Ελλάδα και Βυζάντιο: Δύο μεγάλα άρθρα, άκρως κατατοπιστικά και διαφωτιστικά…



      

  • O Ιων Δραγούμης γράφει για το νέο ελληνικό κράτος και τη σχέση του με το Βυζάντιο
 
                «Σκοπός εκείνων που έφτειασαν το νέο κράτος ήταν (..) να ξαναπιάσει ο Ρωμηός τη διοίκηση του κράτους του που είχε πρωτεύουσα την Πόλη και να ξανακαθίσει Έλληνας βασιλιάς στο θρόνο των Παλαιολόγων. Μα οι περιστάσες, η σχετική αδυναμία των αρχηγών και οι μεγάλοι της γής έτσι το θέλησαν και αντί να γίνει, σύμφωνα με τη θέληση του λαού το κράτος της μεγάλης ιδέας, έγινε ένα μικρό ελληνικό κράτος στο μέρος που είχε ανθίσει η αρχαία Ελλάδα. 



Η βυζαντινή Χερσωνα της Κριμαίας


Παπαγεωργίου Αγγελική,  
«Χερσώνος θέμα (Κλίματα)», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος


αναδημοσίευση απο την Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού





1. Η ίδρυση του θέματος Χερσώνος
 


Από τα τέλη του 7ου έως τις πρώτες δεκαετίες του 9ου αιώνα η πόλη της Χερσώνας και οι γειτονικές περιοχές (γνωστές με τον όρο κλίματα)1 διατηρούσαν χαλαρή σχέση με την Κωνσταντινούπολη. Τυπικά αποτελούσαν τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά στην πραγματικότητα επικρατούσε ένα καθεστώς σχετικής αυτονομίας και την εξουσία στις διάφορες πόλεις υπό βυζαντινό έλεγχο την ασκούσαν τοπικοί άρχοντες. Για παράδειγμα, ανώτατη αρχή στην πόλη της Χερσώνας ήταν ο πρωτεύων και οι λεγόμενοι πατέρες της πόλεως, οι οποίοι εκλέγονταν τοπικά, αν και συνήθως λάμβαναν αυτοκρατορικούς τίτλους.2


Ο Ιουλιανός: Φιλόσοφος ή Αποστάτης



του 
Θάνου Δασκαλοθανάση



 
 
 
 
1.   Ο Ιουλιανός: Φιλόσοφος ή Αποστάτης
 
Η γοητεία για την αρχαιότητα που έσβηνε, η λατρεία για την τέχνη, την παιδεία, την σοφία ώθησαν τον Ιουλιανό, τον τελευταίο αυτοκράτορα της δυναστείας του Κωνσταντίνου να στραφεί προς την παλιά θρησκεία, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να την αποκαταστήσει, έστω και με μια τροποποιημένη εκδοχή της 



Ο Άγγελος της Αγίας Σοφίας






Στις 24 Ιουλίου του 2009, η τουρκική εφημερίδα Χουριέτ πρώτη αποκάλυπτε ότι ένα μεγάλο πραγματικά θαυμαστό γεγονός συνέβη στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης που εξέπληξε τους Τούρκους ειδικούς που εργάζονταν στην συντήρηση κάποιων ψηφιδωτών στον τρούλο του ναού. Ξαφνικά και υπό το φως του ήλιου που είχε διαχυθεί από τα παράθυρα του τρούλου, εμφανίστηκε το πρόσωπο ενός αγγέλου που είχε φιλοτεχνηθεί στο μέρος αυτό και είχε μείνει στο σκοτάδι, όπως ανέφερε η εφημερίδα, 160 χρόνια.



Η Αθήνα του 12ου αι. μέσα από τα μάτια του Μιχαήλ Χωνιάτη Ακομινάτου



THΣ 




 
Ο Μιχαήλ Χωνιάτης ή Ακομινάτος γεννήθηκε περίπου το 1138 στις Χώνες της Φρυγίας.Νεαρός ακόμα πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου μορφώθηκε στην κλασική παιδεία Το 1175 χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος Αθηνών και το 1182 έγινε μητροπολίτης Αθηνών.

Έρχεται λοιπόν στην Αθήνα ανύποπτος ο νεοχειροτονηθείς Μιχαήλ, αρχαιομαθής και λάτρης του ελληνικού πολιτισμού, με πολλή χαρά και πολύ ενθουσιασμό που θα είναι τώρα ο μητροπολίτης μιας τόσο ένδοξης πόλης που γέννησε τα γράμματα και τον πολιτισμό και φώτισε την Οικουμένη. Με τέτοιες γλυκές προσδοκίες κατεβαίνει στην Αθήνα ο λόγιος από τη Μικρά Ασία.



ΜΥΣΤΡΑΣ η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ



από το βιβλίο   του  Στήβεν Ράνσιμαν: 
‘’ΜΥΣΤΡΑΣ η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ’’
 
  επιμέλεια- διασκευή: 
Θάνος Δασκαλοθανάσης
 
 

          Την εποχή του  Δεσπότη Κωνσταντίνου, οι Έλληνες της Πελοποννήσου γεύτηκαν για τελευταία φορά τη δόξα. Αμέσως μετά την άφιξή του στο Μυστρά, στο τέλος του 1443, καταπιάστηκε με την αναδιοργάνωση της επικράτειάς του. Φαίνεται ότι είχε ρυθμίσει το θέμα των συνόρων του με τον αδελφό του Θωμά, με τον οποίο είχε καλές σχέσεις, δίνοντάς του μεγάλο μέρος από το κέντρο της χερσονήσου. Συνέπεια αυτού ήταν να μεταφέρει ο Θωμάς την Αυλή του στο Λεοντάρι, νότια της Αρκαδίας, απ΄ όπου θα μπορούσε να διατηρεί στενές σχέσεις με τον Μυστρά. Από τον κύκλο των ικανών και αφοσιωμένων  φίλων του ο Κων/νος διάλεξε διοικητές για τις σημαντικές πόλεις. Ταυτόχρονα απέδωσε στους ευγενείς του τόπου πολλές από τις εξουσίες και τα προνόμια που τους είχαν αφαιρέσει οι προκάτοχοί του. Αυτή ήταν μια επικίνδυνη τακτική, αλλά την εποχή αυτήν τον βοήθησε, όπως φαίνεται, να τους παρακινήσει να συμμετάσχουν στα έξοδα για το πρώτο του σημαντικό έργο, την ανοικοδόμηση του τείχους του Εξαμίλιου που οι Τούρκοι είχαν καταστρέψει το 1423.



Βυζαντινή Θεσσαλονίκη: Προφήτης Ηλίας


       
Ο ναός του Προφήτη Ηλία αποτελεί σημαντικό μνημείο της Θεσσαλονίκης και ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα ναοδομίας της Παλαιολόγειας περιόδου.Ο Ναός συμπεριλαμβάνεται στα Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.] Ο αρχιτεκτονικός του τύπος, τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος με πλάγιους χόρους, γνωστός ως αθωνικός ή αγιορείτικος χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για καθολικά μονών και είναι μοναδικός στη Θεσσαλονίκη.[ Βρίσκεται στη σημερινή συμβολή των οδών Ολυμπιάδος και Προφήτη Ηλία στην Άνω Πόλη, σε ένα φυσικό ύψωμα που παλαιότερα έκανε το ναό να δεσπόζει στην πόλη, με τον επιβλητικό όγκο του και τον περίτεχνο τρούλο του, που τονίζονται με κεραμοπλαστικό διάκοσμο.
   


Η συμβολή του Βυζαντινού πνεύματος στη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής κουλτούρας




Η συμβολή του Βυζαντινού πνεύματος στη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής κουλτούρας
Παναγιώτη Κ. Κανελλόπουλου, Τα Δοκίμια, τομ. Β΄, Ιστορικά Δοκίμια.
Εκδ. Εταιρείας Φίλων Παν. Κανελλόπουλου,
Αθήνα 2002, σελ. 246-255  



 
 
1. Ο 8ος αιώνας ήταν αποφασιστικός για την τύχη της Ευρώπης, που μόλις είχε αρχίσει να σχηματίζεται. Σημειώθηκαν, τότε, γεγονότα που, αν δεν είχαν σημειωθεί, δεν θα μπορούσε ο Κάρολος ο Μέγας να κάμει το πρώτο μεγάλο βήμα για την αποκρυστάλλωση της Ευρώπης ως ενιαίου πολιτιστικού χώρου. Αν επικρατούσαν οι 'Aραβες, μπορεί η Ευρώπη να γινόταν μια θαυμάσια επαρχία του δυναμικού Ισλάμ της εποχής εκείνης, αλλά δεν θάταν η Ευρώπη, όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Θα έχανε ίσως και το όνομα της, που ήταν ελληνικό.
 


