Ομηρικά Έπη και Πολιτικός Στοχασμός


Ιωάννα Φάφκα


Με την κατάρρευση των μυκηναϊκών βασιλείων (12ος-11ος π.Χ. αι.) και την παρέλευση του «ελληνικού μεσαίωνα» (11ος-8ος αι. π.Χ.) εκκολάπτεται η νέα δομή της πόλεως-κράτους, η οποία καθιερώνεται και διατηρείται ως το τέλος της κλασικής περιόδου. Η νέα αυτή δομή οδήγησε στην πολιτειακή μεταβολή από την μοναρχία στην κυριαρχία κατά βάση της αριστοκρατικής τάξης των γαιοκτημόνων. Ο αποικισμός άνοιξε νέους εμπορικούς δρόμους και, σε συνδυασμό με την εκ νέου εισαγωγή της γραφής με προσαρμογή του φοινικικού αλφαβήτου, συνεισέφερε στην διάδοση των ιδεών μεταξύ των Ελλήνων, οι οποίοι, αν και πολίτες διαφορετικών πόλεων-κρατών, κατανοούσαν τον εαυτό τους ως υπαγόμενοι στον ίδιο λαό. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου κάνουν την εμφάνισή τους το έπος, η λυρική ποίηση και ο φιλοσοφικός στοχασμός. Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας θα εξεταστούν εν είδει εισαγωγής τα γενικά πλαίσια απόδοσης της πολιτικής σκέψης, όπως αυτή παρουσιάζεται στα κυριότερα έργα της περιόδου.

Τα ομηρικά έπη ανήκουν στο ηρωικό είδος θέτοντας στο επίκεντρο «κλέα ἀνδρῶν». Τα ζητήματα που θίγουν δίνουν το έναυσμα για προβληματισμό γύρω από πληθώρα θεμάτων του ανθρώπινου βίου, γεγονός που επί αιώνες τοποθέτησε την διδασκαλία τους στο επίκεντρο της εκπαίδευσης. Από τον 8ο αι. π.Χ., οπότε και προσέλαβαν τη σημερινή τους μορφή, ως την εποχή των Πεισιστρατιδών η διάδοσή τους πραγματοποιούταν στα πλαίσια αποκλειστικά της προφορικής παράδοσης με την απαγγελία τους από ραψωδούς σε αυλές βασιλέων και σε πανελλήνιους αγώνες, όπου το κοινό ήταν ετερόκλητο. Στα έπη εντοπίζονται στοιχεία τα οποία αντιστοιχούν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ερωτηματικά γύρω από τον τρόπο και τον χρόνο σύνθεσής τους, γεγονός που οδήγησε στο λεγόμενο «ομηρικό πρόβλημα». Για το προς εξέταση ζήτημα, το πρόβλημα αυτό δεν είναι άνευ σημασίας, η βαρύτητα ωστόσο θα δοθεί στην πολιτική σκέψη, που εμφανίζεται στα παραδεδομένα έργα ως ένα ενιαίο σύνολο, καθώς η προσπάθεια ενδελεχούς εξέτασης του υπερβαίνει τις επιδιώξεις της παρούσας προσπάθειας.

Η πολιτειακή δομή της ομηρικής κοινωνίας εμφανίζεται ως συμφυρμός της μυκηναϊκής μοναρχίας με στοιχεία μεταγενέστερων πολιτειακών δομών, όπου η αριστοκρατία απέκτησε δύναμη. Στην κορυφή βρίσκεται ο βασιλεύς ή ἄναξ, ο οποίος λαμβάνει το αξίωμα κληρονομικά, προέρχεται από ευγενική οικογένεια και ο τίτλος του είναι συνώνυμος της στρατιωτικής, θρησκευτικής και δικαστικής εξουσίας. Βασική αρετή του ἄνακτος, που καλείται να ακολουθήσει το πρόταγμα «αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων» (Ιλ. Λ 784), είναι η πολεμική ικανότητα. Η ομηρική κοινωνία απεικονίζει έναν «πολιτισμό ντροπής», όπου η τιμή και η υστεροφημία αποτελούν την ύψιστη επιδίωξη. Σε αυτόν τον πολιτισμό ο ἄναξ, και συνεκδοχικά ο ομηρικός ήρωας, συνιστά ένα πρότυπο για τους υπόλοιπους.

Για τον ἄνακτα, όπως ήδη επισημάνθηκε, χρησιμοποιείται και ο όρος βασιλεύς. Δεν ισχύει όμως και το αντίστροφο. Μεταξύ των δύο όρων εντοπίζεται μια λεπτή διαφορά, καθώς ο δεύτερος εμφανίζεται με αναβαθμούς (βασιλεύτερος, βασιλεύτατος,Ιλ. Ι), αποδίδοντας στον ήρωα ηθική και πνευματική ποιότητα, απότοκο της δράσης του και του βαθμού στον οποίο η δύναμή του και η εξουσία του ασκούνται με σύνεση. Οι βασιλῆες δεν συνδέονται με κάποιο δημόσιο λειτούργημα, αλλά περισσότερο ο όρος δηλώνει ένα είδος «αριστοκρατίας», από το οποίο προέρχονταν οι ἄνακτες. Οι βασιλῆες διακρίνονταν σε σκηπτούχους και μη. Οι φέροντες σκήπτρο ήταν εκείνοι που έπαιρναν μέρος στην Βουλή της Αχαϊκής Συμμαχίας ως ἀρχοὶ βουληφόροι, βουλή που συγκαλούνταν σε κάθε κρίσιμη στιγμή για τη λήψη απόφασης σε σημαντικά ζητήματα πολιτικής και στρατιωτικής φύσης και προχωρούσε κάποιες φορές σε σύγκλιση παναχαϊκών συνελεύσεων (π.χ. Ιλ. Β).

O κόσμος της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, αν και δημιουργήματα της ίδιας εποχής, με την πρώτη να προηγείται ελαφρώς χρονικά, παρουσιάζουν μετατόπιση του θεματικού κέντρου από τον πόλεμο στην ειρήνη. Η Ιλιάδα, έργο πολεμικό, παρουσιάζει τους βασιλῆες των Αχαιών να εκστρατεύουν συλλήβδην στην Τροία, με τον Αγαμέμνονα επικεφαλής. Παρόλα αυτά, ο Αχιλλέας από την αρχή του έπους δεν αισθάνεται υποχρεωμένος να συμμορφωθεί στις υποδείξεις του τελευταίου και λειτουργεί κατά βούληση. Στο μεταπολεμικό έργο της Οδύσσειας ο βασιλιάς της Ιθάκης Οδυσσέας χαρακτηρίζεται πολύμητις, πολυμήχανος, πολύφρων, προσδιορισμοί που τονίζουν την ευστροφία του και τη χρήση ακόμη και δόλιων μέσων για την επίτευξη του στόχου του. Όταν φτάνει στην Ιθάκη, καλείται να αντιμετωπίσει τους μνηστήρες που σφετερίζονταν τον οίκο και την πατρίδα του και να θεμελιώσει εκ νέου την εξουσία του, γεγονός που υποδεικνύει ότι εκτός της κληρονομικής νομιμότητας απαιτείται και η προσωπική αξία.

Μια από τις πιο γοητευτικές ερμηνείες των ομηρικών έργων όσον αφορά τον πολιτικό στοχασμό εξετάζει τα έργα ως προς την προσπάθεια προβολής ενός μηνύματος για κοινωνική βελτίωση. Στα πλαίσια αυτής της ερμηνευτικής γραμμής ο Οδυσσέας μέχρι να φτάσει στην Ιθάκη, όπου θα κληθεί να επαναφέρει την κοινωνική και πολιτική τάξη, έρχεται αντιμέτωπος με εναλλακτικά κοινωνικά μοντέλα, ενώ στην Ιλιάδα η ασπίδα του Αχιλλέα προβάλλει την ειρηνική και δίκαιη ζωή της πόλης ως ιδανικό.

-ΟΔΥΣΣΕΙΑ

Όσον αφορά την Οδύσσεια, το χάος που επικρατεί στην Ιθάκη, μέχρι την επιστροφή του Οδυσσέα, αντιμετωπίζεται ως καθρεφτισμός των Σκοτεινών αιώνων κατά τη διάρκεια των οποίων διαμορφώνονται τα έπη. Όμηρος, Οδυσσέας και κοινό γίνονται ένα και αναζητούν μέσα από τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα την αποκατάσταση της τάξης.

Σε αυτά τα πλαίσια, οι Κύκλωπες αν και διαθέτουν τα πλεονεκτήματα ενός παραδείσιου βίου και την εύνοια των θεών, παρουσιάζονται απολίτιστοι, δίχως ίχνος κοινωνικής συνοχής και παντελή έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ τους αλλά και με άλλους λαούς. Δεν έχουν συνελεύσεις, νόμους ή ιερούς θεσμούς, δεν έχουν αναπτύξει τέχνες, που θα επέτρεπαν την πολιτική και κοινωνική διάδραση (9.26-27), αλλά κάθε είδους τέχνη, που έχουν αναπτύξει, περιορίζεται στο ατομικό επίπεδο και κατ’ επέκταση γεννιέται και πεθαίνει με αυτόν που την ασκεί. Ζουν κατά τον φυσικό τρόπο της παλαιολιθικής εποχής.

Τα πλεονεκτήματα ενός παραδείσιου βίου καρπώνονται ως ένα βαθμό και οι Λωτοφάγοι, οι οποίοι απολαμβάνουν την απάθεια, που τους εξασφαλίζει η βρώση των λωτών. Σε αντίθεση με τους Κύκλωπες είναι φιλειρηνικοί και φιλόξενοι. Η προσφορά, όμως, των λωτών στους ναύτες του Οδυσσέα, αν και μοιάζει ευλογία, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ψευδαίσθηση ευτυχίας, ένα είδος νάρκωσης που επιφέρει στην καλύτερη περίπτωση την απουσία επίγνωσης της δυστυχίας. Η βρώση των λωτών επαναφέρει τα άτομα στην εποχή της συλλογής καρπών, ένα στάδιο πριν την ανάπτυξη της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και του κυνηγιού, μια εποχή που θυμίζει την εποχή του Λίθου.

Με την Καλυψώ, την Κίρκη και τις Σειρήνες γίνεται η μετάβαση στον αποκαλούμενο «μύθο της μητριαρχικής κοινωνίας», μια απειλή για την πατριαρχική κοινωνία, που απαντάται ήδη στη μυθική γέννηση της Αθηνάς. Η Καλυψώ και το νησί της εμφανίζονται ως «η μήτρα της Γης στον ομφαλό της θάλασσας» (9.50) με το στοιχείο της γονιμότητας, της απόλαυσης και της ευχαρίστησης να είναι κυρίαρχο. Αν και πηγή ζωής, το νησί της Καλυψούς επιφέρει λήθη, απειλώντας να κρατήσει τον Οδυσσέα μακριά από τον κόσμο του, μακριά από τον πραγματικό κόσμο για πάντα. Τόσο το όνομα της Καλυψούς (< καλύπτω), όσο και η φύση του νησιού (κουκουβάγιες, γεράκια, γλάροι, κυπαρίσσια, μαύρες λεύκες) συνδέονται με τον θάνατο.

Η Κίρκη παρουσιάζεται με τρόπο που θυμίζει την «πότνια θηρών», θεά του κυνηγιού και προστάτιδα των ζώων. Η χώρα της είναι γεμάτη με λιοντάρια, λύκους και άγρια πλάσματα, που μαζί με τις νύμφες των υδάτων και των δασών αποτελούν μια κοινότητα της οποίας προΐσταται η ίδια. Κοντά της ο Οδυσσέας κινδυνεύει να χάσει την ανθρώπινη υπόστασή του και μαζί την ηρωική του διάσταση.

Και στις δυο περιπτώσεις η απειλή, που κατά κύριο λόγο καλείται να αντιμετωπίσει ο Οδυσσέας, είναι απότοκο της ιδιαίτερης γνώσης, που διαθέτουν η Καλυψώ και η Κίρκη, γνώση που συνδέεται με την μαντική διάνοια και την ικανότητά τους να ασκούν γοητεία και να αποπλανούν με ελκυστικούς λόγους. Ταυτόχρονα, διαθέτουν κατασκευαστικές γνώσεις, αφού αφενός η Καλυψώ είναι αυτή, που υποδεικνύει στον Οδυσσέα πώς να κατασκευάσει τη σχεδία του και αφετέρου η Κίρκη έχει φτιάξει το δικό της κατάλυμα μέσα σε μια άγρια φύση. Αυτού του είδους η «κοινωνία» απογυμνώνει τον Οδυσσέα όχι μόνο από την ηρωική του διάσταση αλλά και από την ανδρική φύση του, με όσα αυτή συνεπάγεται στην εποχή του, καθιστώντας τον υποχείριο γυναικείων φύσεων, που έχουν ανεπτυγμένες τεχνικές και πνευματικές ικανότητες.

Η χώρα του Αιόλου, αν και οχυρωμένη, εμφανίζει μια μόνο ενότητα, την οικογένεια του κυρίου των ανέμων. Δεν φαίνεται να υπάρχουν δημόσιες υποθέσεις, παρά μόνο γιορτές, ύπνος και φιλοξενία. Αντίθετα, δεν υπάρχουν αναφορές οχύρωσης για την χώρα των Λαιστρυγόνων, η οποία εμφανίζει ασφαλές λιμάνι και διαθέτει κοινό τόπο συνάντησης των κατοίκων, την αγορά. Δεν υπάρχουν αναφορές ούτε για γεωργικές ή κτηνοτροφικές δραστηριότητες, με τους Λαιστρυγόνες να παρουσιάζονται ως «κανίβαλοι» υπό την βασιλεία του Αντιφάτη. Αν και διαθέτουν πολιτική οργάνωση, φαίνεται να κυριαρχούνται από κτηνώδη ένστικτα, τα οποία ίσως είναι η αιτία απουσίας οχύρωσης, που η χώρα του Αιόλου διαθέτει.


Η χώρα των Φαιάκων εμφανίζεται με ασφαλές λιμάνι, γόνιμο έδαφος, αγορά και οχύρωση. Αποτελεί την νέα εγκατάσταση του λαού, απομακρυσμένη πλέον από την χώρα των Κυκλώπων, που δεν τηρούσαν τον νόμο και τους λυμαίνονταν (ζ 5-6). Στην νέα αυτή χώρα η γη μοιράστηκε και ο πληθυσμός αυξήθηκε γρήγορα (ζ 9-10). Οι τέχνες γνώρισαν μεγάλη ακμή και οι ίδιοι έγιναν ξακουστοί ναυπηγοί και ναυτικοί (η 35-39). Η αγορά προσφέρει στους Φαίακες την δυνατότητα πολιτικής και οικονομικής δράσης, ενώ τα τείχη διακρίνουν την ευταξία, που χαρακτηρίζει την πατρίδα τους, και απουσιάζει στους άλλους λαούς, από τους λαούς αυτούς. Η ευταξία αυτή επιτυγχάνεται στα πλαίσια πατριαρχικής οργάνωσης με τον Αλκίνοο επικεφαλής και ο τρόπος που ο τελευταίος οργάνωσε την κοινωνία αντικατοπτρίζεται και στον τρόπο που επιβλήθηκε στην φύση επιφέροντας τάξη στο φυσικό τοπίο. Ο κήπος του Λαέρτη εμφανίζεται στη συνέχεια της Οδύσσειας ως ο τόπος από τον οποίο εκκινεί η αποκατάσταση της αταξίας, που κυριαρχεί στην Ιθάκη (24. 222-25). Οι Φαίακες είναι φιλόξενοι και φιλειρηνικοί, έχουν αναπτύξει κοινωνικές δραστηριότητες και εορτές και ο βασιλιάς τους κυβερνά ως προεξέχων ενός συμβουλίου 12 άλλων αρχόντων, ως ίσος προς εκείνους και όχι ως μέλος μιας ανώτερης τάξης. Η χώρα των Φαιάκων αποτελεί το μοναδικό μοντέλο από το οποίο ο Οδυσσέας εμπνέεται, σίγουρα όμως απέχει πολύ από το να το πραγματώσει, αφού οι Φαίακες παρουσιάζονται ως συγγενείς των θεών, όπως οι Κύκλωπες και οι Γίγαντες. Η χώρα των Φαιάκων έχει αντιμετωπιστεί ως «η πρώτη ουτοπία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας» με χαρακτηρισμούς όπως «εμπνευσμένη βασιλεία», «αριστο-δημοκρατική μοναρχία», «προ-πλατωνική ιδανική πολιτεία» να την συνοδεύουν, αποδιδόμενοι πάντα στα πλαίσια μιας μυθολογικής πολιτικής σκέψης.


-ΙΛΙΑΔΑ

Στην Ιλιάδα, όπως ήδη επισημάνθηκε ο Αχιλλέας, ήδη από την αρχή του έργου εμφανίζεται να αντιτίθεται και να μην υπακούει στις υποδείξεις του Αγαμέμνονα, αρνούμενος να παραχωρήσει την Βρισηίδα, που του είχε δοθεί ως έπαθλο για την ανδρεία του στη μάχη. Ο ομηρικός ήρωας εμφανίζεται ως κατεξοχήν φορέας του αριστοκρατικού ιδεώδους με την τιμή να καταλαμβάνει την ύψιστη αξιακή θέση. Στην εξέλιξη του έργου ο Αχιλλέας καλείται να αντιληφθεί την ουτιδανότητα του πολέμου μπροστά στην κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων, τον θάνατο, όταν ο Πάτροκλος σκοτώνεται στη μάχη. Αυτό είναι το σημείο, που ενεργοποιεί τον Αχιλλέα και δίνει το έναυσμα για την εκτύλιξη της ηρωικής του διάστασης.

Η απομείωση της σημασίας των τιμών, που συνεπάγεται η πολεμική ικανότητα, εντοπίζεται στην Ιλιάδα κατά κύριο λόγο στις αναπαραστάσεις της ασπίδας του Αχιλλέα, στην πρώτη αλληγορία της ελληνικής γραμματείας. Η περιγραφή των αναπαραστάσεων γίνεται από το κέντρο προς τα έξω περιλαμβάνοντας τη γη, τον ουρανό και την θάλασσα, τον ήλιο, το φεγγάρι και τους αστερισμούς στο επίκεντρο (484-89) και τον Ωκεανό στον εξωτερικό κύκλο (607-608). Στις ενδιάμεσες παραστάσεις περιλαμβάνονται σε τρεις ζώνες απεικονίσεις της ανθρώπινης ζωής. Στην πρώτη από αυτές περιλαμβάνεται η περιγραφή δύο όμορφων πόλεων. Στη μία λαμβάνουν χώρα γαμήλιες εορτές και δικαστικές διαδικασίες (490-508), ενώ η άλλη, πολιορκείται (509-540). Στις άλλες δυο ενδιάμεσες ζώνες ακολουθούν αναπαραστάσεις με εικόνες από την γεωργία (541-589) και από κοινωνικές δραστηριότητες (590-607).

Για την ασπίδα του Αχιλλέα έχει προταθεί πλειάδα ερμηνειών, η έκθεση των οποίων υπερβαίνει τους στόχους της παρούσας εργασίας. Το επίκεντρο των αναπαραστάσεων, που σχετίζεται με τη δική μας εξέταση, εντοπίζεται μεταξύ των δύο πόλεων, που χαρακτηρίζονται και οι δύο καλές, η μια από τις δυο, ωστόσο, είναι προτιμητέα. Στην πρώτη, την πόλη της ειρήνης, επικρατεί αρμονία, ευθυμία αλλά και ευταξία, που εξασφαλίζεται από τις δικαστικές διαδικασίες, ενώ στη δεύτερη, την πόλη του πολέμου, η οχλαγωγία, η ταραχή και οι ενέδρες. Το αντιπολεμικό μήνυμα της ασπίδας μέσα σε ένα κατεξοχήν πολεμικό έργο αναδεικνύει την ειρήνη και την δικαιοσύνη σε ύψιστα ιδανικά κάθε πολιτείας.





Ενδεικτική Βιβλιογραφία

  1. Codino, F (1981). Εισαγωγή στον Όμηρο. Μτφρ. Βανδώρος Γ. Αθήνα: Εκδ. Παπαδήμα.
  2. Deneen, P.J. (2000). The Odyssey of Political Theory. The Politics of Departure and Return. U.S.A: Rowman & Littlefield Publishers,INC.
  3. Giesecke, A.L. (2007). "Mapping Utopia. Homer' s Politics and the Birth of the Polis", College Literature, 34.2, pp. 194-214.
  4. Vlachos, G. (1974). Les societes politiques homeriques. Paris.




DMCA.com Protection Status


author image

About the Author

This article is written by: Ιωάννα Φάφκα - She graduated from the Classical Philology Department of the Aristotle University and she is a graduate student in the History of Philosophy at the Department of Philosophy and Pedagogy of the same university. She is writing for Φιλόλογος Ερμής since the March of 2017. Read More