Ο Παπαδιαμάντης για τον κλήρο


ΙΕΡΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΚΑΙ ΙΕΡΕΙΣ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ


του
Α. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ

επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού φιλολόγου
του πανεπιστημίου Αθηνών
-μεταπτυχιακού της γενικής διδακτικής
του πανεπιστημίου Αθηνών


Ἡ ἐφημερίδα «Ἀκρόπολις» τοῦ Βλ. Γαβριηλίδη ἐξέδωσε τὸ 1896, ἐπ᾽ εὐκαιρίᾳ τῶν πρώτων συγχρόνων Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, μιὰ πολύτιμη ἐπισκόπηση τῆς καταστάσεως τῆς Ἑλλάδος, τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους καὶ τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας μὲ τὸν τίτλο: «Ἡ Ἑλλὰς κατὰ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνας τοῦ 1896, Πανελλήνιον εἰκονογραφημένον ΛΕΥΚΩΜΑ». Σ᾽ αὐτὸ γράφουν προσωπικότητες τῶν Γραμμάτων καὶ τοῦ Τύπου τῆς ἐποχῆς, τῶν ὁποίων οἱ συμβουλὲς εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρουσες. Στὸν Α´ τόμο πολλὲς σελίδες ἀφιερώνονται στὴν Ἐκκλησία, σ᾽ αὐτές δέ, περιέχεται καὶ ἕνα κείμενο – συμβολὴ τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, μὲ τὸν τίτλο: «Ἱερεῖς τῶν Πόλεων καὶ Ἱερεῖς τῶν Χωρίων”, ποὺ θὰ ἐνόμιζε κανεὶς ὅτι ἐγράφη σήμερα καὶ περιγράφει τὴν κατάσταση τῆς ἐποχῆς μας


Καὶ τίς ὁ τρόπος τῆς διακρίσεως; Ποῖον τὸ ὅριον τὸ χωρίζον τοὺς πρώτους ἀπὸ τῶν δευτέρων; Μήπως εἶνε τὰ φαρδομάνικα; – Ἀλλὰ τὰ φαρδομάνικα εἶνε κακόζηλα, καὶ δὲν ἁρμόζουν περισσότερον εἰς τοὺς ἱερεῖς τῶν πόλεων ἢ ὅσον εἰς τοὺς ἱερεῖς τῶν χωρίων. Μήπως εἶνε τὰ πράσινα ἢ κόκκινα ζωστικά; – Ἀλλὰ τὰ πράσινα ἢ κόκκινα ζωστικά εἶνε ἀνοίκεια, καὶ πρέπει, οἱ ἀρχιερεῖς πρῶτοι, εἶτα οἱ ἱερεῖς, νὰ τὰ καταργήσωσι.
Μήπως εἶνε τὸ ἔγγαμον ἢ ἡ ἀγαμία τῶν κληρικῶν; Διότι εἰς τὰς
Ἀθήνας, τὴν μεγίστην πόλιν τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος, βλέπω πλείστους ἱερομονάχους ἐφημερεύοντας, θὰ ὑπάρχωσι δὲ τοὐλάχιστον δωδεκὰς τούτων φέροντες τὸ ὀφφίκιον «ἀρχιμανδρῖται». – Ἀλλ' ἱερομόναχοι ἢ ἀρχιμανδρῖται ὀφείλουσι ν' ἀπέλθωσιν εἰς τὰς Ἱ. Μονάς των, καὶ ν' ἀφήσωσι τὰς κατὰ πόλεις ἐφημερίας εἰς τοὺς ἐγγάμους κληρικούς, εἰς οὕς καὶ μόνους ἀνήκουσιν αὗται. Ἂν ἄλλως εἶχε, δὲν θὰ ἐπετρέπετο ποτὲ ὁ γάμος εἰς τὸν Κλῆρον.

* * *

Μανθάνω περί τινος νομοσχεδίου, ὁρίζοντος περὶ μισθοδοσίας τῶν ἐφημερίων, καὶ τὸ ὁποῖον διαιρεῖ τοὺς ἱερεῖς εἰς τρεῖς τάξεις, α´, β´ καὶ γ´, ἀπαράλλακτα ὅπως τοὺς γραμματοκομιστὰς ἢ τοὺς κλητῆρας. Τὸ πρᾶγμα μοῦ φαίνεται ἀνάρμοστον, καὶ μάλιστα κακόδοξον.
Πῶς νὰ διαιρεθῶσιν οἱ ἱερεῖς εἰς τάξεις; Ἐκτὸς ἂν ἡ διάκρισις γείνῃ κατὰ τὸ μῆκος τῶν περιχειρίδων, ὡς εἶπα ἐν ἀρχῇ, ἢ κατὰ τὸ χρῶμα τῶν ἐνδυμάτων.
Φρονῶ ὃτι δὲν ἔχει καμμίαν ὑποχρέωσιν ἡ πολιτεία νὰ δίδῃ μισθὸν εἰς τοὺς ἱερεῖς. Ἔχει ὅμως τὴν ὑποχρέωσιν ν' ἀποδώσῃ ὅσα κατὰ καιροὺς αὐθαιρέτως ἐδήμευσεν ἢ ἐσφετερίσθη ἐκ τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, διὰ νὰ ἱδρυθῇ ἐκκλησιαστικὸν ταμεῖον. Καὶ ἐκ τοῦ ταμείου τούτου, πλουτιζομένου καὶ δι' ἄλλων πόρων, νὰ δίδωνται συντάξεις καὶ βοηθήματα εἰς γέροντας, ἀσθενεῖς ἢ ἀνικάνους ερεῖς, εἰς χήρας καὶ ὀρφανὰ ἱερέων. Ὅσον ἀφορᾷ τοὺς νέους καὶ ἱκανοὺς νὰ ἐκτελῶσι τὰ χρέη των ἱερεῖς, δὲν εἶνε καμμία ἀνάγκη νὰ δοθῇ μισθὸς εἰς αὐτούς. Ἀρκετὰ τοὺς ἔχουν ἐξευτελίσει ἤδη. Μὴ ζητοῦν νὰ τοὺς ὑποδουλώσουν καὶ ὅλως διόλου εἰς τὴν πολιτικήν.
Ἂς μὴ προσποιοῦνται ὅτι κήδονται τῆς τύχης τοῦ Κλήρου, καὶ ὅτι θέλουν τὸ καλὸν τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ἐκήδοντο τοῦ Κλήρου καὶ τῆς Ἐκκλησίας, οἱ πολιτευταὶ δὲν θὰ ὑπέσχοντο καὶ τὴν ἱερωσύνην ὡς ρουσφέτι εἰς τὰς ἐκλογάς, καὶ δὲν θὰ ἐπίεζον τοὺς ἐπισκόπους νὰ χειροτονῶσι φαύλους καὶ ἀγραμμάτους. Καὶ οἱ σεβασμιώτατοι ἐπίσκοποι, ἂν περισσότερον ἐπόνουν καὶ οὗτοι, δὲν θὰ προέβαινον ποτὲ εἰς χειροτονίαν ἀναξίων, εἴτε ἀφ᾽ ἑαυτῶν, εἴτε ὑπείκοντες εἰς πιέσεις.
Τοῦτο καὶ μόνον ὀφείλουν νὰ πράξωσι. Νὰ μὴ χειροτονῶσιν ὑπεραρίθμους, παρ᾽ ἐνορίαν καὶ ὑπὲρ ἐνορίαν. Ὁ ἀριθμὸς τῶν οἰκογενειῶν, τῶν ἀποτελουσῶν ἐνορίαν, ὁ ἀριθμὸς τῶν ἱερέων, δύο ἢ τριῶν τὸ πολύ, δι᾽ ἕκαστον ἐνοριακὸν ναόν, νὰ εἶνε ὡρισμένος, ἀλλὰ νὰ μὴ ὑπερπηδᾶται ποτέ. Καὶ ὅταν αἱ ἐνορίαι εἶνε κανονισμέναι, καὶ αἱ θέσεις τῶν ἱερέων μόνιμοι, τότε οἱ χριστιανοί, οἱ μὲν ἐκ τοῦ περισσεύματος, οἱ δὲ ἐκ τοῦ ὑστερήματος, θὰ δίδωσιν εἰς τοὺς ἱερεῖς των ὃσα ἀρκοῦσιν, ἄνευ ἀπρεποῦς πολυτελείας, διὰ νὰ ζήσωσιν αὐτοὶ καὶ τὰ τέκνα των.

* * *

Ἀλλ' ὁμιλοῦσι περὶ μορφώσεως τοῦ Κλήρου. Τί ἐννοοῦσι μόρφωσιν λέγοντες; Μὴ ἐννοοῦσι τὰ πολλὰ γράμματα; Οἱ πρὸ τῆς παρούσης γενεᾶς ἱερεῖς ἤξευραν ὀλίγα κολλυβογράμματα. Δὲν ἦσαν εὐπαίδευτοι, ἀλλ' ἦσαν μορφωμένοι. Μορφωμένοι διὰ
τὸ ἔργον των. Ἦσαν σεβάσμιοι καὶ ἐνάρετοι. Ἀλλὰ δὲν ἠμποροῦσαν νὰ ἐκφωνοῦν λόγους ; Τόσον τὸ καλλίτερον δι᾽ αὐτοὺς καὶ διὰ τοὺς πιστούς. Ἐδίδασκον διὰ τοῦ παραδείγματος.
Ἔφευγον τὰς μωρὰς ζητήσεις καὶ τὰς ἐπιδείξεις, τὰς ἀπηγορευμένας ὑπὸ τῆς ἱερᾶς Γραφῆς. Ἐάν τινες ἐξ αὐτῶν ἤξευραν ὀλίγα ἑλληνικὰ γράμματα, ὡμίλουν διὰ βραχέων, ἔλεγον ὀλίγα, ἀλλ᾽ ἐνεποίουν βαθεῖαν ἐντύπωσιν.
Ἀλλὰ χρειάζονται, λέγει, ἱερατικαὶ σχολαὶ διὰ νὰ μορφωθῇ ὁ Κλῆρος. Ὑπῆρχον τρεῖς ἢ τέσσαρες ἱερατικαὶ σχολαί, ὑπῆρχε, καὶ ὑπάρχει ἀκόμη, ἡ ῾Ριζάρειος. Ἀπὸ τὰς ἱερατικὰς σχολὰς ἐβγῆκε σμῆνος δικολάβων, δημοδιδασκάλων, δικαστικῶν κλητήρων καὶ δημοσίων ὑπαλλήλων.
Ἀπὸ τὴν ῾Ριζάρειον ἐβγῆκεν ὁλόκληρος σφηκυιὰ δικηγόρων, ἀγέλη καθηγητῶν, ἰατρῶν, χρηματιστῶν καὶ πολιτευομένων. Ποῦ ἠκούσθη αὐτό, μοναστήρια νὰ ἔχωσιν ὑποτρόφους εἰς τὴν Εὐρώπην δικηγόρους, καὶ μάλιστα ἰατρούς, διὰ νὰ διδάσκωνται ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸν πίθηκον, κατερχόμενοι δὲ νὰ διδάσκωσι καὶ εἰς ἄλλους τὰ σοφὰ ταῦτα; Μόνον εἰς τὴν Ἑλλάδα γίνονται αὐτά. Ἀλλὰ καὶ τί δὲν γίνεται εἰς τὴν Ἑλλάδα; Ἀπὸ τὰς ἱερατικὰς σχολάς, καὶ ἀπὸ τὴν ῾Ριζάρειον, ἐβγῆκαν ὀλίγιστοι καλοὶ ἱερεῖς, περισσότεροι ἴσως ὄχι πολὺ καθὼς πρέπει.
Μὴ πλανᾶσθε. Τὸ ράσον δὲν κάμνει τὸν μοναχὸν καὶ τὸ ἱεροδιδασκαλεῖον δὲν κάμνει τὸν ἱερέα. Πρέπει ὁ ἱερεὺς νὰ ἔχῃ κλίσιν μὲ ἰῶτα καὶ πρὸ πάντων κλῆσιν μὲ ἦτα… Πρέπει νὰ ἔχη πῦρ μέσα του.

* * *

Τίς θὰ κλέψῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ αὐτὸ τὸ πῦρ; Τίς θὰ ἐμφυσήσῃ τὴν πίστιν, τὴν πνοήν, τὴν ζωήν; Τίς θὰ θερμάνῃ τὴν τέφραν; Διὰ τοῦ μισθαρίου θὰ μορφωθῇ ὁ Κλῆρος; Διὰ μισθαρίου καὶ δοξαρίου διεφθάρησαν ἤδη τὰ πολλά.
Νὰ τοὺς φωτίσῃ ὁ Θεός, ν' ἀφήσουν τὰ πράγματα ὅπως εἶνε, μὴ τὰ κάμουν χειρότερα. Μὴ κίνει κακὸν εὖ κείμενον. Μεταξὺ τῶν ὑπαρχόντων ἱερέων ὑπάρχουσιν ἀκόμη πολλοὶ ἐνάρετοι καὶ ἀγαθοί, εἰς τὰς πόλεις καὶ εἰς τὰ χωρία. Εἶναι τύποι λαϊκοί, ὠφέλιμοι, σεβάσμιοι. Ἂς μὴ ἐκφωνῶσι λόγους. Ἠξεύρουσιν αὐ τοὶ ἄλλον τρόπον πῶς νὰ διδάσκωσι τὸ ποίμνιον.
Γνωρίζω ἕνα ἱερέα εἰς τὰς Ἀθήνας. Εἶναι ὁ ταπεινότερος τῶν ἱερέων καὶ ὁ ἁπλοϊκότερος τῶν ἀνθρώπων. Διὰ πᾶσαν ἱεροπραξίαν ἂν τοῦ δώσῃς μίαν δραχμὴν ἢ πενῆντα λεπτὰ ἢ μίαν δεκάραν, τὰ παίρνει. Ἂν δὲν τοῦ δώσῃς τίποτε, δὲν ζητεῖ. Διὰ τρεῖς δραχμὰς ἐκτελεῖ ὁλόκληρον παννύχιον ἀκολουθίαν. Ἀπόδειπνον, Ἑσπερινόν, Ὄρθρον, Ὥρας, Λειτουργίαν. Τὸ ὅλον διαρκεῖ ἐννέα ὥρας. Ἂν τοῦ δώσῃς μόνον δύο δραχμάς, δὲν παραπονεῖται.
Κάθε ψυχοχάρτι, φέρον τὰ μνημονευτέα ὀνόματα τῶν τεθνεώτων, ἀφοῦ ἅπαξ τοῦ δώσῃς, τὸ κρατεῖ διὰ πάντοτε. Ἐπὶ δύο, τρία, τέσσαρα, πέντε ἔτη ἐξακολουθεῖ νὰ μνημονεύῃ τὰ ὀνόματα, δι᾿ εἴκοσι λεπτὰ τὰ ὁποῖα τοῦ ἔδωκες εἰσάπαξ. Εἰς κάθε προσκομιδὴν μνημονεύει δύο ἢ τρεῖς χιλιάδας ὀνόματα. Δὲν βαρύνεται ποτέ. Ἡ προσκομιδὴ παρ᾿ αὐτῷ διαρκεῖ δύο ὥρας. Ἡ Λειτουργία ἄλλας δύο. Εἰς τὴν ἀπόλυσιν τῆς Λειτουργίας, ὅσα κομμάτια ἔχει ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ, ἀπὸ πρόσφορα ἢ ἀρτοκλασίαν, τὰ μοιράζει ὅλα εἰς ὅσους τύχουν. Δὲν κρατεῖ σχεδὸν τίποτε.
Μίαν φορὰν ἔτυχε νὰ χρεωστῇ μικρὸν χρηματικὸν ποσόν, καὶ ἤθελε νὰ τὸ πληρώσῃ, εἶχε δέκα ἢ δεκαπέντε δραχμάς, ὅλα εἰς χαλκόν, ἐπὶ δύο ὥρας ἐμετροῦσεν, ἐμετροῦσε καὶ δὲν ἠμποροῦσε νὰ τὰ εὕρῃ πόσα ἦσαν. Τέλος, εἷς ἄλλος χριστιανὸς ἔλαβε τὸν κόπον καὶ τοῦ τὰ ἐμέτρησεν. Εἶνε ὀλίγον τι βραδύγλωσσος, καὶ περισσότερον ἀγράμματος. Εἰς τὰς εὐχάς, τὰς περισσοτέρας λέξεις τὰς λέγει ὀρθάς, εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τὰς
περισσοτέρας ἐσφαλμένας. Θὰ εἰπῆ τε, διατί ἡ ἀντίθεσις αὕτη; Ἀλλὰ τὰς εὐχὰς τὰς ἰδίας ἀπαγγέλλει καθ᾿ ἑκάστην, ἐνῷ τὴν δεῖνα περικοπὴν τοῦ Εὐαγγελίου θὰ τὴν ἀναγνώσῃ ἅπαξ ἢ δίς ἢ τὸ πολύ, τρὶς τοῦ ἔτους, ἐξαιρέσει ὡρισμένων περικοπῶν συχνὰ ἀλλ᾿ ἀτάκτως ἐπανερχομένων, ὡς εἰς τοὺς Ἁγιασμοὺς καὶ τὰς Παρακλήσεις.
Τὰ λάθη, ὅσα κάμνει εἰς τὴν ἀνάγνωσιν, εἶναι πολλάκις κωμικά. Καὶ ὅμως ἐξ ὅλων τῶν ἀκροατῶν του, ἐξ ὅλου τοῦ ἐκκλησιάσματος, κανείς μας δὲν γελᾷ. Διατί; Τὸν ἐσυνηθίσαμεν, καὶ μᾶς ἀρέσει. Εἶναι ἀξιαγάπητος. Εἶναι ἁπλοϊκὸς καὶ ἐνάρετος. Εἶναι ἄξιος τοῦ πρώτου τῶν Μακαρισμῶν τοῦ Σωτῆρος.

* * *

Τώρα, ὑποθέσατε δύο ὑποθέσεις, μίαν ἀδύνατον, καὶ μίαν δυνατήν, ὑποθέσατε ὅτι αὐτὸς ὁ ἴδιος ἱερεὺς εἶχεν ἐξέλθῃ ἀπὸ ἱεροδιδασκαλεῖον, παλαιὸν ἢ νέον· θὰ εἶχε διαφορὰν ἐπὶ τὸ βέλτιον; Θὰ ἦτο πασσαλειμμένος μὲ ὀλίγα ἀτελῆ, κακοχώνευτα καὶ συγκεχυμένα γράμματα, μὲ περισσοτέραν οἴησιν καὶ ἀξιώσεις. Θὰ ἦτο διὰ τοῦτο καλύτερος; Θὰ ἐξεφώνει λόγους ἐπ᾽ ἐκκλησίας; —Ἐάν οἱ λόγοι ὡμοίαζον μὲ ὅσους ἔχω ἀκούσει κατὰ καιροὺς ἀπὸ πολλοὺς ἱερωμένους μὲ ἀξιώσεις, μὲ διπλώματα, μὲ πράσινα καὶ μὲ γαλάζια ζωστικά, ὑποψηφίους ἀρχιερεῖς, καὶ τὰ λοιπά, καλλίτερον ὁποῦ λείπουν.
Πρέπει νὰ τηρηθῇ κατὰ γράμμα ὁ ἱερὸς κανών. Ἐὰν ὑπάρχη κάπου ἱερεύς τις μὲ ἀληθῆ παιδείαν καὶ μὲ ἀληθῆ ἀρετήν, ἂς ὁμιλῇ. Ἄλλως ἂς ἀναγινώσκονται ἐπ᾽ ἐκκλησίας αἱ ὁμιλίαι τῶν Χρυσοστόμων καὶ Βασιλείων μεταφρασμέναι εἰς τὸ ἁπλοῦν, τὰ Κυριακοδρόμια τοῦ Θεοτόκη, κ.λπ. Αὐτὸ εἶνε τὸ καλλίτερον, τὸ προχειρότερον καὶ τὸ ἀσφαλέστερον.
Τώρα, ὑποθέσατε, σχετικῶς μὲ τὸν ἱερέα περὶ οὗ ἀνωτέρω ὁ λόγος, καὶ μίαν ὑπόθεσιν δυνατήν. Ὑποθέσατε ὅτι μισθοδοτοῦνται πράγματι οἱ ἱερεῖς ἐκ τοῦ δημοσίου ταμείου, ὑποθέσατε ὅτι ὁ ἱερεὺς οὗτος λαμβάνει τὸν μισθόν του, εἰς χαρτίον ἢ εἰς χαλκόν. Δὲν θὰ εἶνε ἱκανὸς νὰ τὰ μετρήσῃ, καὶ γινόμενος εὐπορώτερος, δὲν θὰ γείνη καλλίτερος.
Τὸ χειρότερον εἶνε ὅτι θὰ πλάσῃ διακρίσεις μεταξὺ ἱερέων καὶ ἱερέων, τὸ μωρὸν αὐτὸ σχέδιον τῆς διαιρέσεως τῶν ἐφημερίων εἰς τάξεις, θὰ ὑποθάλψῃ ἀντιζηλίας, παραλόγους ἀξιώσεις καὶ ὑπεροψίαν. Ἐλπίζομεν ὅτι, καὶ ἂν ψηφισθῇ, ὅπερ πιθανὸν –διότι τόσα καὶ τόσα τερατώδη ψηφίζονται–, ὅμως δὲν θὰ ἐφαρμοσθῇ.

* * *

Τώρα, ἴσως εἴπῃ τις: –Ὅλα αὐτὰ καλὰ δυνατὸν νὰ εἶνε ἀλλὰ τὸ ἄρθρον σου εἶνε ἀρνητικὸν καὶ ὄχι θετικόν. Οἱ παλαιοὶ ἱερεῖς ἦσαν ἀγράμματοι, ἀλλ' ἦσαν ἁπλοϊκοὶ καὶ ἐνάρετοι. Σήμερον ἡ ἁπλότης καὶ ἡ ἀρετὴ ἐξέλιπε, μόνον δὲ ἡ ἀγραμματωσύνη πλεονάζει. Ἐπὶ τίνος βάσεως στηρίζεις τὴν βελτίωσιν τοῦ Κλήρου; Μήπως ἐπὶ μόνης τῆς ἀγραμματωσύνης;
Μὴ γένοιτο. Δὲν εἶπα ὅτι ἀποκρούω καθόλου πᾶσαν ἐξ ἀγαθῆς προαιρέσεως γινομένην ἀπόπειραν. Καλὰ εἶνε καὶ τὰ ἱεροδιδασκαλεῖα, καλὸν καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸν ταμεῖον, πρὸς χορηγίαν βοηθημάτων εἰς τοὺς ἀνικάνους καὶ εἰς τὰς χήρας καὶ τὰ ὀρφανὰ τοῦ Κλήρου.
Πλὴν ὅλα ταῦτα μόνον σχετικὴν ἀξίαν ἔχουσι. Πολὺ οὐσιωδέστερα καὶ λυσιτελέστερα εἶνε ἄλλα, τὰ ὁποῖα δὲν ἀνάγονται εἰς τὴν σφαῖραν τῆς νομοθετικῆς προνοίας, ἀλλ᾽ εἶνε ὅλως ἠθικὰ καὶ διὰ τοῦτο δὲν ἐπιβάλλονται. Νὰ παύσῃ π.χ. ἡ συστηματικὴ περιφρόνησις τῆς θρησκείας ἐκ μέρους πολιτικῶν ἀνδρῶν, ἐπιστημόνων, λογίων, δημοσιογράφων καὶ ἄλλων. Ἡ λεγομένη ἀνωτέρα τάξις, νὰ συμμορφωθῆ μὲ τὰ ἔθιμα τῆς χώρας, ἂν θέλῃ νὰ ἐγκλιματισθῇ ἐδῶ. Νὰ γείνῃ προστάτις τῶν πατρίων, καὶ ὄχι διώκτρια. Νὰ ἀσπασθῆ καὶ νὰ ἐγκολπωθῇ τὰς ἐθνικὰς παραδόσεις.
Νὰ μὴ περιφρονῇ ἀναφανδὸν ὅ,τι παλαιόν, ὅ,τι ἐγχώριον, ὅ,τι ἑλληνικόν. Νὰ καταπολεμηθῇ ὁ ξενισμός, ὁ πιθηκισμός, ὁ φραγκισμός. Νὰ μὴ νοθεύωνται τὰ θρησκευτικὰ καὶ τὰ οἰκογενειακὰ ἒθιμα. Νὰ καλλιεργηθῇ ἡ σεμνοπρεπὴς βυζαντινὴ παράδοσις εἰς τὴν λατρείαν, εἰς τὴν διακόσμησιν τῶν Ἱ. Ναῶν, τὴν μουσικὴν καὶ τὴν ζωγραφικήν.
Νὰ μὴ μιμώμεθα πότε τοὺς Παπιστὰς καὶ πότε τοὺς Προτεστάντας. Νὰ μὴ χάσκωμεν πρὸς τὰ ξένα. Νὰ στέργωμεν καὶ νὰ τιμῶμεν τὰ πάτρια.
Εἶνε τῆς ἐσχάτης ἐθνικῆς ἀφιλοτιμίας νὰ ἔχωμεν κειμήλια, καὶ νὰ μὴ φροντίζωμεν νὰ τὰ διατηρήσωμεν. Ἂς σταθμήσωσι καλῶς τὴν εὐθύνην των, οἱ ἔχοντες τὴν μεγίστην εὐθύνην.

* * *

Ἡμεῖς οἱ ἄλλοι, ἂς εὐχηθῶμεν μόνον οἱ ἱερεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ εἶνε ἄξιοι τοῦ εὐκλεοῦς παρελθόντος, καὶ διὰ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἐν Χριστῷ παιδείας ν᾽ ἀναδειχθῶσιν ἱκανοί, ὅπως διδάσκωσι τὸν χριστώνυμον λαόν, καὶ διὰ τοῦ λόγου, ἀλλὰ πρὸ πάντων διὰ τοῦ παραδείγματος, τὰς ὁδοὺς τοῦ Κυρίου.





ΝΕΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ ΦΙΛΟΛΟΓΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ 2012-2013




Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων
Πολιτισμού και Αθλητισμού

Γραφείο Τύπου

Δελτίο Τύπου, 26-10-2012

Πρόσληψη 41 αναπληρωτών εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχολικού έτους 2012-2013

Από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού ανακοινώνεται ότι για το σχολικό έτος 2012-2013 προσλαμβάνονται 41 εκπαιδευτικοί, κλάδων ΠΕ02, ΠΕ03, ΠΕ04.01, ΠΕ04.02 και ΠΕ04.04, ως αναπληρωτές πλήρους ωραρίου για τα σχολεία Γενικής Παιδείας και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης των Διευθύνσεων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Δωδεκανήσου και Κυκλάδων, για να καλύψουν τα κενά εκπαιδευτικών που προσλήφθηκαν ως αναπληρωτές με προηγούμενη Υπουργική απόφαση και δεν προσήλθαν να αναλάβουν υπηρεσία.

Οι προσλαμβανόμενοι (17 ΦΙΛΟΛΟΓΟΙ) οφείλουν να παρουσιαστούν στους προϊστάμενους των Διευθύνσεων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για ανάληψη υπηρεσίας από Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2012 μέχρι και Τετάρτη 31  Οκτωβρίου 2012




1          ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ        ΗΡΑΚΛΗΣ    ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Β-Α΄ Δωδεκανήσου
2          ΠΡΑΣΟΥΛΙΔΗ         ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ            ΣΤΕΡΓ           Β-Β΄ Δωδεκανήσου
3          ΠΑΣΧΟΥ      ΕΛΕΝΗ          ΑΝΔΡΕΑΣ     Β-Γ΄ Δωδεκανήσου
4          ΔΑΝΔΑΚΗ    ΜΥΡΩ            ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
5          ΚΑΡΑΜΠΕΛΑ         ΕΛΕΝΗ          ΝΙΚΟΛΑΟΣ  Β-Γ΄ Κυκλάδων
6          ΚΟΥΡΤΙΔΟΥ            ΙΩΑΝΝΑ       ΚΥΡΙΑΚΟΣ Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
7          ΕΥΑΓΓΕΛΙΝΟΣ      ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΙΧΑΗΛ Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
8          ΜΕΛΑ            ΦΩΤΕΙΝΗ     ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ        Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
9          ΛΥΝΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ ΔΗΜΗΤ Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
10        ΑΚΡΙΒΟΥΣΗ           ΔΗΜΗΤΡΑ    ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Β-Α΄ Δωδεκανήσου
11        ΛΙΤΟΥ           ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ            Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
12        ΑΡΣΕΝΙΟΥ   ΕΛΛΗ            ΑΧΙΛΛΕΥΣ  Β-Α΄ Δωδεκανήσου
13        ΒΟΥΤΣΙΝΑ  ΑΦΡΟΔΙΤΗ   ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ           Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
14        ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ    ΙΣΜΗΝΗ       ΗΛΙΑΣ Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
15        ΜΠΕΚΟΥ     ΦΑΝΗ            ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ  ΠΕ02  Β-Β΄ Δωδεκανήσου
16        ΠΑΠΠΑ         ΟΛΓΑ ΜΙΧΑΗΛ       ΠΕ02  Β-Δ΄ Δωδεκανήσου
17        ΠΥΡΟΜΑΛΛΗ         ΑΘΑΝΑΣΙΑ  ΝΙΚΟΛΑΟΣ  Β-Δ΄ Δωδεκανήσου





Ένας πανηγυρικός της επετείου του «ΟΧΙ»


«Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΝΥΚΤΑ ΤΟΥ ΟΧΙ ΤΟΥ 1940»

Τοῦ κ. Ἀλεξ. Μυγδαναλεύρου,
Θεολόγου-Ἱεροκήρυκος

επιμελεία
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-κλασσικού φιλολόγου


 
«Ἕλληνες μές στά σκοτεινά δεί-
χνουν τόν δρόμο: Ἐλευθερία, γιά
σένα θά δακρύσει ἀπό χαρά ὁ
ἥλιος»..
Ὀδυσσέας Ἐλύτης

Ἡ 28ῃ Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 ὑπῆρξε διά τήν Ἑλλάδα καί διά τόν
κόσμον ὁλόκληρον ἡ σημαντικωτέρα ἱστορική χρονολογία. Εἰς την λεωφόρον τῶν χρόνων τῆς μνήμης, καθάριος ὁ νοῦς τῶν Ἑλλήνων, μέ Ἐθνικήν ὑπερηφάνειαν και ὀρθόδοξον πίστιν, θυμίζει εἰς τους λαούς τό ἀδιάκοπον καί ἀστείρευτον φῶς τῆς ἐλευθερίας καί διδάσκει εἰς τούς δυνατούς τῆς γῆς το ὄχι εἰς τήν δουλείαν τό ναί εἰς την ἀνδρείαν, δι᾽ ἐλευθερίαν.
Ἡ Ἑλλάς τοῦ ΟΧΙ, ἡ ἀστείρευτος πηγή τοῦ πολιτισμοῦ καί τῶν ἰδανικῶν, ψηλά ὕψωσε τήν δάδα και φώτισε καί ἀφύπνισε τήν κεκοιμημένην ἀνθρωπότητα. Ἡ 28ῃ Ὀκτωβρίου εἶναι ἡ ἐπέτειος τῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία κατ᾽ ἔτος μᾶς «ξεναγεῖ» εἰς τά ἱστορικά δρώμενα ἐκείνου τοῦ τιτανίου ἀγῶνος τῶν ἐνόπλων δυνάμεων, ἐναντίον τῶν κατακτητικῶν βλέψεων τῶν ἐχθρῶν τῆς Πατρίδος μας. Ἦτο Τιτάνιος ὁ ἀγών, δεδομένου ὅτι τρομεραί δυσχέρειαι ὑπῆρχον κατά τήν χρονικήν ἐκείνην περίοδον. Τό Ἑλληνικόν Ἔθνος εἶχε νωπάς εἰσέτι τάς πληγάς ἐκ τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς καί εἰς δυσχερῆ οἰκονομικήν κατάστασιν εὑρίσκετο.
Δέν πτοεῖται ὅμως οὐδέ λησμονεῖ ὅτι τό μικρόν αὐτό Ἔθνος δέν εἶναι τυχαῖον καί ἄγνωστον, ἀλλ᾽ ἡ ἰδία, ἡ αἰώνιος Ἑλλάς, ἡ Ἑλλάς τῶν Μαραθώνων, τῶν Σαλαμίνων, τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς Τραπεζοῦντος, τοῦ Σουλίου, τοῦ Μεσολογγίου καί τοῦ Ζαλόγγου. Ἡ Ἑλλάς «τοῖς κείνων ρήμασι πειθόμενοι» προσέφερε καί θά προσφέρη ἐσαεί μεγάλας ὑπηρεσίας πρός τήν ἀνθρωπότητα, ἱκανή να διαψεύδη τούς βιολογικούς νόμους τῆς ἱστορίας καί τάς γνώμας τῶν ἰσχυρῶν τοῦ κόσμου. Κατά τήν ἱστορικήν ἐκείνην νύκτα τοῦ ᾽40, εἰς το ΟΧΙ τοῦ τότε Πρωθυπουργοῦ Ἰωάννου Μεταξᾶ, ὁλόκληρος ὁ κόσμος μέ σεβασμόν καί συγκρατημένην ἀναπνοή, ἐστάθη μέ θαυμασμόν και συγκίνησιν, ἀλλά καί εὐγνωμοσύνην εἰς τό μικρόν αὐτό Ἔθνος τῶν Ἑλλήνων. Μέσα εἰς μίαν ἀνθρωπότητα, τήν ὁποίαν εἶχε καταλάβει ὁ φόβος καί ὁ τρόμος πρό τῶν μηχανοκινήτων δυνάμεων τῆς βίας, ἕνα κόσμον, ὁ ὁποῖος, ὡς ἐφαίνετο, εἶχε ἀπωλέσει πλέ ον τήν πίστιν εἰς τον ἑαυτόν του. Ἐμφανίζεται ἀδρανής, ἀδύναμος, ψοφοδεής, ἕτοιμος να δεχθῆ τήν τελικήν αὐτοῦ καταστροφήν. Μέσα εἰς τήν διαγραφομένην κατάστασιν εὑρέθη ἕν μικρόν Ἔθνος ὀνομαζόμενον ΕΛΛΑΣ νά ὑψώσῃ ὑπερήφανον ἀνάστημα ἐναντίον τῶν δυνάμεων τῆς βίας.
Διετράνωσε τήν ἀκλόνητον πίστιν του ποῦ; εἰς τά ὑψηλά ἰδανικά και τάς ἠθικάς ἀρετάς τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἐλευθερίας καί τοῦ πολιτισμοῦ τάς ἀρχάς καί ἀξίας, καταρρίπτοντας τόν μῦθον περί τοῦ ἀνικήτου ἐ χθροῦ. Μέ τήν θαρραλέαν στάσιν του, τά κατορθώματά του καί μέ τάς ἡρωϊκάς νίκας του, ἐνέπνευσε τήν ἐλπίδα εἰς τήν φοβισμένην καί κυρτωμένην ἀνθρωπότητα, μέ ἀπο τέλεσμα νά ἐπέλθῃ ἡ ἀποφασιστική καμπή εἰς τήν πορείαν τοῦ παγκοσμίου πολέμου. Ἡ σωτηρία τῶν ἐθνῶν, τῆς Δημοκρατίας, τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς ἐλευθερίας εἶναι πλέον ἐμφανής καί ἡ ἀναπνοή τοῦ κόσμου ἐπανέρχεται εἰς τούς φυσιολογικούς ρυθμούς της.

«Ἡ Ἐλευθερία ἀπαιτεῖ θυσίας καί πίστιν εἰς τόν Θεόν»

Ὁ Θεός τῆς Ἑλλάδος, ναί ἔχει ἰδικόν του ἀληθινόν Θεόν τό Ἑλληνικόν ΕΘΝΟΣ– εἶναι ὁ Θεός τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, εἶναι το ΕΘΝΟΣ τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων καί τάς ὑψωμένας χεῖρας τοῦ λαοῦ καί τῶν στρατιωτικῶν Ἑλληνικῶν δυνάμεων εὐλογεῖ ὁ Κύριος καί κραταιώνει, ἵνα κρατοῦν καί φυλάττουν ἀμώμητον τήν πίστιν και τῆς Παρίδος τήν ἐλευθερίαν να ὑπερασπίζονται. Εἰς τήν κρισιμοτάτην περίοδον τῆς ἐποποιΐας τοῦ πολέμου τοῦ 40, ἡ ἀποφασιστικότητα, ἡ ταχύτητα λήψεως τῶν ἀποφάσεων ἐκ τῶν ἁρμοδίων πολιτικῶν ὀργάνων καί στρατιωτικῶν δυνάμεων ἔπαιξαν τόν σημαντικώτατον ρόλον διά τήν ἔκβασιν τοῦ πολέμου.
Ὁ Σπαρτιάτης Συνταγματάρχης ἥρωας τῆς Πίνδου Δαβάκης γράφει καί κοινοποιεῖ διαταγήν πρός τους Ἀξιωματικούς καί ὁπλίτας:

«…Φανῆτε Ἕλληνες καί κρα τῆστε γερά τά ὅπλα, μέ πίστιν εἰς τόν Θεόν … Ζήτω ἡ Ἑλλάς…».

Τήν πρώτην Νοεμβρίου τοῦ 1940 ἑτοιμάζει την ἀντεπίθεσιν, ὁ δέ Ὑπασπιστής αὐτοῦ τόν ἐρωτᾶ: «μέ ποίας δυνάμεις θά κάνωμεν τήν ἀντεπίθεσιν κ. Διοικητά;». Ἀπάντησις:

«Ἐγώ, ἐσύ, αὐ τοί πού μαζεύεις, οἱ ἡμιονηγοί, οἱ φουρναραῖοι, οἱ γραφιᾶδες καί ὁ Θεός μαζί μας».

 Διά νά ἀποκτήσουν θάρρος, δύναμιν καί ἐλπίδα νίκης, εἰσῆλθον καί διανυκτέρευσαν προσευχόμενοι εἰς τό Μοναστήριον τῆς Παναγίας τῆς Κλαδόρμης. Τάμα εἰς τήν Παναγίαν ἀπό το Δαβάκη, λάδι, Ἅγια σκεύη, κανδήλια, ὅπερ καί ἐξεπλήρωσε μετά την πρώτην νίκην, τήν πρώτη νίκη τοῦ Β. Παγκοσμίου Πολέμου εἰς την Πίνδον, ἀπό τόν ἥρωα Συνταγμα-
τάρχην Δαβάκην.
Ὁ Διοικητής τῆς 8ης Μεραρχίας Ὑποστράτηγος Χαρ. Κατσιμῆτρος, τήν παραμονήν τῆς μεγάλης μάχης τοῦ Καλπακίου (30.10.1940), εἰς την μνημιώδη διαταγήν του ἔλεγε:

«… Ὁ ἀγών θά διεξαχθεῖ μετά πείσματος καί ἐπιμονῆς ἀκαταβλήτου. Ἄμυνα κρατερά ἐπί τῶν θέσεών μας μέχρις ἐσχάτων. Οὐδεμία ἰδέα εἰς οὐδένα νά ὑπάρχει περί ὑποχωρήσεως. Πάντες, ἀπό τοῦ Στρατηγοῦ Δ/τοῦ τῆς Μεραρχίας μέχρι τοῦ τελευταίου στρατιώτου, θά ἀγωνισθῶμεν ἐπί τῶν θέσεών μας καί ἐν ἀνάγκῃ θά πεθάνωμεν ὅλοι ὑπερασπιζόμενοι αὐτάς. Ὁ Θεός μαζί μας».

 Ἅπαντες εἶχον τόν σταυρόν εἰς τό στῆθος τους καί τό εἰκόνισμα τῆς Παναγίας, ὅπου ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κ. Χρύσανθος ἐφρόντισε καί ἀπέστειλε εἰς τά μαχόμενα τέκνα τῆς Ἑλλάδος εἰς το Ἀλβανικόν μέτωπον. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, γράφει ὁ Σπ. Μελᾶς:

«… εἶναι ἡ μόνη γυναικεία μορφή, πού κυκλοφορεῖ σέ χιλιάδες εἰκονίτσες στό Μέτωπο. Εἶναι μικρογραφίες τῆς Μεγαλόχαρης τῆς Τήνου, διαβασμένες στήν Ἐκ κλησία, κρεμασμένες στό λαιμό τῶν παλληκαριῶν. Σ᾽ ὅλες τίς δύσκολες στιγμές, φέρουν τό χέρι στό στῆθος καί ἐγγίζουν αὐτό τό φυ λαχτό, μ᾽ ἐνδόμυχη παράκληση, νά κάμη τό θαῦμα της. Καί εἶναι τόσο καλή, πού δέν τό παραλείπει ποτέ».

Τά τέκνα σου Ἑλλάδα καί τό μεγαλεῖο σου βασίλευμα δέν γνωρίζουν. Ἄς σέ φθονοῦν, ἄς σέ ζηλεύουν καί παγίδας ἄς σοῦ στήνουν. Ἐσύ μέ τάς σελίδας δόξης τῆς ἱστορίας τῆς ζωῆς σου, πορεύεσαι, καί μέ τό Ἅγιον Εὐαγγέλιον. Με τήν πίστιν εἰς τόν Θεόν προχωρεῖς, σταυρώνεσαι καί ἀνασταίνεσαι, καταβαραθρώνεσαι, ἀλλά καί πάλιν ἀπό τήν τέφραν σου ἀναγεννᾶσαι καί γράφεις νέαν ἱστορίαν εἰς τάς κορυφάς τῆς Πίνδου. Τά ἡρωϊκά σου κατορθώματα αἱ Οὐράνιαι Δυνάμεις ὑπερθαυμάζουν. Ἐκείνη ἡ ἡρωϊκή ἀπάντησις τοῦ Διοικητοῦ Δαβάκη ἀπό τήν Πίνδον πρός τον τότε Ἀντιστράτηγον Ἰ. Πιτσίκα «Πρῶ τα ὁ Θεός θά νικήσωμεν» ἀντηχεῖ καί σήμερον μετά ἀπό 72 ἔτη ἀπό τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940, εἰς τά ὦτα τῶν Ἑλλήνων ὅτι καὶ πάλιν θά νικήσωμεν δεδομένου ὅτι δεν ἐξέλιπον αἱ προκλήσεις καί οἱ κίνδυνοι δι᾽ ἀπώλειαν ἐδαφικήν και Ἐθνικήν ἀνεξαρτησίαν.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ: Θάρρος – Αἰσιοδοξία

«Δέν χάνομαι στά τάρταρα, μονάχα ξαποσταίνω. Στή ζωή ξανα-
φαίνομαι καί λαούς ἀνασταίνω»
Κ. Παλαμᾶς

Ὅταν εἷς ἄνθρωπος, εἷς λαός, ἕν ΕΘΝΟΣ ζεῖ καί ἀνέρχεται τήν βαθμίδα τῆς κλίμακος, πού ὁδηγεῖ εἰς τόν Θεόν, μεταρσιώνεται, καθίσταται μέλος τῆς οἰκογενείας τῶν Οὐρανίων δυνάμεων, ὁπλίζεται με θάρρος, μέ αἰσιοδοξία, μέ ἐλπίδα, μέ τόλμη καί μέ Θείαν ὑπερθαύμαστον προστασίαν καλύπτεται. Αὐτή ἡ αἰώνιος ΕΛΛΑΣ παρέμεινε καί παραμένει, ἀκλόνητος, ἀμετάβλητος, ἀμετακίνητος, ἀμεταγλώττιστος, ἀφοσιωμένη, πιστή εἰς τά ἱερά, τά ὅσια τῆς πίστεως καί εἰς τά ἰδανικά τῶν προγόνων της, ἀνύστακτος ναοφύλαξ τῆς ἐλευθερίας καί τῆς Δημοκρατίας. Συνεχίζει διαφυλάττουσα Θερμοπύλας, ἀμώμητον πίστιν, πορευομένη ἐντός τοῦ κόσμου, μη φοβουμένη καταιγίδας, δοκιμασίας, ἀποδοκιμασίας, ἔχουσα ἐν ἀγκάλαις τήν κιβωτόν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως τῶν ἀρετῶν, καί τῆς πατρίδος τῶν ἰδανικῶν «καταστολισμένη ἄθλων στίγμασιν» λαούς διδάσκουσα. «Εἰρήνη μέν μέγα ἀγαθόν δοκεῖ τοῖς ἀνθρώποις εἶναι, πόλεμος δέ μέγα κακόν». Ἄν δε τοῦτο -μή γένοιτο- ἀπαιτήσουν δύσκολοι καιροί, διά τήν πίστιν καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερίαν, τά τέκνα αὐτῆς ἐν ὁμονίᾳ, μὲ ἐθνικήν φωνήν διατρανώνουν καί λέγουν:

«Ἅμμες δέ γʼ ἐσόμεθα πολλῷ κάρρονες»,

«…τοῖς κείνων ρήμασι πειθόμενοι…» γνωρίζοντα τήν τοῦ Περικλέους (490-429) ἀρχηγοῦ τῆς Δημοκρατίας τῶν Ἀρχαίων Ἀθηνῶν ρῆσιν: «Εὔδαιμον τό ἐλεύθερον, το δʼ ἐλεύθερον τό εὔψυχον κρίναντες μή περιορᾶσθε τούς πολεμικούς κινδύνους».

ΠΗΓΗ: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ
26 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2012






Η σημασία και η έννοια της αρετής



ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΕΛΛΗΝΑΣ,
ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΓΡΑΦΗΝ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Τοῦ
Ἠλία Μπάκου,
Δρ. ΘεολογίαςΦιλολόγου



Α´. Ἡ ἀρετή κατά τούς Ἀρχαίους Ἕλληνες

Ἀρετή, σημαίνει κατα τήν ἐπικρατοῦσα ἔννοια τῆς σημασίας: μιά σταθερή στροφή τῆς θελήσεως τοῦ ἀνθρώπου πρός τό ἀγαθό μέ τήν εὐρύτερη σημασία τοῦ ὅρου.Ἡ ἀρετή δέν εἶναι οὔτε ἁπλῆ γνώση, γιατί ἡ γνώση συμβουλεύει μέν τόν ἄνθρωπο, ἀλλά δέν διευθύνει πάντοτε καί τή θέλησή του, δεν εἶναι ὅμως καί ἡ ἕξις-ἐθισμός-σταθερή συνήθεια, γιατί μέ τή συνήθεια-ἕξη καί τήν ἄσκηση ἀποκτῶνται καί πολλές ἰδιότητες μέ τάση καί ροπή πρός τό κακό. Ἡ ἀρετή εἶναι κάτι τό ἑνιαῖο, τό συνολικό γενικό γι᾽ αὐτό καί ἀποβαίνει κάτι τό ποικίλον, τό διαφορετικόν, ἀφοῦ ὑποδιαιρεῖται σέ πολλές ἐπί μέρους ἀρετές καί γι᾽ αὐτό παρατηρεῖται ὅτι καί οἱ σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου –ἀτομικές καί κοινωνικές– εἶναι διάφορες καί πολλαπλές. Με ἄλλα λόγια ἀρετή εἶναι, μέ τή διαχρονική σημασία τῆς λέξης: ἡ τέλεια σωματική διάπλαση τοῦ ἀνθρώπου, συνεκδοχικά: ἡ τελειότητα, ἡ ὡραιότητα, ἡ ὑπεροχή ἔναντι τοῦ ἄλλου, ἡ ἀνδρεία στήν πληθυντική της μορφή: ἀρετές εἶναι οἱ γενναῖες πράξεις, τά προτερήματα ἑνός ἀνθρώπου, ἡ ὑπόληψη, ἡ δόξα, ἡ θεάρεστη πράξη καί τέλος ἡ ἠθική τελειότητα, ἡ δέ λέξη ἀρετή παράγεται ἀπό τό ρῆμα ἀραρίσκω, πού σημαίνει: ἑνώνω, συνάπτω, προσαρμόζω. Οἱ ἠθικολόγοι τις ἀρετές τίς διαιροῦν, τίς ταξινομοῦν καί τίς κατατάσσουν σέ διάφορες κατηγορίες· π.χ. ὁ Πλάτων ἀποδέχεται τέσσερες κύριες ἀρετές: τή φρόνηση, τήν ἀνδρεία, τη σωφροσύνη καί τή δικαιοσύνη, ἐνῶ ὁ Ἀριστοτέλης δέχεται δύο εἴδη ἀρετῶν: τίς διανοητικές καί τίς ἠθικές· καί ὁ χριστιανισμός πάνω στις τρεῖς λεγόμενες καί θεολογικές ἀρετές: πίστις, ἐλπίς καί ἀγάπη στηρίζει ὅλες τίς ἄλλες χριστιανικές ἀρετές, πού πρέπει νά συνοδεύουν τόν ἄνθρωπο ὡς ψυχοσωματικό δημιούργημα τοῦ Θεοῦ.
Ἀναλυτικώτερα:
α) Οἱ ἀρχαῖοιἝλληνες δέν χρησιμοποίησαν τή λέξη ἀρετή μέ την καθαρά ἠθική της σημασία. Γι᾽ αὐτούς ἡ λέξη Ἀρετή, ὅπως καί ἡ ἀντίστοιχη λατινική λέξη virtus, δήλωνε τήν σωματική ἱκανότητα και ὑπεροχή, τή γενναιότητα, την ἀνδρεία, καί προκειμένου περί γυναικῶν τή σεμνότητα. Τήν πρωταρχική αὐτή σημασία τῆς λέξεως την εὑρίσκομε στόνὍμηρο ὅπου στό
πρόσωπο, τόσον τοῦ Ὀδυσσέα, ὅσον καί τῆς Πηνελόπης προβάλλεται ἡ ἀρετή, ὅπως αὐτή ἁρμόζει στόν καθένα, ἀνάλογα καί μέ το φῦλο του. Ὁ Πίνδαρος ἀναζητεῖ τήν ἀρετή στή σωματική διάπλαση καί ἀρτιότητα, στή δεξιότητα και τήν ὑπεροχή τῶν ἀγωνιστῶν στο στάδιο, στή σωματική συμμετρία καί στή ρώμη τῶν ἀθλητῶν. Γι᾽ αὐτό δέν ζηλεύει τόν πλοῦτο, ἀλλά τήν ἀρετή τοῦἩρακλῆ. ΣτόνἨσίοδο ἡ ἔννοια τῆς λέξεως ἀρετή, παρουσιάζεται συγγενής πρός το «κῦδος»=τιμή, δόξα, φήμη, καί ὡς ἀντίθεση πρός τήν «κακότητα».
Κατά τούς Πυθαγορείους ἡ ἔννοια τῆς ἀρετῆς συνδέεται μέ τούς
ἀριθμούς καί μ᾽ αὐτούς ἐκφράζεται.Ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς διασώζει ὅτι ὁ Ἐπίχαρμος ἐδίδασκεν ὅτι «ὁ βίος τοῦ ἀνθρωπίνου λογισμοῦ καί ἀριθμοῦ δεῖται πάνυ, ζῶμεν δ᾽ ἀριθμῷ καί λογισμῷ, ταῦτα γάρ σώζει βροτούς» (=δηλ. ἡ ζωή μας ἔχει ἀνάγκη ἀπό λογισμό και ἀριθμούς). Μεταξύ τῶν ἀριθμῶν καταλαμβάνουν ἰδιαίτερη θέση οἱ περιττοί ἀριθμοί, γιατί ἔχουν ἀρχή, μέσον καί τέλος. Γιά παράδειγμα ὁ ἀριθμός ἑπτά (7) ἔχει ἀρχή καί τέλος, ὅπως κάθε ἀριθμός, ἔχει ὅμως καί μέσον τόν ἀριθμόν τέσσερα (4).
Ἡ σημασία τῆς μεσότητας σέ συνδυασμό μέ τήν ἀρετή θά τονισθεῖ ἀργότερα ἀπό τόν Ἀριστοτέλη, ὁ ὁποῖος διατύπωσε τήν ἄποψη ὅτι ἡ ἀρετή εἶναι μία μεσότητα μεταξύ δύο ἀκροτήτων, παράδειγμα: ἀνάμεσα στή δειλία καί τήν θρασύτητα τή μεσότητα ἀποτελεῖ ἡ ἀνδρεία...
Κατά τούς Πυθαγορείους ἡ ἀρετή ἡ ἔννοιά της, συνδέεται στενά μέ τήν Πίστη στό Θεό, γιατί τό κατ᾽ αὐτούς τά πάντα ἐξαρτῶνταν ἀπό τό καθῆκον τοῦ «ἀκολουθεῖν τῷ Θεῷ» (=ἀπό τό νά ἀκολουθοῦν το θέλημα τοῦ Θεοῦ). Ὁ Φιλόσοφος Σωκράτης κάνει περισσότερο συγκεκριμένη τήν ἔννοια τῆς ἀρετῆς· διαλεγόμενος γιά τά ἀνθρώπινα θέματα ἐξετάζει: τί εἶναι εὐσεβές, τί ἀσεβές, τί καλόν, τί αἰσχρόν, τι δίκαιον καί τί ἄδικόν, τί σωφροσύνη καί τί μανία, τί ἀνδρεία καί τί δειλία, τί πόλις καί τί πολιτικός, τί ἀρχή ἀνθρώπων καί τί ἀρχικός ἄνθρωπος, ἐνῶ κάνει λόγο γιά τίς τέσσερις ἀρετές δηλ. τή σοφία, τήν ἀνδρεία, τή σωφροσύνη καί τή δικαιοσύνη, στόν Εὐθύφρονα ἀναφέρεται καί ἡ «ὁσιότης»· ὅλος ὁ διάλογος ἀναφέρεται στό τί εἶναι ὅσιον καί τί ἀνόσιον.Ὁ Πλάτων, ἀναφέρθηκε καί παραπάνω, διδάσκει ὅτι ἡ ψυχή εἶναι τριμερής: νοῦς, θυμός καί ἐπιθυμία. Σέ κάθε ἕνα ἀπό τά μέρη ἀντιστοιχεῖ καί μία ἀρετή.
Τοιουτρόπως: τοῦ νοῦ (=λογιστικοῦ), ἀρετή εἶναι ἡ σοφία (φρόνηση), τοῦ θυμοῦ (θυμοειδοῦς), ἡ ἀνδρεία, καί τοῦ ἐπιθυμητικοῦ (τῆς ἐπιθυμίας), ἡ σωφροσύνη καί ὅλες αὐτές συνδέονται στενά μέ τήν καθαυτό ἀρετή, δηλ. τή δικαιοσύνη, ἡ
ὁποία εἶναι «ὑγίειά τε καί κάλλος καί εὐεξία τῆς ὅλης ψυχῆς» καί κατά τον Θεοδωρακόπουλο «ἔχει την πηγή της μέσα στήν ἀνιδιοτέλεια καί τήν ἐλευθερία τῆς ψυχῆς». Και τό συμπέρασμα «πᾶσα ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καί τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται»· δηλ. κάθε ἐπιστήμη, κάθε γνώση, ὅσο σοβαρή καί ἄν εἶναι αὐτή, ἐάν χωρίζεται ἀπό τήν δικαιοσύνη καί τίς ἄλλες γενικές ἀρετές δέν εἶναι σοφία, ἀλλά πανουργία. Ὑπέρ αὐτῶν τῶν ἀρετῶν καί τῆς δικαιοσύνης προτρέπει ὁ Πλάτωνας τούς νέους νά δείχνουν μεγάλη προθυμία καί προσπάθεια, γιά νά τίς ἀποκτήσουν, γιατί αὐτές οἱ ἀρετές εἶναι τό ὑπέρτατο ἀγαθό τῆς ζωῆς: «ὦ παῖδες, καί πρῶτον καί ὕστατον καί διά παντός πᾶσαν προθυμίαν πειρᾶσθε ἔχειν ὅπως μάλιστα μέν ὑπερβαλεῖσθε καί ἡμᾶς καί τούς πρόσθεν εὐκλείᾳ», ὥστε νά ξεπεράσουν ὅλους τους ἄλλους ἀκόμα καί τούς προγόνους σέ δόξα καί καλή φήμη.Ἡ ἀπόλυτη ἀρετή ὑπάρχει στόΘεῖον, στόΘεό.
Στόν κόσμο, λέγει ὁΠλάτωνας, δεν ὑπάρχει τίποτε τό ἰσάξιον τῆς ἀρετῆς καί στήν ἐκλογή της προβαίνει μόνος του ὁ ἄνθρωπος γιατί ὁ Θεός εἶναι «ἀναίτιος» (Πολιτ. 617 Ε).
Ὅπως προαναφέραμε, ὁ Ἀριστοτέλης διακρίνει τίς ἀρετές σε διανοητικές καί ἠθικές. Ἠθικές ἀρετές εἶναι ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀνδρεία, ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἐλευθεριότητα, ἡ πραότητα, ἡ μεγαλοπρέπεια, ἡ μεγαλοψυχία, ἡ αἰδώς, ἡ φιλία και πολλές ἄλλες. Οἱ διανοητικές ἀρετές εἶναι πέντε: ἡ τέχνη, ἡ ἐπιστήμη, ἡ φρόνηση, ἡ σοφία καί ὁ νοῦς - ἡ λογική. Σύμφωνα μέ τόν Ἀριστοτέλη ἡ ἀρετή συνδέεται ἄμεσα με τίς ἔννοιες: ἕξις (=ἐθισμός-συνήθεια) καί μεσότητα, μέ ἄλλα λόγια ἡ μέση ὁδός, πού λέμε καί σήμερα.
Ὅπως ὁ Πλάτωνας ἔτσι καί ὁ Ἀριστοτέλης θεωρεῖ τή δικαιοσύνη πρώτη τῶν ἀρετῶν «σπουδαιοτάτη»: «ἡ δικαιοσύνη οὐ μέρος ἀρετῆς, ἀλλ᾽ ὅλη ἀρετή ἐστιν, οὐδ᾽ ἡ ἐναντία ἀδικία οὐ μέρος κακίας, ἀλλ᾽ ὅλη κακία»: ἡ δικαιοσύνη δεν εἶναι μέρος τῆς ἀρετῆς, ἀλλά ὅλη ἡ ἀρετή, οὔτε ἡ προσωπική κακία εἶναι μέρος τῆς κακίας, ἀλλά εἶναι ὅλη ἡ κακία.
Ἐδῶ δέν πρόκειται νά ἐξαντλήσουμε τό θέμα γύρω ἀπό τήν ἀρετή, τή σημασία της, καί τή θέση της στή ζωή τῶνἙλλήνων τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδος· κλείνουμε τό θέμα ἐπιγραμματικά μέ τό ρητόν: «τῆς ἀρετῆς οὐδέν κτῆμα σεμνότερον οὐδέ βεβαιότερόν ἐστιν», γιά νά δοῦμε τή σημασία της στήν Ἁγία Γραφή καί στούς Πατέρες τῆςἘκκλησίας.

Β´. Ἡ ἀρετή στήν Ἁγία Γραφή

1) Στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ λέξη Ἀρετή ἀπαντᾶται 16 φορές μέ τη σημασιολογική ἔννοια: δόξα, ἁγιωσύνη, ἕξις, ἐξομολόγησις, μεγαλοπρέπεια, τιμή, ὡραιότης, ἀγαλλίαμα, αἴνεσις, ἔπαινος, καύχημα, ὕμνησις κ.λπ. Ἡ λέξη ἀρετή δέν εἶχε πάντοτε τήν ἔννοια μέ τήν ὁποία τη χρησιμοποιοῦμε σήμερα· ἡ πρωταρχική της σημασία ἐκφράζεται μέ τή λέξη «ἰσχύς» ἤ καί «δύναμις». Μέ τήν ἠθική ἔννοια καί σημασία «ὁ κατ᾽ ἀρετήν βίος ἀποτελεῖ
τό ἰδεῶδες τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς» κατά τήν Παλαιά Διαθήκη. Ἡ ἁρμονική σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τον Θεό, ἡ ἀποδοχή ἀπό τόν ἄνθρωπο τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ συγκροτοῦν τήν ἀρετή. Ἡ πίστη στον μόνο ἀληθινό Θεό ἀποτελεῖ τό θεμέλιο τῆς ἀρετῆς. Ἡ διασάλευση τῆς ἁρμονίας τῶν σχέσεων Θεοῦ ἀνθρώπου μαρτυρεῖ τήν παρουσία τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἄρνηση τῆς πίστεως στό Θεό ἀποδεικνύει ἀφροσύνη καί τιμωρεῖται ἀπό τό Θεό. Ὅσοι ζοῦν πιστά στό Θεό δικαιώνονται παρά τίς τυχόν ἀντιξοότητες και δοκιμασίες τῆς ζωῆς τους. Γιά τις τέσσερες ἀρετές τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ κόσμου ἡ Παλαιά Διαθήκη ὁμιλεῖ ἅπαξ στό Η´ Κεφάλαιο τῆς Σοφίας Σολομῶντος, ὅπου ἀναφέρονται οἱ ἀρετές: «σωφροσύνη, φρόνησις, δικαιοσύνη καί ἀνδρεία» μέ τήν προσθήκη-παρατήρηση ὅτι: «χρησιμώτερον οὐδέν ἐστιν ἐν βίῳ ἀνθρώποις» ἀπό τίς ἀρετές αὐτές.
Ἡ ἔννοια τῆς δικαιοσύνης εἶναι πολυσήμαντος στήν Παλαιά Διαθήκη· πολλές φορές ὁ δίκαιος παραλληλίζεται μέ τόν ὅσιο, ἀλλοῦ ὁ δίκαιος θεωρεῖται ὡς ὁ πιστός τοῦ Θεοῦ, πού ζεῖ κατ᾽ ἀρετήν. Στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν χαρακτηρίζεται «ἄμωμος» καί «ἀθῶος». Κάθε προσφορά πρός τό Θεό μέ την ἔν νοια αὐτή τῶν δικαίων εἶναι πάντα εὐπρόσδεκτος ὄχι ὅμως καί ἡ προσ φορά τῶν ἀσεβῶν. Ὁ Προφήτης Ἠσαΐας συνδέει στενότατα τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς μέ τήν ἐπιτέλεση ἀρετῶν, πού θεμελιώνονται στή φιλαλληλία, λέγων: «Λούσασθε καί καθαροί γίνεσθε… μάθετε κα λόν ποιεῖν, ἐκζητήσατε κρίσιν, ρύσασθε ἀδικούμενον, κρίνατε ὀρ φανῷ καί δικαιώσατε χήραν». Κατά τόν Ψαλμωδό στο Ὄρος Κυρίου ἀναβαίνει ὁ «ἀθῶος χερσί καί καθαρός τῇ καρδίᾳ, ὅς οὐκ ἔλαβεν ἐπί ματαίῳ τήν ψυχήν αὐτοῦ καί οὐχ ὥμοσεν ἐπί δόλῳ τῷ πλησίον αὐτοῦ». Σέ ὅλα τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τονίζεται ἡ πίστη στόν ἕνα καί μόνον ἀληθινό Θεό. Μέ τήν πίστη στό Θεό συνδέεται ἡ δικαιοσύνη, ἡ ὑπομονή, ἡ κατά Θεόν σοφία, ἡ ταπεινοφροσύνη καί τό σύνολον τῶν ἀρετῶν περιέχεται στούς Ψαλμούς. 2) Ἀπό την Παλαιά Διαθήκη περνᾶμε στήν Καινή Διαθήκη, στήν ὁποία ἡ λέξη ἀρετή χρησιμοποιεῖται πέντε φορές. Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς στήν ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία του μακαρίζει: τους πτωχούς τῷ πνεύματι=αὐτούς πού σέβονται τό Θεό, τούς πραεῖς, τούς πεινῶντας καί διψῶντας την δικαιοσύνην, αὐτούς, πού πεινοῦν καί διψοῦν γιά τό δίκαιο, καί αὐτοί στίς ἡμέρες μας εἶναι πολλοί· τους ἐλεήμονες, τούς καθαρούς τῇ καρδίᾳ. Στήν συνέχεια ὁμιλεῖ γιά την ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς, γιά την ἐλεημοσύνη, γιά τήν προσευχή, για τήν ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, γιά τή σταθερή πίστη στο Θεό. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παρακαλεῖ καί μᾶς προτρέπει: «σωφρόνως καί δικαίως καί εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, προσδεχόμενοι τήν μακαρίαν ἐλπίδα και ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ».
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀπαριθμεῖ μερικές ἀπό τίς ἀρετές ὅπως: την πίστη, τήν ἐγκράτεια, τήν ὑπομονή, τήν εὐσέβεια, τήν φιλαδελφία και τήν ἀγάπη. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ στούς Χριστιανούς νά ἐπιδιώκουν: «δικαιοσύνην, εὐσέβειαν, πίστιν, ἀγάπην, ὑπομονήν, πραότητα» (Α´ Τιμ. στ´ 11)· χαρακτηριστική εἶναι ἡ προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρός τούς Φιλιππησίους να ἐφαρμόζουν στή ζωή τους: «ὅσα ἐστίν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα εἴ τις ἀρετή καί εἴ τις ἔπαινος» (Φιλιπ. δ´ 4).
Ἀπό τίς χριστιανικές ἀρετές ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπιλέγει και προβάλλει: «τήν πίστιν, τήν ἐλπίδα καί τήν ἀγάπην» καί θέτει πάνω ἀπό ὅλες τίς ἀρετές τήν Ἀγάπη, ὡς «καινήν ἐντολήν», τῆς ὁποίας τόν ὕμνον συνθέτει στήν Α´ Πρός Κορινθίους ἐπιστολή. Ὅμως, ἡ θεωρητική γνώση τῶν ἀρετῶν δέν εἶναι ἀρκετή γιά τόν Χριστιανό. Ὁ Κύριος τονίζει τή σημασία τῆς ἐνεργοῦ, τῆς ἐμπράκτου ἀρετῆς: «οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε, Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, ἀλλ᾽ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς». Ἀλλά και αὐτή ἡ ἔμπρακτη ἀρετή δέν ἀρκεῖ ἐάν δέν θεμελιώνεται στήν καινή ἐντολή τῆς ἀγάπης καί ἐάν δέν χαρακτηρίζεται ἀπό τήν καθολικότητα, τό ὅλον. Γιατί «ὅστις… τόν νόμον ὅλον τηρή σῃ, πταίσῃ δέ ἐν ἑνί, γέγονεν πάν των ἔνοχος». Ἡ θέση αὐτή προϋποθέτει τό ἀδιαίρετο και ἑνιαῖο τῆς ἀρετῆς, ἡ ὁποία παρά τις ἐπι μέρους μορφές της, ἀποτελεῖ ἀδιάσπαστη ἑνότητα, ἄνευ χασμάτων καί κηλίδων.
Τοιουτοτρόπως ἔχουμε καί στην Καινή Διαθήκη τήν ἔννοια τοῦ «ἀμώμου» καί γι᾽ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπιθυμεῖ καί προτρέπει οἱ χριστιανοί νά εἶναι «ἅγιοι καί ἄμωμοι κατενώπιον» τοῦ Χριστοῦ «ἐν ἀγάπῃ» καί «τέλειοι καί ὁλόκληροι ἐν μηδενί λειπόμενοι» κατά τον ἀπόστολο Ἰάκωβο.
Πρότυπο τῆς τέλειας χριστιανικῆς ἀρετῆς εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας
Κύριος, ὁ ὁποῖος «διῆλθεν εὐεργετῶν καί ἰώμενος πάντας», «ὤν
πρᾶος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ». Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καλεῖ τούς Χριστιανούς νά μιμηθοῦν τόν Ἰησοῦ, τό ἴδιο πράττει καί ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης.
Συμπερασματικά μποροῦμε να ποῦμε ὅτι, ὅπως στήν Παλαιά Διαθήκη δέν εἶναι δυνατόν νά νοηθεῖ ἡ ἀρετή χωρίς τό Θεό, ἔτσι και στήν Καινή εἶναι ἀκατανόητος ἡ ἀρετή χωρίς Χριστόν, χωρίς τό ζῆν κατά Χριστόν, στό πρόσωπο τοῦ ὁποίου «κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος».

Γ´. Ἡ ἀρετή κατά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀπηχοῦν καί ἑρμηνεύουν κατά κανόνα τίς ἀπόψεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς περί ἀρετῆς. Κατά τόν Μέγα Ἀθανάσιο μόνον ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς δίδαξε ἁπλῶς καί σαφῶς «περί τοῦ κατ᾽ ἀρετῆς βίου». Προκειμένου να τονίσουν τίς ἐπί μέρους ἀρετές οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀναφέρονται στα πρόσωπα, καί στά ἰδιαίτερα χαρίσματά τους, τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τῆς Καινῆς ἤ σέ μάρτυρες και ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας, τούς ὁποίους παρουσιάζουν ὡς ὑποδείγματα ἀρετῆς. Ὁ Μέγας Βασίλειος στην ὁμιλία του: «Πρός τούς νέους, ὅπως ἄν ἐξ Ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων» λέγει ὅτι ὅλη ἡ ποίηση τοῦ Ὁμήρου «ἀρετῆς ἔστιν ἔπαινος», γιά νά συμπληρώσει σέ ἄλλο ἔργο του περί ἀρετῆς τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: «Ἔχουμε λάβει ἐκ τῶν προτέρων ἀπό τό Θεό τίς δυνάμεις πρός πραγματοποίηση ὅλων τῶν ἐντολῶν, οἱ ὁποῖες ἐδόθησαν σε ἐμᾶς ἀπό αὐτόν… Καί μέ τίς δυνάμεις αὐτές, ὅταν μέν ἐνεργοῦμε ὀρθῶς καί μέ τόν ἁρμόζοντα τρόπο, ἐπιτυγχάνουμε πλήρως μέ εὐσέβεια τήν ἐνάρετη ζωή. Ὅταν δε κάνουμε κακή χρήση τῆς ἐνέργειας αὐτῶν, παρασυρόμαστε προς τήν ἁμαρτία. Καί αὐτό εἶναι τό σύνορο, τό ὁρόσημο τῆς κακίας, δηλ. ἡ κακή καί ἀντίθετα πρός τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου χρήση ἐκείνων, τά ὁποῖα ἔχουν δοθεῖ ἀπό τό Θεό σε ἐμᾶς πρός ἐπιτέλεση τοῦ ἀγαθοῦ. Ὅπως ἐξάλλου τό σύνορο, τό ὁρόσημο τῆς ἀρετῆς, τήν ὁποία ζητεῖ ὁ Θεός, εἶναι ἡ σύμφωνα μέ την ἐντολή τοῦ Κυρίου χρήση αὐτῶν ἀπό ἀγαθή συνείδηση».
Συμπερασματικά ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει ὅτι: ἡ ἀρετή δέν σημαίνει ἄρνηση τῶν διαφόρων ἀγαθῶν, ἀλλά καλή χρήση αὐτῶν· ἀντιθέτως κακία δέν εἶναι ὅτι δεχόμαστε τά διάφορα ἀγαθά, τά ὁποῖα ἔχουν δοθεῖ ἀπό τό Θεό, ἀλλά τό ὅτι κάνουμε κακή χρήση αὐτῶν. Ὁ Ἅγ. Μάξιμος ὁ ὁμολογητής σέ ὁμιλία του γιά «τούς ἁγίους ἀθλητάς τοῦ Σωτῆρος» γράφει: «μιμησώμεθα τόν ἀκατάπαυστον αὐτῶν δρόμον, τήν ζέουσαν προθυμίαν, τῆς ἐγκρα τείας τήν καρτερίαν, τῆς σωφροσύνης τόν ἁγιασμόν, τῆς ὑπομο νῆς τήν γενναιότητα, τῆς μακροθυμίας τήν ἀνοχήν, τῆς συμπαθείας τόν οἶκτον, τῆς πραότητος τό ἀτάραχον, τοῦ ζήλου τήν θερμότητα, τῆς ἀγάπης τό ἀνυπόκριτον, τῆς ταπεινοφροσύνης τό ὕψος, τῆς ἀκτημοσύνης τό ἀπέριττον, τήν ἀνδρείαν, τήν χριστότητα, τήν ἐπιείκειαν».
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δεν ἀγνοοῦν τίς ἀπόψεις τῶν Ἑλλήνων γιά τήν ἀρετή· σέ πολλές περιπτώσεις προσλαμβάνουν στούς λόγους καί τίς ἀρετές αὐτές καί τις τιμοῦν· ἐκφράζονται, πολλές φορές, μέ θαυμασμό, ὅπως ὁ Μ. Βασίλειος ἐπαινεῖ τόν Ὅμηρο, γιατί στό νησί τῶν Φαιάκων παρουσιάζει ναυαγό τόν Ὀδυσσέα «ἀρετῇ ἀντί ἱματίων κεκοσμημένον». Ἡ ἑλληνόφωνος Ὀρθόδοξη ἀνατολική θεολογία δέν ἀδίκησε, στό σύνολό της, τήν προσφορά τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδος, εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ἀναζήτηση τῆς ἀρετῆς· δέν ἀποδέχθηκε ὅμως καί τίς κατατμήσεις και λογιστικές ὑποδιαιρέσεις αὐτῆς.
Τήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς θεωρεῖ βασική ὑποχρέωση κάθε χριστιανοῦ ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Πολλές φορές οἱ Πατέρες ἐτόνισαν αὐτή ἤ ἐκείνη τήν ἀρετή ἤ ὑπογράμμισαν τίς προσιδιάζουσες γιά τούς μοναχούς ἀρετές, ὅπως: πτωχεία, παρθενία, ὑπακοή, φιλοπτωχεία και ἐλεημοσύνη καί ἐτέθη πάνω ἀπό ὅλες ἡ ἀγάπη. Τό γεγονός αὐτό δέν ἔχει σχέση μέ τή σχολαστική κα τάτμηση τῶν ἀρετῶν. Ἡ ἀρετή κατά τούς Πατέρες ἀποτελεῖ ἑνιαῖο καί ἀδιάσπαστο πολύπτυχο: «οὐ γάρ ἀρκεῖ μία μόνον ἀρετή παραστῆσαι τῷ Θεῷ βήματι τοῦ Χριστοῦ
παρρησίας ἡμᾶς, ἀλλά μετά πολλῆς ἡμῖν δεῖ καί ποικίλης καί παντοδαπῆς καί πάσης αὐτῆς» τῆς ἀρε τῆς.
Ἡ «παντελής ἀρετή, κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης εἶναι ὁ ἴ διος ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος κατά τόν Μάρκο τόν Ἐρημίτην «πάσης ἀρε τῆς κατάρχει» (=ὁ Θεός).
Ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά την ἐξάσκηση τῆς ἀρετῆς κατά τους ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀφ᾽ ἑνός ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου καί ἀφ᾽ ἑτέρου ἡ προαίρεση.

 ΠΗΓΗ: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ




Το εγκώμιον του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στον άγιο Δημήτριο τον Μυροβλήτη



Αρχιμ. Εφραίμ Ξηροποταμηνού1



«Εμοί δε λίαν ετιμήθησαν οι φίλοι σου ο Θεός, λίαν εκραταιώθησαν αι αρχαί αυτών». 
Με αυτόν τον στίχον του Δαβίδ αρχίζει ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Γρηγόριος ο Παλαμάς το εγκώμιό του στον Μυροβλύτη άγιο, που σαν Μεγαλομάρτυς ανήκει και αυτός στις «αρχές», δηλαδή στην ηγεσία των Αγίων και Φίλων του Θεού. 
«Εγώ με πολλή τιμή περιβάλλω τους φίλους σου, Θεέ μου, μεγάλη εξουσία και παρρησία έχουν εκείνοι που προεξάρχουν μεταξύ τους», θα λέγαμε κι εμείς σήμερα, δίνοντας όμως στα ίδια αυτά λόγια του Προφητάνακτος πολύ πιο ευρύ περιεχόμενο. Διότι για μάς Φίλοι του Θεού είναι και οι δύο Άγιοι, και ο εγκωμιάζων και ο εγκωμιαζόμενος, αλλά ακόμη και οι φίλοι των Φίλων του Θεού, ο φιλάγιος και Παναγιώτατος Ποιμενάρχης κύριος Παντελεήμων με το ευλαβές του ποίμνιο, που με τον θείο ζήλο τους για την τιμή και τον έπαινο των όντως μεγάλων Αγίων της Αποστολικής Μητροπόλεως δεν παύουν από του να επισύρουν άθελα επάνω τους τον δίκαιο έπαινο και την αγάπη της στρατευόμενης αλλά και της θριαμβευούσης Εκκλησίας του Χριστού.
 
Ο λόγος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τον οποίο πρέπει σήμερα να παρουσιάσουμε ανταποκρινόμενοι σε τιμητική πρόσκληση του Παναγιωτάτου, πρέπει, σύμφωνα με εσωτερικά τεκμήρια, να εκφωνήθηκε από τον Άγιο σε ένα από τα έτη της αρχιερατείας του στη Θεσσαλονίκη, κατά την ημέρα της εορτής του Αγίου Δημητρίου και μάλιστα μετά το Ευαγγέλιο της πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας μέσα στον πάνσεπτο τούτο ναό, και αποτελεί άριστο δείγμα του εορταστικού εγκωμιαστικού λόγου, στο οποίο ανήκει.
 
«Ο μεν πόθος μάς παρακινεί να μιλήσουμε ανάλογα με τη δύναμή μας, και η περίσταση απαιτεί τον επίκαιρο λόγο, και το οφειλόμενο χρέος βιάζοντας μας δεν μάς αφήνει να θαυμάσουμε άνευ λόγων το υπέρ λόγον μεγαλείο του Μάρτυρος», λέγει κάπου στην αρχή του λόγου του ο Άγιος.
Η μακρά παράδοσις του εορτασμού της μνήμης του Αγίου Δημητρίου στην Θεσσαλονίκη φαίνεται ότι είχε δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο τυπικό, το οποίο εγνώριζε καλά ο Άγιος Γρηγόριος, μια και είχε ζήσει αρκετό διάστημα σ' αυτήν, ακόμη και πριν αρχιερατεύσει. Αυτό το τυπικό φαίνεται ότι καθόριζε το περιεχόμενο της ομιλίας του, και αυτό τον κάνει να αισθάνεται λίγο περιορισμένος.
Θα ήθελε ίσως, παίρνοντας μόνον αφορμή από τον Μάρτυρα, να επιμείνει σε πνευματικά θέματα, όμως είναι υποχρεωμένος να αναφέρει, όπως κάθε χρόνο, τα απαραίτητα, μα πασίγνωστα πια μαρτυρολογικά στοιχεία, πράγμα που τον κάνει να σκεφθεί λίγο και την δυνατότητα της σιωπής.
Τελικά όμως, όπως φαίνεται στην συνέχεια, καταφέρνει να τα συγκεράσει όλα, και αγιολογία και ηθική διδασκαλία και θεολογία και ρητορεία και ερμηνευτική, σε έναν αριστοτεχνικό εγκωμιαστικό λόγο, απόλυτα ισορροπημένο και απαλλαγμένο από το πολύ σύνηθες σε τέτοια έργα στοιχείο της υπερβολής.
 
Θα ήταν μάταιο, νομίζουμε, μέσα στα πλαίσια μιας σύντομης ομιλίας να επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε έστω και εν περιλήψει ολόκληρο τον ειρμό και το περιεχόμενο του λόγου. Όσο για λογοτεχνική ανάλυση και αξιολόγηση, που οπωσδήποτε ξεφεύγει τις δυνατότητες μας, αρκούμεθα να εκφράσουμε ευλαβικά το θαυμασμό μας για τα «κάλλη του φθέγματος» του θείου Γρηγορίου του Παλαμά που του προσετέθησαν από τη θεία Πρόνοια, για να διατυπώσει επάξια «τα βάθη του Πνεύματος» που «εξεζήτησε» και αυτός, όπως ακριβώς και ο συνώνυμος του Θεολόγος. Ας μάς επιτραπεί λοιπόν να μεταφέρουμε κατ' εκλογήν ορισμένες μόνο από τις βασικές τοποθετήσεις του λόγου παρατρέχοντας τα πάμπολλα  ευρήματα και τούς βιβλικούς παραλληλισμούς, που ίσως μόνο μια δόκιμη μετάφραση θα μπορούσε να αποδώσει.
 
Ήδη εκ προοιμίων, αλλά και πολύ συχνά στη μετέπειτα ροή του λόγου, ο Άγιος Γρηγόριος επιμένει στα πολλαπλά χαρίσματα της αγιότητος του Δημητρίου. Η μετά ευχαριστίας αποστέρηση της κατά κόσμον ευτυχίας και δόξης τον κατατάσσουν μεταξύ των δικαίων, με τους οποίους όμως συγκρινόμενος —και μάλιστα με τον Ιώβ— βρίσκεται πολύ ανώτερος. Αξιώθηκε και προφητικής χάριτος, όπως φαίνεται από τους λόγους του προς το Νέστορα, που ευλαβικά μάς διέσωσε η παράδοση: «Και τον Λυαίον νικήσεις και υπέρ Χριστού μαρτυρήσεις». Η προ του μαρτυρίου Ιεραποστολική του δράσις στη Θεσσαλονίκη από την επίσημη μάλιστα θέση του υπάτου, αλλά και η μετά θάνατον δια των θαυμάτων του Αγίου μεταστροφή ολοκλήρου της πόλεως στο Χριστιανισμό είναι μάρτυρες της αποστολικής χάριτος και αξίας που του εδόθη. Η παρθενία του και η άμεμπτη προ του μαρτυρίου ζωή του τον κατατάσσουν αυτοδικαίως και στις τάξεις των όσιων. Η «σπουδή της σοφίας» και «η περί λόγους παιδεία», που τον κοσμούσαν σαν ανώτατο αξιωματούχο του κράτους, του δίδουν το χρίσμα του διδασκάλου. Μάλιστα στον «ωρατίωνα», τον κοντό εκείνο αγορευτικό μανδύα που φορούσαν στους ώμους οι Ρωμαίοι αξιωματούχοι, και στον υπατικό δακτύλιο του, που μετά το μαρτύριό του άρχισαν να θαυματουργούν στα χέρια του Λούπου, ο Γρηγόριος δεν κρύβει πώς βλέπει κάποιο συμβολισμό της «μυστικώς δεδομένης διδασκαλικής αξίας και προεδρίας». Μόνη η ορατή Ιεροσύνη του λείπει φαίνεται να υπονοεί η φράση: «...μόνος ή πάνυ μετ' ολίγων τα πάντα τελεί». Ιδιαίτερα στο θέμα της παρθενίας του Αγίου Δημητρίου επανέρχεται πολλές φορές ο παρθένος και μοναχός Παλαμάς, το ειδικό όμως αυτό θέμα έχει έξαντλήσει ολόκληρο συνέδριο που διοργανώθηκε μέσα στον Ιερό τούτο χώρο.
Με τη σειρά μας θα λέγαμε πως η συνάντηση αυτή όλων των γνωρισμάτων της αγιότητος σε ένα και το αυτό πρόσωπο είναι χαρακτηριστικό όλων των άλλων Αγίων της Εκκλησίας μας. Και για να μην πάμε πολύ μακριά, ο βίος του ίδιου του μεγάλου Παλαμά, τον αποδεικνύει όχι μόνον όσιο και διδάσκαλο και Ιεράρχη, αλλά και προφήτη και απόστολο και μάρτυρα τη προαιρέσει. επαληθεύεται και πάλι το ότι μόνον ένας μεγάλος μπορεί να καταλάβει και παινέσει επάξια έναν μεγάλο.
Ένα άλλο κεντρικό σημείο του λόγου είναι ο παραλληλισμός του Αγίου  Δημητρίου με τον Χριστό, η επισήμανση δηλαδή στο πρόσωπο του Μεγαλομάρτυρος ενός «τύπου Χριστού μετά Χριστόν», αν είναι δυνατόν να λεχθεί κάτι τέτοιο. Το στοιχείο αυτό δεν είναι κάτι καινούριο. Βέβαια για κάθε άγιο ισχύει το του Αποστόλου Παύλου: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Στον Άγιο Δημήτριο όμως όλα τα βιογραφικά στοιχεία με αφορμή και αφετηρία τη λόγχευση της πλευράς συντείνουν σε μία όχι μόνο μυστική, αλλά και εξωτερική εξεικόνιση του Χριστού στο πρόσωπό του: Το νεανικό της ηλικίας, η παρθενία, η διδασκαλική δράση που επιστεγάζεται από το εκούσιο μαρτύριο, η τετρωμένη πλευρά που γίνεται πηγή μύρου και ιάσεων, ο εξιλαστικός χαρακτήρας που παίρνει το μαρτύριο του Αγίου υπέρ μιας ολοκλήρου πόλεως είναι στοιχεία που πολύ νωρίς επεσημάνθησαν και ίσως πήραν τις ανάλογες λατρευτικές προεκτάσεις, ενώ μεταγενέστερα επί του αγίου Συμεών αποκρυσταλλώνονται πλέον λειτουργικά και υμνογραφικά σε ακολουθίες και ύμνους σαν αυτούς που ακούγονται ιδιαίτερα κατά τους όρθρους όλης αυτής της εβδομάδος μέσα στον εφέστιο τούτο του Μεγαλομάρτυρος .
Ειδικά, ο Άγιος Γρηγόριος, εκτός από την εφαρμογή ορισμένων χριστολογικών χωρίων και τύπων της Παλαιάς Διαθήκης που κάνει στον Άγιο Δημήτριο, αναφερόμενος και στην πολλαπλή λόγχευση της πλευράς του, την θεωρεί αναπλήρωση των «υστερημάτων των θλίψεων του Χριστού» κατά τον Απόστολο Παύλο, η οποία γίνεται από τους Αγίους υπέρ του Σώματος Του που είναι η Εκκλησία.

«Τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσε χρόνους μακρούς». Τα ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία του μάρτυρος και το σύντομο μαρτύριό του θέτουν πάντοτε σε δοκιμασία την φιλοπράγμονα διάθεση των περί τα συναξαριακά ενασχολούμενων ευλαβών, όπως ακριβώς και εκείνου του Αγιορείτη ασκητή Βιταλίου, που αναφέρεται στις διηγήσεις των θαυμάτων του Αγίου. Να η απορία του, όπως την συνοψίζει ο αφηγητής του θαύματος Σταυράκιος: «Αφού τόσο σύντομος ήταν ο μαρτυρικός αγώνας του και ακαριαίο το μαρτύριό του και μόνη η πλευρά του επλήγη, τι ήταν αυτό που του προεξένησε την τόση αφθονία των μύρων;» Υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που και περισσότερα και δριμύτερα και πιο μακροχρόνια βάσανα υπέμειναν και παρθένοι ήσαν και ίσως να ετελειώθησαν και με λόγχευση της πλευράς κατά μίμησιν του Χριστού. Τι είναι εκείνο που ανέδειξε μεγαλομάρτυρα και οικουμενικό θαυματουργό τον Δημήτριο;
«Επί τω Δημητρίω ακραιφνώς τα πάντα συνέδραμον» σπεύδει να απαντήσει ο ρητορικότατος Σταυράκιος, προτού διηγηθεί το σχετικό θαύμα που έπεισε τελικά στην πράξη τον Βιτάλιο. Στο σημείο αυτό ο θείος Γρηγόριος αισθάνεται ότι έχει να πει περισσότερα. Και εδώ μόνος αυτός μπορεί να καταλάβει και να ερμηνεύσει τον Μάρτυρα βάσει της δικής του εμπειρίας. Να λοιπόν πώς εξηγεί αυτός εκείνο το «ακραιφνώς» του Σταυρακίου: «Γιατί ούτε στο νου του, λέγει, δεν καταδέχθηκε ποτέ να βάλει (ο Άγιος) κάτι από τα μη θεοσεβή, ούτε ξεκίνησε να κάνει καμιά πράξη όχι θεάρεστη. Αλλά αφού φύλαξε αμίαντη στον εαυτό του τη Θεία Χάρη του κατά Χριστόν βαπτίσματος, είχε πάντοτε το θέλημά του σύμφωνο με τον νόμο του Κυρίου». Και λίγο πιο κάτω: «(Ο Δημήτριος) ήταν ωραίος, όχι μόνον κατά τον έξω αισθητό άνθρωπο, αλλά πολύ περισσότερο κατά τον εσωτερικό και αόρατο, τον οποίο βλέποντας ο καρδιογνώστης Θεός τόσο αιχμαλωτίσθηκε από το νοερό κάλλος του, ώστε να ευδοκήσει να σκηνώσει μέσα σ' αυτόν και να αποτελέσει ένα πνεύμα με αυτόν, και ξεκινώντας από εκεί να τον κάνει ολόκληρο θείο».
Ο Δημήτριος δηλαδή είχε φθάσει διά της νήψεως ήδη και προ του μαρτυρίου στην τελειότητα και στη θέωση και έτσι, κατά την ανεξερεύνητη βουλή του Θεού, δε χρειαζόταν παρά ένα σύντομο μαρτύριο, με το οποίο σαν άλλος πνευματικός στάχυς θα θεριζόταν, για να συναχθεί στις ουράνιες αποθήκες. Τα φοβερά βασανιστήρια από τα όποια έπρεπε να περάσουν άλλοι μάρτυρες υποβασταζόμενοι από την Χάρη του Θεού, για να δοκιμασθεί έτσι και να ατσαλωθεί η προαίρεσή τους, δεν χρειαζόταν στον Δημήτριο, γιατί αυτός, όπως λέγει ο θείος Παλαμάς «πριν ή γνώναι το κακόν, έξελέξατο το αγαθόν». Με την νηπτική εργασία, η οποία ήταν θεοδίδακτος, είχε καταστεί τόσο τέλειος κατά την προαίρεση, ώστε ο πειράζων, μη βλέποντας καμμιά πιθανότητα επιτυχίας, μετά τον πρώτο ανιχνευτικό πειρασμό του σκορπιού, δεν τόλμησε να επιστρέψει από φόβο μήπως πολλαπλασιάσει τους στεφάνους του Μάρτυρος.
Όλα αυτά βέβαια δεν αναφέρονται επί λέξει στο εγκώμιο και ας μάς συγχωρήσει ο Άγιος Γρηγόριος! Πιστεύουμε όμως πως διερμηνεύουμε εκείνα στα οποία αυτός δεν μπόρεσε να επεκταθεί περιορισμένος από την περίσταση και «σχήμα του λόγου», όπως λέγει. Στον περίφημο όμως δεύτερο λόγο του στα Εισόδια, που συνέγραψε μέσα στο οικείο περιβάλλον της ησυχίας του Αγίου Όρους, μάς δίνει ένα άλλο πιο εκτεταμένο παράδειγμα αυτού του είδους της «Νηπτικής ερμηνείας».
Εξηγεί δηλαδή ο μύστης της Θεοτόκου Γρηγόριος ότι εκείνο που έκανε την Παρθένο άξια να γίνει Μητέρα του Θεού ήταν η τελειότητα της προαιρέσεως της, στην οποία έφθασε διά της νήψεως και της Ιεράς ησυχίας στο διάστημα της παραμονής της μέσα στον Ναό.
«Πολιά δε έστιν φρόνησις άνθρώποις και ηλικία γήρως βίος άκηλίδωτος». Ένα πολύ χαρακτηριστικό γνώρισμα της αγιότητος του Δημητρίου, το οποίο φαίνεται να υπογραμμίζει ιδιαίτερα ο Άγιος Γρηγόριος, είναι το νεαρόν της ηλικίας του. Τον ονομάζει «νεανίαν απαλόν», «νέον έτι κομιδή» και «στεφανίτην έκ ου». Το γεροντικό του φρόνημα όμως τον έκανε διδάσκαλο και εμψυχωτή όχι μόνον του Νέστορος, του οποίου την νεότητα και ο ίδιος ο Μαξιμιανός λυπήθηκε αλλά και πάντων των «εύσεβεΐν αίρουμένων», οι οποίοι ασχέτως ηλικίας κατέφευγαν στην υπόγεια εκείνη στοά, όπου δίδασκε ο Μάρτυς και η οποία γι’αυτό τον λόγο, όπως υποστηρίζει ο Άγιος, έδωσε το όνομα «Καταφυγή» στον ναό της Θεοτόκου που αργότερα κτίστηκε επάνω της.
«Αγαθόν ανδρί όταν άρη τον ζυγόν αυτού εκ νεότητος αυτού». Απόδειξη ο Δημήτριος, ο Νέστωρ, ο ίδιος ο Παλαμάς. Η νεότητα έχει λαμπρά παραδείγματα προς μίμηση. Οι μεγαλύτεροι ας μην σπεύδουμε πάντοτε να προδικάζουμε το νεανικό ενθουσιασμό. Χρειάζονται ισχυρά αντίδοτα, για να καταπολεμηθεί η σημερινή γενική δηλητηρίαση. Η αγιότητα, η θυσία, το μαρτύριο είναι τα μόνα ικανά να μεταμορφώσουν τον κόσμο. Η Εκκλησία θεμελιώθηκε με το αίμα του Χριστού πάνω στους τάφους και τα λείψανα των Μαρτύρων. Χωρίς θυσία, αδύνατη η αλλαγή και η μεταμόρφωσις.
Αλλά ας επανέλθουμε στα λόγια του Παλαμά: «Μου έρχεται, λέγει, να πω για τον Δημήτριο εκείνο που λέγει ο θείος Παύλος για τον Χριστό: Αποδεικνύει την αγάπη του σ' εμάς ο Μέγας Δημήτριος με το ότι ενώ ήμασταν ακόμη ασεβείς, αυτός «κατά καιρόν υπέρ ασεβών απέθανε» , κατά χάριν βέβαια και μίμησιν του Δεσπότου του. Και ολόκληρη η πόλις αύτη «κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου αυτού»6.
Και συνεχίζει αντιδιαστέλλοντας την πρώην ειδωλολατρική και ασεβή Θεσσαλονίκη με το περίφημο κέντρο της Βυζαντινής ευσέβειας που αυτός γνώριζε, τους μεγάλους και περικαλλείς ναούς του, την πολυθρύλητη ευλάβεια των κατοίκων του, τα μύρα και τα θαύματα του Άγιου Δημητρίου που σαν ποταμός πλημμύριζαν την οικουμένη.
Ιερή νοσταλγία καταλαμβάνει την κάθε ευλαβική ψυχή διαβάζοντας αυτές τις γραμμές του θείου Γρηγορίου. Άδειες σήμερα οι μαρμάρινες μυροδόχες λεκάνες στην κρύπτη του μαρτυρίου του...
Τα θραυσμένα πήλινα «κουτρούβια» του μύρου, αρχαιολογικά ευρήματα μέσα στις βιτρίνες...
Αποξενωμένος από την θεία λατρεία ο αρχικός χώρος του μαρτυρίου και του τάφου του... Ισχνή η ακοή των θαυμάτων του... Αναμφίβολα, πολλούς Δημητρίους χρειάζεται σήμερα η Θεσσαλονίκη, για να την «καταλλάξουν» πάλι με τον Θεό. Ένα νέο είδος ειδωλολατρίας την καταδυναστεύει.
Τι φταίει; Ας μάς επιτραπεί λίγη ακόμη αγιολογική φιλοπραγμοσύνη. Γιατί στην Αίγινα, στα νησιά του Ιονίου και άλλου διαλαλούνται καθημερινά τόσα θαύματα; Σε τι υστερεί ο δικός μας άγιος; Η αίτια πρέπει να βρίσκεται σε μας. Εκείνος έκανε και συνεχίζει να κάνει ό,τι υπαγορεύει η αγάπη της θείας ψυχής του διά της υπέρ των Θεσσαλονικέων ικεσίας του προς Θεόν. Εκείνος επέτυχε να του δοθεί η άδεια να επιστρέψει στους συμπατριώτες του. Μοναχικός μάς περιμένει ώρες ατελείωτες κάθε μέρα στη λάρνακά του να έλθουμε να του εκμυστηρευθούμε ευλαβικά τους πόνους και τα αιτήματά μας. Ο σεπτός ποιμενάρχης κάνει κι αυτός το χρέος του. Ακολουθώντας την προτροπή που κάνει στο τέλος του λόγου του ο εν αγίοις προκάτοχός του Γρηγόριος και μιμούμενος τον επίσης προκάτοχό του Άγιο Συμεών «πολυπλασιάζει» την πανηγύρι στον Μεγαλομάρτυρα και προσπαθεί με κάθε μέσο να ενισχύσει την ευλάβεια του ποιμνίου του προς αυτόν. Σε μάς απομένει να τον ακολουθήσουμε.
Και διά να καταλήξουμε την ομιλία μας πάλι με τους λόγους του Αγίου Γρηγορίου, ας παρακαλέσουμε να αξιωθούμε, με την προς Θεόν Ικεσία και πρεσβεία του αγίου ένδοξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, και «της ατελεύτητου των σωζομένων πανηγύρεως εν ουρανοίς, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα, κράτος, τιμή και προσκύνησις συν τώ ανάρχω αυτού Πατρί και τω Παναγίω Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».


 
ΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ
ΤΕΥΧΟΣ 5
Σεπτέμβριος - Οκτωβριος 1989

1. Ομιλία εκφωνηθείσα στον Ι. Ναό του Αγίου Δημητρίου στην Θεσσαλονίκη στις 23-10-1984
2. Μετάφρασις της ομιλίας στυής έχουν πρόσφατα δημοσιευθή στα βιβλία:
Π. Χρήστου, Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, τ. 11, σ. 163 κ. εξ., Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας 79, Θεσσαλονίκη 1986.
Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Λόγοι: α) Εις τα Εισόδια της Θεοτόκου β) Εις τον Άγιον Δημήτριον. Έκδοσις Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Αθανασίου, Άγιον Όρος 1987, σ. 55 κ.εξ. ("...μεταγλωτισθείς εις το απλούν υπό ανωνύμου").
3. Βλ. Ι. Φουντούλη, "Μεγάλη Εβδομάς" του Αγίου Δημητρίου, Κείμενα Λειτουργικής 17, Θεσσαλονίκη 1979
4. βλ. Ιωακείμ 'Ιβηρίτου, Ιωάννου Σταυρακίου, Λόγος είς τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου, Μαχεδονιχά τ. 1, θεσσαλονίκη 1940, σ. 351 κ. εξ.
5. πρβλ. Ρωμ. ε' 6

6. πρβλ. Ρωμ. ε' 10