Vae Victis!


Άργησα. Άργησα πολύ να μιλήσω. Όχι ότι δεν ήξερα τι γινόταν… ήταν, άλλωστε,  θέμα χρόνου. Τα Λατινικά είχαν κατηγορηθεί ως «νεκρή γλώσσα». Δυστυχώς, αυτή η μομφή δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα: η μόνη χώρα στην οποία ακόμα ομιλούνται είναι το …Βατικανό. Φυσικά, αποτελούν βασική γλώσσα της Καθολικής Εκκλησίας που διδάσκεται σε κάθε πιστό, αλλά αυτό δεν αρκεί. Όσο και αν επισημαίνουμε τη σημασία τους για τις σύγχρονες Ευρωπαϊκές γλώσσες και τη συμβολή τους στη διάδοση της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας και τη θεμελίωση του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού, είναι τελικά αρκετό;
Στο πλαίσιο της τακτικής «πονάει κεφάλι, κόβει πόδι» που διέπει την πολιτική λιτότητας, από το σχολικό έτος 2019-2020 τα Λατινικά παύουν να εξετάζονται υποχρεωτικά στις Πανελλήνιες και καθίστανται μάθημα κατ’ επιλογήν στην Γ’ Λυκείου. Αυτό αποτελεί μέρος μιας πορείας που ξεκίνησε με την κατάργηση των Αρχαίων Γενικής Παιδείας της Γ’ Λυκείου (Επιτάφιος) και συνεχίστηκε με τη μείωση των ωρών της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και την ενίσχυση των Αρχαίων από μετάφραση. Αυτές οι κινήσεις συνέβαλαν στον έντονο περιορισμό των Κλασικών Σπουδών και άνοιξαν τον δρόμο για περαιτέρω απαξίωσή τους. Δεν είναι δυνατόν να γυρίσει ο χρόνος πίσω, αλλά πρέπει να ανακοπεί αυτή η πορεία, έστω και τώρα. Ήρθε η ώρα να προβληματιστούμε, και θα ξεκινήσω θέτοντας τις σκέψεις μου στο τραπέζι:
·      Η Ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα είναι σκληρή και μονολιθική, απολιθωμένο απομεινάρι μιας κοινωνίας που έχει τη νοοτροπία «θα γίνεις γιατρός ή δικηγόρος». Ο ανθρωπισμός ασφυκτιεί σε μια χρησιμοθηρική κοινωνία. Πρέπει να παραδεχτούμε ανοιχτά ότι η τεχνοκρατία δεν είναι καινὸν δαιμόνιον λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας, απλά το εκπαιδευτικό σύστημα «ανταποκρίθηκε» με καθυστέρηση στον τρόπο σκέψης της μέσης Ελληνικής οικογένειας.
·         Εμείς, οι θεράποντες των Ανθρωπιστικών σπουδών, τι κάναμε για να αναδείξουμε την επιστήμη που αγαπάμε; Μήπως κληρονομήσαμε την απογοήτευση αυτών που την υπηρέτησαν όταν ήμαστε ακόμα μαθητές; Μήπως μείναμε κολλημένοι στους τύπους και δεν δώσαμε στους μαθητές μας να καταλάβουν γιατί στα αλήθεια αξίζει να πάρουν διδάγματα από τα Αρχαία, τα Λατινικά και τη Λογοτεχνία; Μιας και η αφορμή για το άρθρο αυτό είναι ο παραγκωνισμός των Λατινικών, μήπως έπρεπε να τους είχαμε αναδείξει τα μεστά νοήματα που έβγαιναν από τα κείμενα προς εξέταση; (Σημείωση: ο τίτλος του άρθρου σχετίζεται με το μάθημα 21 στα Λατινικά).
·         Οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες δεν είναι στατικές, γιατί ούτε ο ίδιος ο άνθρωπος είναι στατικός, αλλά δυναμικός. Στη σύγχρονη εποχή, δεν είναι μόνο αυτές που υπηρετούν τον άνθρωπο, αλλά και οι σχετιζόμενες με την τεχνολογία. Ήρθε η ώρα να βρεθούν αυτοί οι τομείς πλάι-πλάι σε αγαστή συνεργασία και όχι σε σύγκρουση. Ο ανθυγιεινός ανταγωνισμός που επικρατεί λόγω των ελάχιστων θέσεων εργασίας δημιουργεί κλίμα εχθρότητας και άγχος επιβίωσης, με αποτέλεσμα να μη βλέπουμε καθαρά ότι οι τεχνολογικές επιστήμες μας βοηθούν να ζήσουμε και οι ανθρωπιστικές είναι αυτές που μπορούν να συμβάλουν στην κατανόηση της ανθρώπινης υπόστασης και να βοηθήσουν στο έργο της τεχνολογίας.
Είναι απολύτως λογικό και πρέπον να εκφράζουμε την οδύνη μας για την περιθωριοποίηση των Ανθρωπιστικών μαθημάτων. Πριν, όμως, χρησιμοποιήσουμε τη φράση «απαξίωση των Ανθρωπιστικών επιστημών» (όχι ότι δεν ισχύει), καλούμαστε όσοι υπηρετούμε τις επιστήμες αυτές να τις αγαπάμε. Αυτό δεν φαίνεται, όμως, με την εκμάθηση του λύω και του amo, αλλά με το παράδειγμά μας, με την ευαισθησία μας απέναντι στο μεγαλείο του ανθρώπου, όπως αυτό αναδεικνύεται και στις καλές και στις κακές στιγμές του. Και ναι, αυτό είναι το βασικό δίδαγμα που προκύπτει ακόμα και από τα Αρχαία και τα Λατινικά.  
Valete!


(Εικόνα: Επιτύμβια Επιγραφή/Wikimedia Commons)



Σαράντος Καργάκος (1937-2019): Ἀνένδοτος μέχρις ἑσχάτων





Ο φετινός Γενάρης στάθηκε σκληρός απέναντι στον φιλολογικό κόσμο. Εν μέσω της ψήφισης ενός νομοσχεδίου για τους διορισμούς των εκπαιδευτικών που έχει δημιουργήσει έριδες, δύο πολύ σημαντικοί θάνατοι σφραγίζουν με τον καταλυτικότερο τρόπο τις αναταραχές που μας ταλανίζουν τα τελευταία χρόνια και ακόμα δεν λένε να καταλαγιάσουν: μόλις πριν από μία εβδομάδα, ο θάνατος του Φάνη Κακριδή εμφανίστηκε σαν κεραυνός ἐν αἰθρία, συγκλονίζοντας την κοινή γνώμη και προκαλώντας έντονο αντίκτυπο εντός και εκτός του φιλολογικού κόσμου.

Εν τούτοις, σαν να μην έφθανε η απώλεια του Κακριδή, μια άλλη είδηση ήρθε να ενισχύσει την ψυχρότητα του Γενάρη: ο Σαράντος Καργάκος φεύγει στα 82 του χρόνια ύστερα από μάχη με τον καρκίνο. Ἐξαπίνης. Η φωνή του σίγησε σε μια εποχή που η Συμφωνία των Πρεσπών βρίσκεται στην κρισιμότερη καμπή της. Πριν φύγει, όμως, φρόντισε να μιλήσει, να φωνάξει, ακόμα και να δακρύσει στη συνέντευξη που παρέθεσε πέρυσι στη Μαρία Γιαχνάκη για λογαριασμό του iEllada.gr. Ήταν ένας οραματιστής που κατηγορήθηκε πολλάκις ως μάντης κακών, ενώ η ευθύτητα και η επίμονη άρνησή του να ενταχθεί σε ό,τι δεν ήρμοζε στα ιδανικά του τον έθετε στο στόχαστρο: ως γνήσιο τέκνο της Λακωνίας, ηρνείτο πεισματικά να παρουσιάζει την αλήθεια με ωραία λόγια· δεν ήταν άνθρωπος που θα ήθελε να εμπλακεί στα πολιτικά παιχνίδια. Για αυτόν, η αλήθεια έπρεπε να παρουσιάζεται ως έχει, όχι ὥς δεῖ εἶναι.

Όσο για το πολυσχιδές έργο του, ο μόνος αρμόδιος για να το περιγράψει είναι ο ίδιος, στην πολυτονική γραφή, την οποία υπερασπιζόταν μέχρις εσχάτων. Πέρασε από τη δημόσια και την ιδιωτική εκπαίδευση, και η ευρύτητα του έργου έφτασε μέχρι και τους ναυτικούς της Σχολής Πολέμου, τη Σχολή Εθνικής Αμύνης και τη Διακλαδική Σχολή στον Χορτιάτη. Επίσης, συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά, ακόμα και με τους «4 Τροχούς» (!), και δε σταματούσε ποτέ να γράφει, όπως αποδεικνύεται και από το (δυστυχώς, κύκνειο άσμα του) «Το αγκάθι των Σκοπίων» (2018).

Αν υπάρχουν κάποια στοιχεία του έργου του που πρέπει όλοι να θυμόμαστε αυτά είναι τα εξής, όπως αποτυπώνονται στο βιογραφικό του:


1. «Στίς 19 Μαρτίου 1969 παραιτήθηκε ἀπό τήν ἰδιωτική ἐκπαίδευση (Λύκειο Μπαρμπίκα), ἀρνούμενος νά εκφωνήσει τόν «προκατασκευασμένο» λόγο γιά τήν Ἐθνική Ἐπέτειο».

2. «Ἀρνήθηκε τήν "ἀρένα" τῆς πολιτικῆς καί ἀκολούθησε τήν ὁδό τῆς Μεγάλης Πολιτικῆς, πού γι' αὐτόν ἦν ἡ Διδασκαλία».

3. «Ἀποσύρθηκε ἀπό τή φροντιστηριακή δραστηριότητα τό 1983 καί ἔκτοτε ἀφοσιώθηκε στήν ἄσκηση τοῦ συγγραφικοῦ καί δημοσιογραφικοῦ ἔργου, χωρίς νά ζητήσει ποτέ νά γίνει μέλος τῆς ΕΣΗΕΑ. Οὐδεμία σχέση εἶχε μέ φροντιστηριακούς ἤ σχολικούς ὀργανισμούς. Τό λεγόμενο ὅτι γεγονώς εἴη ἰδιοκτήτης γνωστοῦ ἰδιωτικοῦ σχολείου δέν εὐσταθεῖ».

Ακαταπόνητος, ανένδοτος, ανήσυχος. Έτσι θα τον θυμάμαι αφότου διαβεί το κατώφλι της τελευταίας του κατοικίας στο Β’ Νεκροταφείο Αθηνών. Θα κλείσω το άρθρο με τη συμβουλή που δίνει όχι μόνο στους φιλολόγους, αλλά σε όλους όσους εργάζονται:

“Η λέξη επάγγελμα, παραγόμενη από το ρήμα επαγγέλλομαι (=υπόσχομαι), σημαίνει την υπόσχεση, που δίνει ο καθένας προς το κοινωνικό σύνολο ότι θα ασκήσει τίμια κ’ ευσυνείδητα το έργο του...” (Μαθήματα Εκθέσεων, 1985).


Πηγή εικόνας: neakriti.gr. Τα αποσπάσματα από το βιογραφικό του τέθηκαν από την γράφουσα σε παρελθοντικό χρόνο, προς μεγάλη μας θλίψη.