ΚορονοΥιός



Καλλιόπη Ζιώγου,
θεολόγος

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΕΡΜΗΣ


Σήμερα είναι ο κορονοϊός, αύριο θα είναι κάτι άλλο.. Ε και; Μη φοβού!! Αυτό το μη φοβού αλλά πίστευε δεν το λέω ή μάλλον δεν το γράφω πρώτη εγώ φυσικά! Το πρωτοείπε ο Χριστός στην αιμορροούσα γυναίκα που τον άγγιξε εν μέσω απίστευτης κοσμοσυρροής για να θεραπευτεί και το είπε ο Κύριος και πάλι στον Ιάειρο, όταν είχε φύγει η μοναχοκόρη του από τη ζωή και τον θερμοπαρακαλούσε να την επαναφέρει. Να το θυμόμαστε, να το λέμε, να το εννοούμε, να το νιώθουμε κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε λεπτό..κάθε λεπτό ολιγοπιστίας μας έχει την απάντησή του σε αυτή τη φράση..


''ΦΙΛΟΤΕΧΝΙΑΣΗ'': ΜΙΑ ''ΠΑΝΔΗΜΙΑ'' ΕΝ ΜΕΣΩ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ


Της Πολύμνιας Αγγελοπούλου

                                      Εικόνα: Ν. Εγγονόπουλος, Το προσωπείο της Μοναξιάς


Τις τελευταίες ημέρες επικρατεί μία ''μόδα'' (γιατί μόδα θα τo χαρακτήριζα, παρά συνειδητή επιλογή) μεταξύ χρηστών του facebook, να γεμίζουν την αρχική τους σελίδα (και τις δικές μας) «με Τέχνη, για να διακοπούν οι [σχετικές με την πανδημία] αρνητικές ειδήσεις». Σύμφωνα με αυτήν, ένας χρήστης δημοσιεύει έργο τέχνης (πίνακα ζωγραφικής, μουσικό κομμάτι, ποίημα), συνοδευόμενο από κείμενο που εξηγεί τους λόγους αυτής της κίνησης. Σε όποιον αντιδρά στην ανάρτηση, ο χρήστης αναθέτει έναν καλλιτέχνη, έργο του οποίου ο δεύτερος θα πρέπει να φιλοξενήσει στον δικό του ''τοίχο'', αφού επικολλήσει το επεξηγηματικό κείμενο και μνημονεύσει τον αναθέτη. Ένας τρίτος που αντιδρά στη δημοσίευση του δεύτερου χρήστη, θα πρέπει να πράξει ομοίως, κ.ο.κ.


Ο Νίτσε για τη Φιλολογία και τους θεράποντές της


Του Γαβριήλ Μπομπέτση



Friedrich NietzscheΓια τη φιλολογία, Θέσεις και αφορισμοί, Επιλογή κειμένων-Μετάφραση-Επιλεγόμενα:Βασίλειος Βερτουδάκης, Περισπωμένη, Αθήνα, 2019 

Λίγο πριν το 2019 παραχωρήσει τη θέση του στον νέο ενιαυτό κυκλοφόρησε το εν λόγω βιβλίο του καθηγητή του Ε.Κ.Π.Α. Β. Βερτουδάκη, από τις εκδόσεις Περισπωμένη. Ο συγγραφέας είναι γερμανοτραφής, με μεταπτυχιακές σπουδές κλασικής Φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Μα πάνω από όλα είναι γερμανολάτρης. Είναι χαραγμένη στα συρτάρια του νου μου η εικόνα του στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα να διαλαλεί, με τα χέρια αναπεπταμένα, εν μέσω φιλολογικού οίστρου: «Οι Γερμανοί...!».  

Ο συγγραφέας αποθησαύρισε από το σύνολο του έργου του Νίτσε απόψεις για τη Φιλολογία και τους φιλολόγους. Όπου ο αναγνώστης βλέπει Φιλολογία, θα πρέπει να διαβάζει κατ’ εξοχήν Κλασική Φιλολογία. Ο Γερμανός στοχαστής, να σημειωθεί, δείχνει ζωηρό ενδιαφέρον για τους Έλληνες και όχι τόσο για τους Ρωμαίους, πράγμα που εναρμονίζεται με το ελληνολατρικό ρεύμα που είχε δημιουργηθεί στα χρόνια του στη Γερμανία, αρχής γενομένης από τον Winckelmann (1717 – 1768) και τα περί «ήρεμου μεγαλείου και ευγενικής απλότητας» των αρχαίων ελληνικών αγαλμάτων. 

