Ἡ θεραπεία ἑνός δυστυχισμένου παιδιοῦ





του
Τέλη Πεκλάρη

 

 


«Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι,
πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι»




ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μιὰ μέρα ὁ Χριστὸς πῆρε μαζί του τοὺς τρεῖς ἀγαπημένους του μαθητές, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο, καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ ἀνέβηκε στὸ ὄρος Θαβὼρ γιὰ νὰ προσευχηθῆ.
Σὰν ἔφτασαν πάνω στὸ βουνό, ὁ Χριστὸς ἄφησε τοὺς μαθητές του καὶ πῆγε λίγο πιὸ πέρα νὰ προσευχηθῆ. Τὴν ὥρα ποὺ προσευχόταν μεταμορφώθηκε μπροστὰ στοὺς μαθητές του καὶ τὰ ροῦχα του γίνηκαν ἀστραφτερά, ἄσπρα ὑπερβολικά, ὅσο λευκαντὴς πάνω στὴ γῆ δὲ μπορεῖ νὰ τὰ λευκάνη. Τὸ πρόσωπό του φωτισμένο ἀπὸ θεϊκὸ φῶς, ἔλαμπε σὰν τὸν ἥλιο.
Ὅταν κατέβηκαν ἀπὸ τὸ βουνὸ καὶ πήγαιναν πρὸς τοὺς ἄλλους μαθητές, εἶδαν μέσα στὸν κάμπο μαζωμένο πολὺν κόσμο. Ὅταν τὰ πλὴθη τὸν εἶδαν νά ’ρχεται, χάρηκαν πολὺ κι ἔτρεξαν νὰ τὸν ὑποδεχτοῦν. Τότε ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ πλῆθος πέφτοντας στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ ζήτησε νὰ θεραπεύση τὸ παιδί του.

***
Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων· Διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱὸν μου πρὸς σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον.
Καὶ ὅπου ἄν αὐτὸν καταλάβη ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδὸντας αὐτοῦ καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου, ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι καὶ οὐκ ἴσχυσαν.
Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; Ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; Φέρετε αὐτὸν πρός με.
Καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν· καὶ ἰδὼν αὐτόν, εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς, ἐκυλίετο ἀφρίζων.
Καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; Ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν.
Καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν, ἀλλ’ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν, σπλαχνισθεὶς ἐφ’ ἡμᾶς.
Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι.
Καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ.
Ἰδὼν δὲ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῶ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφὸν, ἐγὼ σοι ἐπιτάσσω, ἐξέλθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθης εἰς αὐτόν.
Καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν.
Ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη.
Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ’ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό.
Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδένι δύναται ἐξελθεῖν, εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ.
Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ.
Ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς, ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν καὶ ἀποκτανθείς, τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
Ἐκ τοῦ κατὰ Μᾶρκον (κεφ. Θ´, 17-31)

