν να σπεύσουν εις βοήθειαν οπουδήποτε παρουσιάζετο ανάγκη, επροχώρησαν έξω από το τείχος προς το μέρος, από το οποίον ήρχοντο αι κραυγαί του κινδύνου, ενώ εξ άλλου υψώθησαν πυρσοί, δια να μεταδώσουν εις τας Θήβας την είδησιν της εχθρικής επιθέσεως. Αλλά και οι μείναντες εις την πόλιν Πλαταιείς ύψωσαν και αυτοί από το τείχος πυρσούς πολλούς, ετοιμασμένους εκ των προτέρων, με τον σκοπόν να συγχύσουν οι εχθροί τα σήματα των πυρσών, και νομίσαντες ότι συμβαίνει άλλο τι παρά το αληθές, να μην έλθουν εις βοήθειαν, πριν οι ενεργήσαντες την έξοδον συναγωνισταί των διαφύγουν και φθάσουν εις ασφαλές μέρος.
23. Οἱ δ’ ὑπερβαίνοντες τῶν Πλαταιῶν ἐν τούτῳ, ὡς οἱ πρῶτοι αὐτῶν ἀνεβεβήκεσαν καὶ τοῦ πύργου ἑκατέρου τοὺς φύλακας διαφθείραντες ἐκεκρατήκεσαν, τάς τε διόδους τῶν πύργων ἐνστάντες αὐτοὶ ἐφύλασσον μηδένα δι’ αὐτῶν ἐπιβοηθεῖν, καὶ κλίμακας προσθέντες ἀπό τοῦ τείχους τοῖς πύργοις καὶ ἐπαναβιβάσαντες ἄνδρας πλείους, οἱ μὲν ἀπὸ τῶν πύργων τοὺς ἐπιβοηθοῦντας καὶ κάτωθεν καὶ ἄνωθεν εἶργον βάλλοντες, οἱ δ’ ἐν τούτῳ οἱ πλείους πολλὰς προσθέντες κλίμακας ἅμα καὶ τὰς ἐπάλξεις ἀπώσαντες διὰ τοῦ μεταπυργίου ὑπερέβαινον. ὁ δὲ διακομιζόμενος αἰεὶ ἵστατο ἐπὶ τοῦ χείλους τῆς τάφρου καὶ ἐντεῦθεν ἐτόξευόν τε καὶ ἠκόντιζον, εἴ τις παραρηθῶν παρὰ τὸ χεῖλος κωλυτὴς γίγνοιτο τῆς διαβάσεως. ἐπεὶ δὲ πάντες διεπεπεραίωντο, οἱ ἀπὸ τῶν πύργων χᾳλεπῶς οἵ τελευταῖοι καταβαίνοντες ἐχώρουν ἐπὶ τὴν τάφρον, καὶ ἐν τούτῳ οἱ τριακόσιοι αὐτοῖς ἐπεφέροντο λαμπάδας ἔχοντες. οἱ μὲν οὖν Πλαταιῆς ἐκείνους ἐώρων μᾶλλον ἐκ τοῦ σκότους ἑστῶτες ἑπὶ τοῦ χείλους τῆς τάφρου, καὶ ἐτόξευόν τε καὶ ἐσηκόντιζον ἐς τὰ γυμνά, αὐτοὶ δὲ ἐν τῷ ἀφανεῖ ὄντες ἧσσον διὰ τὰς λαμπάδας καθεωρῶντο, ὥστε φθάνουσι τῶν Πλαταιῶν καὶ οἱ ὕστατοι διαβάντες τὴν τάφρον, χαλεπῶς δὲ καἵ βιαίως· κρύσταλλός τε γὰρ ἐπεπήγει οὐ βέβαιος ἐν αὐτῇ ὥστ’ ἐπελθεῖν, ἀλλ’ οἷος ἀπηλιώτου ἤ βορέου ὑδατώδης μᾶλλον, καὶ ἡ νὺξ τοιούτῳ ἀνέμῳ ὑπονιφομένη πολὺ τὸ ὕδωρ ἑν αὐτῇ ἐπεποιήκει, ὃ μόλις ὑπερέχοντες ἐπεραιώθησαν. ἐγένετο δὲ καὶ ἡ διάφευξις αὐτοῖς μᾶλλον διὰ τοῦ χειμῶνος τὸ μέγεθος.