Ο Νίτσε είναι γνωστός στο ευρύ κοινό ως φιλόσοφος· λίγοι είναι, ωστόσο, εκείνοι που γνωρίζουν ότι υπήρξε επίσης ποιητής και φιλόλογος. Μάλιστα ξεκίνησε την πορεία του ως καθηγητής κλασικής Φιλολογίας στη Βασιλεία (1869-1879), με πλήθος αμιγώς φιλολογικών δημοσιευμάτων αλλά και διαλέξεων. Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα είχαν να κάνουν κυρίως με τον Όμηρο, τον λυρικό Θέογνη, τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, τους τραγικούς, τους ρήτορες όπως και με τον Διογένη τον Λαέρτιο. Ναι, ο Νίτσε που αργότερα έδωσε τη μνημειώδη διατύπωση, αντιστρέφοντας μια ρήση του στωικού Σενέκα: «Philosophia facta est quae philologia fuit» (= Ό,τι ήταν Φιλολογία, τώρα έχει γίνει Φιλοσοφία). Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως ο Νίτσε ουδέποτε εγκατέλειψε τη φιλολογία, πρώτον γιατί σε όλη τη νοητικά διαυγή του πορεία, έως το 1888 δηλαδή, φαίνονται σποραδικά στα έργα του οι φιλολογικές του καταβολές. Μάλιστα στο Λυκόφως των ειδώλων (Götzen-Dämmerung), του ιδίου έτους, ο Νίτσε τιτλοφορεί το τελευταίο του κεφάλαιο: «Τι οφείλω στους αρχαίους;». Αλλά δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος. Ο Βερτουδάκης το πάει ένα βήμα παραπέρα και διατείνεται πως «η φιλοσοφία ήταν εξέλιξη της φιλολογίας του» (σ. 102).

Για να γίνει αυτό αντιληπτό, θα πρέπει να εξετάσουμε τι ήταν - κατά Νίτσε - η Φιλολογία. Η Φιλολογία είναι, σύμφωνα με τον Γερμανό στοχαστή, Επιστήμη, στο βαθμό που διερευνά τη γλώσσα, Ιστορία, στο βαθμό που προσπαθεί να κατανοήσει πρόσωπα και καταστάσεις του παρελθόντος, είναι, όμως, και Αισθητική, διότι εμπεριέχει και το καλλιτεχνικό στοιχείο. Αν αφαιρέσεις από τον φιλόλογο το σκίρτημα που νιώθει απέναντι στο ωραίο κείμενο, η Φιλολογία πεθαίνει κατά το ήμισυ. Η Φιλολογία εκ συστάσεως, κατά τον φιλόσοφο, έχει και πρακτική αποστολή, που είναι το διδακτικό της έργο, η μεταλαμπάδευση των κεκτημένων της ως επιστήμης.   

Ο Νίτσε αντιδρά σθεναρά στον ιστορισμό που διέπνεε τον γερμανικό 19ο αιώνα, στην τάση, δηλαδή, να εξετάζονται κείμενα, πρόσωπα και γεγονότα μόνο στα ιστορικά τους συμφραζόμενα, χωρίς σύνδεση με το παρόν. Αντιστέκεται, λοιπόν, στην καταλεπτολόγηση των κειμένων, στη σχολαστικότητα, στη Wortphilologie (φορμαλιστική Φιλολογία), στην Quellenforschung (εμμονική αναζήτηση των πηγών από όπου έχουν αντλήσει οι συγγραφείς) κ.λπ. Θέλει τη Φιλολογία να αποκτά μία φιλοσοφική θεώρηση, να αντιμετωπίζει την αρχαιότητα ως Όλον, όχι κατακερματισμένη, σε άμεση επίσης συνάρτηση με το παρόν. Είναι αρκετά γνωστή η διατύπωση του φιλοσόφου στο αποσπασματικό Εμείς οι φιλόλογοι (Wir Philologen): «το υλικό [της Φιλολογίας] θα εξαντληθεί. Αυτό που δεν πρόκειται να εξαντληθεί είναι η διαρκώς νέα προσαρμογή κάθε εποχής στην Αρχαιότητα, η αναμέτρησή της με αυτήν» (σ. 21). 

«Η Φιλολογία, όπως έχει πει σε συνέντευξη του ο εν Σορβόννη λατινιστής A. Grandazzi, δεν είναι παρά η Αρχαιολογία των κειμένων. Και η Αρχαιολογία δεν είναι παρά η Φιλολογία της πέτρας και του μαρμάρου». Οι φιλόλογοι που καλούνται να «αρχαιολογήσουν» τα κείμενα οφείλουν, κατά Νίτσε, να έχουν βιώματα. Το βίωμα είναι απαραίτητο, στη συλλογιστική του, για να κατανοηθεί η αρχαιότητα και αντιστρόφως η κατανόηση της αρχαιότητας είναι αναγκαία για να ερμηνευθεί το παρόν. Η αρχαιότητα πρέπει να ασκεί επίδραση στο εδώ και τώρα, διαφορετικά καταλήγει σαν «μια μυρωδιά μούχλας» (σ. 63). Την αρχαιότητα, σημειωτέον, δεν θα πρέπει, κατά τον φιλόσοφο, να την εξιδανικεύουμε, η αρχαιότητα είναι αυτό που ήταν, με τις χρυσές και τις μελανές πτυχές της.  

