ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΑΞΗΣ

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ



      Η κοινωνική διάσταση της ανάπτυξης είναι καθοριστικής σημασίας για όλα τα παιδιά, από τη βρεφική κιόλας ηλικία. Συνδέεται με την αυτοεικόνα του ατόμου, τη διαμόρφωση της συμπεριφοράς τους, αλλά και το μαθησιακό τους προφίλ, (Jordan, 2000).

     Στα άτομα με αναπηρία, και πιο συγκεκριμένα, τα άτομα που φέρουν αυτισμό, οι κοινωνικοί κανόνες συχνά μοιάζουν ανοίκειοι στους ίδιους καθώς βλέπουν την πραγματικότητα με βάση τη δικής τους οπτική, που συνήθως δε συνδέεται με το χαοτικό χαρακτήρα του κόσμου. Έτσι, πολλές φορές ενώ θέλουν να κοινωνικοποιηθούν, αυτό φαντάζει πολύ απόμακρο για τους ίδιους, με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι είναι ευχαριστημένοι μόνοι τους και ότι δεν αισθάνονται την επιθυμία για επικοινωνία, ενώ μπορεί και να υιοθετήσουν κοινωνικά μη αποδεκτές συμπεριφορές (Κυπριωτάκης, 1997). Αντίθετα, η επικοινωνία τους εστιάζεται στην ικανοποίηση μιας συγκεκριμένης ανάγκης, ή στην απόκτηση συγκεκριμένων κάθε φορά πληροφοριών (Powell και Jordan, 2001). 

     Αυτό συμβαίνει, διότι η πολυπλοκότητα και η συνεχή εισροή ερεθισμάτων δημιουργεί σύγχυση και πολλές απρόβλεπτες καταστάσεις, (Faherty, C., κ.α.). Επομένως, αναπτύσσουν στερεότυπες συμπεριφορές που τους βοηθά να διαχειριστούν τα παραπάνω και να νιώθουν ασφάλεια. Φυσικά, αυτό παρατηρείται όχι μόνο στα άτομα με αυτισμό, αλλά και γενικότερα. Ας μη ξεχνάμε, σε μικρότερες ηλικίες, την ύπαρξη του μεταβατικού αντικειμένου που χρησιμοποιούν τα παιδιά για να θωρακιστούν συναισθηματικά σε σημαντικές αλλαγές στη ζωή τους. Ή ακόμα όταν κάποιο παιδί ντρέπεται κρύβεται πίσω από ένα κοντινό του πρόσωπο για να νιώσει ασφάλεια. Αυτές οι συμπεριφορές αποτελούν μια σταθερή βάση για αυτά, όπως ακριβώς είναι και στερεοτυπίες για όσα άτομα φέρουν αυτισμό. Μόνο που στην τελευταία περίπτωση η συχνότητα είναι μεγαλύτερη και διαρκεί περισσότερο. 

    Το ερώτημα είναι, όμως, πώς ένας εκπαιδευτικός μπορεί αναγνωρίζοντας τη διαφορετικότητα στο κοινωνικό τομέα ανάπτυξης να ενισχύσει τους μαθητές του; Μια συγκεκριμένη απάντηση φυσικά δεν υπάρχει, γιατί το κάθε παιδί είναι διαφορετικό και έχει διαφορετική προσωπικότητα και ιδιοσυγκρασία. Ας δούμε κάποιες, ωστόσο, εμπειρικά δοκιμασμένες πρακτικές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Ø Παρατήρηση: Ο εκπαιδευτικός αρχικά πρέπει να παρατηρήσει το παιδί, πότε και για ποιο λόγο αναπτύσσει αυτές τις συμπεριφορές. 

Ø Αποδόμηση του εκπαιδευτικού του στυλ: Το να κατανοήσει ότι κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας αυτός δεν αποτελεί για το μαθητή με αυτισμό το διαμεσολαβητή της γνώσης, αλλά ένα φορέα πολλαπλών ερεθισμάτων είναι πολύ σημαντικό. Για να οικοδομήσει σχέση μαζί του και να τον εντάξει στην μαθησιακή πράξη, αρκεί να λειτουργεί προβλέψιμα, γεγονός που βοηθά βέβαια, όλους τους μαθητές. Έτσι, το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού θα έχει να αντιμετωπίσει ένα γνώριμο άνθρωπο και θα μπορεί να κωδικοποιήσει πιο εύκολα τα ερεθίσματα που του προσφέρονται.

Ø Διαφοροποίηση των μαθημάτων με βάση τη Ζώνη Εγγύτερης Ανάπτυξης των μαθητών του: Όταν τους προσφέρονται δραστηριότητες που δε ξεπερνούν το επίπεδό τους μπορούν να συνεργαστούν πιο εύκολα και να αλληλεπιδράσουν, καθώς ασχολούνται με κάτι οικείο και προσβάσιμο σε αυτούς, (Wing, 2000). 

Ø Ακριβείς οδηγίες: Οι εντολές πρέπει να είναι δοσμένες απλές, κατανοητές και συγκεκριμένες.

Ø Οπτικοποίηση κοινωνικών κανόνων και κανόνων συμπεριφοράς: Βοηθά στην σταδιακή αυτοματοποίηση αυτών από τους μαθητές με αυτισμό, αλλά και στη γενικότερη οριοθέτηση του συνόλου του μαθητικού πληθυσμού. Η οριοθέτηση είναι πια θέμα των μαθητών,  αφού οι ίδιοι θα είναι υπεύθυνοι με βάση τους κανόνες που έχουν αποφασίσει για το πώς θα λειτουργεί η τάξη τους. 

Ø Δημιουργία συμβολαίου (ομαδικού και ατομικού): Το ομαδικό συμβόλαιο συνδέεται με τη διαχείριση των κανόνων εντός τάξης. Το ατομικό συμβόλαιο μεταξύ του εκπαιδευτικού και του μαθητή με αυτισμό αφορά την εύρεση κοινών τρόπων επικοινωνίας, που βοηθά και τους δύο να ανταπεξέλθουν στη μαθησιακή πραγματικότητα. Το συμβόλαιο μπορεί να συμπεριλαμβάνει τεχνικές επικοινωνίας (παράδειγμα: κουράστηκα, θέλω διάλειμμα- κοιτάω την κυρία και σηκώνω το χέρι, ή σηκώνω κόκκινο καρτελάκι που θα έχει δοθεί από πριν στον ίδιο, ή κίνηση χεριού προς τα κάτω από τον εκπαιδευτικό σημαίνει ότι πρέπει να ηρεμήσω). Η οπτικοποίησή του ενισχύει το βαθμό επιτυχίας του, σε συνδυασμό με θετική ή μη ενίσχυση.

