ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2012/ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ (ΘΕΩΡ.Κ.) – ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ / ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ (ΜΕΡΟΣ Ε’)




επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού φιλολόγου-


 
Αριστοτέλη, Πολιτικά


 Ενότητα 11 

1. «Ἐπειδὴ … ὁρῶμεν»: Χρησιμοποιώντας τη λέξη «ὁρῶμεν» ο Αριστοτέλης δηλώνει, στην πραγματικότητα, ότι τα (λογικά) επιχειρήματά του συχνά τα συλλέγει προσέχοντας τη γύρω του πραγματικότητα. Και όχι, βέβαια, μόνο αυτό, αφού στη συνέχεια τα επιχειρήματα αυτά ο Αριστοτέλης τα χρησιμοποιεί κιόλας για την προώθηση της σκέψης του και για εξαγωγή συμπερασμάτων (θυμήσου π.χ. όσα διάβασες στην 1η ενότητα, όπου ο Αριστοτέλης συνήγαγε συμπεράσματα προσέχοντας τη «συμπεριφορά» της πέτρας και της φωτιάς). Με ποιο επίθετο θα χαρακτήριζες έναν τέτοιο στοχαστή, έναν τέτοιο φιλόσοφο; Ποιο επίθετο θα δήλωνε τότε το αντίθετο; (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 183) 


Απάντηση: Η χρήση του ρήματος «ὁρῶμεν» υποδηλώνει ότι ο φιλόσοφος στηρίζει τα λογικά του επιχειρήματα στην παρατήρηση της αντικειμενικής πραγματικότητας και στην εμπειρία. Το ίδιο είχε κάνει και στην 1η ενότητα των «Ηθικών Νικομαχείων» με τα παραδείγματα της πέτρας και της φωτιάς. Τα επιχειρήματα αυτά τα χρησιμοποιεί για την προώθηση της σκέψης του και για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Συνδύαζε τα χαρακτηριστικά του θετικού επιστήμονα με τη θεωρητική φιλοσοφική σκέψη. Αποδεικνύεται, δηλαδή, ότι ήταν εμπειρικός (θετικός) και όχι θεωρητικός φιλόσοφος.



2. «τοῦ κυριωτάτου πάντων»: Στα «Ηθικά Νικομάχεια» το υπέρτατο αυτό αγαθό ο Αριστοτέλης το είχε χαρακτηρίσει με την έκφραση «τὸ ἀκρότατον πάντων τῶν πρακτῶν ἀγαθῶν». Ποιο ήταν αυτό (:με ποια λέξη το δήλωνε); Γράψε ένα μικρό δοκίμιο (μιας ή δυο σελίδων) για τη σύμπτωση ή μη του υπέρτατου για το άτομο αγαθού με το υπέρτατο για την πολιτεία αγαθό. (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 183) 

Απάντηση: Με τη φράση «κυριωτάτου πάντων» ο Αριστοτέλης εννοεί το υπέρτατο αγαθό στο οποίο αποβλέπει η «πόλις», δηλαδή την ευδαιμονία του συνόλου των πολιτών. Η ανωτερότητα αυτού του αγαθού αποδεικνύει και την ανωτερότητα της ίδιας της πόλης έναντι των άλλων κοινωνιών. Με άλλα λόγια, εφόσον η πόλη είναι η «κυριωτάτη» όλων των κοινωνιών, και το αγαθό στο οποίο στοχεύει είναι το «κυριώτατον» όλων των άλλων αγαθών.
Ήδη στην εισαγωγή των «Ηθικών Νικομαχείων» είδαμε τις ερμηνείες που έδωσαν στον όρο «εὐδαιμονία» διάφοροι φιλόσοφοι, όπως και την ερμηνεία του Αριστοτέλη στο ομώνυμο έργο. Αρχικά, λοιπόν, η λέξη «εὐδαιμονία» (< εὖ + δαίμων) σήμαινε την εύνοια του θείου, κάτι που δίνεται δηλαδή στον άνθρωπο από το θεό. Αργότερα, για το περιεχόμενο της ίδιας λέξης μίλησε ο Ηράκλειτος και ο Δημόκριτος. Σύμφωνα με αυτούς, η κατάκτηση της ευδαιμονίας εξαρτάται από τον ίδιο τον άνθρωπο και τις ενέργειές του. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η ευδαιμονία δεν είναι κατάσταση, αλλά διαρκής ενέργεια της ψυχής με τους κανόνες της τέλειας αρετής.
Μελετώντας, λοιπόν, όλες τις παραπάνω απόψεις παρατηρούμε ότι ο όρος «εὐδαιμονία» αφορά τον ηθικό βίο του ανθρώπου. Για τον Αριστοτέλη, όμως, ο όρος αυτός έχει από τη μια ηθικό περιεχόμενο και αφορά τον άνθρωπο ως άτομο και από την άλλη είναι και ο προορισμός της πόλης, που αφορά τον άνθρωπο ως πολίτη. Ο άνθρωπος δηλαδή θα κατακτήσει με τις ηθικές ενέργειές του τόσο την ατομική ευδαιμονία όσο και την ευδαιμονία μέσα στα πλαίσια της πόλης συνυπάρχοντας αρμονικά με τους άλλους πολίτες και ενεργώντας ως πολίτης. Υπό την έννοια αυτή, οι πράξεις του είναι πολιτικές πράξεις, καθώς ενεργεί ως μέλος της πολιτικής κοινωνίας, και έχουν πολιτικές συνέπειες, εφόσον οδηγούν στην ευδαιμονία του πολιτικού συνόλου. Η άποψη αυτή διατυπώνεται ξεκάθαρα από τον ίδιο τον Αριστοτέλη στο έβδομο βιβλίο των «Πολιτικών» του, όπου αναφέρει ότι η ευδαιμονία του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά συμπίπτει με την ευδαιμονία της πόλης. Έτσι, επιβεβαιώνεται η άποψη ότι η ηθική φιλοσοφία είναι μέρος της πολιτικής φιλοσοφίας (βλέπε εισαγωγή «Πολιτικών», σελίδα 178 σχολικού εγχειριδίου).



3. Να δώσετε τον ορισμό της έννοιας «πόλις» όπως αυτός προκύπτει μέσα από το κείμενο και να επισημάνετε το προσεχές γένος της και την ειδοποιό διαφορά της.

Απάντηση: Σ’ αυτό το κείμενο ο Αριστοτέλης μας δίνει τον ορισμό της έννοιας «πόλις». Η «πόλις», λοιπόν, είναι μια μορφή ανώτερης κοινωνικής συνύπαρξης («ἡ πασῶν κυριωτάτη»), που εμπεριέχει όλες τις άλλες 2
(«πάσας περιέχουσα τὰς ἄλλας»), και αποβλέπει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά («τοῦ κυριωτάτου πάντων»). Είναι δε «ἡ κοινωνία ἡ πολιτική».
Στον ορισμό αυτό μπορούμε να διακρίνουμε το προσεχές γένος (genus proximum) της έννοιας «πόλις» και την ειδοποιό διαφορά της (specifica differentia). Συγκεκριμένα, το προσεχές της γένος, δηλαδή η ευρύτερη κατηγορία στην οποία εντάσσεται η έννοια, είναι ο όρος «κοινωνία» («κοινωνίαν τινα οὖσαν»), ενώ η ειδοποιός διαφορά της, δηλαδή το ιδιαίτερο εκείνο γνώρισμα που τη διαφοροποιεί από τις όμοιές της έννοιες, είναι το αγαθό στο οποίο αποβλέπει. Ειδικότερα, το αγαθό στο οποίο αποβλέπει, που είναι η ευδαιμονία των πολιτών, είναι το ανώτερο από όλα τα αγαθά των άλλων κοινωνιών και μ’ αυτό η «πόλις» επιδιώκει το συμφέρον του συνόλου των πολιτών. Αντίθετα, οι άλλες μορφές κοινωνίας επιδιώκουν ένα επιμέρους αγαθό για το συμφέρον των μελών τους.
Ο Αριστοτέλης επισφραγίζει τον ορισμό της έννοιας «πόλις» με τον χαρακτηρισμό πολιτική κοινωνία, δηλαδή την οργανωμένη πολιτειακά κοινωνία η οποία έχει αυτάρκεια, αυτονομία, ελευθερία, θεσμούς και πολίτευμα. Αφορά, λοιπόν, η πόλη τη γνωστή για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο πόλη - κράτος.



4. Να εντοπίσετε τις φράσεις του κειμένου που υποδηλώνουν την τελεολογική αντίληψη του Αριστοτέλη και να τις επεξηγήσετε.

Απάντηση: Στο κείμενο εντοπίζονται ορισμένες φράσεις που αποδεικνύουν ότι ο Αριστοτέλης εξετάζει τελεολογικά την έννοια «πόλις» καθώς και τις άλλες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης. Εξετάζει δηλαδή τα παραπάνω σε σχέση με το σκοπό για τον οποίο υπάρχουν και τον οποίο προσπαθούν να επιτύχουν. Σύμφωνα με την τελεολογική αντίληψη του φιλόσοφου, η οποία έχει αναλυθεί και σε προηγούμενες ενότητες, καθετί έχει δημιουργηθεί για να επιτελέσει ένα συγκεκριμένο σκοπό («τέλος») και να φτάσει στην τελείωση, την ολοκλήρωσή του. Έτσι και η πολιτική κοινωνία, όπως και κάθε κοινωνική ομάδα, συστάθηκε και υπάρχει για να επιτύχει ένα στόχο. Ο στόχος μάλιστα της πολιτικής κοινωνίας είναι ο ανώτερος, η ευδαιμονία όλων των πολιτών της. Συνδέει στο σημείο αυτό ο Αριστοτέλης τον άνθρωπο-πολίτη («πάντες») με την πόλη, δηλαδή την επιδίωξη του αγαθού ως σκοπού όλων των ανθρώπων με την επιδίωξη του αγαθού ως σκοπού της πόλης.
Συγκεκριμένα, σ’ αυτό το κείμενο το «τελικό αίτιο» υποδηλώνεται με τις εξής φράσεις:
«πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν … καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος ἕνεκεν συνεστηκυῖαν» και «πᾶσαι μὲν ἀγαθοῦ τινος στοχάζονται», δηλαδή όλες οι κοινωνίες έχουν συσταθεί για την επίτευξη ενός σκοπού, του αγαθού,
«τοῦ γὰρ εἶναι δοκοῦντος ἀγαθοῦ χάριν πάντα πράττουσι πάντες», δηλαδή όλοι κάνουν τα πάντα για ένα σκοπό, το αγαθό,
«μάλιστα δὲ καὶ τοῦ κυριωτάτου πάντων ἡ πασῶν κυριωτάτη», δηλαδή η «πόλις» που είναι ανώτερη μορφή κοινωνίας στοχεύει στο ανώτερο αγαθό, δηλαδή την ευδαιμονία.



5. Με ποιο συλλογισμό καταλήγει ο Αριστοτέλης ότι η «πόλις» είναι ανώτερη μορφή κοινωνίας και στοχεύει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά; Ο συλλογισμός αυτός είναι παραγωγικός ή επαγωγικός

Απάντηση: Ο Αριστοτέλης με τη χρήση ενός παραγωγικού συλλογισμού (από το γενικό στο ειδικό) καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πόλη - κράτος είναι ανώτερη μορφή κοινωνίας που αποβλέπει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά. Ο συλλογισμός του έχει ως εξής: 1η προκείμενη: κάθε κοινωνία - μορφή κοινωνικής συνύπαρξης αποβλέπει σε ένα αγαθό «πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος ἕνεκεν συνεστηκυῖαν» 2η προκείμενη: η πόλη-κράτος είναι ανώτερη μορφή κοινωνικής συνύπαρξης, γιατί εμπεριέχει όλες τις άλλες μορφές κοινωνίας «ἡ πασῶν κυριωτάτη καὶ πᾶσας περιέχουσα τὰς ἄλλας» Συμπέρασμα: η πόλη-κράτος αποβλέπει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά «τοῦ κυριωτάτου πάντων» 


Ενότητα 15 

1. Για τρεις λόγους σκέφτεται ο Αριστοτέλης πως είναι ανάγκη να διερευνηθεί το θέμα «τί ἐστιν ἡ πόλις». Πες με δικά σου λόγια τους τρεις αυτούς λόγους. (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 194) 

Απάντηση: Η έννοια «πόλις» είναι ανάγκη να διερευνηθεί για τους εξής τρεις λόγους:
α) Διχογνωμία ως προς τη φύση της πόλεως («Νῦν γὰρ ἀμφισβητοῦσιν … τὸν τύραννον»): πρέπει να εξετάσουμε την έννοια «πόλη», διδάσκει ο φιλόσοφος, γιατί διατυπώνονται διαφορετικές και αντικρουόμενες απόψεις αφενός για τη φύση της, δηλαδή το πραγματικό περιεχόμενο της έννοιας «πόλις» και τα πρόσωπα που εκείνη αντιπροσωπεύει, και αφετέρου για το ποιος έχει την ευθύνη για τη λήψη και την τέλεση μιας πολιτικής πράξης, ιδιαίτερα σε μη δημοκρατικά πολιτεύματα, στα οποία οι αποφάσεις δε λαμβάνονται από το σύνολο των πολιτών ή την πλειοψηφία.
Έτσι, άλλοι υποστηρίζουν ότι την ευθύνη την έχει το κράτος, δηλαδή όλοι οι πολίτες, ενώ άλλοι ότι υπεύθυνοι για τις αποφάσεις αυτές είναι οι εκάστοτε φορείς εξουσίας, οι ολιγαρχικές κυβερνήσεις ή ένας τύραννος. Με άλλα λόγια ότι η πόλη, το κράτος φέρει ακέραια την ευθύνη των ενεργειών της και ότι ταυτίζεται με τους συγκεκριμένους και μόνο κάθε φορά φορείς εξουσίας. Υπό αυτή την έννοια και κάθε νέα κυβέρνηση μιας πόλης προσπαθεί να αρνηθεί οποιαδήποτε ευθύνη για τις πράξεις της προηγούμενης υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για ενέργειες της πόλης - κράτους, αλλά για ενέργειες του ολιγαρχικού ή τυραννικού καθεστώτος.
Ο Αριστοτέλης εκφράζοντας αυτές τις απόψεις φαίνεται να έχει υπόψη του το ιστορικό παράδειγμα της διένεξης των Πλαταιέων και των Θηβαίων που καταγράφεται στο τρίτο βιβλίο (ΙΙΙ 62) των «Ιστοριών» του Θουκυδίδη. Εκεί αναφέρεται ότι οι Πλαταιείς κατηγόρησαν τους Θηβαίους για το «μηδισμό» της πόλης τους κατά τους Περσικούς πολέμους και ότι οι Θηβαίοι απάντησαν στη βαριά αυτή κατηγορία με την εξής φράση: «δεν ήταν η ξύμπασα πόλις που έπραξε τούτο, αλλά η δυναστεία ὀλίγων ἀνδρῶν που τότε εἶχε τὰ πράγματα», που τότε είχε, δηλαδή, την εξουσία στην πόλη. Η «αμφισβήτηση» γίνεται πιο φανερή και πιο απτή, όταν κάποια στιγμή αλλάζει σε έναν τόπο το καθεστώς. Σε τέτοιες περιστάσεις δεν είναι καθόλου σπάνιο το νέο καθεστώς να μην αναγνωρίζει ούτε τις συμφωνίες που είχε συνάψει το προηγούμενο καθεστώς. Η δικαιολογία - εξήγηση που προβάλλεται τότε είναι ότι «τις συμφωνίες δεν τις έκανε η πόλις – εμείς θα λέγαμε: το κράτος – αλλά ο συγκεκριμένος, κατά τη συγκεκριμένη εκείνη εποχή, φορέας της εξουσίας».
β) Κατανόηση του τρόπου δράσης του πολιτικού και του νομοθέτη («τοῦ δὲ πολιτικοῦ … περὶ πόλιν»): είμαστε υποχρεωμένοι να καταλάβουμε τι είναι πόλη, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε και τον τρόπο δράσης των πολιτικών και των νομοθετών, που σχετίζεται με την πόλη. Ας σημειωθεί ότι συχνά στα «Πολιτικά» ο Αριστοτέλης αναφέρει μαζί τους πολιτικούς και τους νομοθέτες και έτσι συσχετίζει το έργο τους, ενώ στην 3η ενότητα των «Ηθικών Νικομαχείων» είδαμε ότι επιδίωξη των νομοθετών είναι να κάνουν τους πολίτες ενάρετους («ἀγαθοὺς») μέσω του εθισμού σε ηθικές πράξεις.
γ) Κατανόηση της οργάνωσης της πόλης σε σχέση με το πολίτευμα («ἡ δὲ πολιτεία … τάξις τις»): πρέπει να καταλάβουμε τι είναι η πόλη, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε την οργάνωση της πόλης σε σχέση με τον τρόπο διακυβέρνησής της (το πολίτευμα). Εφόσον το πολίτευμα δεν είναι παρά ένα σύστημα οργάνωσης το οποίο ρυθμίζει τις σχέσεις όλων όσων ζουν σε μία πόλη αλλά και την κατανομή της πολιτικής δύναμης μεταξύ τους, θα πρέπει να οριστεί, να διευκρινιστεί, πρώτα η έννοια, το περιεχόμενο της πόλης, προκειμένου να καθοριστεί η έννοια του πολιτεύματος.



2. «τοῦ δὲ πολιτικοῦ καὶ τοῦ νομοθέτου πᾶσαν ὁρῶμεν τὴν πραγματείαν οὖσαν περὶ πόλιν»: Είναι φανερό ότι ο Αριστοτέλης θέλει να πει ότι αν πρόκειται να καταλάβουμε και να εξηγήσουμε τον τρόπο δράσης ενός πολιτικού, τις συγκεκριμένες δηλαδή ενέργειές του, πρέπει πρώτα να ξέρουμε τι είναι η «πόλις» (εμείς θα λέγαμε: το κράτος). Εσύ θυμήσου τώρα ότι οι πολιτικοί στις μέρες μας διακηρύσσουν ότι όλες τις πράξεις τους τις κάνουν για το «λαό» ή εν ονόματι του «λαού». Τι ακριβώς θέλουν να πουν με αυτό; (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 194 - 195) 

Απάντηση: Στόχος των σημερινών – και όχι μόνο – πολιτικών και των νομοθετών είναι ή πρέπει να είναι: α) να ενεργούν με γνώμονα το κοινό συμφέρον και όχι το συμφέρον μιας μόνο μερίδας πολιτών. Αυτό, άλλωστε, υποδεικνύεται και με την αριστοτελική φράση: «τοῦ δὲ πολιτικοῦ … περὶ πόλιν»,
β) να ενεργούν για λογαριασμό του λαού και να εκφράζουν τη βούλησή του. Ο λαός είναι, εξάλλου, αυτός που τους εκλέγει και η δραστηριότητά τους αποτελεί ένα είδος ανταπόδοσης προς αυτόν.



3. Στις ενότητες 11-14 ο Αριστοτέλης, θέλοντας να καταλάβει ο ίδιος και να διδάξει ύστερα τους άλλους τι είναι η «πόλις», εφάρμοσε μια μέθοδο διερεύνησης του θέματος, που εμείς θα τη λέγαμε «γενετική»,
αφού στην πραγματικότητα τη βάση της έρευνας την αποτελούσε το ερώτημα: «Πώς γεννήθηκε η πόλις;». Στην ενότητα 15 η διερεύνηση του θέματος γίνεται με την «αναλυτική» μέθοδο, αυτή δηλαδή που προσπαθεί να βρει τα συστατικά στοιχεία ενός πράγματος, με την ελπίδα ότι, αν διακρίνει καθαρά και καταλάβει εκείνα, θα μπορέσει να έχει τον ορισμό και του πράγματος που δεν είναι παρά μια σύνθεση εκείνων. Μπορείς να φέρεις και άλλα παραδείγματα εφαρμογής των δύο αυτών μεθόδων έρευνας; (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 195) 

Απάντηση: Η γενετική και η αναλυτική μέθοδος του Αριστοτέλη μπορεί να εφαρμοστεί και στα εξής : α) Στη γλώσσα: με τη γενετική μέθοδο ψάχνουμε να βρούμε την αρχή της, πώς άρχισε δηλαδή να υπάρχει, ενώ με την αναλυτική μελετάμε τα επιμέρους στοιχεία από τα οποία αποτελείται (τους φθόγγους, τις λέξεις, τις προτάσεις κτλ). β) Στη σκέψη του ανθρώπου: με τη γενετική μέθοδο ψάχνουμε να βρούμε την αρχή της, ενώ με την αναλυτική μελετάμε τα επιμέρους σχήματα με τα οποία αυτή λειτουργεί. Ειδικότερα,
στη φιλοσοφία: με τη γενετική μέθοδο ο άνθρωπος αναζητεί την αρχή, τη δημιουργία του κόσμου, ενώ με την αναλυτική αναζητά συλλογισμούς και έννοιες
στην επιστήμη: με τη γενετική αναζητούμε τη δημιουργία της ύλης, του φαινομένου, ενώ με την αναλυτική, τους κλάδους της επιστήμης, επιμέρους συμπεράσματα και γνώσεις

γ) Σε ένα έργο τέχνης: με τη γενετική μέθοδο προσπαθούμε να εντοπίσουμε τα στοιχεία που το γέννησαν, τις βασικές αρχές της δημιουργίας του, ενώ με την αναλυτική προσπαθούμε να εντοπίσουμε τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται και τα γενικότερα χαρακτηριστικά του, τις ιδέες που φέρει. δ) Στη θρησκεία: με τη γενετική μέθοδο ψάχνουμε να βρούμε την αρχή της, ενώ με την αναλυτική μας ενδιαφέρει να δούμε τα είδη των θρησκειών, το περιεχόμενο, το χαρακτήρα της καθεμιάς κτλ.



4. Με ποιες έννοιες δηλώνει ότι θα ασχοληθεί ο Αριστοτέλης και με ποια σειρά θα τις διερευνήσει;

Απάντηση: Ο Αριστοτέλης δηλώνει ότι θα ασχοληθεί με τη διερεύνηση της έννοιας «πολιτεία», «πόλις» και «πολίτης». Το πολίτευμα είναι ο τρόπος διακυβέρνησης της πόλης. Συγκεκριμένα, θα εξετάσει την ουσία κάθε είδους πολιτεύματος και τα χαρακτηριστικά του. Προκειμένου, όμως, να καταφέρει αυτό, κρίνει απαραίτητο να εξετάσει προηγουμένως την έννοια της πόλεως. Δηλώνει, όμως, ότι για να γίνει κατανοητή η έννοια της πόλης και για να μπορέσει να την ορίσει, πρέπει πρώτα να διερευνήσει την έννοια του πολίτη. Επομένως, οι τρεις παραπάνω έννοιες θα εξεταστούν με την εξής σειρά: πολίτης – πόλη – πολιτεία.



5. Ποια διχογνωμία εντοπίζει ο Αριστοτέλης στον καταλογισμό ευθυνών για μια πολιτική πράξη και ποιο ιστορικό παράδειγμα έχει στο μυαλό του; Θεωρείτε ότι οι απόψεις που διατυπώνει είναι διαχρονικές;

Απάντηση: Ο Αριστοτέλης παρατηρώντας την πραγματικότητα της εποχής του εντοπίζει διαφορετικές και αντικρουόμενες απόψεις αφενός για τη φύση, δηλαδή το πραγματικό περιεχόμενο της έννοιας «πόλις» και τα πρόσωπα που εκείνη αντιπροσωπεύει, και αφετέρου για το ποιος έχει την ευθύνη για τη λήψη και την τέλεση μιας πολιτικής πράξης, ιδιαίτερα σε μη δημοκρατικά πολιτεύματα, στα οποία οι αποφάσεις δε λαμβάνονται από το σύνολο των πολιτών ή την πλειοψηφία.
Έτσι, άλλοι υποστηρίζουν ότι την ευθύνη την έχει το κράτος, δηλαδή όλοι οι πολίτες, ενώ άλλοι ότι υπεύθυνοι για τις αποφάσεις αυτές είναι οι εκάστοτε φορείς εξουσίας, οι ολιγαρχικές κυβερνήσεις ή ένας τύραννος («Νῦν γὰρ ἀμφισβητοῦσιν … τὸν τύραννον»). Με άλλα λόγια ότι η πόλη, το κράτος φέρει ακέραια την ευθύνη των ενεργειών της και ότι ταυτίζεται με τους συγκεκριμένους και μόνο κάθε φορά φορείς εξουσίας. Υπό αυτή την έννοια και κάθε νέα κυβέρνηση μιας πόλης προσπαθεί να αρνηθεί οποιαδήποτε ευθύνη για τις πράξεις της προηγούμενης υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για ενέργειες της πόλης-κράτους, αλλά για ενέργειες του ολιγαρχικού ή τυραννικού καθεστώτος.
Ο φιλόσοφος εκφράζοντας αυτές τις απόψεις φαίνεται να έχει υπόψη του το ιστορικό παράδειγμα της διένεξης των Πλαταιέων και των Θηβαίων που καταγράφεται στο τρίτο βιβλίο (ΙΙΙ 62) των «Ιστοριών» του Θουκυδίδη. Εκεί αναφέρεται ότι οι Πλαταιείς κατηγόρησαν τους Θηβαίους για το «μηδισμό» της πόλης τους κατά τους Περσικούς πολέμους και ότι οι Θηβαίοι απάντησαν στη βαριά αυτή κατηγορία με την εξής φράση: «δεν ήταν η ξύμπασα πόλις που έπραξε τούτο, αλλά η δυναστεία ὀλίγων ἀνδρῶν που τότε εἶχε τὰ πράγματα», που τότε είχε, δηλαδή, την εξουσία στην πόλη. Η «αμφισβήτηση» γίνεται πιο φανερή και πιο απτή, όταν κάποια στιγμή
αλλάζει σε έναν τόπο το καθεστώς. Σε τέτοιες περιστάσεις δεν είναι καθόλου σπάνιο το νέο καθεστώς να μην αναγνωρίζει ούτε τις συμφωνίες που είχε συνάψει το προηγούμενο καθεστώς. Η δικαιολογία - εξήγηση που προβάλλεται τότε είναι ότι «τις συμφωνίες δεν τις έκανε η πόλις – εμείς θα λέγαμε: το κράτος – αλλά ο συγκεκριμένος, κατά τη συγκεκριμένη εκείνη εποχή, φορέας της εξουσίας».



6. «Ἐπεὶ δ’ ἡ πόλις … πλῆθός ἐστιν»: ο Αριστοτέλης με αυτή τη φράση διατυπώνει την άποψη ότι για να οριστεί η πόλη πρέπει πρώτα να οριστεί ο πολίτης. Για ποιο λόγο και ποια μέθοδο χρησιμοποιεί για να φτάσει στον ορισμό της πόλης;

Απάντηση: Η πόλη ανήκει, κατά τον Αριστοτέλη, στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων («τῶν συγκειμένων»), είναι δηλαδή ένα όλον («τι τῶν ὅλων») που αποτελείται από μέρη («ἐκ πολλῶν μορίων»), τους πολίτες. Επομένως, για να κατανοήσουμε το όλον, δηλαδή την πόλη, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε το μέρος, δηλαδή τον πολίτη και τα χαρακτηριστικά του, αφού ο ρόλος του στην πολιτική τάξη είναι καθοριστικός.
Έτσι, προκειμένου ο Αριστοτέλης να φτάσει στον ορισμό της έννοιας «πόλις», ακολουθεί την αναλυτική μέθοδο. Αναλύει δηλαδή, μια γενική, σύνθετη έννοια – στην προκειμένη περίπτωση την έννοια «πόλη» - στα συστατικά της, τα επιμέρους στοιχεία της, τον πολίτη, και εντοπίζει, προσδιορίζει τα χαρακτηριστικά τους.



7. Πώς προσδιορίζεται, κατά τον Αριστοτέλη, το περιεχόμενο της έννοιας «πολίτης» ανάλογα με το πολίτευμα;

Απάντηση: Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, το περιεχόμενο της έννοιας «πολίτης» ρυθμίζεται ανάλογα με το πολίτευμα, καθώς διαφορετικά νοείται ο πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα και διαφορετικά σε ένα ολιγαρχικό. Σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα ο πολίτης είναι ενεργό μέλος της πολιτικής ζωής, έχει δικαιώματα (παρρησία, ισηγορία, ισονομία, το δικαίωμα του «ἐκλέγειν» και «ἐκλέγεσθαι») και συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων. Αντίθετα, σε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα η εξουσία είναι στα χέρια των λίγων, των πλούσιων και ισχυρών, και σε ένα τυραννικό πολίτευμα στα χέρια όσων σφετερίζονται την εξουσία. Και τα δύο αυτά πολιτεύματα αφαιρούν από τον πολίτη το δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά ή διώκουν όσους είναι επικίνδυνοι για το καθεστώς (τυραννία). Σε αυτές τις περιπτώσεις ο πολίτης πρέπει απλώς να υπακούει στις εντολές αυτών των λίγων και του δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής στα δημόσια αξιώματα μόνο αν του το επιτρέπει η καταγωγή, το επάγγελμα, το εισόδημά του κτλ



8. Να εντοπιστούν στην ενότητα 15 τα χαρακτηριστικά της επιστημονικής και θεωρητικής σκέψης του Αριστοτέλη.

Απάντηση: Για άλλη μια φορά σε αυτή την ενότητα μπορούμε να εντοπίσουμε χαρακτηριστικά της επιστημονικής και θεωρητικής σκέψης του Αριστοτέλη.
Συγκεκριμένα, η επιστημονική του σκέψη διαφαίνεται στη μεθοδολογία που ακολουθεί προκειμένου να διερευνήσει, να προσδιορίσει, και να ορίσει έννοιες που αφορούν πολιτικά ζητήματα, όπως η «πολιτεία», η «πόλις» και ο «πολίτης», οι οποίες είναι αλληλένδετες. Για να ορίσει, λοιπόν, το πολίτευμα, κρίνει ότι προέχει ο ορισμός της πόλης και για να ορίσει την έννοια «πόλις», κρίνει ότι πρέπει να προηγηθεί η έννοια «πολίτης».Ο ορθολογισμός και η αυστηρά οργανωμένη αποδεικτική πορεία της σκέψης, χωρίς λογικά άλματα και πιθανά κενά, είναι εμφανέστατη. Ο Αριστοτέλης επιδιώκει την αντικειμενικότητα, τη σαφήνεια και την ακρίβεια της θέσης του την οποία παραθέτει τεκμηριωμένη. Η παρατήρηση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας διατυπώνεται λιτά και υποστηρίζεται με την παράθεση των εμπειρικών στοιχείων, κλασική μέθοδο του επιστημονικού λόγου.
Ο φιλόσοφος είναι ταυτόχρονα διανοητής. Οι ουσιαστικοί πολιτικοί προβληματισμοί που θέτει αφορούν εν γένει την πολιτική σκέψη. Τον απασχολεί η ουσία των βασικών πολιτικών εννοιών, πόλη – πολίτης – πολίτευμα και στοχάζεται διεξοδικά σχετικά με την πολιτική πραγματικότητα της εποχής, αναζητώντας το «εὗ». Η θεωρητική του σκέψη προβάλλεται από τη χρήση της αναλυτικής μεθόδου, κατά την οποία αναλύει μια γενική και σύνθετη έννοια, όπως είναι η «πόλις», στα συστατικά της, τον πολίτη.



9. Ποια είναι η σχέση του πολίτη με την πόλη και την πολιτεία;

Απάντηση: Λαμβάνοντας υπόψη όσα αναλύσαμε παραπάνω, αξίζει να σημειώσουμε τη διαπίστωση ότι η σχέση πόλης - πολίτη ως προς το περιεχόμενό της είναι μια σχέση που κινείται αμφίδρομα. Ο φιλόσοφος υποστηρίζει ότι η πόλη είναι μια ενιαία σύνθετη οντότητα, το σύνολο των πολιτών που την απαρτίζουν. Η σχέση λοιπόν πόλης-πολίτη ορίζεται και καθορίζεται από τη σχέση του όλου προς το μέρος, είναι σχέση ουσιαστική, αλλά και σχέση αμοιβαίας εξάρτησης. Κι αυτό αφενός επειδή η φύση της πόλης καθορίζει τα χαρακτηριστικά του πολίτη και αντίστροφα και αφετέρου επειδή ούτε η πόλη είναι δυνατόν να υπάρξει χωρίς πολίτες ούτε ο πολίτης νοείται
έξω από την πόλη, καθώς δεν έχει σκοπό ύπαρξης έξω από αυτή. Στην πολιτική αυτή κοινωνία η συμμετοχή του πολίτη είναι απαραίτητη, βασική προϋπόθεση για να υπάρχει κοινότητα πολιτική αλλά και ο ίδιος ως οντότητα πολιτική. Το δικαίωμα όμως και η ποιότητα της συμμετοχής του πολίτη στα δημόσια πράγματα καθορίζεται αποκλειστικά από το πολιτειακό καθεστώς που επικρατεί. Έτσι, σε δημοκρατικά πολιτεύματα ο πολίτης έχει το δικαίωμα συμμετοχής στα όργανα λήψης των αποφάσεων, αντίθετα στα ολιγαρχικά ή τυραννικά πολιτεύματα ο πολίτης ορίζεται από την καταγωγή, το εισόδημα ή το επάγγελμα.
Για το λόγο αυτό η πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την εξαγωγή του ορισμού της πόλης και του πολίτη, δεν είναι αμφίδρομη. Κι αυτό, γιατί, για να εξετάσουμε την έννοια της πόλης χρειάζεται πρώτα να διερευνήσουμε την έννοια του πολίτη˙ για να εξετάσουμε, όμως, την έννοια του πολίτη, δε χρειάζεται να διερευνήσουμε την έννοια της πόλης, αλλά την έννοια του πολιτεύματος.



Ενότητα 16 

1. «οὐδ’ οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες οὕτως ὥστε …»: Αφού πρώτα προσέξεις ότι η λέξη «δικαίων» είναι σε πληθυντικό αριθμό και ότι μετά το «μετέχοντες» δεν υπάρχει κόμμα, προσπάθησε να εξηγήσεις γιατί σου δόθηκε παραπάνω η συγκεκριμένη μετάφραση για τη φράση αυτή. (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 197) 

Απάντηση: Στο σχολικό εγχειρίδιο για τη φράση «οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες οὕτως ὥστε …» δίδεται η ακόλουθη μετάφραση: «αυτοί που (από όλα τα πολιτικά δικαιώματα) έχουν μόνο το δικαίωμα να …».Έτσι, το νόημα αποδίδεται ως εξής: πολίτες δεν είναι αυτοί που από όλα τα πολιτικά δικαιώματα («τῶν δικαίων») έχουν μόνο το δικαίωμα να εμφανίζονται στα δικαστήρια και ως εναγόμενοι και ως ενάγοντες.
Αν λοιπόν συντάξουμε τη μετοχή «οἱ μετέχοντες», σύμφωνα με τη μετάφραση του σχολικού εγχειριδίου, τότε η γενική «τῶν δικαίων» είναι αντικείμενο της μετοχής αλλά ταυτόχρονα έχει τη σημασία μιας γενικής διαιρετικής. Για το λόγο αυτό δεν υπάρχει κόμμα μετά τη μετοχή.
Αντίθετα, αν υπήρχε κόμμα («οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες, οὕτως ὥστε …») θα μεταφράζαμε «αυτοί που έχουν τα δικαιώματα, έτσι ώστε…» και η γενική «τῶν δικαίων» θα ήταν μόνο αντικείμενο της μετοχής. Αυτό θα σήμαινε ότι το υποκείμενο της μετοχής, τα άτομα, θα συμμετείχαν σε όλα τα «δίκαια» ( = πολιτικά δικαιώματα),αυτονόητα και στο δικαίωμα εμφάνισης στα δικαστήρια. Αλλά στην περίπτωση αυτή η λέξη «οὕτως» θα ήταν περιττή.
Αυτό επιβεβαιώνει και η χρήση του πληθυντικού αριθμού «τῶν δικαίων» αντί του ενικού «τοῦ δικαίου», διότι η χρήση του ενικού θα σήμαινε ότι δεν θεωρείται πολίτης κάποιος που συμμετέχει στο δίκαιο, δηλαδή στη δικαιοσύνη. Ο φιλόσοφος όμως θέλει να τονίσει αυτή ακριβώς την βασική αρχή της πολιτικής του θεωρίας, ότι δηλαδή η συμμετοχή αποκλειστικά και μόνο στη δικαιοσύνη και σε κανένα άλλο από τα πολιτικά δικαιώματα δεν κάνει κάποιον να είναι πολίτης.



2. Γράψε ένα μικρό δοκίμιο (δύο περίπου σελίδων) για τη σημασία που έχει το να μπορεί ο πολίτης να προσφεύγει στα δικαστήρια ως κατήγορος ή κατηγορούμενος προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό του, το δίκιο του ή τα συμφέροντά του. (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 197) 

Απάντηση: (η απάντηση που ακολουθεί είναι ενδεικτική και περιέχει εν συντομία τα στοιχεία που πρέπει να αναπτυχθούν σε δοκιμιακή μορφή από το μαθητή).Το δικαίωμα προσφυγής του πολίτη στα αρμόδια όργανα απονομής της δικαιοσύνης αποτελεί έναν από τους πυλώνες διασφάλισης του δικαίου, της κοινωνικής σταθερότητας και της αποφυγής της αδικίας, ατομικής ή πολιτικής. Το σημαντικότερο ίσως συνταγματικό δικαίωμα των πολιτών να διεκδικούν σύννομα το δίκιο τους, κατοχυρώνει κάθε ατομικό, οικονομικό ή πολιτικό συμφέρον και δικαίωμά τους, χωρίς να απειλούνται ή να παραβιάζονται τα δικαιώματα άλλων πολιτών. Διασφαλίζει τα δικαιώματα των πολιτών έναντι του ίδιου του κράτους (την ισονομία, ισοπολιτεία, την ισηγορία και την παρρησία), ενώ συμβάλλει στην αποφυγή κοινωνικών συγκρούσεων και αναταραχών και εξασφαλίζει ηρεμία, γαλήνη, ασφάλεια και κατ’ επέκταση την ευδαιμονία, που είναι και ο ύψιστος στόχος της πόλης. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί ένα σωστό σύστημα απονομής δικαιοσύνης, που να λειτουργεί με ορθούς νόμους, αμεροληψία και ελευθερία. Όλα αυτά, βέβαια, μπορούν να επιτευχθούν μόνο αν όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες ή οι κάτοικοι μιας χώρας μετέχουν στο δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη. Τα παραπάνω αποδεικνύουν την ύπαρξη ενός υψηλού επιπέδου πολιτικού πολιτισμού, καθώς η έννοια της δικαιοσύνης προϋποθέτει ανθρώπους ενάρετους, ηθικούς και καλλιεργημένους.

3. Ποια είναι τα κριτήρια που, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, δεν αποδεικνύουν ότι κάποιος είναι πολίτης;

Απάντηση: Τα στοιχεία που δεν κρίνονται ασφαλή για το χαρακτηρισμό κάποιου ως πολίτη είναι: α) Ο τόπος κατοικίας («οὐ τῷ οἰκεῖν που πολίτης ἐστίν»): δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κάποιος πολίτης ανάλογα με το πού κατοικεί, γιατί στον ίδιο τόπο – εν προκειμένω στην Αθήνα – μπορούσαν να κατοικούν και μέτοικοι και δούλοι, οι οποίοι όμως δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και συνεπώς, δεν μπορούσαν να χαρακτηριστούν πολίτες. Οι πρώτοι, διότι ήταν ξένοι στην καταγωγή, και οι δεύτεροι, διότι δε θεωρούνταν οντότητες αυτοτελείς και ελεύθερες, ικανές να αποτελούν μέλη μιας ελεύθερης κοινωνίας, μιας πόλης κράτους. β) Το δικαίωμα εμφάνισης κάποιου στο δικαστήριο ως ενάγοντος ή ως εναγόμενου («οὐδ’ οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες … καὶ δικάζεσθαι»): δεν μπορεί να θεωρηθεί κάποιος πολίτης, μόνο επειδή έχει το δικαίωμα να εμφανίζεται στο δικαστήριο ως ενάγων ή ως εναγόμενος. Κι αυτό, γιατί πολίτες άλλων πόλεων μπορούν να έχουν αυτό το δικαίωμα χάρη σε ειδικές συμφωνίες, γραπτές δηλαδή διατάξεις που ορίζουν πρωτίστως τις εμπορικές συμφωνίες ανάμεσα στους πολίτες διαφορετικών πόλεων. Σύμφωνα με αυτές έχουν το δικαίωμα να μεταβαίνουν στην άλλη πόλη, να παραμένουν εκεί και να διεκδικούν από τα δικαστήρια την απονομή δικαίου. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Τυρρηνών και των Καρχηδονίων, που δίνει ο Αριστοτέλης σε άλλο σημείο των «Πολιτικῶν» του, οι οποίοι δένονταν με εμπορικές και στρατιωτικές συμφωνίες («σύμβολα»), που όμως δεν ήταν αρκετές για να θεωρηθούν ότι ανήκουν στην ίδια πολιτική κοινωνία.
Επίσης, όπως μας προϊδεάζει το επίθετο «ἱκανὸν» στο τέλος της ενότητας, σύμφωνα με τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, δεν έπρεπε να ορίζονται πολίτες τα παιδιά και όσοι νέοι δεν είχαν ακόμη εγγραφεί στα μητρώα των πολιτών, όσοι γέροντες δεν εκπλήρωναν πια τα πολιτικά τους δικαιώματα και τέλος, όσοι με δικαστική απόφαση είχαν χάσει τα δικαιώματα του πολίτη, καθώς και οι εξόριστοι.



4. Ποια είναι τα κριτήρια που, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αποδεικνύουν ότι κάποιος είναι πολίτης;

Απάντηση: Μετά την αναφορά στα κριτήρια που δεν αποδεικνύουν με ασφάλεια ότι κάποιος είναι πολίτης, ο Αριστοτέλης περνά στα δύο ασφαλή γνωρίσματα προσδιορισμού της έννοιας. Πολίτης είναι:
α) αυτός που συμμετέχει στη δικαστική εξουσία, που μπορεί δηλαδή να δικάζει ως μέλος του λαϊκού δικαστηρίου της Ηλιαίας («μετέχειν κρίσεως») και
β) αυτός που συμμετέχει στην πολιτική εξουσία, αφενός δηλαδή στη διοίκηση του κράτους εκλέγοντας τους ηγέτες της πόλης του και αφετέρου μετέχοντας στα όργανα που λαμβάνουν τις πολιτικές αποφάσεις και νομοθετούν (βουλή, εκκλησία του δήμου) («μετέχειν ἀρχῆς»).
Εν ολίγοις, ο «αριστοτελικός» πολίτης είναι αυτός που συμμετέχει άμεσα στη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική αρχή. Αυτή η συμμετοχή παρουσιάζεται από τον φιλόσοφο ως το σπουδαιότερο δικαίωμά του, διότι εξαιτίας αυτού ο πολίτης είναι το κύτταρο της πόλης-κράτους που επηρεάζει ή καθορίζει τα πολιτικά πράγματα. Ισοδυναμεί με τη συμμετοχή στο σύνολο σχεδόν των λειτουργιών της πόλης - κράτους.
Φυσικά, ο φιλόσοφος αναφέρεται στην πόλη της δημοκρατικής Αθήνας, την πόλη της άμεσης δημοκρατίας, αλλά και σε όσες πόλεις-κράτη είχαν παρόμοια πολιτεύματα, γιατί σε πολιτεύματα ολιγαρχικά ή τυρρανικά, όπως αυτά της Σπάρτης και της Κρήτης δεν είχαν όλοι οι πολίτες το δικαίωμα να συμμετέχουν στις λειτουργίες του κράτους.



5. Τι γνωρίζετε για τη θέση των μετοίκων και των δούλων στην αρχαία Αθήνα;

Απάντηση: Οι μέτοικοι ήταν ξένοι που είχαν εγκατασταθεί στην Αθήνα και αποτελούσαν σημαντικό μέρος του αθηναϊκού πληθυσμού. Ήταν καταγεγραμμένοι σε ειδικό κατάλογο και πλήρωναν ετησίως ένα φόρο (12 δραχμές οι άνδρες και 6 οι γυναίκες), το «μετοίκιον». Δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, δεν μπορούσαν να συμμετέχουν στη διοίκηση του κράτους, ούτε να έχουν στην κατοχή τους κτήματα. Ασχολούνταν με το εμπόριο και τη βιοτεχνία και επομένως, κατά ένα μεγάλο μέρος στήριζαν την οικονομία της Αθήνας. Οι Αθηναίοι τους χρησιμοποιούσαν στο στρατό και στο στόλο, καθώς και στις θρησκευτικές τελετές και στις «λειτουργίες». Κάθε μέτοικος ήταν υποχρεωμένος να ορίσει ένα γνήσιο Αθηναίο πολίτη ως εγγυητή ή προστάτη του, ο οποίος συναλλασσόταν για λογαριασμό του με το κράτος και εγγυόταν για τη διαγωγή του. Για τις υπηρεσίες του προς το κράτος ο μέτοικος μπορούσε να γίνει «ισοτελής», δηλαδή ίσος με τους γνήσιους Αθηναίους πολίτες σε ό,τι αφορούσε τους φόρους, σπάνια όμως μπορούσε να γίνει πολίτης και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να αναλάβει δημόσια αξιώματα. Οι δούλοι θεωρούνταν μορφή ιδιοκτησίας («res») και, φυσικά, δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Όπως αναφέρει σε άλλο σημείο των «Πολιτικών» ο Αριστοτέλης, ο δούλος ήταν ένα «ἔμψυχον κτῆμα», αναγκαίο για να τεθούν σε ενέργεια τα άψυχα εργαλεία και όπως κάθε «κτήμα», ο δούλος ήταν όργανο προορισμένο να υπηρετεί τη γενική διαχείριση της ζωής. Κατά τον φιλόσοφο, ο δούλος διαθέτει εκ φύσεως φρόνημα ανελεύθερο που δεν μπορεί να το χρησιμοποιεί συνειδητά, «ὁ δοῦλος ὅλως οὐκ ἔχει τὸ βουλευτικὸν» και επομένως, δεν είναι δυνατό να αποτελεί μέλος μιας ελεύθερης κοινωνίας, μιας πόλης κράτους.



6. Ποιος είναι ο ορισμός της πόλης στον οποίο καταλήγει ο Αριστοτέλης;

Απάντηση: Στην προηγούμενη ενότητα ο Αριστοτέλης δήλωσε πως, για να προχωρήσει στον ορισμό της «πολιτείας», πρέπει πρώτα να ορίσει την έννοια «πόλις», που είναι το «ὅλον»˙ και για να γίνει αυτό, πρέπει να προηγηθεί η έννοια του «πολίτη», που είναι το «μέρος» του «ὅλου». Αφού, λοιπόν, έδωσε τον ορισμό του πολίτη, έρχεται τώρα στα γνωρίσματα και στον ορισμό της πόλης. Η πόλη, επομένως, είναι:
α) το σύνολο των πολιτών που μπορούν να συμμετέχουν στην πολιτική και δικαστική εξουσία και
β) το σύνολο των πολιτών που είναι αρκετοί στον αριθμό και ικανοί στην αξιοσύνη, την αρετή (διανοητική και ηθική), όχι τυχαίοι και ανάξιοι, ικανοί να εξασφαλίζουν αυτάρκεια στην πόλη.
Σε άλλο σημείο των «Πολιτικῶν» (1328b 16) ο Αριστοτέλης διδάσκει ότι: «ἡ … πόλις πλῆθός ἐστιν οὐ τὸ τυχὸν ἀλλὰ πρὸς ζωὴν αὔταρκες, … ἐὰν δέ τι τυγχάνῃ τούτων ἐκλεῖπον, ἀδύνατον ἁπλῶς αὐτάρκη τὴν κοινωνίαν εἶναι ταύτην», και, όπως ήδη έχει αναφέρει στη 12η ενότητα, η αυτάρκεια της πόλης συνδέεται με το «εὖ ζῆν», την ευδαιμονία των πολιτών και δεν αφορά απλά τα υλικά αγαθά και την εμπορική της ανάπτυξη, αλλά και την ύπαρξη αμυντικών δυνατοτήτων, συστήματος χρηστής διοίκησης και απονομής δικαιοσύνης. Έτσι, η πόλη καθίσταται ανεξάρτητη σε όλους τους τομείς.


DMCA.com Protection Status Copyrighted.com Registered & Protected


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him

5 σχόλια:

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ είπε...

Το περιμένατε ώρα, αλλά έγινε καλή δουλειά...να ακούσω σχόλια

Ανώνυμος είπε...

ελπιζω να μας βοηθησουν τν δευτερα...:)

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ είπε...

το αυτό εύχομαι και εγώ!!!

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ είπε...

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ:
Εισαγωγή: Βίος και Έργα
Α. Ερωτήσεις
1. Να δώσετε σε ένα σύντομο σημείωμα τις βασικές βιογραφικές πληροφορίες για τον Αριστοτέλη μέχρι την πρώτη άφιξή του στην Αθήνα.
2. Γιατί ο Αριστοτέλης διάλεξε την Αθήνα και ειδικά την πλατωνική Ακαδημία για τις σπουδές του;
3. Ποια σημασία είχε η απουσία του Πλάτωνα από την Ακαδημία, την εποχή που έφτασε εκεί ο Αριστοτέλης;
4. Πόσα χρόνια έμεινε ο Αριστοτέλης στην Ακαδημία και με ποιους φιλοσόφους γνωρίστηκε; Τι εννοούσε ο Πλάτων, όταν αποκαλούσε τον Αριστοτέλη «Νου» ή «Αναγνώστη»;
5. «Ὅσιον προτιμᾶν τὴν ἀλήθειαν ... καὶ τὰ οἰκεῖα ἀναιρεῖν»: α) Ποιο είναι το νόημα των λόγων αυτών του Αριστοτέλη; β) Ποιες ήταν πιθανόν οι συνέπειες για τη ζωή του στην Ακαδημία από την τήρηση αυτής της αρχής;
6. Ο Αριστοτέλης έφυγε από την Αθήνα μετά το θάνατο του Πλάτωνα. Ποιες εξηγήσεις δίνονται για το γεγονός αυτό και ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η πιθανότερη;
7. Να αναφέρετε πέντε τίτλους έργων που έγραψε ο Αριστοτέλης στην πρώτη παραμονή του στην Αθήνα και να δώσετε τα κύρια χαρακτηριστικά όλων των έργων του της ίδιας περιόδου.
8. Ποια ήταν τα νέα ενδιαφέροντα του Αριστοτέλη στην Άσσο της Μικράς Ασίας και σε ποια έργα του τα πραγματεύεται ;
9. Να διαβάσετε το απόσπασμα από το βιβλίο του Αριστοτέλη Περί ζῴων μορίων και να εντοπίσετε τα σημεία που αποτελούν παρατηρήσεις ενός θετικού επιστήμονα και τα σημεία όπου αναδύεται ο θεωρητικός φιλόσοφος.

10. Ποια σημασία ή συνέπειες είχε για τον Αριστοτέλη (τη ζωή ή το έργο του ή και για τα δύο) η συνάντησή του με τον Θεόφραστο και με τον Αλέξανδρο;
11. Πότε επέστρεψε στην Αθήνα ο Αριστοτέλης, πόσο έμεινε και ποια δραστηριότητα επέδειξε;
12. Ποιες είναι οι ομοιότητες και οι διαφορές της πρώτης και της δεύτερης εγκατάστασης του Αριστοτέλη στην Αθήνα, ως προς τα αίτια εγκατάστασης στην πόλη και εγκατάλειψής της;
13. Ποια έργα του Αριστοτέλη ονομάζονται «εξωτερικά» και ποια «ακροαματικά»; Ποιας κατηγορίας έργα έφτασαν ως εμάς; Να γράψετε με λίγα λόγια πώς εξηγείται η περιπέτεια των έργων του.
14. Είναι καθολικά αποδεκτό ότι το έργο του Αριστοτέλη αποτέλεσε την απαρχή για μια αναλυτική και μεθοδική μελέτη όλων των τομέων του ανθρώπινου επιστητού. Οι πληροφορίες της εισαγωγής του βιβλίου σας επιβεβαιώνουν αυτή την άποψη;

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ είπε...

Τελευταίες Εκτιμήσεις:

Πηγή: http://www.philologika.gr/ta-nea-mas-ta-sos-sta-arxaia-kateythynshs.htm


Όσον αφορά το διδαγμένο κείμενο, τα αποσπάσματα που είναι πιθανότερο να εμφανιστούν στις φετινές Πανελλήνιες Εξετάσεις είναι οι ενότητες του Πρωταγόρα (ιδιαίτερα η έκτη ενότητα), η ενότητα 13 της Πολιτείας, οι ενότητες 4, 5 και 6 από τα Ηθικά Νικομάχεια και οι ενότητες 15 και 16 από τα Πολιτικά του Αριστοτέλη.