Σεισμοί στην Κωνσταντινούπολη την εποχή του Βυζαντίου




Radic Radivoj
Μετάφραση : Radic Radivoj




1. Η στάση των Βυζαντινών απέναντι στους σεισμούς

Ανέκαθεν οι σεισμοί προκαλούσαν στους ανθρώπους φόβο. Από την Αρχαιότητα ακόμη, στον παγανιστικό κόσμο, θεωρείτο ότι οι σεισμοί, όπως και κάποια άλλα φυσική φαινόμενα (έκλειψη Ηλίου ή Σελήνης, εμφάνιση κομητών και άλλα) ανήγγειλαν επικείμενες καταστροφές. Ακολουθώντας τέτοιες αντιλήψεις, οι Χριστιανοί θεωρούσαν ότι οι σεισμοί αποτελούν ένδειξη της οργής του Θεού και αναμφίβολη προειδοποίηση στους ανθρώπους ότι προσπαθούν να κάνουν κάτι αντίθετο προς το θέλημα του Θεού. Έτσι, για παράδειγμα, ο αυτοκράτορας Λέων Γ΄ (726-741), ιδρυτής της δυναστείας των Ισαύρων και πρώτος εικονομάχος αυτοκράτορας, ερμήνευσε σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής του έναν ισχυρό σεισμό ως ένδειξη θεϊκής δυσαρέσκειας για την λατρεία των εικόνων. Για τον εξευμενισμό του Θεού και την εξαγορά κατά κάποιον τρόπο των αμαρτιών που θεωρούσαν αιτία της θεϊκής οργής που εκφραζόταν με τους σεισμούς, οι Βυζαντινοί τελούσαν λειτουργίες και λιτανείες και πολύ συχνά ζητούσαν την μεσολάβηση τοπικών αγίων και ιερών προσώπων. Μερικές φορές χρησιμοποιούσαν λείψανα αγίων ως φυλαχτό για προστασία από σεισμούς. Για να μην ξεχαστεί ποτέ η δύναμη της θεϊκής οργής, καθιερώθηκε, ως ένα είδος συνεχούς προειδοποίησης και απειλής, ειδική μνημόσυνη δέηση στις επετείους καταστροφικών σεισμών τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στην Αλεξάνδρεια.



Ἡ Κοινωνία τῆς μεσοβυζαντινῆς Κωνσταντινούπολης




του Cheynet Jean-Claude
Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη







ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Μετά τον τελευταίο λοιμό του 747, η Κωνσταντινούπολη σταδιακά κατοικείται εκ νέου, για να ξαναγίνει μια δραστήρια μεγαλούπολη το 10ο με 12ο αιώνα. Συνιστά το επίκεντρο της ανώτερης διοίκησης μιας ολοένα και περισσότερο συγκεντρωτικής αυτοκρατορίας. Πλήθος τεχνιτών και εμπόρων κατοικούν εκεί και καλύπτουν τις ανάγκες του αυτοκράτορα, της οικογένειάς του και της αυλής, καθώς και του τεράστιου πληθυσμού της πρωτεύουσας. Η πρωτεύουσα γίνεται πόλος έλξης για πλήθος ξένων, εμπόρων, προσκυνητών, στρατιωτών, που αρχικά έρχονταν από τον Καύκασο και στη συνέχεια από τη λατινική Δύση. Ο πλούτος της διέγειρε τη λαχτάρα και οδήγησε στην άλωσή της από τους Λατίνους το 1204.




Ἡ ἐκκλησιαστική ποίησις και ἡ Ὑμνογραφία





Χρήστος Γκότσης - 
π. Γεώργιος Μεταλληνός - 
Γεώργιος Φίλιας





α) Προέλευση, εξέλιξη και είδη των ύμνων

Οι ύμνοι[1] είναι αναπόσπαστο μέρος της χριστιανικής λατρείας. Είναι το τραγούδι της πίστης μας, όπως το λέει και ο απ. Παύλος: «Να τραγουδάτε στις συνάξεις σας ψαλμούς και ύμνους και πνευματικές ωδές, να ψάλλετε με την καρδιά σας στον Κύριο» (Εφεσ. 5, 19' Κολ. 3, 16).



Θεόδωρος Πρόδρομος (ΠΤΩΧΟΠΡΟΔΡΟΜΟΣ)




του
Μπάνεβ Γκέντσο


 


Ένας από τους σημαντικούς βυζαντινούς συγγραφείς. Έζησε στην Κωνσταντινούπολη κατά το α΄ του 12ου αι. Γεννήθηκε προ του 1100 και πέθανε περί το 1156/58 ή κατά άλλους γύρω στο 1170. 



Ο ναός της Αγίας Σοφίας (Ayasofya Müzesi)


 
του
Kostenec Jan*
Μετάφραση : Πέτρακα Ελένη



 
1. Γενικά

Η Αγία Σοφία ή απλώς η Μεγάλη Εκκλησία ήταν ο καθέδρικός ναός της Κωνσταντινούπολης, στο κέντρο της κωνσταντίνειας πόλης, στον Πρώτο λόφο, πολύ κοντά στο Μέγα Παλάτιον και τον Ιππόδρομο. Μοιραζόταν τον ίδιο περίβολο με τον κάπως προγενέστερο ναό της Αγίας Ειρήνης και, μαζί με τον ξενώνα του Σαμψών, σχημάτιζαν ένα μεγάλο οικοδομικό συγκρότημα διοικούμενο από τον ίδιο κλήρο.1 Το παρόν κτήριο (το σημερινό Ayasofya Müzesi) ανεγέρθηκε από τμον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α΄ κατά το α΄ μισό του 6ου αιώνα και είναι ο τρίτος ναός της Αγίας Σοφίας που χτίστηκε στο σημείο αυτό. Ο πρώτος ναός, του β΄ μισού του 4ου αιώνα, γνωστός απλώς ως Μεγάλη Εκκλησία, και ο δεύτερος ναός του 5ου αιώνα καταστράφηκαν και οι δύο από πυρκαγιά, κατά τη διάρκεια στάσεων στην Κωνσταντινούπολη.



Κωνσταντινούπολη ως Νέα Ρώμη




Της
Δέσποινας Λαμπαδά*
                 



1. Η Κωνσταντινούπολη ως Τύχη της Ρώμης

Σε ένα λατινικό κείμενο ανώνυμου συγγραφέα, πιθανότατα του 4ου αιώνα, αναφέρεται ότι «ο Κωνσταντίνος μετονόμασε την πόλη του Βυζαντίου σε Κωνσταντινούπολη σε ανάμνηση της επιφανούς νίκης του».1 Πράγματι, το 324, χρονιά που ο Κωνσταντίνος «ίδρυσε» την Κωνσταντινούπολη στη θέση όπου βρισκόταν το Βυζάντιο χαράσσοντας τα όρια της νέας πόλης, ήταν επίσης η χρονιά της νίκης του επί του Λικίνιου και επομένως η αρχή της μονοκρατορίας του. Αυτή η μονοκρατορία σήμαινε ταυτόχρονα και την αποφυγή ενός πιθανού διαμελισμού της Αυτοκρατορίας.



Ό χρονογράφος Ἰωάννης Μαλάλας




Κατά τὸν μεσαίωνα οἱ ἀσχολοῦμενοι περὶ τήν ἱστοριαν ἀντέγραφον τὰ διάφορα γεγονότα ἀνεξάρτητα τὸ ἕν ἀπό τὸ ἄλλο, κατὰ χρονολογικήν σειράν καὶ χωρὶς νὰ ἐνδιαφέρωνται διά τὴν ὑπάρχουσαν μεταξὺ τῶν γεγονότων σχέσιν. Αἱ τοιαῦται ἀφηγήσεις λεγονται χρονικά, οἱ ἐπιδιδόμενοι εἰς τὴν ἀναγραφὴν αὐτῶν λέγονται χρονογράφοι, ἡ δὲ ἐργασία των χρονογραφία.
Ἐκ τῶν βυζαντινῶν χρονογράφων ὁ κυριώτερος εἶναι ὁ Ἰωάννης Μαλάλας.
Οὖτος ἑγεννήθη εἰς τήν ᾽Αντιόχειαν καὶ ὑπῆρξε σύγχρονος τού αὑτοκράτορος ᾽Ιουστινιανοῦ (527 - 555). Πληροφορίαι ἀκριβεῖς, περί τοῦ βίου του δέν ὑπάρχουν. ῾Ο Μαλάλας ἔγραψε βιβλόον, εἶδος παγκοσμίου ‘Ιστορίας, μὲ τὸν τίτλον «χρονογραφία». Τό περιεχόμενον τοῦ βιβλίου τούτου ἀρχίζει ἀπό τήν μυθικήν ἱστορίαν τῶν Αἰγυπτίων καὶ φθάνει ἕως τὸ 563 μ. Χ. δηλαδὴ ἕως τὰ τέλη τῆς βασιλείας τοῦ ᾽Ιουστινιανοῦ.
‘Η «Χρονογραφία» τοῦ Μαλάλα ἔχει ἀρκετήν σπουδαιότητα διότι εἶναι γραμμένη εἰς τὸ κοινὸν γλωσσικὸν ἰδίωμα τῆς ἐποχής, του τὸ ὁποῖον ὡμιλεῖτο τότε εἰς ὅλην τὴν ᾽Ανατολὴν καὶ τοῦ ὁποίου μᾶς δίδει πιστὴν εἰκόνα. Λόγῳ τῆς δημώδους γλώσσης, τήν ὁποίαν ἐχρησιμοποίησεν ὁ Μαλάλας, παρ’ ὅλας τὰς ἀνακριβείας καὶ τας ἀτελείας του, ὑπῆρξεν ὁ προσφιλέστερος τῆς ἐποχῆς του συγγραφεύς, διότι ὁ λαὸς κατενόει εὐκόλως τὸ βιβλίον του καὶ ἑτέρπετο ἐκ τῶν μικρῶν διηγήσεων, τάς ὁποίας περιεῖχε.)


Τὸ ὅραμα τοῦ Κωνσταντίνου


Μετά δὲ ταῦτα ἐβασίλευσεν ὁ θειότατος καὶ πιστότατος, ὁ ὑιός τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Χλωροῦ, Κωνσταντῖνος ὁ μέγας καὶ ἔμεινε βασιλεύων ἕτη λβ'. ῏Ην δὲ μακρός, πυρρός, μεγαλόψυχος, ἥσυχος, θεοφιλής.
᾽Εν δὲ τοῖς χρόνοις τῆς βασιλείας αὐτοῦ πόλεμος ἐγένετο ἐν τῇ δύσει μέγας· καὶ ἑξῆλθε κατ’ αὐτῶν ὁ θειότατος Κωνσταντῖνος καὶ ἠττηθεὶς ἐφοσσεύετο ὑπὸ τῶν βαρβάρων. Καὶ θλιβόμενος ἐν τῷ μέλλειν αὐτὸν καθεύδειν, ηὔχετο ρυσθῆναι ἀπ’ αὐτῶν˙ καὶ ἑλκυσθεἰς εἰς ὕπνον εἷδε κατ’ ὅναρ ἐν τῷ οὐρανῷ σταυρόν, ἐν ᾧ ἐπεγέγραπτο: «Ἐν τούτω νίκα».Καὶ ἀναγνούς τὸ ἐπιγεγραμμένον ἑν τῶ σταυρῶ διυπνίσθη καὶ ἀναστάς ἐποίησε σίγνον σταυροῦ, ὡς εἷδεν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ προηγεῖτο αὐτοῦ. Καὶ προτρεψάμενος, τὸν ἴδιον στρατόν, λέγων, ὂτι: «νικῶμεν !» καὶ ὁρμήσας καὶ συμβαλὼν τοῖς βαρβάροις, ἐνίκησε τὸν πόλεμον κατὰ κράτος, ὥστε μηδένα τῶν βαρβάρών σωθῆναι, ἀλλὰ πάντας ἀπολέσθαι.
Καὶ ἐπανῆλθεν ἐν τῇ Ρώμῃ μετὰ νίκης καὶ χαρᾶς μεγάλης, ἔχων ἔμπροσθεν αὐτοῦ τὸ σίγνον τοῦ σταυροῦ. ᾽Εξηγεῖτο δὲ πᾶσι τήν τοῦ ὁράματος καὶ τοῦ σίγνου τοῦ σταυροῦ δυναμιν, λέγων, ὄτι: «Τοῦτο τὸ σημεῖον ἐστι τοῦ Θεοῦ τῶν Γαλιλαίων τῶν λεγομένων Χριστιανῶν».





Ο Μ. Φώτιος και αι επιστολαί αυτού



 του
Βασιλείου Νάτσιου*


Μέσα στο πλούσιο συγγραφικό έργο του Φωτίου εξέχουσα θέση κατέχουν οι επιστολές του. Ο Φώτιος πέραν των άλλων αναδείχτηκε μέγας επιστολογράφος. Οι επιστολές του αναφέρονται σε διάφορα θέματα, γεγονός που αποδεικνύει την πολυμάθεια και ευρυμάθεια του ανδρός. Μέσα από αυτές μπορούμε να γνωρίσουμε το Φώτιο ως άνθρωπο, καθώς, λόγω ακριβώς του λογοτεχνικού είδους της επιστολής, απαιτείται απλότητα ύφους και αμεσότητα λόγου, στοιχεία τα οποία διαθέτουν οι επιστολές του ιερού πατρός. Εκτός αυτού, μέσα από τα θέματα που πραγματεύεται διακρίνουμε το θεολόγο, το φιλόλογο, τον ιατρό, το ρήτορα, τον παιδαγωγό, τον ψυχολόγο. Πολλές φορές παραθέτει αποσπάσματα της θεολογικής αλλά και της θύραθεν γραμματείας από μνήμης. Αυτό συνάγεται τόσο από εσωτερικές μαρτυρίες των κειμένων του, όσο και από το γεγονός ότι πολλές επιστολές τις έγραψε κατά την περίοδο της εξορίας και φυλάκισής του, όπου, σύμφωνα με προσωπική μαρτυρία του, είχε στερηθεί ακόμη και τα βιβλία του.
Υπάρχουν μαρτυρίες μέσα από τις επιστολές του ιδίου του Φωτίου που αποδεικνύουν ότι έδινε ιδιαίτερο βάρος στην επιστολογραφία. Γνώριζε ότι υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος συγγραφής μιας επιστολής. Επαναλαμβάνει πολλές φορές μέσα στις επιστολές του την επιμονή του στους κανόνες της επιστολογραφίας, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως «οἱ τῆς ἐπιστολῆς νόμοι» ή όπως αναφέρει σε άλλο σημείο, «ὁ τῆς ἐπιστολῆς νόμος». Οι «νόμοι» αυτοί είναι εκείνοι που δεν του επιτρέπουν να παραθέσει περισσότερα ακόμη επιχειρήματα κατά της προσθήκης του Filioque. Κλείνοντας, τέλος, μία επιστολή του καταλήγει: «Ἀλλὰ ταῦτα μὲν κατ’ ἐπιδρομήν, καὶ ὡς ἐπιστολῆς τύπῳ».
Ανάλογο είναι το πνεύμα και σε άλλες επιστολές σχετικά με την έκταση που πρέπει να πάρει η ανάπτυξη ενός θέματος. Βασικό στοιχείο πρέπει να αποτελεί η βραχυλογία. Γράφει σχετικά με το θέμα αυτό σε επιστολές του· «τῆς ἐπιστολῆς εὐλαβοῦμενος τὸ μῆκος», «ὅσα τὸ γράμμα, οἷα δὴ γράμμα, παρέτρεχεν», «ἀλλὰ γὰρ κατ’ ἐπιστολὴν ἀποχρώντως οἶμαί σοι ἔχει τοῦ ζητηθέντος τὴν μάθησιν», «τῆς ἐπιστολῆς ἡ κατὰ μέρος ἱστορία μακρότερον», «εἰ καὶ πλέον ἤ κατ’ ἐπιστολήν».
Το ενδιαφέρον, η γνώση και η επιμέλεια του Φωτίου αναφορικά με την επιστολογραφία διαφαίνονται από ένα ακόμη στοιχείο, από το ότι δηλαδή ασχολείται με τους παλαιούς χριστιανούς και ειδωλολάτρες επιστολογράφους. Τους κατατάσσει σε τρεις κατηγορίες με χρονολογικά κριτήρια. Ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και ο Δημοσθένης ανήκουν στην πρώτη. Στη δεύτερη ανήκουν οι Φάλαρις, Βρούτος, Ιουλιανός και Λιβάνιος. Στην τρίτη τέλος κατηγορία κατατάσσει τους Μέγα Βασίλειο, Γρηγόριο Ναζιανζηνό και Ισίδωρο (προφανώς εννοεί τον Πηλουσιώτη στον οποίο αποδίδονται περισσότερες των 2000 επιστολών). Οι δύο πρώτες ομάδες έχουν να προσφέρουν μόνο γραμματικά και μορφολογικά, ενώ αντίθετα οι χριστιανοί προσφέρουν στον αναγνώστη και μελετητή τους κι από άποψη περιεχομένου.
Η επιμέλεια αυτή που επέδειξε σχετικά με την επιστολογραφία δεν αποτελεί καρπό μελέτης κάποιων θεωρητικών εγχειριδίων. Οι κανόνες αυτοί είναι κοινοί για όλους τους επιστολογράφους της βυζαντινής περιόδου. Πρόκειται δηλαδή για κανόνες που θέσπισαν οι τεχνογράφοι και επιβλήθηκαν καθ’ όλην τη βυζαντινή περίοδο. Αυτούς τους κανόνες χρησιμοποιεί και ακολουθεί και ο Φώτιος.
Μέσα στη συγγραφική παραγωγή του Φωτίου υπάρχουν έργα του, τα οποία έγραψε κι έστειλε ως επιστολές. Τέτοια έργα είναι η «Βιβλιοθήκη ή Μυριόβιβλος», το «Κατά Μανιχαίων», τα «Αμφιλόχια». Παρά ταύτα όμως τα έργα αυτά δεν μπορούν να θεωρηθούν επιστολές με τη στενή έννοια του όρου, αλλά χαρακτηρίζονται πραγματείες. Στο γραμματολογικό είδος της επιστολής μπορούμε ακόμη να πούμε ότι δεν εντάσσονται και πολλές από τις επιστολές, καθώς δεν πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της τελευταίας περίπτωσης αποτελεί η επιστολή προς τον άρχοντα των Βουλγάρων Βόρη καθώς είναι ιδιαίτερα μακροσκελής κι επιπλέον έχει και παραινετικό χαρακτήρα, κατά τον τύπο των παραινέσεων του Ισοκράτους προς Δημόνικον και Νικοκλέα. Αντίστοιχο παράδειγμα αποτελεί και η ενθρονιστήρια επιστολή του προς τον πάπα Νικόλαο, η οποία αποτελεί μια «στερεότυπη» ομολογία πίστεως κατά τον τύπο άλλων προηγουμένων.
Πάντως, όσον αφορά στο τυπικό μέρος, στις επιστολές ο Φώτιος τηρεί όλους τους κανόνες. Οι επιστολές σύμφωνα με τα προηγούμενα ξεκινούν με ένα προοίμιο το οποίο αποτελείται από έναν ηθικό χαρακτηρισμό. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι φράσεις «Ὅτε τῆς ἱεραρχίας κατὰ νοῦν τὸ μέγεθος ἀναλήψομαι καὶ πολλῷ τὴν ἀνθρωπίνην εὐτέλειαν τῆς ἐκείνῃ προσούσης ἀπολείπουσαν τελειότητος...», «Ἀγάπης μὲν ὡς ἀληθῶς οὐδὲν κτῆμα σεμνότερον, οὐδὲ τιμιώτερον, καὶ ταῖς κοιναῖς ἐννοίαις ἀνωμολόγηται καὶ τοῖς θείοις λογίοις ἐπιμαρτύρεται». Εξαίρεση στον κανόνα αυτόν μπορούμε να βρούμε στις επιστολές του Φωτίου σε δύο μόνο περιπτώσεις. Η πρώτη περίπτωση αφορά στις επιστολές που ο Φώτιος καλείται να απαντήσει σε ερμηνευτικό ερώτημα. Δεν ξεκινάει με κάποιο προοίμιο ηθικού περιεχομένου, αλλά θέτει εξ αρχής το ερώτημα ή προβάλλει κάποια ερμηνεία. «Ἐρωτᾶς, πῶς ἔστι λέγειν Θεὸν τὸν Πατέρα, Θεὸν τὸν Υἱὸν, Θεὸν τὸ Πνεῦμα...» ή σε άλλη περίπτωση «Το ἐφ’ ᾧ πάντες ἥμαρτον, ὅπερ Παῦλος μὲν ὁ θεῖος ἔφησεν, σὺ δὲ μαθεῖν ᾔτησας...». Η δεύτερη περίπτωση στην οποία απουσιάζει το προοίμιο είναι όταν στην επιστολή πρόκειται να ασχοληθεί με συγκεκριμένο γεγονός το οποίο απαιτεί άμεση λύση. Στην περίπτωση αυτή εισάγει απευθείας το βασικό θέμα.
Εξίσου τυπικός και συνεπής αποδεικνύται ο ι. Φώτιος και στην κατακλείδα των επιστολών του. Το τέλος των επιστολών του καταλαμβάνει συνήθως μια ευχή ή προτροπή ή προσευχή ή και περίληψη όσων έχει προηγουμένως αναπτύξει. Μία από τις συνήθεις ευχές του είναι η λέξη «ἔρρωσο». Η ίδια ευχή βρίσκεται και με μία άλλη παραλλαγή· «τὰ δ’ ἄλλα ψυχῇ καὶ σώματι ἔρρωσο». Άλλη περίπτωση ευχής αποτελεί η πρόταση «εἴη δὲ τὰ ἡμέτερα πάθη, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν περὶ ἡμᾶς σπλαχνιζομένου, τῶν προειρημένων τὸ ἕτερον, ἀλλὰ μὴ βαρυτέρας τιμωρίας καὶ ἀπαρακλήτου προοίμιον». Μία άλλη περίπτωση κατακλείδας περισσότερο ηθικού χαρακτήρα, εντασσόμενη μέσα στο θέμα και το πνεύμα της επιστολής είναι η ακόλουθη: «Ἔχεις τοιγαροῦν κατ’ ἐπιστολὴν ἐκ τῶν εἰρημένων, οἷμαι, τὸ τε εὔλογον καὶ ἀκόλουθον καὶ θεοφιλὲς τῆς τοῦ πιστοῦ Ἀβραὰμ διανοίας καὶ πράξεως, δι’ ὧν λογισμὸς ἅπας χυδαῖος καὶ πεπατημένος καὶ ἀντικείμενος ἀπελαύνεται». Τέλος, πρέπει να προσθέσουμε σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις και τις επιστολές εκείνες, οι οποίες είναι πάρα πολύ σύντομες, δίνουν μια περιληπτική απάντηση, ενώ δεν περιλαμβάνουν κανένα από τα γενικά χαρακτηριστικά της επιστολογραφίας (προοίμιο, κατακλείδα, κ.α.).
Τέλος, ευρεία χρήση στις επιστολές του κάνει ο Φώτιος και της αρχαίας ελληνικής κλασικής γραμματείας. Άλλοτε στην αρχή του κειμένου (Εὐνομος ᾄδων ἐσεμνύνετο, φασίν, ὁ Λοκρός), άλλοτε στη μέση της επιστολής (Εἴθε μοι τῶν σῶν ἦν ἐνάμιλλα λόγων τὰ ἔργα· οὐχ ἳνα ὄντες ἀκεστοριδῶν Γαληνὸς καὶ Ἱπποκράτης, ὡς αὐτὸς ἡμᾶς θειάζων γράφεις, ὑπεξίστανταὶ μοι τῶν πρωτείων), ο ι. πατήρ βρίσκει κάθε φορά κάτι σχετικό να αναφέρει από τη θύραθεν γραμματεία. Οι παραθέσεις και οι αναφορές του αυτές δεν πηγάζουν από πρόθεση επίδειξης της πολυμάθειας και ευρυμάθειάς του, αλλά είναι το φυσικό αποτέλεσμα μιας αληθινής και ευρείας παιδείας που κατέχει. Είχε δηλαδή αφομοιώσει όλα τα διδάγματα των συγγραφέων αυτών και πλέον αποτελούσαν κτήμα του ώστε να μπορεί με μεγάλη ευκολία να παραπέμπει σε απόψεις και παραδείγματα της ελληνικής κλασικής αρχαιότητας.

*
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης,
Θεολογική Σχολή, GRI-2012-7944



Η μετεξέλιξις του ρωμαϊκού κράτους σε βυζαντινό / η απαρχή του βυζαντινού μεσαίωνος





του
ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΥ



ΕΝΩ ΤΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΒΥΘΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ, Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΜΕΤΑΙ


᾽Απὸ τὸν ῾Ηράκλειο τὸ ἀνατολικὸ κράτος παίρνει στροφὴ πρὸς τὸ Μεσαίωνα. Αὐτὸ φανερώνεται παντοῦ. ῾Ο Ρωμαϊκὸς τρόπος ζωῆς σταματᾶ καὶ ἀρχίζει ὁ Βυζαντινός. Δέκα εἶναι τὰ πιὸ χτυπητὰ σημεῖα ποὺ δείχνουν τὴν ἀλλαγή : 



ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΜΙΣΤΟΣ – ΠΛΗΘΩΝ



του
Κ. Δ. Γεωργούλη
Περιοδικὸν « Νέα ῾Εστία » 1958



Οἱ χρόνοι κατὰ τοὺς ὁποίους ἔζησεν ὁ Γεώργιος Γεμιστὸς Πλήθων ( 1360 - 1452 ) ἀποτελοῦν τμῆμα τῆς μεταβατικῆς ἐποχῆς, ποὺ ὁδηγεῖ στοὺς νεωτέρους χρόνους. Μέσα στὰ διακόσια ἔτη, ποὺ μεσολαβοῦν ἀτὸ τὸ 1358 ἕως τὸ 1550, κυριαρχεῖ προσπάθεια νὰ πραγματωθῆ ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὸ μεσαιώνα καὶ νὰ ἀναμορφωθῆ ἐπάνω σὲ καινούριες βάσεις ὁ ἀνθρώπινος πολιτισμός... Κατὰ τὸ διάστημα τῶν δύο αἰώνων ποὺ ἐσημειώσαμε, ἐπιτελεῖται μία ἀναμόρφωση τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς : « ῾Η Ἀναγέννηση »... ῾Η ᾽Αναγέννηση δεσπόζεται ἀπὸ τὴν τάση νὰ δημιουργήση κάτι τὸ νέο. Στὴν ἐκζήτησή της αὐτὴ βοθεῖται ἀπὸ τὴ συναίσθηση ὅτι τὸ παρὸν δὲν τὴν ἱκανοποιεῖ. ῾Ο πολιτισμὸς τοῦ μεσαιῶνος τῆς φαίνεται ἀνίκανος νὰ ἀνταποκριθῆ πρὸς τὶς νέες ἀνάγκες καὶ ἐπιδιώξεις τῆς ζωῆς... Ἀπορρίπτουν γενικὰ ὅλες τὶς ἀξίες, ποὺ ἴσχυαν κατὰ τὸ μεσαιώνα, τὴ μεσαιωνικὴ ἐπιστήμη, τὴ μεσαιωνικὴ παράδοση, τὴ μεσαιωνικὴ τέχνη...
῾Ο Πλήθων ἐζοῦσε ἔντονα τὸ βίωμα τῆς ἀναταραχῆς, ποὺ σημειώνεται κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Ἀναγεννήσεως. ῾Η κρίση ποὺ ἐχείμαζε τότε τὸν πολιτικὸ βίο τοῦ ἀναγεννωμένου ἑλληνικοῦ γένους, ἡταν ἔντονα αἰσθητὴ στὴν ψυχή του. ῾Η ἀγωνία τῆς πάλης ποὺ διεξῆγε τὸ γένος τῶν ἑλλήνων πρὸς τοὺς Τούρκους καὶ τοὺς Λατίνους, ἦταν κάτι ποὺ εἶχε συυαισθανθῆ πολὺ πρώιμα.
Πληροφορίες σχετικὲς μᾶς δίνουν ἡ ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Μανουὴλ Παλαιολόγο, γραμμένη στὰ 1414, τὸ ὑπόμνημα πρὸς τὸν Θεόδωρο Παλαιολόγο, γραμμένο στὰ 1416, καὶ τὸ ὑπόμνημα πρὸς τὸν Μανουὴλ Παλαιολόγο, γραμμένο κατὰ τὸ 1418. ῾Ο Πλήθων βλέπει καθαρὰ τὸ μέγεθος τοῦ κὶνδύνου ποὺ ἀπειλεῖ τὸ γένος καὶ προτείνει μέτρα γιὰ τὴ σωτηρία. Κατανοεῖ ὅτι γιὰ νὰ ἀντιμετωπισθοῦν οἱ κίνδυνοι χρειάζεται γενικὴ ὀργανωτικὴ ἀναμόρφωση τοῦ πολιτειακοῦ ὀργανισμοῦ.
Προτείνει μέτρα ριζοσπαστικά· κοινὴ κτήση τῆς γῆς καὶ διαίρεση τῶν πολιτῶν σὲ τρεῖς τάξεις σύμφωνα μὲ τὶς ὑποδείξεις ποὺ εἶχε κάμει ὁ Πλάτων στὴν « Πολιτεία » του.
Κατανοεῖ τὴ σπουδαιότητα ποὺ ἓχει γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ κράτους ἡ ὀργάνωση τοῦ στρατοῦ, θεωρεῖ ἀνάξια ἐμπιστοσύνης τὰ μισθοφορικὰ στρατεύματα καὶ ζητεῖ τὴν ὀργάνωση στρατοῦ ἀπὸ κατοίκους τῆς Πελοποννήσου. Προτείνει νέο σύστημα φορολογίας, ἐξυγίανση τοῦ νομίσματος, περιορισμὸ εἰσαγωγῆς ξένων ἐμπορευμάτων, ἀνταλλαγὴ ξένων εἰσαγομένων εἰδῶν πρὸς ἐξαγόμενα ἐντόπια εἴδη, ἐπιβολὴ προστατευτικῶν δασμῶν καὶ φορολογικὲς διευκολύνσεις γιὰ τὴν εἰσαγωγὴ χρησίμων εἰδῶν.
Μὲ πραγματικὴ στρατηγικὴ καὶ πολιτικὴ ὀξυδέρκεια ἀντιλαμβάνεται τὴ σημασία ποὺ εἶχε γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῆς ἑλληνικῆς αὐτοκρατορίας ἡ Πελοπόννησος :
« Ἀλλ’ εἰς ἀσφάλειαν τίνος οὐκ ἂν εἰη κρείττων χώρας; νῆσός τε οὖσα τηλικαύτη ὁμοῦ καὶ ἤπειρος ἡ αὐτὴ,καὶ παρέχουσα τοῖς ἐνοικοῦσι κατὰ τρόπον χρωμένοις ταῖς ὑπαρχούσαις ἀφορμαῖς, ἀπ’ ἐλαχίστης μὲν τῆς παρασκευῆς, εἰ’ τις ἐπίοι, ἀμύνεσθαι, ὑπάρχειν δὲ καὶ ἐπεξιέναι, ὅταν ἐθέλωσιν. Ὤστε καὶ ἄλλης οὐκ ὀλίγης ἂν ρᾳδίως πρὸς τῆδε κρατεῖν ». δηλαδή:
( Ἀλλὰ σχετικὰ μὲ τὸ ζήτημα τῆς ἀσφαλείας, ἀπὸ ποιά χώρα δὲν εἶναι ἀνώτερη; γιατὶ σύγχρονα εἶναι ἡ ἴδια καὶ μεγάλη νῆσος καὶ ἤπειρος καὶ δίνει τὴ δυνατότητα στοὺς κατοίκους της, ὅταν κατὰ κατάλληλο τρόπο χρησιμοποιοῦν τὰ ὁρμητήριά της, νὰ ἀποκρούουν μὲ ἐλάχιστη προπαρασκευὴ τὸν ἐχθρὸ ποὺ θὰ ἔκανε ἐπίθεση. Παρέχει ἀκόμη τὴν εὐκαιρία νὰ κάνουν οἱ κάτοικοί της ἐκστρατεῖες ἐναντίον ἄλλων, ὅταν θέλουν. ῞Ωστε θὰ ἠμποροῦν εὒκολα νὰ γίνωνται κύριοι καὶ ἄλλης χώρας ).
Ὁ Πλήθων αἰσθάνεται βαθύτατα τὴν ἱστορικὴ συνέχεια τοῦ ἑλληνικοῦ γένους. ῾Η Πελοπόννησος εἶναι γι’ αὐτὸν χώρα ποὺ διατηρήθηκε πάντοτε ἑλληνική· « ᾽Εσμὲν γὰρ οὖν, ὧν ἡγεῖσθέ τε καὶ βασιλεύετε, ῞Ελληνες τὸ γένος, ὡς ἤ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ. ῞Ελλησι δὲ οὐκ ἔστιν εὑρεῖν εἰ’ τις ἄλλη οἰκειοτέρα χώρα, οὐδὲ μᾶλλον προσήκουσα ἢ Πελοπόννησός τε καὶ ὅση δὴ ταύτῃ τῆς Εὐρώπης προσεχής, τῶν τε αὖ νήσων αἱ ἐπικείμεναι. Ταύτην γὰρ δὴ φαίνονται τὴν χώραν ῞Ελληνες ἀεὶ οἰκοῦντες οἱ αὐτοὶ ἐξ ὅτουπερ, ἄνθρωποι διαμνημονεύουσιν, οὐδένων ἄλλων προενῳνηκότων ».
( ᾽Εμεῖς, ἐπάνω στοὺς ὁποίους εἶσθε ἡγεμόνες καὶ βασιλεῖς, εἴμαστε Ἕλληνες κατὰ τὴν καταγωγή, ὅπως μαρτυρεῖ ἡ γλώσσα καὶ ἡ πατροπαράδοτος παιδεία. Εἶναι ἀδύνατο νὰ εὕρη κανεὶς μιὰν ἄλλη χώρα, ποὺ νὰ εἶναι περισσότερο οἰκεία καὶ συγγενικὴ στοὺς ῞Ελληνες ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο, καθὼς καὶ ἀπὸ τὸ τμῆμα τῆς Εὐρώπης ποὺ γειτονεύει μὲ τὴν Πελοπόννησο καὶ ἀπὸ τὰ νησιὰ ποὺ γειτονεύουν πρὸς αὐτή. Γιατὶ εἶναι φανερὸ ὅτι οἱ Ἕλληνες κατοικοῦσαν πάντοτε αὐτὴ τὴ χώρα, ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ ἀρχίζει ἡ μνήμη τῶν ἀνθρώπων, χωρὶς προηγουμένως νὰ ἔχη κατοικήσει μέσα σ’ αὐτὴ κανένας ἄλλος λαός).
Οἱ σχετικὲς μὲ τὴν ὀργάνωση τῆς Πελοποννήσου προτάσεις τοῦ Πλήθωνος δείχνουν ὅτι ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ ἐκτιμᾶ τὴν πραγματικὴ κατάσταση τοῦ παρόντος. Κστανοεῖ τὴ σημασία ποὺ ἔχει γιὰ τὸ κράτος ἡ στρατιωτικὴ ἀνασύνταξη καὶ ἡ ἀναδιοργάνωση τῆς οἰκονομίας καὶ τοῦ ἐμπορίου. Συνδυάζει δύο χαρακτηριστικά, ποὺ προσιδιάζουν γενικὰ στὴ νοοτροπία τῶν σοφῶν τῆς Ἀναγεννήσεως, τὴν οὐτοπιστικὴ* πτήση τῆς φαντασίας καὶ τὴ ρεαλιστικὴ* ματιά. ῾Η πολιτική του ὀξυδέρκεια τὸν βοηθεῖ νὰ ἀντιληφθῆ ὅτὶ τὸ ἑλληνικὸ γένος δὲν εἶχε τίποτε νὰ ὠφεληθῆ ἀπὸ τοὺς Λατίνους. Οἱ περιποιήσεις καὶ οἱ τιμές, ποὺ ἐπροθυμοποιήθηκαν νὰ τοῦ προσφέρουν κατὰ τὸ έτος 1438 στὴ Φλωρεντία οἱ Λατίνοι κατὰ τὸ διάστημα τῆς συνόδου γιὰ τὴν ἔνωση τῶν ῎Εκκλησιῶν, δὲν τὸν ἐπηρέασαν καθόλου.
Ἄν γιὰ τὴ Δυτικὴ Εὐρώπη οἱ χρόνοι τῆς ᾽Αναγεννήσεως εἶναι ἐποχὴ πνευματικῆς ἀναταραχῆς καὶ κρίσεως, γιὰ νὸ ἑλληνικὸ γένος εἶναι ἐποχὴ τραγικῆς ἀγωνίας. Τὸ ἑλληνικὸ κράτος τῆς Κωνσταντινουπόλεως κάθε στιγμὴ εἶναι ἀναγκασμένο νὰ προασπίζη τὴν ὕπαρξή του διεξάγοντας ἀγῶνες καὶ πρὸς τὴ δύση καὶ πρὸς τὴν ἀνατολή. Τὰ ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τὸ 1350 - 1453, μέσα στὰ ὁποῖα ζῆ καὶ δρᾶ ὁ Πλήθων, εἶναι γιὰ τὸ ἑλληνικὸ γένος ὁ κρισιμότατος αἰώνας τῆς ὑπάρξεώς του. Οἱ σοφοὶ τοῦ Γένους ἀντιλαμβάνονται ὅτι ἕνα μόνο ἀποτελεσματικὸ ὅπλο ἔμενε γιὰ τὸ ἔθνος, ἡ πνευματικὴ ἀναμόρφωσή του. Μὲ ἀκλόνητη πίστη στὴν πνευματικὴ ἀποστολὴ τοῦ Γένους ξαναγυρίζουν στὸ ἱστορικὸ παρελθόν, γιὰ νὰ ἀντλήσουν ἀπ’ αὐτὸ καινούρια δύναμη.
῞Οταν ὁ Πλήθων ὀνομάζη τοὺς Τούρκους Παροπαμισάδας* καὶ τοὺς ταντίζη μὲ τοὺς παλαὶοὺς Πέρσας, μέσα στὴν ψυχή του ἀναγεννιέται ἡ ἐλπίδα ὅτι ἠμποροῦσε τὸ Γένος νὰ ἐπαναλάβη τὰ τρόπαια τῶν ᾽Αθηναίων, τῶν Λακεδαιμονίων καὶ τῶν Μακεδόνων. Στοὺς ἀγῶνες τοῦ Γένους ἐναντίον τῶν Τούρκων βλέπει τὴ συνέχεια τῆς πάλης τῶν παλαιῶν ῾Ελλήνων πρὸς τοὺς βασιλεῖς τῶν Περσῶν. « Οἱ Παροπαμισάδαι τὸ πάλαι ὄντες, ὑπὸ δὲ Ἀλεξάνδρου τοῦ Φιλίππου καὶ τῶν, μετ’ ἐκείνου ῾Ελλήνων ἐπιβουλευθέντες τε καὶ κρατηθέντες πάρεργον τῆς εἰς ᾽Ινδοὺς τότε παρόδου, δίκας νῦν ἡμᾶς ταύτας διὰ μακροῦ μέν, πολλαπλασίας δὲ τῶν ὑπηργημένων εἰσπράττουσιν, ῞Ελληνας ὄντας, καὶ νῦν πολλαπλασίαν τὴν δύναμιν κεκτημένοι ἢ ἡμεῖς, τὰ ἐσχατα περὶ ἡμῶν βουλευόμενοι ἑκάστοτε διατελοῦσιν ». (Αὐτοί, δηλαδὴ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ εἶναι ὡς πρὸς τὴν παλαιά τους καταγωγὴ Παροπαμισάδαι, ἐπειδὴ ὁ ᾽Αλέξανδρος ὁ υἱὸς τοῦ Φιλίππου καὶ οἱ μαζὶ μὲ αὐτὸν ῞Ελληνες τοὺς ἐπιβουλεύθηκαν καὶ τοὺς ἐνίκησαν, σὲ ἕναν ἀγώνα, ποὺ ἀποτελοῦσε πάρεργο μέρος τῆς προελάσεως ποὺ ἐπιχείρησαν τότε πρὸς τὴ χώρα τῶν ᾽Ινδῶν, τώρα, ἔπειτα ἀπὸ πολὺν καιρό, πολὺ μεγαλύτερες τιμωρίες γιὰ ἐκδίκηση, γιὰ τὰ παθήματα ποὺ ἔπαθαν ἐκ μέρους μας, ἐπιβάλλουν σὲ μᾶς, ποὺ εἴμαστε ῞Ελληνες. ῎Εχουν τώρα αὐτοὶ δύναμη πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ δική μας, καὶ κάθε φορὰ σκέπτονται τὴν ἐξόντωσή μας ). ( ῞Υπομν. πρὸς Θεόδωρον ). Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Πλήθων ἀποφάσισε νὰ ἐγκατασταθῆ στὴν Πελοπόννησο. Στὴν ἀπόφασή του αὐτὴ πρέπει νὰ τὸν ὤθησε μιὰ ρεαλιστικὴ ἀντιμετώπιση τῆς καταστάσεως. Εἶχε ἀντιληφθῆ ὅτι ἀπ’ ἐκεῖ ἦταν δυνατὸ νὰ γίνη ἐξόρμηση γιὰ τὴν ἀναμόρφωση τοῦ Γένους.
Γιὰ τὴν ἰδιωτικὴ ζωὴ τοῦ Πλήθωνος δὲν ἔχουν περισωθῆ πλη-ροφορίες. ῞Ολος του ὁ βίος ἦταν ἀφιερωμένος στὴν ἐξυπηρέτηση τῶν κοινῶν. Τὸ ἔτος τῆς γεννήσεώς του πρέπει νὰ τοποθετηθῆ μεταξὺ τοῦ 1360 - 1370. Μαρτυρία ρητὴ γιὰ τὴ χρονολογία τῆς ἐγκαταστάσεώς του στὴν Πελοπόννησο δὲν μᾶς ἔχει παραδοθῆ. Ἀπὸ συνδυασμὸ γεγονότων καταλήγουν οἱ ἱστορικοὶ νὰ τοποθετήσουν τὴν ἄφιξή του στὸ Μιστρὰ γύρω στὰ 1414. ἱστορικὰ βεβαιωμένη εἶναι ἡ στενή του σχέση μὲ τοὺς Παλαιολόγους, ποὺ τὸν ἐτίμησαν μὲ δωρεὲς « διὰ τὸ ὕψος τῆς ἐν αὐτῷ σοφίας καὶ τῶν ἄλλων καλῶν τε καὶ πλεονεκτημάτων, ὧν ὁ Θεὸς αὐτῷ ἐδωρήσατο ».
Τὸ σπουδαιότερο γεγονὸς τῆς ζωῆς του τὸ ἀποτελεῖ ἡ συμμετοχή του στὴ σύνοδο γιὰ τὴν ἕνωση τῶν ᾽Εκκλησιῶν κατὰ τὸ 1438 καὶ ἰδιαίτερα ἡ διατριβή του κατὰ τὸ ἴδιο ἔτος στὴ Φλωρεντία. ῾Η ἐπιδημία του στὴν ἰταλικὴ αὐτὴ πόλη εἶναι γεγονὸς ποὺ ἔχει σημασία γιὰ τὴν πνευματικὴ ἐξέλιξη τοῦ δυτικοῦ εὐρωπαϊκοῦ κόσμου. Γιὰ πρώτη φορὰ μὲ τὴν παρουσία τοῦ Πλήθωνος ἔρχεται ὁ δυτικὸς κόσμος σὲ γνήσια ἐπαφὴ μὲ τὴν πλατωνικὴ φιλοσοφία. ῾Ο ἴδιος ὁ Πλήθων γίνεται ἀρχηγέτης τῆς ἰταλικῆς φιλοσοφικῆς ἀναγεννήσεως μὲ τὴ συγγραφὴ τῆς πραγματείας του « Περὶ ὧν ὁ ᾽Αριστοτέλης πρὸς Πλάτωνα διαφέρεται », ποὺ ἐγράφηκε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὴ Φλωρεντία. Ἀλλὰ ἀκόμη σημαντικότερο γιὰ τὴν πνευματικὴ ἱστορία τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης εἶναι τὸ γεγονὸς τῆς ἐπαφῆς τοῦ Πλήθωνος μὲ τὸ δεσπότη τῆς Φλωρεντίας Cosimo de Medici ( Κοσμᾶς ὁ Μέδικος ). Σ’ αὐτὴν ὀφείλεται ἡ ἵδρυση τῆς πρώτης κρατικῆς Ἀκαδημίας, ποὺ ἔγινε κατὰ τὸ 1470 ἀπὸ τὸν Cosimo. ῾Η σχετικὴ μαρτυρία μᾶς παρέχεται ἀπὸ τὸν γνωστὸ μεταφραστὴ τοῦ Πλωτίνου καὶ νεοπλατωνικὸ ᾽Ιταλὸ φιλόσοφο Marsilio Ficino. Στὸν πρόλογο τῆς μεταφράσεως τῶν « ᾽Εννεάδων » γράφει ὁ ᾽Ιταλὸς σοφὸς τὰ ἀκόλουθα : « ῾Ο μέγας Κόσιμο... κατὰ τὸν καιρόν, ποὺ ἐγίνονταν μεταξὺ τῶν ῾Ελλήνων καὶ Λατίνων κατὰ πρωτοβουλίαν τοῦ Πάπα Εὐγενίου σύνοδος, τὸν ῞Ελληνα φιλόσοφο, ποὺ εἶχε ὄνομα Γεμιστὸς καὶ παρώνυμο Πλήθων καὶ ἦταν ἕνας ἄλλος Πλάτων, πολὺ συχνὰ τὸν εἶχε ἀκροασθῆ νὰ μιλῆ γιὰ τὰ Πλατωνικὰ μυστήρια. Ἀπὸ τὸ διάθερμο ( ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ) στόμα του τόσο πολὺ εἶχεν ἀμέσως ἐμπνευσθῆ, ὥστε νὰ συλλάβη ἀπὸ τότε στὸ βαθύ του στοχασμὸ κάποιαν Ἀκαδημία, ἔχοντας σκοπὸ νὰ τὴν ἱδρύση σὲ κατάλληλη εὐκαιρία ». ῎Ετσι ἡ μεγαλεπήβολη σκέψη τοῦ Πλάτωνος γιὰ τὴν ἵδρυση ἑνὸς κρατικοῦ ἱδρύματος ἀφιερωμένου στὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἔριχνε στερεὲς ρίζες μὲ τὴ μεσολάβηση τοῦ Πλήθωνος στὸ ἰταλικὸ ἔδαφος. ῾Η φλωρεντινὴ Ἀκαδημία ἀναδείχθηκε τὸ πρότυπο, γιὰ νὰ ἱδρυθοῦν ἔπειτα παρόμοια ἱδρύματα. Μὲ τὴν ἱδρυσή τους κατανικήθηκε τὸ συντηρητικὸ πνεῦμα τῶν Πανεπιστημἴων καὶ ἀνοίχθηκε ὁ δρόμος γιὰ τὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα.
῾Η σύνοδος τοῦ 1438 δὲν ἔφερε κανένα εὐνοϊκὸ ἀποτέλεσμα γιὰ τὸ ἑλληνικὸ γένος. ῾Ο Πλήθων ἐξαναγύρισε στὴν Πελοπόννησο καὶ συνέχισε τὴ διδασκαλικὴ καὶ συγγραφική του δράση.
Τὰ ἱδρύματα τῶν Ἀκαδημιῶν δίκαιο εἶναι νὰ τὸν ἀναγνωρίζουν γιὰ πατέρα τους. Τὸ ἑλληνικὸ γένος χρεωσπεῖ σ’ αὐτὸν τὸ ξαναζωντάνεμα σὲ μιὰ τραγικὴ στιγμὴ τῆς ἐθνικῆς του αὐτογνωσίας. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ ζῆλος του γιὰ τὴν ἀναμόρφωση τοῦ Γένους τὸν ἔκαμε νὰ παραγνωρίση τὴ σημασία ποὺ εἶχε γιὰ τὸ λαὸ τῶν ῾Ελλήνων τὸ χριστιανικὸ βίωμα. Στὴν ἐκτροπή του ὅμως αὐτὴ τὸν ὤθησε ἡ συναίσθηση τῆς ἀγωνίας ἐμπρὸς στὴ δύσκολη ἱστορικὴ συγκυρία. Εἶχε τὴ σύνεση νὰ σκεπάζη μὲ τὸν πέπλο τῆς σιωπῆς τὰ τολμηρὰ ἀναμορφωτικά του σχέδια καὶ νὰ παρέχη τὴ ζωή του ὑπόδειγμα σεμνότητος καὶ ἀρετῆς. Ἄξιος ἐπαινέτης του ὁ μαθητής του καρδινάλιος Βησσαρίων*, ἐκφράζοντας τὸν πόνο ποὺ αἰσθάνθηκε τὸ Γένος γιὰ τὸ θάνατό του, τὸν, κατατάσσει στὸν οὐράνιον χῶρο συγχορευτὴ τῶν ἀθανάτων « τὸν μυστικὸν τοῖς ᾽Ολυμπίοις θεοῖς συγχορεύσοντα ἴακχον ». Καὶ μὲ τὴν καρδιὰ γεμάτη ἀπὸ σεβασμὸ καὶ εὐλάβεια συνθέτει τὸ ἀκόλουθο ἐγκωμιαστικὸ ἐπίγραμμα:
Πολλοὺς μὲν φῦσεν ἀνέρας θεοειδέας ῾Ελλὰς
προὔχοντας σοφίῃ τῇ τε ἄλλῃ ἀρετῇ.
Ἀλλὰ Γεμιστός, ὅσον Φαέθων ἄστρων παταλλάσσει,
τόσον τῶν ἄλλων ἀμφότερον κρατέει.
( Πολλοὺς θεόμορφους ἄνδρες ἐγέννησεν ἡ ῾Ελλάς, ποὺ προεξέχουν κατὰ τὴ σοφία καὶ τὶς ἄλλες ἀρετές. Ὁ Γεμιστὸς ὅμως ὑπερέχει ἀπὸ τοὺς ἄλλους κατὰ τὰ δύο, ὅσο ὑπερέχει ὁ ἥλιος ἀπὸ τὰ ἄστρα ).



ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ



ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ & ΗΡΩΙΣΜΟΙ
του
Πλάτωνος Ροδοκανάκη



Φιλανθρωπία
῾Ο βυζαντινὸς κόσμος, παρ’ ὅλην τὴν αὐστηρότητα, ἡ ὁποῖα τὸν διακρίνει εἰς πολλά, παρουσιάζει τὸ μοναδικὸν φαινόμενον τῆς ὡργανωνένης φιλανθρωπίας, διὰ τὴν ὁποίαν ὑπερηφανεύεται ὁ σημερινὸς πολιτισμός. Οὕτως εἰς ὅλας τὰς μίκρασιατικάς πόλεις κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Βυζαντίου ὑπῆρχον καὶ διετηροῦντο ὑπὸ φιλανθρώπων κυριῶν γηροτροφεῖα, πτωχοτροφεῖα, ὀρφανοτροφεῖα, ξενοδοχεῖα διὰ τούς ξένους, ἀστέγους καὶ τοὺς ἀσθενεῖς, καὶ πολλὰ ἄλλα εὐαγῆ* ἰδρύματα. Παρόμοια τούτων, μέχρι τῶν νεωτέρων τουλάχιστον χρονων, κανὲν ἐκ τῶν κρατῶν της Δύσεως δέν ἔχει νὰ ἐπιδείξῃ.
Τὰ ἰδρύματα ταῦτα συνεκέντρωνον ὅλας τὰς δυστυχίας τῆς τότε κοινωνίας εἰς τὸν αὐτὸν περίβολον, μέσα εἰς ἀπειρίαν μικρῶν οἰκίσκων, ὄπου ὁ πάσχων εἶχε καὶ κάποιον ἀπεσπασμὲνον εἰς τὴν ὑπηρεσίαν του. Παρὰ τὸ πλευρὸν τῶν γερόντων εὑρίσκετο ἕνας νέος ἢ μία νεᾶνις, διὰ νὰ τοὺς δώση τὸ γάλα των. Τοὺς τυφλοὺς τοὺς ἐχειραγώγουν, ὅπως τοὺς καθίσουν εἰς τὸν ἥλιον καὶ οἱ ἄποδες εἶχον ἐκεῖ μέσα εἰς τὴν διάθεσίν των τὰ πόδια τῶν ἅλλων˙ τὰ μὴ ἔχοντα μητέρα βρέφη ἀνετίθεντο εἰς τὰς ἀγκάλας τροφῶν προς τοῦτο μισθοδοτουμένων. Μεταξὺ τῶν δυστυχῶν αὐτῶν, ἦσαν καί ὅσοι ξένοι ἕνεκα ἀσθενειῶν ἠναγκάζοντο νὰ διακόψουν τὸ ταξίδι των καὶ νὰ ζητήσουν βοήθειαν ἀπὸ τὴν φιλανθρωπίαν τῶν έν λόγῳ ἱδρυμάτων.
Δι’ ὅλον τὸ πλῆθος τῶν στεγαζομένων εἰς τὰ φιλανθρωπικὰ ταῦτα ἱδρύματα τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπῆρχε μία διεύθυνσις ὑπὸ τήν ἑποπτείαν προσώπου σημαίνοντος εἰς τὴν κοινωνίαν. Εἶχε δὲ ἡ διεύθυνσις αὔτη τὰ γραφεῖα της, τὰ λογιστικά της βιβλία˙ τοὺς προμηθευτάς της καὶ ὅ,τι ἄλλο ἐχρειάζετο δια τήν κανονικὴν αὐτῆς λειτουργίαν. Μέσα εἰς τὰ φιλανθρωπικὰ ταῦτα ἱδρύματα τοῦ Βυζαντίου, τὰ ὀρφανά, ὅταν ἐμεγάλωναν, ἐδιδάσκωντο μαζὶ μὲ τὰ ἄπορα τῆς συνοικίας. Καὶ χωρὶς, ἄλλο, ὄταν ἐτελείωναν τάς σπουδάς των, θὰ εὕρισκον ἀρκετὴν προστασίαν, δια νὰ τοποθετηθοῦν κάπου καὶ νὰ ζήσουν ἀνεξάρτητοι πλέον πολῖται.
Ἡ αὐτοκράτειρα, αἱ πριγκίπισσαι καὶ αἱ ἀρχόντισσαι συχνότατα ἐπεσκέπτοντο τὰ ξενοδοχεῖα, ὀρφανοτροφεῖα καὶ τοὺς ξενῶνας, διὰ νὰ παρηγορήσουν τοὺς ἀποκλήρους τῆς ἡλικίας, τῆς ὑγείας καὶ τῆς μοίρας καί νὰ ἀνακουφίσουν αὐτούς, προσφέρουσαι χρήματα, ἐνδύματα καί φαγώσιμα. Τὴν ἰατρικήν ὑπηρεσίαν ἐξετέλουν ἐκεῖ μέσα ρασοφοροῦντες ξενοδόχοι. Οὗτοι ἐθεράπευον, ἔδιδον συνταγάς καὶ παρεῖχον δωρεάν φάρμακα ἀκόμη καὶ εἰς τοὺς πτωχοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τοῦς ζητοῦντας τὴν βοήθειαν τῆς ἐπιστήμης.
῾Η ἀγία ῾Ελένη εἶναι ἡ πρώτη, ἡ ὁποία προσεπάθησε νὰ ἐσχυροποιήσῃ, καὶ αὐτὴ διὰ φιλανθρωπικῶν ἰδρυμάτων τὰ θεμέλια τῆς χριστιανικῆς φιλαλληλίας. Εἶναι ἡ πρώτη, ἡ ὁποία κατὰ τήν παράδοσιν ἵδρυσεν ἐν Κωνσταντινουπόλει γηροκομεῖον μαζὶ με ἄλλα φιλόθρησκα ἱδρύματα.
Κατὰ τὸν ὄγδοον αἰῶνα ἡ Εἰρήνη ἡ ᾽Αθηναία εὐσεβὴς καὶ φιλάρετος βασίλισσα, «πολλὰ ξενοδοχεῖα καὶ γηροκομεῖα ἵδρυσε καὶ φόρων κουφισμοὺς* καὶ ἄλλα πλεῖστα κατώρθωσε», ὅπως λέγει ὁ χρονογράφος. Πρὸς τούτοις εἰς τὴν ἰδίαν Εἰρήνην ἀποδίδεται ἡ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ἱδρυσις τοῦ «Πιστωρίου», συσσιτίου δηλαδὴ διὰ τους πένητας, ὅπου, ἄν μή τί ἄλλο, εὕρισκαν ὅμως οἱ πεινῶντες μίαν χορταστικὴν μερίδα ἅρτου· ἐπίσης καὶ ἡ προσφορά μεγάλης ἐκτάσεως γῆς, ὅπου, οἰκοδομήθη ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ, διὰ νὰ θάπτωνται δωρεαν οἱ πένητες καὶ οἱ ξένοι, πολλοὶ τῶν ὁποίων θὰ ἦσαν προσκινηταί, τῶν χειρῶν τῶν ὁποίων ἐξέφευγεν ἡ βακτηρία ἕνεκα τῶν ταλαιπωριῶν των ἀτελευτήτων ὀδοιποριῶν.
Μία ἄλλη βασίλισσα, Πλάκιλλα, ἡ σύζηγος Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου, ἀπό ὑπερβολικόν ζῆλον ἐξετέλει ἀκόμη καὶ τα ἐργα τῶν νοσοκόμων και ὑπηρετριῶν εἰς τα Νοσοκομεῖα. Ἡ φιλανθρωπία, δια τὴν ὁποίαν, ὅπως εἴπομεν, ὑπερηφανεύεται ὁ σημερινὸς πολιτισμός, εἰς τὸ πρόσωπον τὴςἐναρέτου αὐτοκράτειρας εὕρε τὸν τέλειον ὑπηρέτη της. Αἱ θεῖαι ἀρχαι τῆς Ἑκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἔχουσιν ἤδη δώσει τοὺς πρώτους ὡραίους καρποὺς τἤς ἀγάπης πρός τὸν πλησίον.
Δεν εἶναι δε μόνον αἱ Βασίλισσαι, ὅσαι προικίζουν με φιλάνθρωπα ἱδρύματα τὴν πρωτεύουσα τοῦ βυζαντινοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Καὶ ἄλλαι εὐγενεῖς γυναῖκες, ὑπείκουσαι εἰς τήν ἐπὶ τῶν καρδιῶν αὐτῶν εὐεργετικήν ἐπίδρασιν τῶν διδαγμάτων τής Ἑκκλησίας, ἀμιλλώνται ποία πρώτη νὰ βοηθήσῃ τὴν ὑπὸ τόσων ἀναγκῶν βασανιζομένην πτωχήν τάξιν.
῝Εν μόνον παράδειγμα ἀρκεῖ ν’ ἀναφέρω, δια να δεὶξῃ τήν φιλαλληλίαν τοῦ βυζαντινοῦ γυναικεῖου κόσμου καὶ τήν ἡμερότητα τοῦ μεσαιωνικοῦ μας πολιτισμοῦ.
῾Η Πατρικία Μάρη ἐπισκεφθεῖσα τάς φυλακάς, διά να κάμῃ ἐλεημοσύνας, ἠσθάνθη τόσον οἶκτον διά τὴν ζοφερότητά των, ὥστε παρεχώρησε τὴν μοναδικὴν οἰκίαν της εἰς τὸν αὐτοκράτορα διὰ τήν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς της. ῾Η εὐχαρίστηση της, ὅταν εἶδε μεταφερομένους ἑκεῖ τοὺς καταδίκους, ἦτο τόσον μεγάλη, ὥστε ἠ ἡμέρα ἐκείνη, ὅπως ἔλεγεν, ἦτο ὡραιοτέρα ἡμέρα τῆς ζωῆς της.
Ἡρωισμοί
Ὁ Βυζαντινὸς, κόσμος δὲν εἶχε μόνον ἄνδρας γενναίους ἀλλὰ καὶ γυναῖκας ἀξιοθαυμάστους διὰ τὴν ἀδάμαστον ψυχὴ καὶ τὸ ὑπερήφανον φρόνημά των.
῾Η φρικιαστική μοῖρα, ἡ ὁποία ἀνέμενε τὰς γυναῖκας τῶν βυζαντινῶν πόλεων, ὅσαι ἡ μία μετὰ τήν ἄλλην εἶδον νὰ ἐμπήγνυται* εἰς τὰς ἐπάλξεις των ἡ σημαία τῶν βαρβάρων βασιλέων, ἔκαμνεν αὐτάς νὰ ἐγκαταλείπουν τὰς οἰκιακάς των ἀσχολίας καὶ εἰς ἡμέρας κινδύνων ν’ ἀναλαμβάνουν ὁμοῦ μετὰ τῶν ἀνδρῶν τὴν ὑπεράσπισιν τῶν τειχῶν.
Αἱ γυναῖκες τῆς Θεσσαλονίκης κατὰ τὴν μοιραίαν ὑπὸ τῶν Τούρκων πολιορκίαν της ἔδειξαν ἀνδρείαν ὄντως ἐπικήν* . Διότι καὶ γυναῖκες, ἐξ, αὐτῶν ἀκόμη τῶν ἐπιφανῶν, συμμετεῖχον τοῦ πολέμου ἀνδρικῶς. ᾽Εκόμιζον μὲ ὅλην των τὴν ψυχήν ἐπὶ τῶν τειχῶν λίθους καὶ δοχεῖα πλήρη βραστοῦ ὕδατος, ὅπως ἐκσφενδονίζωνται κατὰ τῶν ἐχθρῶν. Πολλαὶ μάλιστα ἀπ’ αὐτάς ἐδείκνυον ἐντελῶς ἀνδρικὸν θάρρος, ἱστάμεναι παρὰ τὸ πλευρὸν τῶν ἀνδρῶν προέτρεπον αὐτοὺς, ν’ ἀγωνίζωνται κατὰ τῶν ἐχθρῶν μὲ ἀντοχήν καὶ γενναιότητα.
Δέν φαίνεται δὲ νὰ περιορίζεται τὸ γυναικεῖον ἐνδιαφέρον κατὰ τοὺς, ἀγῶνας αὐτούς μόνον εἰς πολεμιικάς ἀσχολίας. ῾Η φιλαλληλία δέν τάς ἀπησχόλει καὶ τότε ὀλιγώτερον. Βεβαίως τὴν ἑποχὴν ἐκείνην δὲν ὑπῆρχον οὔτε οἱ σημερινοὶ Ἐρυθροὶ Σταυροί, οὔτε αἱ ὠργανωμέναι ὑπηρεσίαι εἰς τοὺς στρατούς. Ἀλλ’ ὡς ἄγγελοι παρηγορίας δὲν ἔπαυον νὰ κύπτουν παρὰ τό πλευρόν τῶν τραυματιῶν, νὰ παρέχουν εἰς αὑτοὺς τὰς πρώτας βοηθείας καὶ νά τοὺς ἀνακουφίζουν ἀπό τοὺς πόνους τῶν ὀδυνηρῶν πληγῶν.
Κατά τήν πολιορκίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπὸ τῶν Τούρκων εἰς τὰ 1422, γυναῖκες τῆς πρωτευούσης, κατά τὴν ἀφήγησιν τοῦ ἱστορικοῦ τῆς ἐποχῆς, ὅσαι δέν μετέφερον πέτρας εἰς τὸ τεῖχος, ἐκρατοῦσαν «ὡὰ καὶ στυππίαι* καὶ τοὺς λαβωμένους ἰάτρευον». ῎Αλλαι φορτωμέναι μεγάλα δοχεῖα πλήρη ὕδατος ἥ οἴνου ἔσπευδον πρὸς τὰ μέρη, ὅπου ἐμαίνετο ἡ συμπλοκή. ᾽Εκεῖ, μέσα εἰς χάλαζαν βελῶν, λίθων καὶ ἀκοντίων, ἔδιδον νὰ δροσισθοῦν καὶ νὰ τονώσουν τάς δυνάμεις των οἰ ἀπὸ τὸν ἀγῶνα ἐξηντλημένοι ὑπερασπισταί, διὰ νὰ τρέξουν πάλιν καὶ νὰ τοξεύσουν κατὰ τῶν ἐχθρῶν βέλη περιτυλιγμένα διά στυππίων ἀλειμμένων μὲ τὸ ὑγρὸν πῦρ.
Τὰ ἐπὶ τῶν τειχῶν τρεχάματα αὐτὰ τῶν γυναικῶν δὲν ἦσαν ἀκίνδυνα, διότι κατὰ τὴν πολιορκίαν αὐτήν μερικαὶ γυναῖκες ἐκ τῶν εὑρισκομένων ἐκεῖ ἐπάνω «ἐλαβώθησαν μἑ σαγίτας», ὅπως λέγει ὁ χρονογράφος. ῾Ο κίνδυνος ὅμως, ὁ ὁποῖος δὲν ἠπείλει μόνον αὐτάς, ἀλλὰ καὶ τὰ μικρὰ παιδιά των, τοὺς ἔδιδε πάντοτε θάρρος. Διὰ τοῦτο ὡς ἡρωίδες μιθικῶν χρόνων, ἕνεκα τοῦ μητρικοῦ των φίλτρου, ἐσήκωναν τὰ φορέματά των καὶ ἀνερριχῶντο μέχρι τῶν ἐπισφαλεστέρων μερῶν τῶν προμαχώνων, ὅ που ἐμάχοντο μετὰ τῶν ἀνδρῶν.
῾Ο ρόλος ὁ ἡρωικὸς τῶν γυναικῶν εἰς ὅλας ἐν γένει τὰς πόλεις τὰς ὑφισταμένας ἐφόδους μαρτυρεῖται παρὰ τῶν ἱστορικῶν. ᾽Επὶ κεφαλῆς τῶν ἀγωνιζομένων γυναικῶν εὑρίσκεται κατὰ τὴν πίστιν τοῦ λαοῦ ἡ Παναγία, ὑπό τήν σκέπην τῆς ὁποίας εἶχε ταχθῆ ἡ Θεοφύλακτος πόλις. ῞Οταν οἱ ῎Αβαροι ἐπολιόρκουν τὴν Πόλιν, μία γυναίκα στολισμένη μέ ἰόχρωμα φορέματα ἐφάνη ἐπὶ τῶν προμαχώνων. Ἐπὶ τῆ θέᾳ της ἐσκοτίσθησαν οἱ ἐπιτιθέμενοι, κατελήφθησαν ὑπὸ τρόμου καὶ ἐτράπησαν εἰς φυγήν. Καὶ ὅταν ὁ ἐχθρὸς ἐξηφανίσθη δεκατισθείς, ἐτονίσθη ἐμπρός εἰς τήν εἰκόνα της ὁ θριαμβευτικὸς ψαλμός:
«Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια».



Βυζαντινή ποίησις



πανεπιστημιακαί παραδόσεις
του Τμήματος Φιλολογίας
Πανεπιστημίου Πατρών




ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΟΙΗΣΗ