Η έννοια της ηδονής στον Πλάτωνα



<Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ ΣΤΟΥΣ ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ>


Της
Αικατερίνης Καραΐσκου*



Στους διαλόγους της μέσης συγγραφικής περιόδου του Πλάτωνα, η έννοια της ηδονής είναι σ’όλους παρούσα. Κατ’αρχάς ,στον «Φαίδωνα» υπάρχει μια ασυνήθιστη μίξη ηδονής και πόνου. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της τραγωδίας οι συμμετέχοντες γελούν και κλαίνε .Πιο συγκεκριμένα, ο Σωκράτης σ’αυτόν τον διάλογο υποστηρίζει το μη διαχωρισμό ηδονής και πόνου. Ο «Φαίδων» περιγράφει τη μίξη ηδονής και πόνου ως μια κατάσταση στην οποία βρέθηκε ο ίδιος και άλλοι ,την ίδια μέρα κιόλας. Μάλιστα ,αυτή η μίξη αποκαλείται «άτοπον» (πρβ. «Φαίδων» 59 Α5,60 Β4).Λόγω αυτής της μίξης ,οι ηδονές καθίστανται ακάθαρτες και ψευδείς και προϋποθέτουν στέρηση και φθορά της φύσης (πρβ. «Φαίδων» 60 B έως D). Αντιθέτως ,υπάρχουν εκτός από τις ακάθαρτες και ψευδείς ηδονές ,που τις χαρακτηρίζει η αμετρία, η αφροσύνη, η κακία, η έλλειψη νου και σοφίας ,και οι καθαρές και αληθείς ηδονές ,που διακρίνονται από εμμετρία, ψυχική υγεία, σωφροσύνη και γενικώς αρετή (πρβ. «Φαίδων» 66 BCD).

 
Στη συνέχεια, ο Σωκράτης μιλά για την ηδονή σα να μην τον αφορά καθόλου, γιατί πιστεύει ότι αυτή πρέπει ν’αποφευχθεί απ’τον φιλόσοφο (πρβ. «Φαίδων» 64 D),μιας και είναι προσβολή-έκθεση της ψυχής απ’το σώμα (πρβ. «Φαίδων» 83 D). Επίσης ,όπως και στον «Γοργία» έτσι και στον «Φαίδωνα» (πρβ. 68 c και 82 c),υπάρχουν ηδονές κι επιθυμίες για χρήμα κι αποκτήματα, για νίκη και τιμές ,για γνώση και σοφία. Οι ηδονές
κι επιθυμίες για γνώση και σοφία ανήκουν στον φιλόσοφο κι ονομάζονται φιλοσοφικές ηδονές κι επιθυμίες. Αυτές είναι προτιμότερες από τις ηδονές κι επιθυμίες για χρήματα και για νίκες και τιμές ,γιατί κυριαρχεί σ’αυτές η δύναμη της λογικής.
Μόνο η φιλοσοφική ζωή έχει ένα σταθερό επίπεδο. Οι άλλοι τύποι ζωών, δηλαδή η ζωή για χρήματα κι αποκτήματα, καθώς και η ζωή για νίκες και τιμές ,το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να μετρούν ποσότητες ηδονής και πόνου (πρβ.«Φαίδων» 67 a έως c). Ακόμη, όπως και στον «Γοργία» έτσι και στον «Φαίδωνα»,η ηδονή είναι κάτι το τελείως παροδικό κι αντίθετο προς την αλήθεια και το καλό. Γι’αυτό, αντιτίθεται προς τη γνήσια ηδονή, η οποία είναι θετικά θεωρημένη, γιατί εκδηλώνεται έντονα, σε υψηλό βαθμό.
Επιπρόσθετα, διερευνάται η αιτία πρόκλησης ηδονής στο 60 B του «Φαίδωνα»,αφού δηλώνεται ότι η ηδονή και η λύπη γίνονται καλύτερα αντιληπτές ,όταν συμβαίνει μεταβολή στην κατάσταση των όντων. Άρα, η ηδονή προκαλείται μέσω της πλήρωσης ,δηλαδή μέσω της αποκατάστασης της αρμονίας ,η οποία διεταράχθη από κάποια λύπη ·συνεπώς ,η λύπη προκαλείται μέσω της διατάραξης αυτής της αρμονίας. Συν τοις άλλοις ,καταδεικνύεται κι ο στόχος της ηδονής .Η ηδονή λοιπόν πρέπει να στοχεύει στο αγαθό κι όχι το αγαθό στην ηδονή. Το ίδιο και οι τέχνες ,που αποκαλούνται και ψευδοτέχνες ,δηλαδή η αυλητική, η κιθαριστική, η ποιητική και η ρητορική, δεν πρέπει να επιδιώκουν απλώς και μόνο την ηδονή, αλλά και το αγαθό.
Εκτός από καθαρές και αληθείς και ακάθαρτες και ψευδείς ηδονές ,υπάρχει και η διάκριση σε αισθητικές-πνευματικές και αισθησιακές-σωματικές-ζωικές ηδονές .Αυτή η διάκριση δε γίνεται με τον ορισμό όλων των αισθήσεων του ανθρώπου ως αισθητικών ,αλλά με τον εντοπισμό της καθαρότητας που κλείνουν στην ίδια τους την ουσία οι καθαρές και αληθινές ηδονές ,οι οποίες δε συνυπάρχουν με λύπες ούτε προκαλούν με κάποιο τρόπο πόνο. Οι αισθητικές ηδονές είναι γι’αυτό το λόγο καθαρές ,αμιγείς κι αληθινές .Δεν αφορούν το σώμα, τις αισθήσεις και τις ασθένειές του, αλλά μόνο την ψυχή. Ενώ οι αισθησιακές είναι ψευδείς και ακάθαρτες, γιατί αφορούν το σώμα, τις αισθήσεις και τις ασθένειές του .Τέλος ,στον «Φαίδωνα» υπάρχει ηδονή των σεμνών και των κόσμιων ανθρώπων, που επιτυγχάνεται μέσω της συγκράτησης των επιθυμιών τους . Άρα, η σωφροσύνη γι’αυτούς τους ανθρώπους πηγάζει από δουλεία στις ηδονές. Δηλαδή, σ’αυτήν την περίπτωση πραγματική αρετή δεν είναι η ανταλλαγή ηδονών ή πόνων, αλλά η σοφία .Κάθε αρετή, που χαρακτηρίζεται από ηδονή ή πόνο, είναι επίπλαστη (σκιαγραφία αρετής).
Στη συνέχεια, προχωρώντας σε έναν άλλο πλατωνικό διάλογο της μέσης περιόδου, το «Συμπόσιο», υπάρχουν κι εκεί, όπως και στον «Φαίδωνα»,καθαρές και αληθείς ηδονές που δεν προϋποθέτουν καμία στέρηση ούτε μίξη με λύπη. Αυτές προέρχονται είτε από αισθητά πράγματα είτε από αφηρημένα όντα είτε από τη σπουδή των τεχνών κι επιστημών. Σ’αυτές τις τέχνες κι επιστήμες ανήκουν οι νόμοι, οι ασχολίες, τα μαθήματα, τα καλά χρώματα και σχήματα, μεγάλο μέρος των φθόγγων, των οσμών κι όσα παρέχουν πληρώσεις αισθητές κι ευχάριστες χωρίς λύπες (πρβ. «Συμπόσιο» 211 A έως E ). Τέλος, στον ίδιο πάλι διάλογο συναντάται και η ηδονή που γεννά η ποιητική και η ζωγραφική ως μιμητικές τέχνες.
Μάλιστα , αυτή η ηδονή είναι άλογη τέρψη. Άρα, αυτές οι τέχνες έχουν μυστηριακή επιβολή, καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα αναπόφευκτο ηδονικό υπνώτισμα ,το οποίο έχει τη δύναμη του ερωτικού πάθους ,της θεϊκής αυτής μανίας που είναι για τον Πλάτωνα το πρώτο σκαλοπάτι που οδηγεί με τη διαλεκτική στη θέαση της Ιδέας (πρβ. «Συμπόσιο» 210 α έως 212 b).
Έπειτα, στον «Πρωταγόρα» (πρβ. 357 a 5 έως b 4) η ορθή εκλογή της ηδονής εξαρτάται από μια ηθική τέχνη, την μετρητική, η οποία απαριθμεί όλα τα καλά και τα κακά και ερευνά την υπερβολή και την έλλειψη, καθώς και την ισότητα της μιας με την άλλη. Επίσης ,στο 354 a 5 έως 7 του ίδιου διαλόγου μακροπρόθεσμη ηδονή προκαλούν οι ιατρικές μέθοδοι, για παράδειγμα οι εγχειρίσεις ,τα φάρμακα, οι θεραπείες ,ενώ στο παρόν προκαλούν πόνο. Επιπρόσθετα, στον ίδιο διάλογο δηλώνεται ότι όλοι οι τύποι ζωής ,εκτός από τη φιλοσοφική, η οποία διακρίνεται από ισορροπία ανάμεσα στην ηδονή και στον πόνο, χαρακτηρίζονται από ασύμμετρες ποσότητες ηδονής και πόνου. Γι’αυτό είναι αναγκαία στη ζωή η μετρητική τέχνη, προκειμένου να εξισορροπεί όχι μόνο την ηδονή και τον πόνο, αλλά κι όλες τις ελλείψεις και τις υπερβολές, καθώς και τα αντίθετα μεταξύ τους (πρβ. «Πρωταγόρας» 356 c κι εξής).Ακόμη, επισημαίνεται ότι νικιέται κάποιος από την ηδονή λόγω μεγίστης αμάθειας, δηλαδή λόγω έλλειψης γνώσης/επιστήμης (πρβ. «Πρωταγόρας» 357 d-e). Κι εάν τυχόν το ευχάριστο συμπίπτει με το αγαθό, κάποιος επιλέγει αυτό το ευχάριστο-αγαθό όχι επειδή γνωρίζει ότι είναι αγαθό, αλλά επειδή είναι ευχάριστο. Άρα, επιλέγει το αγαθό από έλλειψη γνώσης/επιστήμης και με μόνο κριτήριο την ηδονή (πρβ. «Πρωταγόρας» 358 c). Τέλος , ο «Πρωταγόρας», όπως και το «Συμπόσιο», αναφέρει ότι η ποιητική και η ζωγραφική ως μιμητικές τέχνες έχουν μια μυστηριακή επιβολή, δηλαδή δημιουργούν ένα ηδονικό («ηδύ») υπνώτισμα ,το οποίο έχει τη δύναμη του ερωτικού πάθους ,που είναι για τον Πλάτωνα το πρώτο σκαλοπάτι που οδηγεί με τη διαλεκτική στη θέαση της Ιδέας .
Στην «Πολιτεία» υπάρχει η ηδονή που δημιουργούν στην ψυχή των νέων οι καλλιτέχνες με τα έργα τους και που τους παρασύρουν στα πάθη και στο αλόγιστο κακό. Επιπλέον, σύμφωνα με τον ίδιο διάλογο, ηδονή παράγεται κι από την ποίηση και μάλιστα φτάνει σε τέτοιο σημείο που να μαγεύει (πρβ. «Πολιτεία», 595b c 607c d). Επιπρόσθετα, υπάρχουν στην «Πολιτεία» (πρβ. 387 b-e) και οι ηδονές του φιλοσόφου-βασιλιά, οι οποίες στοχεύουν στη γνώση του αληθινού όντος, γι’ αυτό ο φιλόσοφος-βασιλιάς έρχεται σε ακραία αντίθεση με τον τύραννο. Ο άνθρωπος της τυραννικής εξουσίας και της δύναμης στηρίζει την υψηλώς παινεμένη ζωή του στην αρχή της ηδονής κι έτσι προκαλεί την επικίνδυνη επικράτηση του νόμου της φύσης , σύμφωνα με τον οποίο η δικαιοσύνη είναι το πλεονέκτημα του ισχυρότερου. Ακόμη, στον ίδιο διάλογο έχουμε κι έναν ορισμό της ηδονής. Συγκεκριμένα, οι πειρασμοί που υπερνικούνται από το θάρρος ή τη δειλία ονομάζονται ηδονή και πόνος, φόβος και επιθυμία (πρβ. 4ο βιβλίο «Πολιτείας», 430 Α Β). Η αυτοπειθαρχία και η σωφροσύνη συνίστανται στην κυριαρχία συγκεκριμένων ηδονών κι επιθυμιών (πρβ. 430 Ε). Στο 9ο βιβλίο της «Πολιτείας» οι επιθυμίες και οι ηδονές παρομοιάζονται με χορδές και νήματα που παρασύρουν τον άνθρωπο προς διαφορετικές κι αντίθετες κατευθύνσεις .Υπάρχει όμως και μια χορδή χρυσή που τον παρασύρει προς τη σωστή κατεύθυνση κι αυτή είναι η λογική ή ο γενικός νόμος της πόλης.
Στην «Πολιτεία» παρατίθενται ηδονές που αντιστοιχούν η καθεμία ξεχωριστά σε τρεις «τύπους» πόλης και ψυχής (πρβ. 580d-583b «Πολιτείας»). Δηλαδή, υπάρχουν ηδονές κι επιθυμίες για χρήμα κι αποκτήματα, για νίκη και τιμές, για γνώση και σοφία. Οι ηδονές κι επιθυμίες για γνώση και σοφία ανήκουν στον φιλόσοφο κι ονομάζονται φιλοσοφικές ηδονές και επιθυμίες. Αυτές είναι προτιμότερες από τις ηδονές κι επιθυμίες για χρήματα και για νίκες και τιμές, γιατί κυριαρχεί σ’ αυτές η δύναμη της λογικής.
Εκτός αυτών, αναφέρονται στην «Πολιτεία» και οι γνήσιες ηδονές, που είναι θεωρημένες με θετικό τρόπο και που δεν εκδηλώνονται με αδιαφορία και με τη μορφή ενός εξιδανικευμένου πόνου, όπως οι ψευδείς ηδονές. Η γνήσια ηδονή εκδηλώνεται έντονα, σε υψηλό βαθμό. Επίσης ,αυτές οι θετικά θεωρημένες γνήσιες ηδονές αντιτίθενται προς τη θεώρηση της ηδονής στον «Γοργία» και στον «Φαίδωνα» ως κάτι το τελείως παροδικό κι αντίθετο προς την αλήθεια και το καλό. Ακόμη και οι σωματικές ηδονές στην «Πολιτεία» αξιολογούνται θετικά, γιατί σκοπός δεν είναι η άρνηση των επιθυμιών και των ηδονών, αλλά η υποταγή τους στην λογική.
Δύο άλλα είδη ηδονής ,που απαντώνται στο 2ο βιβλίο της «Πολιτείας»,είναι αυτή η ηδονή που προκαλείται από τη δραστηριότητα ικανοποίησης (ή ολοκλήρωσης) μιας επιθυμίας και που έχει διαφορετικούς βαθμούς αλήθειας ή πραγματικότητας , καθώς και η ηδονή που είναι στοιχείο ευδαιμονίας. Επιπλέον, τονίζεται το γεγονός ότι παρακμή και άρνηση της αληθινής ηδονής προκαλεί η διαφθορά των κυβερνήσεων και των ανθρώπων. Γι’αυτό, προκύπτουν δυο νέες προσεγγίσεις της ηδονής : ηδονή ως το καλό που επιθυμούν όλοι οι άνθρωποι και ηδονή ως φρόνηση. Διαφορετικά, η αρχή της ηδονής προκαλεί με την εμφάνισή της αποσύνθεση και φθορά στα θεμέλια του κράτους. Σε μια πολυτελή ή άρρωστη κοινωνία η αιφνίδια ορμή και η επιθυμία που στοχεύουν στην ηδονή, καθώς επίσης και η (ενέργεια) ζωτικότητα και το θυμοειδές είναι στοιχεία φυσικά. Αυτά όλα τα στοιχεία πρέπει να υποταχθούν και να δαμαστούν, γιατί είναι πηγαίες δυνάμεις, προκειμένου να ιδρυθεί το βασίλειο του Πλάτωνα.
Συν τοις άλλοις ,αναφέρεται στην «Πολιτεία» το ότι η ηδονή έχει σχέση με επαγγέλματα που προστίθενται στην ιδανική πολιτεία του Πλάτωνα και που στον «Γοργία», όπως προαναφέρθηκε, καλούνται «τέχνες κολακείας», όπως το επάγγελμα των μουσικών, των ποιητών, των ραψωδών, των τεχνιτών, των νοσοκόμων, των κουρέων και των μαγείρων (πρβ. 2ο βιβλίο Πολιτείας 368e-376c). Ηδονή μαζί και πόνος συγκροτούν δυνάμεις που ενώνουν την πολιτεία του Πλάτωνα και η συνένωση αυτών των δύο (ηδονής και πόνου) είναι το μεγαλύτερο καλό / αγαθό (πρβ. 5ο βιβλίο Πολιτείας 462 Α Β).
Εκτός των άλλων, στην «Πολιτεία» το ουσιαστικό «ηδονή» το χρησιμοποιεί ο Πλάτων, για να διακρίνει τις ηδονές σε αληθείς και ψευδείς (πρβ. 9ο βιβλίο «Πολιτείας» 583 Β), καθώς και σε σωματικές και ψυχικές (πρβ. 1ο βιβλίο «Πολιτείας» 328 D, 3ο βιβλίο «Πολιτείας» 389 Ε, 6ο βιβλίο «Πολιτείας» 485 D). Οι σωματικές και οι ψυχικές ηδονές χαρακτηρίζονται ως πλήρωση (πρβ. «Πολιτεία» 9ο βιβλίο, 585A). Για παράδειγμα, απ’ την κατάπαυση της δίψας , της θερμότητας ή του κρύου προκαλείται ηδονή. Γι’ αυτό, αυτού του είδους οι ηδονές προϋποθέτουν ένδεια, στέρηση. Αλλιώς , δε θα χρειαζόταν η πλήρωση, αν το σώμα και η ψυχή ήταν σε άριστη κατάσταση. Μέσω της πλήρωσης καταπαύεται η
στέρηση, η ένδεια. Επομένως , η ηδονή μπορεί να μην έχει απόλυτη αξία, όμως είναι κάτι καλό κι αναγκαίο για τον άνθρωπο, αφού τυχαίνει να είναι ομόλογη προς τη φύση του (πρβ. «Πολιτεία» 9ο βιβλίο, 581 Ε).Υπάρχει ,όμως ,και σε άλλο σημείο της «Πολιτείας» η αντίθετη άποψη ,ότι δηλαδή η ηδονή δεν είναι στ’ αλήθεια κάτι το αγαθό, γιατί αν ήταν, τότε αυτός ο άνθρωπος που έχει λύπη, θα θεωρούνταν κακός, ακόμη κι εάν ήταν άριστος ως προς όλα (πρβ. 10ο βιβλίο «Πολιτείας» 604 BC).
Υπάρχει ,επίσης ,σε άλλο σημείο της «Πολιτείας» ηδονή που το μέγεθός της δεν αποτελεί κριτήριο αισθητικό (ωραιότητας) ενός καλλιτεχνικού έργου, εκτός κι αν είναι η απόλαυση που νιώθει το σωστό ακροατήριο. Γιατί ένα μεγάλο μέρος της απόλαυσης που προκαλούν πολλά έργα τέχνης, ιδιαίτερα της τραγικής και της επικής ποίησης , οφείλεται στο γεγονός ότι αναπαριστούν ανθρώπους οι οποίοι βρίσκονται σε έντονες συγκινησιακές καταστάσεις κι εκφράζουν τις συγκινήσεις τους με τόσο βίαιο τρόπο ώστε να γεννούν συγκινήσεις και στους ακροατές (πρβ. «Πολιτεία» 505b).
Αναφορικά τώρα με τους τύπους ψυχής του ανθρώπου (του φιλοκερδή, του φιλόδοξου και του δίκαιου-φιλοσόφου) και τη σχέση τους με την ηδονή , η ζωή του δίκαιου-φιλοσόφου είναι πιο ευχάριστη από τους εναλλακτικούς τρόπους ζωής, γιατί ο δίκαιος-φιλόσοφος κυριαρχείται από λογική. Σ’ αυτό το επιχείρημα, όμως, ο Πλάτων δεν είναι πολύ προσεκτικός σχετικά με τη φύση της ηδονής . Επίσης ,η ζωή του φιλοσόφου, δηλαδή της αναζήτησης της σοφίας είναι πιο ευχάριστη από τη ζωή του φιλοκερδή ή του φιλόδοξου, γιατί ο φιλόσοφος έχει βιώσει όλους τους τύπους ηδονής ,ενώ ο φιλοκερδής ή ο φιλόδοξος δεν μπορούν να βιώσουν την ηδονή του φιλοσόφου να κρίνει μ’ εμπειρία και πρακτική σοφία, (πρβ. 581c-583b, 588a, 581e-582b «Πολιτείας») φρόνηση και λογική. Και είναι φυσικό ο κάθε τύπος ανθρώπου απ’ τους παραπάνω να πιστεύει ότι ο δικός του τρόπος ζωής είναι ο πιο ευχάριστος .
Στη συνέχεια, στον ίδιο πάλι διάλογο βρίσκουμε την ηδονή ως απόλαυση, διασκέδαση και προτίμηση. Γι’ αυτό, απ’ αυτή την άποψη η ηδονή είναι αντικειμενική για τον Πλάτωνα, χωρίς όμως ν’ απορρίπτονται έτσι οι υποκειμενικοί ισχυρισμοί.
Έτσι, όταν ο φιλόσοφος, ο φιλοκερδής κι ο φιλόδοξος λένε ότι «η ζωή μου είναι ευχάριστη», εννοούν ότι «προτιμώ /απολαμβάνω τη ζωή μου» ή «διασκεδάζω μαζί της». Για ν’ αντιληφθεί κάποιος τις πηγές της ηδονής σε μια ευχάριστη ζωή, πρέπει να διαθέτει εμπειρία και σκέψη, σοφία .Δε φτάνει μόνο ν’ απολαμβάνει αυτή την ευχάριστη ζωή. Μόνο με την εμπειρία και τη σοφία μπορεί κάποιος να διακρίνει τις «υψηλότερες» ηδονές . Και αυτή την εμπειρία και τη σοφία, για να δίνει
συμβουλές σχετικά με την ηδονή των διαφόρων τύπων ζωής ,τη διαθέτει μόνο ο φιλόσοφος (πρβ. 585c-586c «Πολιτείας»).
Αληθινές / πραγματικές ηδονές είναι μόνο αυτές του φιλοσόφου και του δικαίου (πρβ. 583b-585b «Πολιτείας»), αφού αποτελούν το πιο αληθινό είδος αναπλήρωσης. Επομένως ,η δικαιοσύνη και η φιλοσοφία έχουν ως συνέπεια μια ευχάριστη κι ευτυχισμένη ζωή. Ευτυχία και ηδονή προκύπτουν μόνο απ’τη φύση της δικαιοσύνης κι όχι απ’τα διάφορα είδη της αδικίας, γιατί η δικαιοσύνη βάζει σε τάξη την ψυχή του ανθρώπου, δηλαδή δημιουργεί μια κατάσταση στην οποία όλα τα μέρη της ανθρώπινης ψυχής εκτελούν τα κατάλληλα πράγματα στις σωστές περιστάσεις .
Στο 8ο και 9ο βιβλίο της «Πολιτείας» η ευτυχία και η ηδονή δεν αντιμετωπίζονται ως κάτι το παράλογο ή το άφταστο. Αντιμετωπίζονται ως κάτι που μπορεί ν’ αποκτηθεί από μια ζωή ενός συγκεκριμένου ηθικού τύπου και ως κάτι που αποτελεί με αξιοσημείωτο τρόπο κάτι το φυσικό γι’ αυτή τη ζωή. Έτσι, η δικαιοσύνη μπορεί ν’αποκτηθεί από τη ζωή του φιλοσόφου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το 9ο βιβλίο της «Πολιτείας», υπάρχουν τρεις τύποι ηδονής, όπως προαναφέρθηκε, που αντιστοιχούν σε τρεις τύπους ανθρώπου: η ηδονή της ζωής του φιλοσόφου, δηλαδή του λάτρη της σοφίας , η ηδονή της ζωής του φιλόδοξου ανθρώπου που αγαπά τις τιμές και τη δόξα, καθώς και η ηδονή της ζωής του σαρκικού/φιλοκερδούς ανθρώπου, του οποίου χαρακτηριστικό είναι η επιθυμία για χρήματα και για απελευθέρωση των παθών. Κάθε ένας ξεχωριστά τύπος ανθρώπου θεωρεί ότι ο δικός του τρόπος ζωής είναι ο πιο ευχάριστος .Όμως ο πραγματικά ανώτερος τρόπος ζωής , δηλαδή με αληθινή ηδονή, είναι αυτός του σοφού ανθρώπου / του φιλοσόφου, γιατί διακρίνεται από λογική και φρόνηση κι άλλωστε γιατί ο φιλόσοφος σίγουρα έχει βιώσει τους άλλους δύο τύπους ζωής (του φιλόδοξου και του φιλοκερδούς ανθρώπου), για να καταλήξει στον φιλοσοφικό βίο, συγκρίνοντας λογικά τα πλεονεκτήματα αυτού του βίου με τα μειονεκτήματα των άλλων δύο βίων. Γι’ αυτό, οι ηδονές των βίων του φιλόδοξου και του φιλοκερδούς ανθρώπου είναι ψευδείς. Η κατωτερότητα αυτών των ηδονών δεν αναγνωρίζεται απ’ το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων εξαιτίας λανθασμένων αντιλήψεων σχετικά με την ηδονή και τον πόνο. Ηδονή και
πόνος είναι οι «κινητήριες δυνάμεις» μέσω των οποίων παράγονται και προκαλούνται η κένωση και η πλήρωση ή αναπλήρωση. Οι ηδονές των αισθήσεων απλώς φαίνονται να είναι αληθινές ηδονές, σε αντίθεση με τους πόνους προηγουμένων επιθυμιών. Έτσι, ο φιλοκερδής τύπος συγχέει
την παύση πόνου με την αληθινή ηδονή, όπως ο υγιής άνθρωπος δεν εκτιμά την υγεία του, μέχρι να την ανακτήσει, ύστερα από μια ασθένεια .
Ακόμη, υπάρχει η αληθινή ηδονή ως ενδιάμεση κατάσταση ισορροπίας μεταξύ πόνου και ηδονής , κατά την οποία δε βιώνεται ούτε πόνος ούτε ηδονή. Οι υψηλότερες ηδονές είναι αυτές οι αληθινές ηδονές, που διακρίνονται από διάρκεια και μονιμότητα .Αντιθέτως , οι ηδονές που σχετίζονται με την ικανοποίηση των αισθήσεων, όπως η ηδονή της τροφής ή του ποτού, είναι παροδικές κι άρα ψευδείς ,γιατί διαρκούν μόνο
τη στιγμή της επιθυμίας .Γι’ αυτό, δεν ικανοποιούν την ψυχή, στο σύνολό της , όπως την ικανοποιούν οι υψηλότερες ηδονές.
Τέλος ,υπάρχει η ηδονή που συνοδεύει την ικανοποιημένη επιθυμία, την ιδέα της ικανοποίησης της ζωής στο σύνολό της. Έχοντας αυτόν τον σκοπό, η ζωγραφική κι όλες οι συγγενικές της τέχνες ,όπως η ποίηση, η υφαντική, το κέντημα, η αρχιτεκτονική, δε θα πρέπει να είναι μόνο ευχάριστες/ ηδονικές, αλλά και χρήσιμες στα πλαίσια της ευνομούμενης πολιτείας του Πλάτωνα (πρβ. 10ο βιβλίο «Πολιτείας» 607c), με το να μορφώνουν τους νέους διδάσκοντάς τους το λόγο, την αρμονία, τη χάρη, το ρυθμό, κι όχι την κακολογία, την αρρυθμία, την ασχημοσύνη και την αναρμοστία, δηλαδή με μια λέξη την κακοήθεια (πρβ. 3ο βιβλίο «Πολιτείας» 401α). Έτσι, όλες οι παραπάνω τέχνες εξυψώνονται σε πνευματική αξία, βρίσκονται μακριά από την αβαθή και φθαρτή ηδονή και στοχεύουν στην αρετή. Η αρετή αυτή συνίσταται στην απόλαυση μιας ηθικής ζωής και στην παροχή προς τα παιδιά εκ μέρους των γονέων
μιας ανατροφής ικανής για τη διαμόρφωση έντιμου χαρακτήρα.
Άρα ,με αυτή τη σημασία η ηδονή αποτελεί κένωση και πλήρωση στον ηθικό βίο. Δηλαδή, η ζωή που διέπεται από σεβασμό για το δίκαιο κρίνεται πολύ πιο ευχάριστη κι ευτυχής από τη ζωή της ικανοποίησης των σαρκικών ορέξεων και των φιλοδοξιών. Γι’ αυτό, η δίκαιη και η γεμάτη γνώση και σοφία ζωή προξενεί αληθινή-ανώτερη ηδονή, ενώ η ζωή των σαρκικών ορέξεων και φιλοδοξιών προκαλεί ψεύτικη-κατώτερη
ηδονή.
Στον «Φαίδρο», όπως άλλωστε και στους προηγούμενους πλατωνικούς διαλόγους μέσης συγγραφικής περιόδου, «Φαίδωνα» και «Συμπόσιο», υπάρχουν οι καθαρές και αληθείς ηδονές ,οι οποίες είναι αυτές που δεν προϋποθέτουν καμία στέρηση ούτε μίξη με λύπη. Αυτές προέρχονται είτε από αισθητά υποκείμενα, είτε από αφηρημένα όντα είτε από τη σπουδή των τεχνών κι επιστημών. Επιπλέον, η ηδονή πρέπει να στοχεύει στο αγαθό και όχι το αγαθό στην ηδονή. Το ίδιο και οι λεγόμενες ψευδοτέχνες (αυλητική, κιθαριστική , ποιητική και ρητορική) δεν πρέπει να επιδιώκουν απλώς και μόνο την ηδονή, αλλά και το αγαθό (πρβ. «Φαίδρος» 273e). Συγκεκριμένα, η ποιητική και η ζωγραφική ως μιμητικές τέχνες γεννούν ηδονή.
Μάλιστα αυτή η ηδονή είναι άλογη τέρψη. Άρα, αυτές οι τέχνες έχουν μυστηριακή επιβολή, καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα αναπόφευκτο ηδονικό υπνώτισμα, το οποίο έχει τη δύναμη του ερωτικού πάθους , της θεϊκής αυτής μανίας , που είναι για τον Πλάτωνα το πρώτο σκαλοπάτι που οδηγεί με τη διαλεκτική στη Θέαση της Ιδέας (πρβ. «Φαίδρος» 250c-256e).
Έπειτα ,στον αμέσως επόμενο διάλογο μέσης περιόδου, στον «Θεαίτητο» ,συναντάται η ηδονή με μορφή ουσιαστικού (για παράδειγμα, ηδονή = ευχαρίστηση). Συγκεκριμένα, αναφέρεται το ότι οι λεγόμενες ψευδοτέχνες ,δηλαδή η αυλητική ,η κιθαριστική ,η ποιητική και η ρητορική ,δεν πρέπει να επιδιώκουν απλώς και μόνο την ηδονή, αλλά και το αγαθό (πρβ. «Θεαίτητος» 201 Α). Τέλος ,βρίσκουμε στον «Θεαίτητο»
την ηδονή και με μορφή απλού επιθέτου υπό την έννοια του ευχάριστου λόγου (πρβ. «Θεαίτητος» 209 Ε).
Στον διάλογο «Σοφιστή» υπάρχει η ηδονή με μορφή ουσιαστικού ( για παράδειγμα ,ηδονή = ευχαρίστηση) και συγκεκριμένα γίνεται αναφορά για την ηδονή που προκαλείται από το άκουσμα κάποιου πράγματος (πρβ. «Σοφιστής» 225d).
Ακόμη, στον ίδιο πάλι διάλογο δηλώνεται το ότι η σοφιστική είναι τέχνη που χρησιμοποιεί ως δόλωμα την ευχαρίστηση, γι’αυτό και αποκαλείται άλλωστε τέχνη κολακευτική, αρπαχτική, κυνηγετική, ζωοκυνηγετική, ανθρωποκυνηγετική, ιδιωτικοκυνηγετική, χρηματοκυνηγετική, ψευτομορφωτική ή τέχνη της γαλιφιάς (πρβ. «Σοφιστής» 223 Α-Β).
Ο τελευταίος διάλογος μέσης περιόδου ,ο «Πολιτικός», υποστηρίζει, όπως και πριν ο «Φαίδρος» και ο «Θεαίτητος», ότι οι λεγόμενες ψευδοτέχνες ,δηλαδή η αυλητική ,η κιθαριστική ,η ποιητική και η ρητορική ,δεν πρέπει να επιδιώκουν απλώς και μόνο την ηδονή, αλλά και το αγαθό . Ακόμη ,διαπραγματεύεται την αθώα μορφή ηδονής, δηλαδή την ηδονή ως παιχνίδι κι όχι ως κάτι με σοβαρή αποστολή , αλλά και ως κάτι το αναγκαίο, αφού είναι αναγκαίο και το παιχνίδι για κάθε άνθρωπο κάθε κοινωνίας .Μάλιστα ,την ηδονή ως παιχνίδι τη γεννά η ζωγραφική και η διακοσμητική (πρβ. «Πολιτικός» 288 c).Επομένως ,η ίδια η ζωή, που είναι ένα κομμάτι του προβλήματος της Τέχνης, παρουσιάζεται ως μορφή ηδονής .

*
Απόσπασμα από την μεταπτυχιακή της διατριβή
«Οι σημασίες της ηδονής στο πλατωνικό έργο (2007)»
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης- [GRI-2007-306]







DMCA.com Protection Status


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him