Ø Ανάθεση ρόλων με συγκεκριμένες αρμοδιότητες: Αφορά έναν πίνακα που να καταγράφει το τι θα κάνει ένας μαθητής. Για παράδειγμα, την Τρίτη ο Γιώργος θα μοιράσει τα τετράδια Η Μαρία θα καθαρίζει τον πίνακα. Αυτό μπορεί να γίνεται με συγκεκριμένη σειρά, ώστε να είναι προβλέψιμο, αλλά και να εκπαιδευτεί ο μαθητής με αυτισμό στην εναλλαγή της σειράς. Επιπλέον, ενισχύει την ανάληψη υπευθυνότητας εκ μέρους του συνόλου του μαθητικού πληθυσμού.

ØΕργασία σε ομάδες ή λέσχες ενδιαφερόντων: Συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην κοινωνική ανάπτυξή τους. Για να δημιουργηθούν μπορεί να ληφθούν υπόψη τα ενδιαφέροντα των μαθητών με αυτισμό, με αποτέλεσμα η αλληλεπίδραση με τους συμμαθητές του να είναι πιο εύκολα προσβάσιμη, αλλά και να του δίνεται η δυνατότητα κοινωνικής πρωτοβουλίας, εφόσον είναι ένα πεδίο που ήδη γνωρίζει. 

Ø Εκπαίδευση τάξης: Οι μαθητές ξέρουν καλύτερα με ποιον τρόπο μπορούν να διδαχθούν. Οπότε η εκπαίδευσή τους στο να αναγνωρίζουν τη διαφορετικότητα όλων των ατόμων και να βρίσκουν εναλλακτικούς τρόπους επικοινωνίας συμβάλλει στην κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη όλων. Οι μαθητές εκπαιδεύονται να βοηθούν ο ένας τον άλλον με βάση τις δυνατότητές τους, να κατανοούν τη συμπεριφορές των άλλων, να εκφράζουν τις ανάγκες τους, να αναπτύσσουν θετική διεκδικητική συμπεριφορά. Για παράδειγμα, αν ο μαθητής με αυτισμό είναι πολύ καλός στα παζλ μπορεί να βοηθήσει άλλον μαθητή κ.ο.κ. Πολλαπλά κανάλια επικοινωνίας, έτσι, παράγονται και αναπαράγονται, εμπλουτίζοντας τη μαθησιακή εμπειρία.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

oFaherty, C., Παπαγεωργίου, Β., Παπαδοπούλου, Ν. (1999). Αυτισμός: Ένας ύμνος στην επικοινωνία. Κατανόηση του αυτισμού και των εκπαιδευτικών στρατηγικών. Πρακτικά ημερίδας. Αθήνα: Ελληνική Εταιρία Προστασίας Αυτιστικών Ατόμων.

oJordan, R. (2000). Η εκπαίδευση παιδιών και νεαρών ατόμων με αυτισμό. Αθήνα: Ελληνική Εταιρία Προστασίας Αυτιστικών Ατόμων

oΚυπριωτάκης, Α. (1997). Τα αυτιστικά παιδιά και η αγωγή τους. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης.

oPowell, S. & Jordan R., (2000). Κατανόηση και Διδασκαλία των παιδιών με Αυτισμό. Αθήνα : Ελληνική Εταιρία Προστασίας Αυτιστικών Ατόμων.

oWing, L. (2000). Το αυτιστικό Φάσμα. Ένας οδηγός για τους γονείς και επαγγελματίες. Αθήνα: Ελληνική Εταιρία Προστασίας Αυτιστικών Ατόμων.








ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΠΑΖΛ

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ





ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ




     Η έννοια της γονεϊκότητας αφορά ένα σύστημα πεποιθήσεων, στάσεων, αλλά και πρακτικών συμπεριφοράς. Συνδέεται άμεσα με τον τρόπο που οι γονείς αντιλαμβάνονται και ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παιδιών τους, το πώς εκφράζουν συναισθήματα, το πώς λειτουργούν οι ίδιοι ως εκπαιδευτές συμπεριφορών και δράσεων, αλλά και το ποιες στρατηγικές ελέγχου συμπεριφορών χρησιμοποιούν. Η οικογένεια μεταδίδει, λοιπόν, τον πολιτισμό, την μόρφωση, τη γλώσσα, διαμορφώνει τη συμπεριφορά, αναπτύσσει ψυχικούς και κοινωνικούς δεσμούς.

       Αυτό το σύστημα επηρεάζει κατά γενική ομολογία τον τρόπο που οι γονείς εμπλέκονται στη σχολική καθημερινότητα των παιδιών τους. Η στάση της οικογένειας απέναντι στο σχολείο, όπως και οι συνεργατικές σχέσεις που αναπτύσσουν με τους εκπαιδευτικούς συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση των μαθησιακών επιδόσεων των μαθητών.

Βιβλιογραφικά διαπιστώνεται ότι η αποτελεσματική γονεϊκή εμπλοκή συνδέεται με:

  • την αύξηση του ενδιαφέροντος από τους μαθητές για μάθηση,
  • τη θετική σχολική επίδοση,
  • την ομαλή κοινωνικο-συναισθηματική ανάπτυξη και διαμόρφωση υγιών προτύπων συμπεριφοράς,
  • τα μικρότερα ποσοστά σχολικής διαρροής,
  • την επιτυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία,
  • τη δημιουργία υψηλότερων προσδοκιών για τον εαυτό τους,
  • την καλύτερη αντιμετώπιση ακαδημαϊκών δυσκολιών.

