MINDFULLNESS ΚΑΙ ΑΥΤΟΡΥΘΜΙΣΗ

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΣΙΑΜΑΝΤΑ



ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ




Οι δεξιότητες αυτορύθμισης αναγνωρίζονται όλο και περισσότερο ως σημαντικές  για την επιτυχία των μαθητών στο σχολικό πλαίσιο.
Η συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη εξάλλου είναι άμεσα συνυφασμένες με τη γνωστική εξέλιξη του ατόμου. Η ικανότητα ρύθμισης της προσοχής, του συναισθήματος και των σκέψεων είναι μορφές αυτορύθμισης που παρέχουν τη βάση για την ετοιμότητα του σχολείου, ευνοώντας τη μάθηση και τη διατήρηση θετικών κοινωνικών σχέσεων (Blair, 2002∙ Spinrad et al., 2006). Έρευνες διαχρονικά αναδεικνύουν τη σημασία ανάπτυξης τέτοιων ικανοτήτων από την παιδική ηλικία και τη συνδέουν με τη συναισθηματική υγεία, την ακαδημαϊκή επιτυχία και την οικονομική σταθερότητα στην ενηλικίωση (Moffitt et al., 2011).



Γιατί τα παιδιά με Δυσλεξία συγχέουν παρόμοια γράμματα;


της Δρος Αριστονίκης Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου




Η Δυσλεξία είναι Ειδική Διαταραχή της Μάθησης νευροβιολογικής προέλευσης η οποία διακρίνεται από δυσκολία στην Ανάγνωση! Παρουσιάζεται σε ποσοστό 3-5% των παιδιών Σχολικής ηλικίας. Τα παιδιά που έχουν αυτή την ΕΔΜ έχουν συνήθως φυσιολογικό δείκτη νοημοσύνης αλλά κατώτερο από τον μέσο όρο επίπεδο Ανάγνωσης στην ταχύτητα Ανάγνωσης αλλά και στην επιμέλεια (αριθμό λαθών). Η ταχύτητα Ανάγνωσης είναι ο αριθμός των αναγνωσμένων συλλαβων διά τα δευτερόλεπτα που δαπανήθηκαν. Από διαγνωστική θεώρηση, αν η ταχύτητα Ανάγνωσης ενός ατόμου απέχει από τον μέσο όρο δύο τυπικές αποκλίσεις, τότε το άτομο, σύμφωνα με τον Benso (2015), μπορεί να θεωρηθεί Δυσλεξικό.


Κατάργηση της Μετάφρασης του Διδαγμένου Κειμένου





Η κατάργηση της μετάφρασης του διδαγμένου κειμένου, έρχεται μετά από αποδοχή σχετικής εισήγησης από το ΙΕΠ και, όπως ανέφερε υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η αποτροπή της αποστήθισης από το βιβλίο ήταν ο βασικός παράγοντας που συντέλεσε στην αλλαγή αυτή.

Παράλληλα, οι εξεταζόμενοι θα έχουν ένα νέο, «άγνωστο συντελεστή», ένα σύγχρονο, παράλληλο κείμενο, το οποίο θα κληθούν να συγκρίνουν με το διδαγμένο κείμενο, προκειμένου να απαντήσουν σε ερώτηση ερμηνευτικής φύσεως.



Σ’ ΑΓΑΠΑΕΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΡΕΙΣ



Καλλιόπη Ζιώγου
Θεολόγος


ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ

Ο Χριστός μας αγαπάει και αυτούς που δεν τον θέλουν.. 

Ποιους αγαπάει; Τους πάντες, τους πάντες, τους πονεμένους, τους ταλαιπωρημένους, τους αδύναμους και τους δυνατούς, όλους αρκεί να Τον φωνάξεις, να Τον ζητήσεις. Ναι, να τον φωνάξεις δυνατά, επειδή η αμαρτία, η α – στοχία σου σε κρατά σε απόσταση από Εκείνον. Κι αν νομίζεις πως φωνάζεις αλλά δεν σε ακούει, κάνεις λάθος, εκεί είναι στη σιωπή σου, απλά θέλει να του δοθείς ολοκληρωτικά, να αφήσεις τα πάντα στα χέρια Του για να σε καθοδηγήσει εκεί που είναι καλό για σένα. Συχώρα με, πες του, δυο λέξεις και θα βρεις τη χαρά και την ειρήνη που λαχταρούσες. 


"Σωκρατικά Έργα" και Πολιτική.






Προτού ξεκινήσουμε τη συγκριτική προσέγγιση των σωκρατικών έργων του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα και ειδικότερα των σχετικών με την πολιτική ιδεών, που αποτυπώνονται σε αυτά, κρίνεται σκόπιμο να γίνουν κάποιες διευκρινήσεις. Το λεγόμενο «σωκρατικό πρόβλημα» με την αδυναμία ακριβούς εντοπισμού των σωκρατικών θέσεων είναι η πρώτη από αυτές.[1] Το εγχείρημα διακρίβωσης των σωκρατικών θέσεων υπερβαίνει τους στόχους της παρούσας προσπάθειας. Κύριος σκοπός της έκθεσης των πολιτικών θέσεων των σωκρατικών έργων είναι η συγκριτική τους ανάγνωση, προκειμένου να εντοπιστεί ο τρόπος απόδοσης των σωκρατικών θέσεων για ζητήματα πολιτικής φύσεως από τους δύο μαθητές του, τον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα. Ανεξάρτητα, λοιπόν, από το αν οι απόψεις που παρατίθενται στα συγκεκριμένα έργα αποτελούν πραγματικά απόψεις του Σωκράτη, θα επικεντρωθούμε σε αυτές αντιμετωπίζοντάς τες ως τη βάση της πολιτικής σκέψης των συγγραφέων τους.



Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ "ΣΩΚΡΑΤΙΚΩΝ" ΕΡΓΩΝ




1.ΠΡΩΙΜΟΙ ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ


Οι πρώιμοι πλατωνικοί διάλογοι, επονομαζόμενοι και ως σωκρατικοί, όπως μαρτυρεί και η ίδια η ονομασία τους, επικεντρώνονται στην προσωπικότητα του Σωκράτη και στη δράση του στην Αθηναϊκή κοινωνία. Με αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτεται η προσπάθεια του Πλάτωνα να παρουσιάσει την άδικη καταδίκη του δασκάλου του, η οποία -αντίθετα με τις κατηγορίες που διατυπώθηκαν- είχε κυρίως πολιτικά αίτια. Οι κατήγοροι του Σωκράτη, Μέλητος, Άνυτος και Λύκων, εμφανίζονται να εκπροσωπούν τους παλαιότερους και πιο επικίνδυνους κατηγόρους του, τους ποιητές, τους τεχνίτες και τους ρήτορες, στους οποίους ο Σωκράτης άσκησε έλεγχο δεικνύοντας τη θεϊκή έμπνευση, την επίφαση γνώσης πέραν της τέχνης τους και την εν γένει επίφαση γνώσης αντίστοιχα (Απολ. 21b-22e, 23e-24a).



Για τη φιλολογία που αγαπώ...


Του Γαβριήλ Μπομπέτση

Άγαλμα θεάς Αθηνάς

«Μια αστραπή η ζωή μας, μα προλαβαίνουμε», γράφει ο Ν.Καζαντζάκης. Προλαβαίνουμε τι; Να ζήσουμε με αξιοπρέπεια, με δύναμη και με όσο περισσότερο φως και βάθος μπορούμε να βρούμε. Τα όσα θα ακολουθήσουν δεν είναι παρά μία προσωπική κατάθεση στο ταμιευτήριου του λόγου περί φιλολογίας. Μπορεί, άραγε, η φιλολογία και ο διάκονός της, ο φιλόλογος, να δώσει φως και βάθος στον άνθρωπο του 21ου αιώνα;

Συχνά θεωρούμε τις επιστήμες των ιδεών και του πνεύματος λιγότερο σημαντικές και χρηστικές από τις θετικές επιστήμες ή τις πρακτικές τέχνες. Αυτό το στερεότυπο θα ήθελα να ανατρέψω σε μία πρώτη φάση, αναδεικνύοντας τη σημασία της φιλολογίας.

Ναι, ένα πληντύριο, ένα τραπέζι, ένα φωτιστικό ευκολύνει και ομορφαίνει τη ζωή - αλλά σε οριζόντια προοπτική. Εχουμε ασφαλώς ανάγκη και το πλυντήριο και το τραπέζι και το φωτιστικό• δεν υπάρχει αμφιβολία περί αυτού. Αυτό που βρίσκω, μολαταύτα, στις ανθρωπιστικές επιστήμες, και μιλώντας ειδικότερα για τη φιλολογία, είναι η κάθετη προοπτική. Οι ιδέες, η λεπτή ομορφιά, η γνώση, οι αξίες που ακροβατούν πάνω σ' ένα σχοινί, που στην αρχή λέει ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, στη μέση βυζαντινός ελληνισμός και στην άκρη, σύχρονος. Το βάθος που μπορεί να δώσει η φιλολογία, θα τολμούσα να πω, ίσως είναι ανώτερο από τη χρηστικότητα ενός πληντυρίου. Μια ζωή χωρίς αισθητική συγκίνηση, χωρίς γνώση είναι μια μισή ζωή. Δεν λέω ότι δεν είναι ζωή, σίγουρα κάποιος μπορεί να ζήσει και χωρίς αυτά• είναι, όμως, μισή ζωή, χάνεις αρκετή ομορφιά, αρκετά εφόδια, αρκετή ουσία.

Η φιλολογία είναι, ακόμη, εισπνοή παρελθόντος (πρόσφατου ή μακρινού) και εκπνοή μελλοντος. Αυτές οι δύο παράμετροι είναι αναγκαίοι στο πολιτισμικό γίγνεσθαι. Η γνώση τού παρελθόντος σού προσπορίζει «νέα μάτια – ή και ματιά» να δεις το τώρα αλλά και έμπνευση. Αξίζει να παραθέσουμε μια συναφή θέση του Φ. Νίτσε στους σπαραγματικούς στοχασμούς του από το Εμείς οι φιλόλογοι. «Η φιλολογία ως επιστήμη για την αρχαιότητα δεν έχει, φυσικά, αιώνια διάρκεια – το υλικό της θα εξαντληθεί. Αυτό που δεν θα εξαντληθεί είναι η διαρκώς νέα προσαρμογή κάθε εποχής στην αρχαιότητα, η αναμέτρηση της με αυτήν. Αν ανατεθεί στο φιλόλογο ως έργο του να κατανοήσει καλύτερα, διαμέσου της αρχαιότητας, τη δική του εποχή, τότε το έργο του είναι αιώνιο».

Η άποψη αυτή του Γερμανού φιλοσόφου μάς δίνει την πάσα για να περάσουμε στον φιλόλογο. Με τι καταπιάνεται ο φιλόλογος; Έχουμε μιλήσει παλιότερα για τις παιδαγωγικές πρακτικές που μπορεί να ακολουθήσει ο φιλόλογος, έτσι εδώ δεν θα κάνουμε άμεση σύνδεση του φιλολόγου με το σχολείο.

Ο φιλόλογος  γνωρίζει, σε όσο μεγαλύτερο εύρος και βάθος μπορεί, κείμενα, για να τα «γνωρίσει» στη συνέχεια στο όποιο κοινό του. Ο Λέο Μπουσκάλια μιλώντας κάπου για τον εαυτό του αλλά, μέσα από τον εαυτό του, και για κάθε άνθρωπο, λέει: «Γιατί διαβάζω; γιατί ταξιδεύω; γιατί ακούω; Για να παίρνω όσο γίνεται περισσότερα και να τα μοιράζομαι μαζί σας - ο μόνος λόγος να τα έχω». Αυτός είναι και ο ρόλος που επωμίζεται ο φιλόλογος, να κοινωνήσει σε όσους περισσότερους γίνεται τη γνώση που κουβαλά, τη γνώση που διαρκώς «βαραίνει» με άλλη γνώση αλλά ενδεχομένως και τη γνώση που παράγει ο ίδιος.

Τα κείμενα κουβαλούν πλούτο - πολλές φορές - υπόρρητο. Για να τον κοινωνήσει στον αποδέκτη ο φιλόλογος, αφού πρώτα ο ίδιος τον «ανασύρει», χρειάζεται ως αρωγό το λόγο. Πρέπει, με άλλα λογια, να είναι μαέστρος του λέγειν.

Ο φιλόλογος βασανίζει το λόγο λιγάκι. Αγαπά τον λόγο, πασχίζει να τον γνωρίσει αλλά και να του δώσει χάρη στο στάδιο της παραγωγής και της εκφοράς. Πασχίζει δε να του δώσει και μεταδοτικότητα, να φεύγει από νου και καρδιά και να ριζώνει στον νου και στην καρδιά του άλλου.

Βέβαια, ας βάλουμε και κάποια αποσιωπητικά ή ερωτηματικά. Μόνο με καλούς επιστήμονες - που είναι μεν κάτι πολύ σημαντικό - , νομίζω, δεν πάμε μπροστά. Τι σημασία έχει να είσαι καλός και επιτυχημένος επιστήμονας, αν δεν είσαι παράλληλα και πρώτα καλός και ισορροπημένος άνθρωπος; Πολύ δε περισσότερο καθίσταται αναγκαίο να είσαι καλός και ισορροπημένος άνθρωπος, όταν καλείσαι στην εκπαιδευτική παλαίστρα, να μορφοποιήσεις χαρακτήρες, να τους δώσεις συν τοις άλλοις και εφόδια ηθικά.

Ας θέσουμε τώρα ένα ακόμη ζήτημα. Πολλοί είναι εκείνοι που αποστρέφονται την τέχνη. Περιμένουμε ένα έργο τέχνης, ένας πίνακας, ένα ποίημα να μας μιλήσει αμέσως. Δεν συμβαίνει παντα αυτό, γι’ αυτό απογοητευόμαστε και τους γυρίζουμε το κεφάλι. Χρειάζεται γνώση και αισθητική συγκίνηση, για να εκτιμήσουμε και να απολαύσουμε την τέχνη ή ορθότερα ένα μέρος της τέχνης (δεν μας αρέσουν πάντα όλα). Η αισθητική συγκίνηση, όμως, και η γνώση απαιτεί τον κόπο μας, απαιτεί υπομονή και επιμονή. Βάζεις εσύ το συντελεστή, για να έχεις αποτέλεσμα. Όσο περισσότερο, επί παραδείγματι, έρχεσαι σε τριβή με την ποίηση, τόσο περισσότερο το ποίημα θα έχει κάτι να σου διαμηνύσει.

Φιλολογία και κρίση: ποιος θα κάτσει να ασχοληθεί με ποιήματα και ιδέες, με τέχνη και ιστορία, όταν δεν μπορεί να βγάλει τα προς το ζην; Κι όμως, νομίζω, ειδικότερα όταν πληθαίνουν τα προβλήματα, νιώθει κανείς μεγαλύτερη ανάγκη να ανατρέξει εκεί, για να αναπνεύσει λίγο οξυγόνο και να αισθανθεί λίγο φως, και να συνεχίσει να περπατά στο στάδιο της ζωής. Το βιβλίο, ο πολιτισμός δεν κουραζει, ξεκουράζει.

Δεν χρειάζεται να αρνηθούμε, εντούτοις, πως η φιλολογία προσφερει αφενός ποιότητα αναγκαία αλλά και ποιότητα «πολυτελείας». Ας πούμε, ένα λαθος στο λόγο μπορεί να είναι περισσότερο αμελητέο από την άγνοια των ιδεών, της ιστορίας, της εικαστικής τέχνης κλπ. Το πρώτο δίνει μια ποιότητα στην επικοινωνία μεν αλλά το δεύτερο όχι μόνο δίνει ποιότητα αλλά διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό την οπτική μας επι του κόσμου και των πραγμάτων, μας πλουτίζει, μας διδάσκει, μας εμπνέει.

Είναι μήπως λίγο ρομαντικά όλ’ αυτά, απέχοντας από την πραγματικότητα; Σε μεγάλο βαθμό, ναι. Αλλά επιμένω σ' έναν κόσμο, που παρά τα σκοτεινα στίγματα, είναι ωραίος και ρομαντικός. Γράφει σ’ ένα του λόγο ο Μ. Βασίλειος πως «οὐ τὸ ὁρώμενόν ἐστιν ὁ ἄνθρωπος», δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται και οράται ο άνθρωπος. Πίσω από τη σάρκα, έχει και νου και καρδιά και ψυχή. Αυτά προσπαθεί να «φτερώσει» η φιλολογία, αυτά προσπαθεί να «θρέψει» ο φιλόλογος.