Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ




τοῦ
κ. Χρήστου Λιβανοῦ



Χριστούγεννα. Μιὰ λέξι, στὸ ἄκουσμα τῆς ὁποίας πλημμυρίζουν ἀπὸ χαρὰ οἱ ψυχὲς τῶν πιστῶν χριστιανῶν. Καὶ πῶς νὰ μὴ συμβαίνῃ αὐτό, ἐφ᾿ ὅσον τὰ Χριστούγεννα, ἡ γέννησι τοῦ Χριστοῦ, εἶναι τὸ πλέον χαρμόσυνο γεγονὸς τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου. Θλιμμένες καὶ μελαγχολικὲς ἦταν οἱ ψυχὲς προτοῦ
ἔλθῃ ὁ Χριστός, κυρίως τῶν λαῶν ἐκείνων, ποὺ ζοῦσαν μέσα στὸ ζοφερὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας, στοὺς ὁποίους συμπεριελαμβάνοντο καὶ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας. «Κοιτάξετε τὰ ἀγάλματα τῆς ἀρχαιότητος», ἔλεγε ὁ μακαριστὸς μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστῖνος σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ ἀνεπανάληπτα κηρύγματά του· ὅλων τὰ πρόσωπα εἶναι θλιμμένα καὶ μελαγχολικά. Πουθενὰ χαμόγελο. Γιατί; Διότι οἱ περίφημοι ἐκεῖνοι γλύπτες σμιλεύοντας τὸ ἄψυχο μάρμαρο, τοῦ μετέδιδαν τὴν ἴδια ἀκριβῶς μορφὴ καὶ ὄψι, ποὺ εἶχαν τὰ πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων γύρω τους, μιὰ ὄψι, στὴν ὁποία ἀντικατοπτρίζονταν τὰ αἰσθήματα, ποὺ κυριαρχοῦσαν στὶς ψυχές τους, αἰσθήματα θλίψεως καὶ μελαγχολίας. Αἰσθάνονταν βεβαίως κάπου - κάπου καὶ μερικὲς χαρὲς παρακολουθώντας ἀγῶνες στὰ στά δια, διοργανώνοντας συμπόσια καὶ συμμετέχοντας σὲ εἰδωλολατρικὲς ἐκδηλώσεις καὶ ὄργια, ἀλλὰ οἱ ψεύτικες αὐτὲς καὶ συντόμου διαρκείας χαρὲς δὲν ἦσαν ἱκανὲς νὰ διώξουν τὴ θλῖψι, τὴν ἀνησυχία καὶ τὸν φόβο, ποὺ δημιουργοῦσε ὁ θάνατος, ὁ σωματικὸς καὶ ὁ πνευματικός, στὶς ψυχὲς τῶν μακρὰν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ εὑρισκομένων ἀνθρώπων.


ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ,Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ


Τοῦ κ. Δημητρίου Κ. Κουτσουλέλου,
Ἐπιτ. Ἐπόπτου Δημοτικῆς Ἐκπαιδεύσεως




«Χριστούγεννα! Περίχαρα ἡ καμπάνα
κράζει κι ἡ Μάνα τὸ παιδὶ καὶ τὸ παιδὶ
«Χριστούγεννα» στὴ Μάνα κι ὁ κό-
σμος ὅλος τραγουδεῖ»
Κωστὴς Παλαμᾶς

Οἱ Χριστουγεννιάτικες μέρες, μεγάλες γιορτὲς τῆς πίστεώς μας, ἀλλάζουν τὴ ζωή μας, ποὺ σμιλεμένη ἀπ᾽ τὸ χρόνο, τὶς ἀγωνίες καὶ τὶς δοκιμασίες, γίνεται ἐλπιδοφόρα καὶ χαρούμενη. Τὰ πρόσωπα αἰθριάζουν καὶ τὰ μάτια λάμπουν. Μὲ ὅλη τὴ σκέψη μας, γυρίζουμε νοσταλγικὰ στὰ ὡραῖα παιδικά μας χρόνια καὶ ἡ ψυχή μας ὁλόκληρη πλημμυρίζει ἀπὸ εὐλογημένες ἀναμνήσεις
τῆς ὄμορφης παιδικῆς ἡλικίας.
Ἄφησαν μέσα μας οἱ Ἅγιες αὐτὲς μέρες τὸ μεγαλύτερο ἀπόθεμα ἀπὸ ψυχικὲς ἐξάρσεις, ἀπὸ ὑπέροχη μαγεία καὶ ἀπὸ μυστικὰ ρίγη. Σ᾽ ὅλων μας τὶς καρδιές, ἡ νοσταλγία, δειλὴ Ἑστιάδα, συντηρεῖ, στὴ διαδρομὴ τοῦ χρόνου, τὸ θεῖο καὶ αἰώνιο Φῶς τῆς Γεννήσεως, ὅπως τὸ ἄναψε μπροστά μας ἡ πρώτη ἁπλοϊκὴ ἀφήγηση τοῦ ὑπέροχου θαύματος, ποὺ ἔγινε, πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, σὲ μιὰ ταπεινὴ Φάτνη, κάτω ἀπ᾽ τὴ φωτοβολία ἑνὸς θείου ἄστρου.
Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου σημαίνει τὴν ἀρχὴ μιᾶς νέας ζωῆς καὶ ἑνὸς καινούργιου κόσμου, ποὺ δημιουργεῖται ζωντανὸς καὶ ὄμορφος, ἠθικὸς καὶ ἰδανικός, αἰώνιος καὶ ἄφθαρτος. Ἡ χιονισμένη νύχτα καὶ τὰ μαυριδερὰ ἔλατα, ἡ ἱερὴ Φάτνη καὶ τὸ λαμπρὸ ἄστρο, τὸ θεῖο Βρέφος, οἱ πιστοὶ ποιμένες καὶ οἱ εὐλαβικοὶ Μάγοι ζωντανεύουν μέσα μας ὁλόκληρο τὸ πανάχραντο μυστήριο τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Τὸ ὑπέρλαμπρο καὶ μεγάλο χριστιανικὸ γεγονὸς ἐμπνέει ὅλους τοὺς τεχνίτες τοῦ λόγου. Ἡ πέννα τους βουτιέται στὸ θαῦμα καὶ μᾶς χαρίζει πραγματικὰ ἀριστουργήματα. Ἡ Χριστουγεννιάτικη φιλολογία εἶναι, κυρίως, φιλολογία γιὰ τὸ παιδί. Ντύνεται μιὰ ἀστραφτερὴ λαμπρότητα, γιὰ νὰ προσφέρει τὰ ὡραῖα ἑορταστικά της δῶρα καὶ νὰ τονίσει τὴ μεγάλη Μέρα, τὴ γιορτή τῆς καρδιᾶς μας. Ἐμπνέεται ἀπ᾽ τὸ παιδὶ καὶ τὸ παιδί, ἰδιαίτερα, συγκινεῖ. Ἐξυμνεῖ τὴ χρυσὴ παιδικὴ ἡλικία, μὲ τὶς ὀπτασίες καὶ τὶς προσδοκίες, τὶς συγκινήσεις καὶ τὰ ψυχικά της φτερουγίσματα. Τὸ Θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ φέρνει στὸν κόσμο τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀπολύτρωση. Μέσα στὴν ἀντάρα καὶ στὴν σκοτεινιά, γεννιέται ὁ τρυφερὸς Κρίνος. Συγκινεῖ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή, ποὺ κουρασμένη στρέφεται στὸ Θεῖο Σπήλαιο, ὅπου ἄστραψε τὸ προαιώνιο φῶς.
Καὶ τὸ παιδί, τὸ κάθε παιδί, συγκινεῖται ἀπ᾽ τὴ Γέννηση, γιατὶ βρίσκεται πιὸ κοντὰ στὸ μυστήριό της. Γι᾽ αὐτὸ ὅλα τὰ ὡραῖα λογοτεχνήματα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν δονοῦν πραγματικὰ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴ μελλοντικὴ ἐθνικὴ ἀναδημιουργία. Ἕνα Θεῖο Παιδὶ γεννιέται, μέσα στὴ χιονισμένη νύχτα, γιὰ νὰ ὁδηγήσει τὴν ἀνθρωπότητα στὸ δρόμο τοῦ ἠθικοῦ μεγαλείου καὶ τῆς αἰώνιας νίκης, στὴν ὁλόλαμπρη μέρα τῆς χαρᾶς καὶ τοῦ θείου χριστιανικοῦ πνεύματος. Εἶναι μιὰ νέα δύναμη ζωῆς, ποὺ συνεχίζει τὴν αἰώνια πάλη μὲ τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο, τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ γερασμένο κόσμο.
Γύρω μας καὶ παντοῦ ἐπικρατεῖ ἡ ὕλη, βασιλεύει ἡ ἀδικία, κυριαρχεῖ τὸ σκοτάδι. Δύσκολος καὶ ἀνηφορικὸς ὁ δρόμος τῆς ζωῆς μας σήμερα. Ἡ ἀνθρωπότητα πορεύεται πάλι, μέσα στὰ πολλὰ χιόνια, στοὺς φοβεροὺς πάγους καὶ στὴν ἄγρια νύχτα. Βαρὺς ὁ χειμώνας καὶ τοῦ βοριᾶ τὰ κύματα παγώνουν τὶς ἀνθρώπινες καρδιές.
«Μακάριοι –γράφει ὁ Ἰ. Μ. Παναγιωτόπουλος– ὅσοι κατορθώνουν, τὴ νύχτα τούτη τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν ποιμένων, νὰ ξαναγυρίζουν στοὺς παράδεισους τῶν παιδιάστικων χρόνων καὶ νὰ γεμίζουν ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ λαμπροῦ ἄστρου τῆς Βηθλεέμ τὰ λαίμαργα μάτια τους… Τὸ ἀχυρωμένο χάνι τῆς Βηθλεὲμ δὲν
ἀνοίγει τὶς πόρτες του, γιὰ νὰ δεχτεῖ ὅσους ξεσήκωσε ἡ καισαρικὴ προσταγή. Ἀνάμεσα στοὺς καπνισμένους του τοίχους, ἔχουν τὴ θέση τους ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ πηγαίνουν ν᾽ ἀποθέσουν στὰ πόδια τοῦ «νέου Παιδιοῦ» ὄχι δῶρα πολύτιμα, τὴ σμύρνα, τὸ χρυσάφι καὶ τὸ λιβάνι, μὰ τὴν κούρασή τους, τὴ δυσπιστία τους καὶ τὴν ἀγωνία τους, κομμάτι – κομμάτι, τὸν ταπεινότερο καὶ πιὸ φθαρμένο ἑαυτό τους…».
Πέρα ἀπ᾽ τοὺς Ἀγγέλους, τοὺς ποιμένες καὶ τοὺς Μάγους, διακρίνουμε τὸ θεῖο σύμβολο τῆς Μάνας καὶ τοῦ Παιδιοῦ. Μάνα καὶ παιδὶ φέρνουν στὸν κόσμο τὴ στοργὴ καὶ τὴν εὐτυχία.
Ἡ Μάνα! Συγκλονίζει ὅλη τὴ ζωή μας. Πλάθει τὶς γενιὲς καὶ τοὺς κόσμους, ἔχοντας μέσα της τὸ εὐλογημένο μυστήριο τῆς δημιουργίας.
Ἡ Μάνα – πνεῦμα, ἡ Μάνα –στοργή, ἡ Μάνα – θυσία. Καὶ τὸ Παιδί! Ὁ καρπὸς τῆς Μάνας. Τὸ στήριγμα τοῦ Ἔθνους. Ζωντανὸ καὶ ἁγνό, μᾶς ἀγκαλιάζει. Ἀφετηρία, σκοπός, σύμβολο, ἰδανικό μας. Μέσα στὴ σιγαλιὰ τῆς θείας νύχτας, γυρίζοντας στὰ παιδικά μας χρόνια καὶ δακρύζοντας ἀπὸ ἱερὴ συγκίνηση, πρέπει νὰ ἐκπληρώσουμε τὸ μεγάλο χρέος μας στὸ
παιδί, στὸ ἁγνὸ Ἑλληνόπουλο, κατὰ τὴν προσταγὴ τοῦ Pestalozzi:
«Στὰ χέρια τοῦ παιδιοῦ εἶναι ἡ μοῖρα
τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτὰ τὰ χέρια
πρέπει νὰ κάνουμε ἰσχυρά, γιὰ ν᾽ ἀγω
νισθοῦν καὶ νὰ νικήσουν».




Μεταξοσκώληκες,μάγισσες και μάταια στιχάκια

ποίημα του
ΝΙΚΟΛΆΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΎΛΗ
-φιλολογου-




Και σύρθηκε ξανά απαλά απάνω
στο πράσινο το φύλλο
για δικό μου το χατήρι.
ο μεταξοσκώληκάς μου
ελάτρευε στον ήλιο
να μου κάνη πανηγύρι.

Και μ'έβλεπε και κοίταζε
και μου γέλαγε,μου έγνεφε
και του γέλαγα και γω
ρίχνοντάς του που και που
δροσοσταλίδες για να πιή
και τότε έλεγε
''νέκταρ δίνεις,ασήμι θα σου δώσω''

Και πώς πρόσμενα,ώ πώς πρόσμενα
να πάρω αυτο,εκείνες τις μεταξένιες ίνες
που μού 'χε υποσχεθεί,
να τις πάω στις μάγισσες
να μου κάνουνε
την νύχτα με πανσέληνο γιορτη.

Και πώς τότε υμνολογούσαν
παράξενα λόγια λέγοντας
και το νού μου αχολογούσαν
με τραγούδια ανείπωτα,
με ανεμίζοντα στις αύρες τα μαλλιά
σαν ύφαιναν
με τα δικά τους παράξενα ραβδιά.

Και παράπονο το 'χω γιατι
ποτέ δεν τα 'δα να γίνονται σιγα σιγά.
Μόνο σ' εκείνηνε
σαν τά 'δινα εκείνα τα μεταξωτά
-στιχάκια ήτανε-
μόνο τότε καταλάβαινα.

Και ήτανε,ναι τότε το 'βλεπα
πως ήτανε μπόλικα
τα περπατήματα του μεταξοσκώληκα
και τα ξενύχτια στα βουνά
παρέα με τις μάγισσες
να πλέκουν στιχάκια,μεταξένια υφαντά.

Όμως ποιος ενα χαμόγελο
στο μικρο το μεταξοσκώληκά μου
να αφήση;
γλυκά και τις νεράιδες μου να φιλήση
που πια εμέ με ξεχνούν
που τους τα φέρνω;Δεν χρωστούν.Ξεχνούν.


το τραγούδι:



























Πολιτική μεταβολή



Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΆΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΎΛΗ
-φιλολόγου-




ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ

''υπάρχει τίποτα,που επειδή
θεωρείται ιερό,ν'απαγορέυεται
να το πλησιάσουμε ή και
να το κατονομάσουμε;''


Ο Αριστοτέλης στην ''Αθηναίων πολιτείαν'' του γράφει: ''εφ' όσον αι περιπέτειαι του πολέμου ήσαν ισόρροποι, διετήρουν οι Αθηναίοι το δημοκρατικόν πολίτευμα, έστω κι αν είχαν αυτούς τους ανίκανους πολιτικούς. Όταν όμως μετα την συμφοράν,την επελθούσαν εις την Σικελία, απέβησαν ισχυρότεροι οι εχθροί, ηναγκάσθησαν, μεταβαλόντες την δημοκρατίαν, να συστήσουν το πολίτευμα των τετρακοσίων''. Εφ'όσον λοιπον τα πράγματα βαίνουν, έστω φαινομενικώς, καλώς, όλα στην δημοκρατία έχουν την ισορροπία τους. Όταν όμως η ανικανότης των κυβερνώντων αρχίζει και επιφέρει διάλυσιν, είναι αναγκαίον και επιβεβλημένον να επέλθη αλλαγή του πολιτέυματος. Εαν δεν γίνη κάτι τέτοιο, η ολότελη καταστροφή της πατρίδος είναι αναπόφευκτη.


Ο θάνατος ενός παραδείγματος



Άρθρον του

ΝΙΚΟΛΆΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΎΛΗ
-φιλολόγου-




΄΄Η μετάβασις απ'ένα παράδειγμα σε
κρίσι,εις ένα νέον άλλο είναι κάτι
πολύ διαφορετικό απο μίαν απλήν
αναδιάρθρωσι και επέκτασι του
παλαιού παραδείγματος΄΄

(Τόμας Κούν)

Το ''παράδειγμα'' δύναται να θεωρηθή, ως οι γενικές, θεωρητικές παραδοχές και οι νόμοι που μία συγκεκριμένη πολιτική κοινότητα ανθρώπων αναγνωρίζει και υιοθετεί. Έτσι η σύγχρονη ελληνική κοινωνία,ως παράδειγμα, σαν μία ευρύτερη θεωρία ζωής, απ' την μεταπολίτευσι και μετά, διαθέτει την κοινοβουλευτική δημοκρατία της, έτσι όπως την διαμόρφωσε, με τα συγκεκριμένα κόμματα, με τις συγκεκριμένες παθογένειες αυτών και τις αδυναμίες των πολιτικών προσώπων της, αδυναμίες που λογιζόμενες επι τω πλείστω και ως ανεπάρκεια, οδήγησαν την χώρα στο έσχατο σημείον του σήμερα, της υποτελείας και της παραχώρησης, αν όχι όλου, μέρους της εθνικής κυριαρχίας.


Θαυματουργή βροχή




ποίημα του
ΝΙΚΟΛΆΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΎΛΗ
-φιλολόγου-



Βρέχ' ο ουρανός πικρή βροχή,βρέχει κι η ψυχή τη ματιά μου

μ'ωκεανούς θολούς απ'την καρδιά μου,γιατί δεν είσαι πια εκεί

π' ο νους σ'είχε φαντασθεί,μόνο λέω τα παράπονά μου

για τον μεγάλον ερωτά μου,που τον εσκότωσες μονάχη σου εσύ,




Η ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ (ΜΕΡΟΣ ΄Β)



Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-


 
 
Εμείς (ο πάπας),δεν έχουμε καμιά
Πρόθεσιν να διεκδικήσομεν για τον
Εαυτόν μας,ό,τι είναι δίκαιον ν’ανήκη
Στους άρχοντας της Γερμανίας.Όπως
Λοιπον είναι χρέος μας,αναγνωρίζομεν
Στους άρχοντας αυτούς να εκλέγουν
Βασιλέαν,που στην συνέχεια θα λάβη
Το αυτοκρατορικόν αξίωμα.

(εκ του ΄΄ευσεβούς δόγματος-1202- Του πάπα Ιννοεντίου Γ’)



Η φιλοδοξία του Καρλομάγνου ήταν να ιδρύση μιαν αυτοκρατορία σαν την ρωμαική και να περιβληθή με το κύρος του κοσμοκράτορα.Στην φιλοδοξίαν του όμως αυτή ορθωνόταν εμποδιον το Βυζάντιον,που ήταν φυσικος κληρονόμος και συνεχιστής του ρωμαικού κράτους.Το 797 μ.Χ ανέβηκε στον θρόνο του Βυζαντίου,μετα τον παραμερισμόν του υιού της Κωνσταντίνου ΣΤ’,η Ειρήνη.Η άνοδος μιας γυναίκας στο αυτοκρατορικό αξίωμα δεν κρίθηκε νόμιμη απ’τον Κάρολο,ο θρόνος της ρωμαικής αυτοκρατορίας θεωρήθηκε κενός,άποψη που υποστηρίχθηκε και από τον Πάπα,και το 800 ο Κάρολος στέφθηκε στην Ρώμη αυτοκράτορας.Οι βυζαντινοί είδαν την στέψη σαν μια προσπάθεια σφετερισμού του αυτοκρατορικού αξιώματος.Ο ίδιος ο Κάρολος κατάλαβε ότι χωρίς την συγκατάθεσι του Βυζαντίου,ο τίτλος του δεν είχε καμιαν πραγματική αξία,γι’αυτό κατέφυγε στον διπλωματικό ελιγμό να ζητήση σε γάμο την Ειρήνη.Αυτή δέχτηκε την πρότασι αλλα το 802 εκθρονίσθηκε και τα σχέδια του Καρόλου ματαιώθηκαν.