       Πώς μπορούν οι γονείς να εμπλέκονται, όμως, με τρόπο εποικοδομητικό και αποτελεσματικό στη μαθησιακή πορεία του παιδιού τους;

      Αρχικά, είναι πολύ σημαντικό τόσο η οικογένεια όσο και η εκπαιδευτική κοινότητα να κατανοούν την αξία της συνεργασίας, αλλά και να εργάζονται επί ίσοις όροις για τη δημιουργία κλίματος σεβασμού και εμπιστοσύνης με κοινό στόχο το όφελος του/ της μαθήτριας. Η συχνή και ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους συμβάλλει σε αυτό το σκοπό, όπως και ο από κοινού σχεδιασμός προγραμμάτων που εστιάζουν στην ενίσχυση της γονεϊκής συμμετοχής στη σχολική ζωή των παιδιών και φυσικά η εφαρμογή αυτών στην εκπαιδευτική πραγματικότητα. Τέτοια προγράμματα μπορεί να είναι η συμμετοχή των γονέων στις υλικοτεχνικές δομές της σχολικής μονάδας, στις γιορτές, στις εκδρομές ή ακόμα και στη διαμόρφωση ευέλικτων διαθεματικών μαθησιακών εμπειριών.

    Βέβαια, σήμερα η συμμετοχή των γονέων φαίνεται να είναι πιο έντονη στην προσχολική και πρωτοσχολική ηλικία των παιδιών, ενώ αργότερα περιορίζεται στην παρακολούθηση των εργασιών που πρέπει να ετοιμαστούν στο σπίτι. Επίσης, η αγχώδης καθημερινότητα των γονέων λειτουργεί ανασταλτικά για τη δημιουργία συνεργατικών σχέσεων ανάμεσα στους ίδιους και τους εκπαιδευτικούς. Άλλα εμπόδια προκύπτουν, ακόμα, και από τη διαφορετική πολιτισμική και εκπαιδευτική ταυτότητα της οικογένειας, αλλά και την έλλειψη αμφότερης εμπιστοσύνης. Οι εκπαιδευτικοί, από την άλλη, συχνά έρχονται αντιμέτωποι με αδιάφορους ή με υπερβολικά παρεμβατικούς γονείς, με αποτέλεσμα να μην επιθυμούν την ανάπτυξη της μεταξύ τους συνεργασίας. Το στοίχημα είναι, λοιπόν, να διαμορφωθεί σταδιακά μία ουσιώδης σχέση, ώστε να γκρεμιστούν αυτά τα εμπόδια και να λειτουργήσουν όλοι προς όφελος των παιδιών, κάτι που είναι στο χέρι και των δύο και εξαρτάται από τον τρόπο που αντιμετωπίζουν το ρόλο τους κάθε φορά.

      Οικογένεια και εκπαιδευτικοί, λοιπόν, αποτελούν τα βασικά πρότυπα προς μίμηση για τα παιδιά. Επομένως, η δημιουργία και διατήρηση -και από τα δύο μέλη- όσο το δυνατόν πιο ισχυρών δεσμών ενισχύει την ολιστική ανάπτυξη των τελευταίων, ενώ οδηγεί στη δημιουργία θετικής εικόνας εκ μέρους τους για το σχολείο εν γένει. 




"ΕΓΩ ΕΧΩ ΜΑΘΕΙ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗ...!!"

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ

       

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ



          Σήμερα είναι η γιορτή της μητέρας, και για αυτό αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας τη συνέντευξη που πήρα από μια μητέρα, η οποία είναι ξεχωριστή για πολλούς λόγους και πάνω από όλα είναι η πιο ξεχωριστή γυναίκα για τα παιδιά της!!

          Θα ήθελα, λοιπόν, θερμά να ευχαριστήσω τη Χρυσάνθη Σχοιναράκη, Νηπιαγωγό, Δασκάλα Νοηματικής Γλώσσας, για το χρόνο που μου αφιέρωσε αλλά και την εμπιστοσύνη της προς το πρόσωπό μου ώστε να μοιραστώ δημόσια πολλά από αυτά που συζητήσαμε μαζί. Φυσικά την ευχαριστώ και για τη διάθεση του χώρου της σχολής της στον Άγιο Δημήτριο. Ξεκινώντας από το θέμα της οικογένειας, περνώντας από το ζήτημα των κοχλιακών εμφυτευμάτων και καταλήγοντας στην κοινωνία περάσαμε μαζί αρκετή ώρα γεμάτη με προβληματισμό και νέες εμπειρίες.

Η συζήτηση ξεκίνησε αναφορικά με το θέμα της γέννησης και ανατροφής των δυο αγοριών της:

          "Όταν έμαθα ότι είμαι έγκυος, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να γεννηθούν τα παιδιά μου γερά. Αν γεννιόντουσαν κωφά δε με πείραζε, γιατί ξέρω αυτό το δρόμο. Μπορώ να τον αντιμετωπίσω. Εξάλλου και ο σύζυγός μου κωφός είναι. Τελικά, γεννήθηκαν ακούοντα και τα δύο παιδιά μου. Τώρα,λοιπόν, έπρεπε να βρεθεί μια λύση για το θέμα της επικοινωνίας, καθώς θα έπρεπε να λαμβάνουν και ακουστικά ερεθίσματα. Τα παιδιά μου είναι δίγλωσσα, γνωρίζουν και τη νοηματική και την καθομιλουμένη γλώσσα. Πώς έγινε αυτό; Μοιράσαμε τους ρόλους: εγώ τους μιλούσα και τους έδειχνα. Τους εξηγούσα τις λέξεις. Για παράδειγμα, έδειχνα τη ντομάτα και έλεγα ντομάτα, για να κάνουν τη σύνδεση. Όπου και αν είμασταν τους μιλούσα. Και ο άντρας μου νοημάτιζε την αντίστοιχη λέξη. Έτσι, τα παιδιά μου φυσικά μεγάλωσαν μέσα σε αυτό το δίγλωσσο πλαίσιο. Τους υπενθύμιζα να κοιτάνε το μπαμπά όταν του μιλάνε. Αυτό όταν ήταν μικρά, 1,5 χρονών ή και μικρότερα ήταν δύσκολο, γιατί ξέρεις τα παιδιά δεν έχουν υπομονή. Όμως, τα καταφέραμε μια χαρά.
         Θυμάμαι, στην ηλικία των 3 ετών ο μεγάλος μου γιος με ρώτησε πώς το έπαθα και δεν ακούω. Του εξήγησα ότι ήμουν μικρή στο χωριό και είχα αρρωστήσει. Λόγω ενός φαρμάκου που μου έδωσαν κωφάθηκα. Στην αρχή στενοχωρήθηκε, έκλαψε αλλά του εξήγησα. Ρώτησε και το μπαμπά του και μετά ηρέμησε. Τα παιδιά μου δεν έχουν πρόβλημα που οι γονείς τους είναι κωφοί. Δε θεωρούν ότι υπάρχει πρόβλημα επικοινωνίας. Μάλιστα, διδάσκουν και τους φίλους τους νοηματική. Το ότι είμαστε κωφοί δε δημιουργεί ζήτημα στα παιδιά μας, γιατί μας αγαπάνε και μας καταλαβαίνουν και είναι περήφανοι για αυτό που είμαστε. Για μένα αυτό είναι το πιο σημαντικό.
      Μια φορά ένας συμμαθητής τους τούς ρώτησε για ποιο λόγο εμείς νοηματίζουμε. Και τα παιδιά απάντησαν ότι δεν ακούνε τη φωνή τους, για αυτό και επικοινωνούν με αυτό τον τρόπο. Το δέχτηκαν άνετα. Έχουμε επαφές με φίλους των παιδιών μας και μπορούμε να επικοινωνήσουμε μια χαρά. Είμαστε τυχεροί και βέβαια βοηθάει πολύ και αυτή η εποχή που η νοηματική είναι ευρέως διαδεδομένη. Σχετικά με τους γονείς των φίλων τους, υπάρχουν διακυμάνσεις στις σχέσεις μας. Άλλοι είναι πιο δυναμικοί και πιο δεκτικοί, ενώ άλλοι πιο απόμακροι. Αυτές είναι επιλογές του καθενός και είναι σεβαστές. Εγώ δεν έχω πρόβλημα με αυτά. Προσπαθώ, αλλά αν ο άλλος δε θέλει σταματάω και εγώ. Απλά τα πράγματα.
       
      Όσον αφορά το θέμα του σχολείου και της επικοινωνίας με τους δασκάλους γενικά υπάρχει καλή συνεργασία. Εξαρτάται φυσικά από το κάθε δάσκαλο. Οι ενημερώσεις είναι πιο δύσκολες, καθώς αν υπήρχε διερμηνέας θα μπορούσα εις βάθος να καταλάβω το επίπεδο των παιδιών μου. Η περσινή δασκάλα ήταν πιο θετική, είχαμε και το τηλέφωνο της και επικοινωνούσαμε μέσω μηνυμάτων. Η φετινή είναι πιο τυπική. Μας ενημερώνει κυρίως μέσω σημειωμάτων που στέλνει μέσω των παιδιών. Εδώ η διερμηνεία θα βοηθούσε καθοριστικά και τις δυο πλευρές πιστεύω".
      
      "Αναφορικά με το θέμα των κοχλιακών εγώ δεν έβαλα ούτε πρόκειται να βάλω. Για να παρθεί αυτή η απόφαση πρέπει να γνωρίζω καλά, 100% τα θετικά και τα αρνητικά αυτής της κίνησης. Συνήθως οι γονείς που γεννούν παιδιά με κώφωση άμεσα παίρνουν αυτή την απόφαση και είναι λογικό γιατί βιώνουν άγχη, αγωνίες, λύπη για την εξέλιξη του παιδιού τους. Είναι κάτι ξένο για αυτούς. Βέβαια, όμως, εκεί υπάρχει το ζήτημα ότι οι πραγματικά ενδιαφερόμενοι, τα παιδιά δε ρωτούνται, καθώς λόγω της μικρής συνήθως ηλικίας τους θεωρείται ότι δε μπορούν να πάρουν αντικειμενικές αποφάσεις.
      Εδώ στην Ελλάδα, οι περισσότεροι γιατροί δεν αναφέρονται σε ποσοστά επιτυχίας, ούτε κάνουν πλήρη έλεγχο όπως στο εξωτερικό. Με αποτέλεσμα πολλές φορές η εμφύτευση κοχλιακών να μην έχει επιτυχία, κάτι που εύκολα διαδίδεται ιδίως σήμερα. Έχω αρκετούς φίλους με κοχλιακά που κάποιοι είναι ευχαριστημένοι, ενώ κάποιοι άλλοι όχι. Η επιτυχία εμφύτευσής τους δεν αποτελεί πανάκεια. Για μένα προσωπικά, θεωρώ ότι ένα παιδί αν γεννηθεί κωφό, βάλει δε βάλει κοχλιακό καλό είναι να βρίσκεται μέσα τόσο στην κοινωνία των ακουόντων όσο και των κωφών. Πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία, γιατί ίσως αργότερα η πίεση προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση μπορεί να οδηγήσει σε έκρηξη εκ μέρους του παιδιού. Σαν το πουλί που μεγαλώνει σε κλουβί. Όταν ελευθερωθεί δε ξέρει πού να πάει. Οι γιατροί που υποστηρίζουν τα κοχλιακά φαίνεται να απαγορεύουν τη νοηματική, ακόμα δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο. Υποστηρίζουν ότι μέσω της νοηματικής το παιδί δε θα μάθει να μιλάει. Η νοηματική έχει στόχο την επικοινωνία. Η ανάπτυξη του λόγου και της γραφής είναι θέμα εκπαίδευσης και δε σημαίνει ότι όποιος ξέρει νοηματική δε ξέρει να μιλάει ή να γράφει. Όσοι το πιστεύουν αυτό κατ’εμέ είναι λάθος, γιατί ξεχνούν το βασικό στόχο της νοηματικής, τη διευκόλυνση της επικοινωνίας, τη διαφορετική μορφή έκφρασης. Η αλήθεια είναι όντως η νοηματική έχει λεξιλόγιο, αλλά έχει και πολύ πλούσια έκφραση. Και σε αυτό σημαντικό ρόλο φέρει το εκπαιδευτικό μας σύστημα όχι εμείς οι νοηματίζοντες. Στο εξωτερικό είναι διαφορετικά, και το γνωρίζω από προσωπική εμπειρία καθώς έχω ταξιδέψει σε πολλές χώρες, όπως Γερμανία, Ιταλία κλπ. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, αν κάποιος έχει βάλει κοχλιακό επιτρέπεται να μάθει νοηματική, δεν απαγορεύεται!
      Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κρήτη και τα 3 από τα 4 παιδιά της οικογένειας μου φέρουμε κώφωση. Σκεφτείτε πόσο δύσκολο ήταν εκείνη την εποχή σε μια τέτοια περιοχή με τόσες πολλές παραδόσεις η ύπαρξη στην οικογένεια 3 κωφών παιδιών;;;!!! Αλλά θυμάμαι ο πατέρας μου δεν άκουγε κανέναν από όσους του έλεγαν «Κράτησε τα εδώ να δουλεύουν στα χωράφια». Μας έστειλε εδώ στην Αθήνα και τελειώσαμε το σχολείο και το πανεπιστήμιο. Θυμάμαι όταν ο μεγάλος μου αδερφός πρώτος τελείωσε δάσκαλος και ο πατέρας μου το έλεγε στο χωριό κανείς δεν το πίστευε. Και εγώ τελείωσα δύο πανεπιστήμια, αυτό της νηπιαγωγού και της γραφιστικής. Μας εμπόδισε πουθενά η νοηματική;; Όχι, βέβαια."

Κλείνοντας ανέφερε:
      "Τη μεγαλύτερη σημασία για μένα είναι να υπάρχει ανοικτή πρόσβαση για όλους παντού. Γενικά να ευαισθητοποιηθεί ολόκληρη η κοινωνία, να αναγνωρίζεται το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά και για τον τρόπο που ο ίδιος επιλέγει να διαχειρίζεται τη ζωή του. Οι προκαταλήψεις ακόμα υπάρχουν σε σταθερή βάση. Πολλά κομπλέξ, πολλές ανασφάλειες από πολλούς ανθρώπους βγαίνουν και δημιουργούν συγκρούσεις. Εγώ έχω μάθει να αποδέχομαι και να σέβομαι τον άλλο. Είναι όπως όταν παντρεύεσαι. Ο άλλος είναι τέλειος; Όχι. Εσύ είσαι τέλειος; Όχι. Αλλά μαθαίνεις να αποδέχεσαι και τα θετικά και τα αρνητικά του άλλου. Είναι δικαίωμα του καθενός τι επιλογή θα κάνει. Και αυτή η επιλογή ταιριάζει στα δικά του πιστεύω, στη δική του ζωή, στη δική του προσωπικότητα!"
     "Εγώ έχω μάθει να είμαι ελεύθερη, σα μαμά, σα σύζυγος, σαν άνθρωπος! Και η κώφωση μου δε με εμπόδισε ποτέ σε αυτό! Ελπίζω όλοι να νιώθετε τόσο ευγνώμονες για τη ζωή σας και πάντα να μπορείτε να βρίσκετε λύσεις. Διέξοδοι υπάρχουν πολλές, αρκεί να μην κλείνετε τα μάτια σε αυτές....!!"


ΕΠΑΙΝΟΣ Ή ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΑΣ;

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ


ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ


Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας οι εκπαιδευτικοί επαινούν τους μαθητές όταν καταφέρνουν κάτι αξιόλογο ή όταν συναινούν με τους κανονισμούς και τις διαδικασίες μάθησης. Η συμπεριφορά αυτή, -πολλές φορές και αυθόρμητη- φαίνεται, ωστόσο, να παίζει σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση των μαθητών μας με κριτική σκέψη και αυτογνωσία. Ο έπαινος είναι κάτι το οποίο οδηγεί τελικά στην ολοκληρωμένη ανάπτυξη των μαθητών ως προσωπικότητες με αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση, ή απλά δημιουργεί συμπεριφορές με βάση τα πρότυπα που εμείς ορίζουμε κάθε φορά;

          Παρακάτω θα δούμε κάποιες μορφές επαίνου, τι αντίκτυπο μπορεί να έχουν στους μαθητές μας και τι εναλλακτικές μπορούμε να υιοθετήσουμε.

  1. Έπαινος ως εξωτερικός έλεγχος: Το παιδί συμμορφώνεται σε αυτό που του ορίζεται από τον ενήλικα παρά τις δικές του επιθυμίες. Αυτό μπορεί να οδηγήσει είτε στην παθητική συμμόρφωση είτε στην πιο έντονη αντίδραση εκ μέρους του παιδιού, διότι μπορεί να θεωρήσει ότι υποχωρεί αναγκαστικά. Εξαρτάται από την προσωπικότητά του κάθε παιδιού.
Εναλλακτική Επιβράβευση/ Ενθάρρυνση: Η προσοχή εστιάζεται στο να μπορεί το παιδί να αυτορυθμίζεται και να αντιμετωπίσει τέτοιες καταστάσεις. Η έμφαση δίνεται στην επιλογή από το ίδιο το παιδί, στο οποίο δείχνεται εμπιστοσύνη και αναδεικνύεται η υπευθυνότητά του. Έτσι, ο μαθητής αποκτάει θάρρος, αυτοπεποίθηση, αναγνωρίζει ότι δεν είναι τέλειο και ότι δεν ζητάται κάτι τέτοιο από αυτό, ενώ αποκτά την ευθύνη του εαυτού του και της συμπεριφοράς του.

  1. Έπαινος ως εξωτερική αξιολόγηση: Το παιδί επαινείται αφού καταφέρει το τελικό αποτέλεσμα που του ζητήθηκε μετά από την ακολουθία των οδηγιών του ενήλικα. Μέσω αυτής της συμπεριφοράς ο μαθητής μπορεί να αρχίσει να φοβάται την αποδοκιμασία και το λάθος καθώς αυτό θα έχει ως αντίκτυπο της έλλειψη του επαίνου.
Εναλλακτική Επιβράβευση/ Ενθάρρυνση: Η έμφαση δίνεται στην εσωτερική αξιολόγηση, δηλαδή στο να δοθεί στο παιδί να καταλάβει ότι σημασία έχει το πώς το ίδιο νιώθει για τις επιδόσεις του και τα κατορθώματά του. Πολλές φορές τα παιδιά καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια για να καταφέρουν κάτι και απογοητεύονται όταν ο ενήλικας δεν το αντιλαμβάνεται, αλλά σχεδόν ποτέ δεν το εκφράζουν. Κατά αυτό τον τρόπο, το παιδί νιώθει να παίρνει τις δικές του αποφάσεις, αξιολογεί το ίδιο του τον εαυτό του, ενώ αποκτά μεγαλύτερη αυτογνωσία.

  1. Έπαινος με βάση τα πρότυπα του ενήλικα: Σε αυτήν την περίπτωση, ο ενήλικας επαινεί το παιδί αφού ολοκληρώσει την εργασία του με βάση τα πρότυπα του ενήλικα, ενώ δέχεται πιθανότατα διορθώσεις για να μπορέσει να αντεπεξέλθει σε αυτά. Σε αυτήν την περίπτωση ουσιαστικά το παιδί μπορεί να αναπτύξει φοβίες για τα λάθη, να μη μπορεί να αναγνωρίσει τη σημασία της προσπάθειας, ούτε να αντιληφθεί την πρόοδο που το ίδιο έχει πραγματοποιήσει.
Εναλλακτική ΕπιβράβευσηΕνθάρρυνση: Η έμφαση δίνεται στην προσπάθεια που έχει καταβάλλει ο μαθητής και σε όλη τη διαδικασία που έχει ακολουθήσει. Έτσι, το παιδί μαθαίνει να σέβεται τις προσπάθειες του ίδιου, αλλά και των άλλων, ενώ επιθυμεί να επιμένει σε ένα έργο, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες και θέτοντας συνεχώς νέους στόχους.

  1. Έπαινος με έμφαση στην αυτοπροβολή: Ουσιαστικά επαινούνται τα κατορθώματά του μαθητή, ενώ υπάρχει μια έμμεση σύγκριση με την «ανωτερότητα» του σε σχέση με τους υπόλοιπους την οποία πρέπει να διατηρήσει. Το παιδί έτσι μαθαίνει να είναι ανταγωνιστικό κατά έναν μη υγιή τρόπο, να επιθυμεί να βρίσκεται συνεχώς στην κορυφή, ενώ να βιώνει μεγάλο στρες για να το επιτύχει αυτό.
Εναλλακτική ΕπιβράβευσηΕνθάρρυνση: Η προσοχή δίνεται στα ατομικά κατορθώματα του παιδιού σε σχέση όμως με το σύνολο. Το παιδί μαθαίνει να ανταγωνίζεται υγιέστατα τον εαυτό του, ενώ η συνεισφορά του στην ομάδα αναγνωρίζεται. Η προσπάθεια του τυγχάνει αξιόλογης αναγνώρισης στο πλαίσιο του συνόλου, με αποτέλεσμα να μαθαίνει να είναι εργατικό, να προσφέρει και στους άλλους, αλλά και να αναγνωρίζει και να χαίρεται και με τις επιτυχίες των άλλων.

         Είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να μεγαλώνουν αισθανόμενα καλά για τον εαυτό τους, να γνωρίζουν και να αναγνωρίζουν τις δυνατότητές τους, να μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν την αποτυχία και να θέτουν υψηλούς στόχους, γιατί θα ξέρουν ότι θα προσπαθήσουν να τους καταφέρουν και ότι αυτό έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Έχοντας υψηλές προσδοκίες για αυτά, και αναλαμβάνοντας μια υπεύθυνη στάση απέναντί τους, τα μαθαίνουμε να είναι υπεύθυνα για τον εαυτό τους και τις δράσεις τους.


"PLACE-BASED EDUCATION:ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΗΣ;"

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ



ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ


      Όλοι έχουμε βιώσει τη δύναμη ενός τόπου, μιας περιοχής. Είναι εκείνες οι στιγμές που βυθιζόμαστε βαθιά μέσα στην εμπειρία της εξερεύνησης του κόσμου γύρω μας και αυτό που πραγματικά μας συμβαίνει είναι αυθεντικό και ουσιαστικό. Και εκείνη την ώρα η μάθηση φυσικά λαμβάνει χώρα ποικιλοτρόπως, οργανικά συνδεδεμένη με τα φυσικά ερεθίσματα που δίνονται σε ανεξάντλητες ποσότητες και ποιότητες.
      Υπάρχουν πολλά να μάθουμε από τα μέρη που κατοικούμε. Ωστόσο, τυπικές εμπειρίες μάθησης που να βασίζονται και να δημιουργούνται έχοντας ως πηγή έμπνευσης τον τόπο μας ακόμα αποτελούν εξαίρεση και όχι τον τυπικό κανόνα για τα περισσότερα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα.
   
    Η Εκπαίδευση που βασίζεται στη Φυσική Τοποθεσία (Place-Based Education) είναι μια προσέγγιση της μάθησης που εκμεταλλεύεται τη γεωγραφία για να δημιουργήσει αυθεντική, ουσιαστική και προσωποποιημένη μάθηση για τους μαθητές. Πιο συγκεκριμένα, η Εκπαίδευση αυτή ορίζεται από το Center for Place-Based Learning and Community Engagement ως μια καταπληκτική μαθησιακή εμπειρία που «τοποθετεί τους μαθητευόμενους στην τοπική κληρονομιά, τους πολιτισμούς, τα τοπία, τις ευκαιρίες και τις εμπειρίες και τις χρησιμοποιεί ως βάση για τη μελέτη των γλωσσικών τεχνών, των μαθηματικών, των κοινωνικών σπουδών, των επιστημών και άλλων θεμάτων σε όλο το πρόγραμμα σπουδών».

     Ο νέος αυτός ορισμός τοποθετεί την Εκπαίδευση βάσει Τοποθεσίας μέσα σε παγκόσμιες συζητήσεις σχετικά με καινοτόμες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις που στοχεύουν στην ενίσχυση της πρόσβασης σε νέες εμπειρίες, τη βαθύτερη μάθηση και την προσωποποίηση αυτής.

Και πώς γίνεται αυτό; 

  • Δίνοντας στους μαθητές "φωνή και επιλογή" για να καθορίσουν τι, πότε, και πού μαθαίνουν. 
  • Προσαρμόζοντας τη μάθηση στις δυνατότητες, τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα κάθε μαθητή. 
  • Εξασφαλίζοντας τη γνώση υψηλών ακαδημαϊκών προτύπων, αλλά και προωθώντας τις μαθητικές δράσεις.
     Η Εκπαίδευση που βασίζεται στη Φυσική Τοποθεσία μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή, οπουδήποτε αρκεί να αξιοποιηθεί η δύναμη του τόπου που βρισκόμαστε κάθε φορά. Είναι μια προσέγγιση που συνδέει τη μάθηση με τις τοπικές κοινότητες έχοντας πρωταρχικούς στόχους την αύξηση της εμπλοκής των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, την ενίσχυση των ακαδημαϊκών αποτελεσμάτων και την προώθηση της κατανόηση του κόσμου γύρω μας. Εκτός από αυτά υπάρχουν πολλά πρόσθετα οφέλη για τις εμπειρίες μάθησης βάσει τόπου. Αυτά τα οφέλη μπορούν να επηρεάσουν τους μαθητές, τους δασκάλους, κοινότητες αλλά και την κοινωνία ολόκληρη.