ΣΧΟΛΙΑ:
23. ἐν τούτῳ · δηλ,. τῷ χρόνῳ. τὰς διόδους τῶν πύργων = τὰς πρὸς τοὺς πύργους φερούσας ὁδούς. οί μέν‧ δηλ. οἱ ἀναβάντες ἐπὶ τῶν πύργων καὶ οἱ ἐν ταῖς διόδοις. οἱ δέ‧ δηλ. οἱ λοιποὶ Πλαταιεῖς‧ άπώσαντες = καταρρίψαντες (ἵνα μὴ δυσχεραίνεται ἡ ἀνάβασις). ὁ διακομιζόμενος αἱεί = ὁ ἑκάστοτε ὑπερβαίνων τὸ τεῖχος καὶ τὴν τάφρον. αύτοῖς έπεφέροντο = ἐπήρχοντο κατ’ αὐτῶν. ἑς τὰ γυμνά · εἰς τὰ πλευρὰ τοῦ σώματος τὰ μὴ κεκαλυμμένα ὑπὸ τῆς ἀσπίδος, δηλ. τὰ δεξιά. φθάνουσι ... διαβάντες = ἐπρόφθασαν καὶ διέβησαν. κρύσταλλος ... ὥστε έπελθεῖν = κρύσταλλος ὄχι στερεός, ὥστε νὰ πατήσῃ τις ἐπάνω καὶ νὰ περάσῃ. ἀλλ’ οἶος ἁπῃλιώτου ἤ βορέου ὑδατώδης μᾶλλον = ἀλλὰ τοιοῦτος (κρύσταλλος), ὁποῖος συμβαίνει νὰ εἶναι, ὅταν πνέῃ ἀπηλιώτης ἢ βορρᾶς ὑδατώδης μᾶλλον (ἢ βέβαιος = στερεός.). νὺξ ὑπονιφομένη = νύξ, καθ’ ἥν χιονίζει σιγὰ σιγὰ (ἀλλ’ ἀδιακόπως ). διάφευξις = φυγή.
ΜΤΦΡ.
23. Εν τω μεταξύ, αφού οι πρώτοι από τους λαβόντας μέρος εις την έξοδον Πλαταιείς είχαν αναβή εις το τείχος και γίνει κύριοι των δύο πύργων, φονεύσαντες τους φρουρούς των, όχι μόνον ετοποθετήθησαν οι ίδιοι του λοιπού ως φρουροί εις τας υπό τους πύργους διόδους, δια να μην ημπορέση κανείς να διέλθη από εκεί και τους επιτεθή, αλλά και εστήριξαν από το μεταπύργιον κλίμακας επί των πύργων και ανέβασαν εις την στέγην των αρκετούς άνδρας. Και άλλοι μεν απέκρουαν τους επιτιθεμένους, τοξεύοντες αυτούς και από την στέγην και από τας διόδους των πύργων, άλλοι δε, και αυτοί ήσαν οι περισσότεροι, στηρίξαντες πολλάς κλίμακας επί του τείχους και κρημνίσαντες συγχρόνως τας επάλξεις, ήρχισαν να περνούν από το μεταξύ των δύο πύργων διάστημα. Καθείς δε που επερνούσεν εκάστοτε το τείχος, ετοποθετείτο είς το χείλος της εξωτερικής τάφρου, και απ' εκεί ετόξευαν και ηκόντιζαν καθένα που προσεπάθει τυχόν να πλησίαση το τείχος και εμποδίση την διάβασιν. Όταν δε όλοι οι άλλοι είχαν περάσει το τείχος, οι ευρισκόμενοι εις τους δύο πύργους, εκ των οποίων οι τελευταίοι κατέβησαν με μεγάλην δυσκολίαν, επροχώρουν προς την τάφρον, και κατά την στιγμήν αυτήν οι τριακόσιοι, κρατούντες πυρσούς, επετέθησαν κατ' αυτών. Ως εκ τούτου, οι Πλαταιείς, από το σκότος, εις το οποίον ευρίσκοντο, ιστάμενοι εις το χείλος της τάφρου, ημπορούσαν να βλέπουν καλλίτερα και τους ετόξευαν και ηκόντιζαν εις τα απροστάτευτα μέρη του σώματος ενώ οι ίδιοι, ευρισκόμενοι εις το σκότος, διεκρίνοντο ολιγώτερον υπό των πολιορκητών, ένεκα των πυρσών που εκράτουν οι τελευταίοι, ούτως ώστε και οι τελευταίοι Πλαταιείς κατώρθωσαν να διαβούν αισίως την τάφρον, μολονότι με μεγάλην δυσκολίαν και κατόπιν τραχέος αγώνος. Διότι ο πάγος που είχε σχηματισθή εις την τάφρον δεν ήτο αρκετά στερεός δια να βαδίζη κανείς επ' αυτού, αλλά μάλλον υδαρής, όπως συμβαίνει, όταν πνέη ανατολικός άνεμος αντί βορείου, Ενώ, εξ άλλου, επειδή με τον άνεμον αυτόν έπιπτεν ελαφρά χιών καθ' όλην την νύκτα, το νερό υψώθη πολύ εντός της τάφρου, ώστε οι Πλαταιείς την επέρασαν, μόλις έχοντες την κεφαλήν εκτός του ύδατος. Την επιτυχίαν, άλλωστε, της διαφυγής των ώφειλαν κυρίως εις την μεγάλην κακοκαιρίαν.
24. ῾Ορμήσαντες δὲ ἀπὸ τῆς τάφρου οἱ Πλαταιῆς ἐχώρουν ἁθρόοι τὴν ἐς Θήβας φέρουσαν ὁδὸν ἐν δεξιᾷ ἔχοντες τὸ τοῦ Ἀνδροκράτους ἡρῷον, νομίζοντες ἥκιστ’ ἂν σφᾶς ταύτην αὐτοὺς ὑποτοπῆσαι τραπέσθαι τὴν ἐς τοὺς πολεμίους· καὶ ἅμα ἑώρων τοὺς Πελοποννησίους τὴν πρὸς Κιθαιρῶνα καὶ Δρυὸς κεφαλὰς τὴν ἐπ’ ᾽Αθηνῶν φέρουσαν μετὰ λαμπάδων διώκοντας. καὶ ἐπὶ μὲν ἕξ ἢ ἑπτὰ σταδίους οἱ Πλαταιῆς τὴν ἐπὶ τῶν Θηβῶν ἐχώρησαν, ἔπειθ’ ὑποστρέψαντες ᾖσαν τὴν πρὸς τὸ ὅρος φέρουσαν ὁδὸν ἐς ᾽Ερύθρας καὶ ῾Υσιάς, καὶ λαβόμενοι τῶν ὀρῶν διαφεύγουσιν ἐς τὰς ᾽Αθήνας, ἄνδρες δώδεκα καὶ διακόσιοι ἀπὸ πλειόνων. εἰσὶ γάρ τινες αὐτῶν οἳ ἀπετράποντο ἐς τὴν πόλιν πρὶν ὑπερβαίνειν, εἶς δ’ ἐπὶ τῆ ἔξω τάφρῳ τοξότης ἐλὴφθη. οἱ μὲν οὖν Πελοποννήσιοι κατὰ χώραν ἐγένοντο τῆς βοηθείας παυσάμενοι· οἱ δ’ ἐκ, τῆς πόλεως Πλαταιῆς τῶν μὲν γεγενημένων εἰδότες οὐδέν, τῶν δὲ ἀποτραπομένων σφίσιν ἀπαγγειλάντων ὡς οὐδεὶς περίεστι, κήρυκα ἐκπέμψαντες, ἐπεὶ ἡμέρα ἐγένετο, ἐσπένδοντο ἀναίρεσιν τοῖς νεκροῖς, μαθόντες δὲ τὸ ἀληθὲς ἐπαύσαντο. οἱ μὲν δὴ τῶν Πλαταιῶν ἄνδρες οὕτω ὑπερβάντες ἐσώθησαν.
ΣΧΟΛΙΑ:
24. ᾽Ανδροκράτης‧ ἥρως τιμώμενος ἐν Πλαταιαῖς, τοῦ ὁποίου τὸ μνημεῖον ἦτο ἕξω τῶν τειχῶν. νομίζοντες ... τραπέσθαι = νομίζοντες, ὅτι δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ ὑποπτεύσουν (οἵ Πελ.) ποσῶς, ὅτι (οἱ Πλατ.) ἐτράπησαν (ἐπῆραν) ταύτην τὴν ὁδόν. τὴν ἐπ῾ ἈΘηνῶν φέρουσαν διώκοντας = ἀκολουθοῦντας ἐν τῇ διώξει τὴν πρὸς τὰς Ἀθήνας ἄγουσαν. λαβόμενοι τῶν ὀρῶν = ἀφοῦ ἐπῆραν τὰ βουνά. ἀπετράποντο = ἐγύρισαν ὀπίσω. κατὰ χώραν ἐγένοντο = ἐπανῆλθον εἰς τὰς θέσεις των. ὠς οὑδεὶς περίεστι = ὅτι δὲν ἐσώθη κανείς. ἐσπένδοντο ἀναίρεσιν τοῖς νεκροῖς = ἐζήτουν νὰ κάμουν σπονδάς, διὰ νὰ σηκώσουν καὶ θάψουν τοὺς νεκρούς.
ΜΤΦΡ.
24. Ορμήσαντες από το χείλος της τάφρου, οι Πλαταιείς επροχώρουν αθρόοι δια της οδού, η οποία φέρει εις τας Θήβας, έχοντες δεξιά το Ηρώον του Ανδροκράτους, καθόσον ενόμιζαν ότι κανείς δεν ημπορούσε να τους υποπτευθή ότι ηκολούθησαν την οδόν αυτήν, η οποία φέρει προς τους εχθρούς. Συγχρόνως έβλεπαν ότι οι Πελοποννήσιοι, κρατούντες δάδας, τους κατεδίωκαν επί της οδού, η οποία δια του Κιθαιρώνος και των Δρυός Κεφαλών φέρει εις τας Αθήνας. Και μέχρι μεν αποστάσεως εξ έως επτά σταδίων, οι Πλαταιείς επροχώρησαν επί της οδού των Θηβών, αλλ' έπειτα εστράφησαν και ηκολούθησαν την ορεινήν οδόν η οποία φέρει προς τας Ερυθράς και τας Υσιάς, και φθάσαντες εις τα όρη, διεσώθησαν εις τας Αθήνας, διακόσιοι δώδεκα τον αριθμόν. Οι λαβόντες μέρος εις την έξοδον ήσαν ολίγον περισσότεροι, αλλά μερικοί επέστρεψαν εις την πόλιν πρίν υπερβούν το τείχος εις δε τοξότης ηχμαλωτίσθη εντός της εξωτερικής τάφρου. Οι Πελοποννήσιοι παρήτησαν τότε την καταδίωξιν και επέστρεψαν εις τας θέσεις των. Οι εντός της πόλεως Πλαταιείς ηγνόουν εντελώς την έκβασιν της επιχειρήσεως, όταν όμως οι ολίγοι επιστρέφοντες ανήγγειλαν εις αυτούς ότι κανείς δεν εσώθη, έστειλαν κήρυκα άμα εξημέρωσε, δια να ζήτηση την παραλαβήν των νεκρών, αλλά μαθόντες την αλήθειαν, παρήτησαν την αίτησίν των. Κατ' αυτόν λοιπόν τον τρόπον εσώθησαν οι ενεργήσαντες την έξοδον Πλαταιείς, υπερβάντες το εχθρικόν τείχος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου