Της Μενελίας Τολόγλου
Θυμάστε τότε που κάναμε κατάληψη στο σχολείο επειδή δεν μας πήγαιναν πενθήμερη στη Ζάκυνθο ή χορό του σχολείου στον Κιάμο;
Κάτι τέτοιο πολύ πιθανόν θα κάνουν και στο σχολείου του Ωραιοκάστρου ο σύλλογος γονέων και κηδεμόνων υπερασπιζόμενοι τα θεμελιώδη δικαιώματά για την εκπαίδευση των παιδιών τους.
Το μίασμα των μεταναστών και των προσφύγων δεν έχει θέση στο δημόσιο σχολείο. Αποτελεί επίθεση στην ομοιογένεια της ελληνικής (πατριωτικής) σχολικής τάξης.
Όμως, η ομοιογένεια είναι μια επιφανειακή ψεύτικη εικόνα. Η ετερότητες υπάρχουν σε κάθε σχολικό πλαίσιο. Οι αλλοεθνείς, οι αλλόθρησκοι και οι αλλόγλωσσοι μαθητές δεν αποτελούν πρόβλημα, αλλά λειτουργούν σαν µεγεθυντικός φακός που αναδεικνύει τα προβλήµατα και ενισχύει την αβεβαιότητα και την αµηχανία των εκπαιδευτικών.
Το ζήτημα, όμως, είναι να αντιληφθούμε την εικόνα για το εθνικό “εμείς” και τους “άλλους” που προβάλλει το εκπαιδευτικό μας σύστημα και απορρέει από την στάση της ευρύτερης κοινωνίας.
Μέσα από τη διδασκαλία µαθηµάτων όπως η ιστορία, η γεωγραφία και η γλώσσα, το ελληνικό έθνος παρουσιάζεται απόλυτα οµοιογενές, έχοντας πολιτισµικά χαρακτηριστικά τα οποία διατηρούνται αµετάβλητα στη διάρκεια της αδιάσπαστης µακραίωνης ιστορίας του.
Το «εθνικό συµφέρον» εµφανίζεται στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας ως υπέρτατη προτεραιότητα. Συν τοις άλλοις, χρωματίζει όλες τις πτυχές του εκπαιδευτικού συστήματος.
Η εθνική ταυτότητα λοιπόν, η οποία προβάλλεται ως «υπερχρονική αναλλοίωτη ουσία», αναδεικνύεται ως η ισχυρότερη ορίζουσα της ύπαρξής µας, που καλύπτει και περιθωριοποιεί άλλες θεµελιώδεις όψεις της κοινωνικής µας υπόστασης, όπως το φύλο ή την ταξική τοποθέτηση.
Η “εμμονική” μας ματιά στην εθνική μας ταυτότητα παραγνωρίζει το γεγονός ότι τα άτοµα έχουν πολλές κοινωνικές ταυτότητες, οι οποίες δεν είναι στατικές, αλλά διαµορφώνονται και αναδιαµορφώνονται ιστορικά µέσα από τις κοινωνικές σχέσεις.
Συνεπώς οι μετανάστες δεν είναι μόνο μετανάστες, είναι άνθρωποι, γονείς, επιστήμονες, εργαζόμενοι, μαθητές δημοτικού σχολείου, φοιτητές κοκ.
Η αντίληψη για την εθνική οµοιογένεια εξουδετερώνει τους άλλους λαούς και προβάλλει την πολιτισµική υπεροχή των Ελλήνων. Έχεις όμως και “επιπρόσθετες δεινοπάθειες για το ακλόνητο ελληνικό έθος”.
Μας “αναγκάζει” να καλλιεργήσουμε ξενοφοβικά αισθήµατα στους εαυτούς μας. Ακούσον άκουσον! Μα να θέλουν να μπουν στα σχολεία μας, στη χώρα μας και να μας αυθυποβάλουν σε τέτοια αισθήματα;
Έτσι, λοιπόν και εμείς τους αποκλείουμε, όπως είναι “λογικό”, στο όνοµα της διαφύλαξης των «αυθεντικών» εθνικών χαρακτηριστικών από «αλλότριες» επιδράσεις.
Το ιδεώδες της φαντασιακής οµοιότητας που προβάλλει το σχολείο αντιτίθεται στην φυσική ανομοιογένεια και περισσότερο, στην ελληνική πραγµατικότητα των µεταναστών και των προσφύγων.
Οι διαφορετικοί «άλλοι» αποτελούν εδώ και χρόνια αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής πραγματικότητας. Δεν είναι παροντικό, είναι παρελθοντικό.
Συνεπώς, γιατί τώρα μας ξενίζει; Μήπως και παλαιότερα μας ξένιζε και το κατάπιαμε. Καταπιείτε το και τώρα λοιπόν!! Γιατί το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι, όπως και ο κάθε άνθρωπος, μπορεί να μας διδάξει κάτι. Μπορούμε να μάθουμε από αυτούς. Και πολύ φοβάμαι ότι θα μας μάθουν να είμαστε άνθρωποι.
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα πρέπει να προβεί σε ριζικές αλλαγές. Δεν αντέχεται πλέον το γεγονός του αποκλεισμού ομάδων επειδή έτσι τα βρήκαμε από τους παππούδες μας. Και να μην ξεχνάμε και το viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο παππούς μου πρόσφυγας, εγώ ρατσιστής;
Πρέπει να δούμε σφαιρικά, λοιπόν, το πως προσεγγίζουµε την εθνοπολιτισµική ποικιλία και διαφορετικότητα, καθώς και το πως επηρεάζουν την δομή της εκπαιδευτικής πολιτικής.
Η αµφισβήτηση του αφοµοιωτικού µοντέλου οδηγεί σε παρεµβάσεις που ορίζουν ένα ετερογενές πεδίο, γνωστό ως πολυπολιτισµική/διαπολιτισµική εκπαίδευση.
Στόχος μας θα πρέπει να είναι η αρµονική συνύπαρξη των διαφορετικών οµάδων, δίνοντας έµφαση και αξιοποιώντας την πολιτισµική διαφορά.
Η ιδιαίτερη κουλτούρα των µαθητών πρέπει να λειτουργεί σαν µοχλός για την εκπαιδευτική διαδικασία. Συν τοις άλλοις η γνώση για τους άλλους πολιτισµούς εµποδίζει τη δηµιουργία στερεοτύπων και περιορίζει τις προκαταλήψεις και τις διακρίσεις εις βάρος των µειονοτήτων.
Πρέπει, λοιπόν, να συγκρουστούμε µε την κυρίαρχη αντίληψη της οµοιογένειας και την παιδαγωγική σιγουριά που αυτή του παρέχει. Το σχολείο οφείλει να αναγνωρίσει ως ισότιμο τον πολιτισμό των παιδιών των μειονοτήτων και να καταπολεμήσει τις διακρίσεις.
Το σχολείο δεν είναι µόνο ένας οργανισμός που εντάσσει στους κόλπους του τις πολιτισµικές ιδιαιτερότητες, αλλά ταυτόχρονα ανοίγει προοπτικές σχολικής και δυνάµει κοινωνικής επιτυχίας για όλους.