***
Ἐξήγηση
Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ ἕνας ἄνθρωπος ἦλθε στὸν Ἰησοῦ γονυπετώντας καὶ λέγοντας, Διδάσκαλε, σοῦ ἔφερα τὸν γιό μου ποὺ ἔχει δαιμόνιο καὶ τὸν ἔχει κάνει ἄλαλον (βουβό).
Κι ὅπου τὸν πιάνει τὸν ρίχνει κάτω, κι ἀφρίζει καὶ τρίζει τὰ δόντια του καὶ μένει ξερός, καὶ εἶπα στοὺς μαθητές σου, νὰ τὸ βγάλουν καὶ δὲν μπόρεσαν.
Κι ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε καὶ τοὺς λέει. Γενεὰ ἄπιστη, ὡς πότε θὰ μένω μαζί σας; ὡς πότε θὰ σᾶς ὑποφέρω; Φέρτε τον σ’ ἐμένα.
Καὶ τοῦ τὸν ἔφεραν. καὶ σὰν τὸν εἶδε τὸ πνεῦμα, ἀμέσως τὸν σπάραξε, κι ἔπεσε κατὰ γῆς καὶ κυλιόταν ἀφρίζοντας.
Καὶ ρώτησε τὸν πατέρα του: Πόσος χρόνος εἶναι ἀπὸ τότε ποὺ τὸ ἔπαθε; Κι ἐκεῖνος εἶπε· ἀπὸ παιδί.
Καὶ πολλὲς φορὲς καὶ στὴ φωτιὰ τὸν ἔριξε καὶ στὰ νερὰ γιὰ νὰ τὸν σκοτώση. Ἀλλά, ἂν ἴσως μπορῆς, σπλαχνίσου μας καὶ βοήθησέ μας.
Κι ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε· ἄν μπορῆς νὰ πιστέψης, ὅλα εἶναι δυνατὰ σὲ ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει.
Ἀμέσως φώναξε ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ καὶ μὲ δάκρυα ἔλεγε: Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με νὰ μὴν ἀπιστῶ.
Καὶ βλέποντας ὁ Ἰησοῦς πὼς τρέχει πολὺς κόσμος, πρόσταξε τὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτο λέγοντάς του: Ἐσὺ τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλο καὶ κουφό, ἐγὼ σὲ προστάζω ἔβγα ἀπὸ μέσα του καὶ μὴν μπῆς πιὰ σ’ αὐτόν.
Κι ἀφοῦ φώναξε καὶ τὸν σπάραξε πολύ, βγῆκε κι ἔγινε σὰ νεκρός, τόσο ποὺ πολλοὶ ἔλεγαν πὼς πέθανε.
Κι ὁ Ἰησοὺς τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι του καὶ τὸν σήκωσε καὶ στάθηκε ὄρθιος.
Καὶ σὰ μπῆκε σ’ ἕνα σπίτι, τὸν ρωτοῦσαν ἰδιαιτέρως, οἱ μαθητές του, γιατὶ ἐμεῖς δὲν κατορθώσαμε νὰ τὸ βγάλωμε;
Καὶ τοὺς εἶπε: Τοῦτο τὸ γένος μὲ τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ βγεῖ παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία.
Καὶ βγαίνοντας ἀπὸ κεῖ, προχωροῦσαν μέσα ἀπὸ τὴ Γαλιλαία, καὶ δὲν ἤθελε νὰ τὸ ξέρη κανείς.
Γιατὶ ἐξηγοῦσε στοὺς μαθητές του κι ἔλεγε, πὼς τὸν υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου τὸν παραδίδουν σὲ χέρια ἀνθρώπων καὶ θὰ τὸν θανατώσουν· καὶ ἀφοῦ θανατωθῆ, σὲ τρεῖς ἡμέρες θ’ ἀναστηθῆ.

***

Δύο ὅπλα ἀκαταμάχητα ἔχει στὴ διάθεσή του ὁ κάθε ἄνθρωπος. Τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία. Δυὸ κλειδιὰ ποὺ ἀνοίγουν τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς γιὰ νὰ φτάση ὡς τὸν ὑπέρκοσμο θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐπικοινωνήση μαζί του.
Μᾶς τὸ εἶπε καθαρὰ ὁ Κύριος στὴ σημερινὴ περικοπὴ καὶ μᾶς ἔδωσε τὸν ἑαυτό του παράδειγμα αἰώνιο ἀνθρώπου ποὺ προσεύχεται.
Προσεύχεται στὴν ἔρημο πρὶν ἀρχίση τὸ ἔργο του. Προσεύχεται στὴν Κανά, στὸ ὄρος Θαβώρ, στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Παντοῦ καὶ πάντοτε προσεύχεται ὁ Κύριος. Ἐκεῖνες οἱ ἀγωνιώδεις ἐπικλήσεις του στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καὶ οἱ στάλες τοῦ ἱδρώτα ποὺ ἔπεφταν πάνω στὰ ἀνοιξιάτικα χορταράκια, θὰ μείνουν σὰν παράδειγμα αἰώνιο στοὺς ἀνθρώπους. Δείχνουν πὼς στὶς δύσκολες στιγμὲς τῆς ἀγωνίας μας στὸ Θεὸ καὶ πατέρα καταφεύγομε κι ἀπ’ αὐτὸν ζητοῦμε ἐνίσχυση.
Ποιὸς ἄλλος μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήση ἀπὸ τὸ Θεό;
Σ’ αὐτὸν καταφεύγομε καὶ μὲ τὴν προσευχή μας τὸν παρακαλοῦμε πάντοτε. Στὴ χαρά, στὴ λύπη, στὴν εὐτυχία, στὴ δυστυχία, στὴ φουρτούνα, στὴ γαλήνη, στὴ μπόρα, στὴν καλοσύνη, στὴ γέννηση, στὸ θάνατο, σὲ κάθε τῆς ζωῆς περίσταση.
Πρὸς τὸν οὐρανὸ γυρίζουν τὰ μάτια, πρὸς τὸν οὐρανὸ σηκώνονται παρακλητικὰ τὰ χέρια μας, ἀπὸ τότε ποὺ θὰ νιώσωμε τὸν κόσμο, ὡς τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ πεθάνωμε.
Τί ἀνεκτίμητη ὑπηρεσία προσφέρει στὸν ἄνθρωπο ἡ προσευχή! Εἶναι σκάλα ποὺ τὸν ἀνεβάζει ὡς τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ καλοσύνη του! Μᾶς δίνει τὸ δικαίωμα νὰ σταθοῦμε μπροστά του καὶ νὰ ποῦμε τὸν πόνο μας, νὰ τὸν παρακαλέσωμε γιὰ τὶς ἀνάγκες μας καὶ νὰ τὸν εὐχαριστήσωμε γιὰ τὶς εὐεργεσίες του.
Τὴν στιγμή, παιδιά μου, ποὺ τὰ χείλη μας θὰ ψιθυρίσουν τὴν προσευχή, βρισκόμαστε μπροστὰ στὸ Θεό. Ἐμεῖς οἱ ταπεινοί, μπροστὰ στὴν παντοδυναμία του καὶ τὴν ἄπειρη καλοσύνη του.
Ὅπου κι ἂν βρεθῆ ὁ ἄνθρωπος, στὸ δρόμο, στὸ βουνό, στὸν κάμπο, στὸ σπίτι, στὸ σχολεῖο, στὴ θάλασσα καὶ θελήση νὰ προσευχηθῆ, εἶναι πλάι του κι ὁ Θεὸς καὶ τὸν ἀκούει, γιατὶ ὁ Θεὸς βρίσκεται παντοῦ. Εἶναι «πανταχοῦ παρών».
Ποῦ νὰ πάω Κύριε; λέγει ὁ προφήτης καὶ βασιλιὰς Δαβίδ. Ὅπου κι ἂν πάω, ἐκεῖ θὰ εἶναι καὶ τὸ χέρι σου Δέσποτα.
Ὅλη ἡ πλάση προσεύχεται. Ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ὡς τὸ ταπεινότερο χορταράκι τῆς γῆς. Καὶ τοῦτο σηκώνει τὸ μικρό του ἀνάστημα τὸ πρωὶ καὶ στέλνει τὴν εὐχαριστία του στὸ Δημιουργό.
Τί πρέπει ὅμως νὰ ζητοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸ Θεό μας; Τοῦτο εἶναι ἕνα δύσκολο σημεῖο ποὺ πρέπει νὰ τὸ προσέξωμε πολύ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς λέγει, πὼς πρέπει νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεό μας ἐκεῖνα τὰ πράγματα ποὺ μᾶς συμφέρουν, ἀλλὰ καὶ δὲ θὰ δυσαρεστήσουν καὶ τὸ Θεό.
Ἀκοῦμε πολλὲς φορὲς ἀνόητες παρακλήσεις. Μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ μᾶς ἔβλαψε, μπορεῖ νὰ μᾶς ἔκανε καὶ κακὸ μεγάλο. Ὁ Θεὸς τί λέτε, περιμένει τὴ δική μας παράκληση γιὰ νὰ κάμη ἐκεῖνο ποὺ πρέπει; Ἀλίμονο, ἂν τὴν κάθε κακὴ πράξη γιὰ νὰ τὴν τιμωρήση ὁ Θεός, χρειαζόταν καὶ ἰδιαίτερη παράκληση.
Ἐμεῖς θὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸ Θεό μας νὰ μᾶς βοηθήση, ὅταν ἔχωμε ἀνάγκη. Θὰ τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ τὰ δῶρα ποὺ μᾶς χαρίζει, ἀλλὰ δὲ θὰ τὸν παρακαλέσωμε ποτὲ γιὰ νὰ κάμη κακὸ στὸν ἄλλο. Μᾶς τὰ ξεκαθάρισε καλὰ αὐτὰ ὁ Θεός μας. Εἴδατε τί μᾶς λέγει στὸ «Πάτερ ἡμῶν». Συγχώρεσέ μας τὶς ἁμαρτίες μας, ὅπως κι ἐμεῖς θὰ συγχωροῦμε ἐκείνους ποὺ μᾶς ἔβλαψαν». Εἶναι λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ.
Θὰ ζητοῦμε τὰ αἰτήματά μας μὲ καθαρὴ καρδιά, μὲ τὴ σκέψη μας συγκεντρωμένη πρὸς τὸ Θεὸ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς μας, τῆς συνομιλίας μας μ’ αὐτὸν καὶ μὲ πίστη πὼς θὰ κάμη δεκτὲς τὶς δίκαιες καὶ λογικὲς ἀπαιτήσεις μας καὶ θὰ μᾶς βοηθήση. Παιδί μου, ὅταν προσεύχεσαι, μίλησε μὲ εἰλικρίνεια στὸ θεὸ σὰ γιὸς πρὸς τὸν πατέρα του καὶ νὰ εἶσαι βέβαιος, πὼς ὁ πατέρας ὅλου τοῦ κόσμου, ποὺ τόση ἀγάπη ἔδειξε καὶ δείχνει γιὰ τὰ πλάσματά του, θὰ σὲ ἀκούση καὶ θὰ σὲ βοηθήση.



DMCA.com Protection Status Copyrighted.com Registered & Protected


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him