     Είναι ανάγκη οι μαθητές μας να αποφοιτούν από τα σχολεία μας έχοντας λάβει βαθύτερες και περισσότερο ουσιώδεις μαθησιακές εμπειρίες που να περιλαμβάνουν και να επεκτείνονται πέρα ​​από τις γνώσεις τις τυποποιημένες. Η ανάγκη για την παροχή αυθεντικών εμπειριών που προωθούν την ανάπτυξη κριτικής σκέψης, της συνεργασίας, της επίλυσης προβλημάτων είναι έκδηλη λοιπόν. Εκπαιδεύουμε τους μαθητές μας και εκπαιδευόμαστε μαζί τους και εμείς οι ίδιοι ώστε να μπορέσουν να αλλάζουν τον κόσμο και να προσφέρουν ένα καλύτερο μέλλον.
      
       Όπως αναφέρει και ο Nate McClennen, ένας από τους υπεύθυνους Εκπαίδευσης και Καινοτομίας που συμμετέχει στα προγράμματα Place-Based Education: Communities As Learning Environments: 

"Αντί να ζητάς από τους μαθητές να περιμένουν για 20 χρόνια για να καταλάβουν πραγματικά το «γιατί» που κρύβεται πίσω από το σχολείο, φανταστείτε έναν κόσμο με την Εκπαίδευση βάσει τόπου για κάθε παιδί. Έτσι αυτό συνδέεται με την τοπική, περιφερειακή και τελικά παγκόσμια μάθηση, ενώ του προσφέρονται πολλαπλές ευκαιρίες αλληλεπίδρασης με επαγγελματίες, με προβλήματα που αναζητούν λύσεις, με πραγματικές προκλήσεις, αναπτύσσοντας δεξιότητες μέσω των οποίων θα μπορέσει να κατανοήσει τον κόσμο. Αυτοί είναι οι πολίτες που χρειάζεται ο κόσμος για το αύριο"





ΚΙΝΗΤΡΟ: ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΟ ΕΝΙΣΧΥΟΥΜΕ;

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ


    Η σημασία του κινήτρου σε όλες τις φάσεις της ζωής μας είναι ευρέως διαδεδομένη και πολυσυζητημένη. Φυσικά, το κίνητρο έχει καθοριστική σημασία και κατά τη μαθησιακή διαδικασία. Η τελευταία δεν επιτελείται μόνο στο σχολικό πλαίσιο, αλλά και γενικότερα στην καθημερινότητα ενός παιδιού. Ως μια έννοια επίκτητη, το κίνητρο μπορεί να καλλιεργηθεί και να αναπτυχθεί και σε αυτό συμβάλλουν όλοι όσοι εμπλέκονται με τα παιδιά, και κυρίως η οικογένεια και οι εκπαιδευτικοί τους. Τα κίνητρα διακρίνονται σε εξωτερικά (αφορούν εξωτερικές ανταμοιβές/επιβραβεύσεις, όπως για παράδειγμα μια βόλτα, η αγορά ενός παιχνιδιού, αυτοκόλλητο κλπ) και σε εσωτερικά (αφορούν αισθήματα ικανοποίησης ως αποτέλεσμα της επίτευξης στόχων ή της εκμάθησης νέων γνώσεων και δεν εξαρτιούνται από εξωτερικούς παράγοντες. Είναι πιο σταθερά από τα εξωτερικά, και φυσικά διαφοροποιούνται ανάλογα με το ατομικό προφίλ του κάθε ατόμου). 

Πώς μπορούμε, λοιπόν, να καλλιεργήσουμε το κίνητρο στους μικρούς μας φίλους; 

  Αρχικά, είναι σημαντικό να έχουμε υψηλές προσδοκίες από αυτούς. Αυτό οδηγεί στην εξωτερίκευση θετικών συναισθημάτων απέναντί τους, γεγονός που συμβάλλει στην καλλιέργεια της αυτοπεποίθησής τους και άρα στην επιθυμία για επίτευξη περισσότερων στόχων. 

   Η αντιμετώπιση του παιδιού ως ξεχωριστή προσωπικότητα και άρα η δημιουργία κατάλληλων προσωποποιημένων περιβαλλόντων μάθησης ενισχύει τη δημιουργία εσωτερικών κινήτρων για το ίδιο. Αν, μάλιστα, αυτό συνοδεύεται και χαρακτηρίζεται από τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά του, τότε ενισχύεται ακόμα περισσότερο η διάθεση για εμπλοκή στα δρώμενα. Η διαφοροποίηση των μέσων μάθησης (κολλάζ, ζωγραφική, πηλός, νέες τεχνολογίες, επιτραπέζια κ.ο.κ., όπως και η συσχέτιση των μαθησιακών στόχων με την καθημερινή ζωή βοηθά, επιπλέον, στην ενδυνάμωση των εσωτερικών κινήτρων καθώς με αυτούς τους τρόπους το παιδί κατανοεί την κοινωνική πρακτική των γνώσεων και δεν τις θεωρεί πλέον ως κάτι απομακρυσμένο από τη ζωή του, ξένο προς αυτό. 

  Η συνεχή ενίσχυση των παιδιών μπορεί να ακούγεται πολύ απλό, αλλά παίζει καίριο ρόλο. Η επιβράβευση και η ενθάρρυνση καθ’όλη τη διάρκεια της προσπάθειας του για να επιτύχει ένα στόχο αναδεικνύει πρώτον το γεγονός ότι ο ενήλικας κατανοεί και υποστηρίζει αυτό που κάνει και δεύτερον ότι αναγνωρίζει τις δυνατότητες του. Αυτό οδηγεί με τη σειρά του το παιδί να κατανοήσει τον εαυτό του και να αναπτύξει τεχνικές που να το βοηθούν να επιτυγχάνει τους στόχους που θέτει, όπως επίσης και το γεγονός ότι η διαδικασία έχει το μεγαλύτερο νόημα και όχι το τελικό αποτέλεσμα. 

  Οι υλικές επιβραβεύσεις, επίσης, βοηθούν στην ενδυνάμωση του κινήτρου. Βέβαια, πρέπει να προσφέρονται με μέτρο και μετά από την ολοκλήρωση της δραστηριότητας, ώστε το παιδί να εμπλέκεται ενεργά σε αυτή και να μην την ολοκληρώνει διεκπεραιωτικά απλά για να λάβει την ανταμοιβή. 

   Το πιο σημαντικό, τέλος, είναι να δοθεί έμφαση στην κάθε μία επιτυχία του ξεχωριστά. Η κάθε κατάκτησή του πρέπει και οφείλουμε να την τονίζουμε και να την επικροτούμε. Η έμπρακτη αναγνώριση αυτών καλλιεργεί την αυτοπεποίθηση των παιδιών αλλά και την ώθηση αυτών στην εξερεύνηση νέων μονοπατιών στο κόσμο της γνώσης!



2 ΑΠΡΙΛΙΟΥ: ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΥΤΙΣΜΟ

 ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ


            

  Σήμερα, 2 Απριλίου, είναι η Παγκόσμια Ημέρα Ενημέρωσης και Ευαισθητοποίησης για τον Αυτισμό, η οποία καθιερώθηκε από τον ΟΗΕ το 2007 για πρώτη φορά στο γενικότερο πλαίσιο εφαρμογής «ενταξιακής» πολιτικής. Παρόμοιες δράσεις είναι η καθιέρωση της Παγκόσμιας Ημέρας Ατόμων με Σύνδρομο Down το 2006 (στο Πανεπιστήμιο Γενεύης), αλλά και της Ημέρας των Ατόμων με Αναπηρία (από τον ΟΗΕ το 1992). 

  Η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση σε θέματα αναπηρίας είναι βασικές και καίριες κατά την άποψή μου. Αλλά πραγματικά μια ημέρα αρκεί για να θυμόμαστε ή να ενημερωνόμαστε για αυτά; Βλέποντας όλες τις ανακοινώσεις, τις ημερίδες άρχισα να προβληματίζομαι για το τι ακριβώς πετυχαίνουν στην ουσία. Οι στόχοι τους είναι σαφείς, ξεκάθαροι και ιδιαίτερα σημαντικοί. Αλλά ποια είναι τα αποτελέσματά τους; 

  Ο αυτισμός, όπως και κάθε άλλη αναπηρία αποτελεί μια μορφή διαφορετικότητας που πρέπει να τύχει άξια προσοχής και κατανόησης σε καθημερινή βάση. Η έννοια της διαφορετικότητας αφορά κάθε άνθρωπο ξεχωριστά σηματοδοτώντας τη μοναδικότητά του σε σχέση με τα ατομικά του χαρακτηριστικά, τα βιώματά του, τις εμπειρίες του, τις στάσεις και τις αντιλήψεις του. 

  Η διαφορετικότητα ως αξία στηρίζεται στην αναγνώριση, την αποδοχή και στο σεβασμό. Είναι μια διαρκής εξερεύνηση του άλλου, όπου διαφορετικά στοιχεία αναδεικνύονται και καλούνται να συνυπάρχουν μέσα σε ένα υποστηρικτικό περιβάλλον που δεν καταπιέζει και αφήνει ελευθερία έκφρασης κάθε μορφής της. Το διαφορετικό αποτελεί κομμάτι της «ποιότητας», δηλαδή της ολότητας και της ύπαρξης ενός ανθρώπου. Και αυτή η «ποιότητα» είναι δύσκολο να γίνει κατανοητή σε μία μέρα! 

  Επομένως, η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση περί ζητημάτων αναπηρίας ναι είναι ιδιαίτερα σημαντική, αλλά κατ’ εμέ δεν θα έπρεπε να περιορίζεται εντός συγκεκριμένων χρονικών ορίων. Τα άτομα είτε φέρουν είτε όχι αναπηρία, οι οικογένειές τους, οι παιδαγωγοί τους, οι φίλοι τους, οι στιγμές τους υπάρχουν και αναπτύσσονται κάθε μέρα και κάθε λεπτό που περνά έχουν κάτι καινούριο να μας προσφέρουν. Τείνουν, όμως, να περνούν συνέχεια αόρατα μπροστά από τα μάτια μας, γιατί έτσι έχουμε μάθει να κάνουμε μεγαλώνοντας σε αυτήν την κοινωνία. 

  Στον κόσμο της αναπηρίας δεν ισχύει αυτό, γιατί κάθε μέρα είναι μια ημέρα αγώνα με όλους και με όλα. Κάθε μέρα η κοινωνία κρίνεται ανεπαρκής να ανταπεξέλθει. Και η γνώση αυτού έρχεται να παρουσιαστεί μέσα από αυτές τις Παγκόσμιες Ημέρες, οι οποίες για αυτό ακριβώς το λόγο αποκτούν νόημα. Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, δε μπορούν να «χωρέσουν» σε μια μέρα! Τα αποτελέσματά τους, επομένως, φαίνεται να περιορίζονται και αυτά εντός συγκεκριμένων χρονικών ορίων, γιατί το ζήτημα είναι ότι η ανεπάρκειά της κοινωνίας, είναι ευρύτερη και όταν αγωνιστούμε όλοι γύρω από αυτό τότε ίσως κάτι μπορεί να αλλάξει και να μην είναι αναγκαίες αυτές οι Παγκόσμιες Ημέρες, οι οποίες φαίνεται να υπάρχουν για να «χρυσώνουν» το χάπι της αδιαφορίας!! 

  Είναι σημαντικό, λοιπόν, να δούμε πώς ο καθένας από εμάς σηματοδοτεί αυτές τις ημέρες, για ποιο λόγο και με ποιο σκοπό και τι δράσεις ακολουθεί για να πετύχει εν τέλει αυτό το σκοπό. Επιδιώκει να αλλάξει κάτι; Αν ναι, τι, για ποιο λόγο, με ποιο τρόπο και με τι αποτέλεσμα;