Ο φιλόλογος θα πρέπει να είναι, επίσης, ολκής, μανιακός εραστής της επιστήμης του, αφοσιωμένος σε αυτήν ψυχή τε και σώματι. Τέτοιοι φιλόλογοι ισχυρίζεται πως σπανίζουν ήδη στην εποχή του. Θεωρεί πως οι 99 στους 100 φιλολόγους δεν κάνουν για φιλόλογοι, διότι δεν ξέρουν να προσεγγίζουν την ελληνική αρχαιότητα μετά λατρείας, ως κάτι το ιερό και το υψηλό. Έθεσε ψηλά τον πήχη για το σινάφι μας. 

Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς τα κείμενα; Lento, προτείνει ο Γερμανός στοχαστής, δηλαδή, η ανάγνωση θα πρέπει να είναι αργή και προσεκτική, εις βάθος, μπρος και πίσω. Το είδος αυτό της ανάγνωσης φαίνεται να έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τη σημερινή εποχή, την εποχή της ταχύτητας, της ανυπομονησίας και της οθόνης. 

Ο Βερτουδάκης είναι ένας αρτίστας του λόγου, ένας λόγιος και βαθιά πεπαιδευμένος. Αυτό διακρίνεται κυρίως στα Επιλεγόμενα του βιβλίου. Η έκδοση είναι δίγλωσση. Υπάρχουν 22 αποσπάσματα για τη Φιλολογία και τους θεράποντές της, αντικριστά το γερμανικό πρωτότυπο με την ελληνική μετάφραση. Σύντομες σημειώσεις λειτουργούν διευκρινιστικά προς ορισμένα σημεία των αποσπασμάτων. Το βιβλίο είναι σχετικά σύντομο και διαβάζεται γρήγορα. Είναι απαύγασμα της αγάπης του συγγραφέα για τους Γερμανούς, και για τον Νίτσε ιδιαιτέρως. Ευτυχώς για μας, για να γνωρίσουμε τι άποψη είχε ο Γερμανός στοχαστής για τη Φιλολογία και τους φιλολόγους, μέσα από αυτήν τη σταχυολόγηση που γίνεται για πρώτη φορά στη Διεθνή Βιβλιογραφία (βλ. Πρόλογο, σ. 11).

Ο Βερτουδάκης είναι ένας φιλόλογος που διατρανώνει και μέσα από το παρόν του πόνημα ότι η Φιλολογία είναι επιστήμη με διάσταση συγχρονική και συνάμα διαχρονική. Το παρελθόν δεν είναι μουσειακό είδος, λαμβάνει αξία μόνο όταν μεταλαμβάνει στα νάματα του παρόντος, άποψη του ιδίου του Νίτσε άλλωστε.




Τα Αἲτια τῆς Πανδημίας: Μετανοεῖτε, Για να Μην Καταστραφῆτε (ΜΕΡΟΣ Β')


Ιωάννου Θοδωρόπουλου*
αποστράτου Π.Ν




Σήμερα όλοι αναλογιζόμαστε τι να σημαίνουν οι αλλεπάλληλες καταστροφές, όπως οι πυρκαϊές, οι κατακλυσμιαίες βροχές, οι σεισμοί και τόσα άλλα κακά. Οι περισσότεροι τα αποδίδουν – αλλοίμονο – στην κλιματική κρίση.[1]



Πυρκαγιές Αυστραλία: Οι επιστήμονες προειδοποιούν για "ολοκαύτωμα" της πανίδας

Σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) υπολογίζεται ότι περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο ζώα έχουν χάσει τη ζωή τους από τις αρχές Σεπτεμβρίου του 2019 εξαιτίας των πυρκαγιών . Όταν η Σάρα Πράις, μια εθελόντρια, βρήκε στη μέση μιας καμένης περιοχής στην Αυστραλία ένα μωρό καγκουρό τρομαγμένο, αλλά ζωντανό μέσα στο μάρσιπο της μητέρας του, της φάνηκε λογικό να το ονομάσει " Τύχη ".




Τα αἲτια τῆς Πανδημίας: Το Παράδειγμα της Ἱερουσαλήμ (ΜΕΡΟΣ Α')



τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
Πτυχιούχου Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
MSc Ἐφηρμοσμένης Παιδαγωγικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ὑπ. Δρος(Dph) Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

Nicholas_Poussin_Conquest_of_Jerusalem_by_Titus

Οι Ιουδαίοι, αφ’ ού υπέκυψαν υπό την ρωμαϊκήν κυριαρχίαν, εδοκίμασαν πολλάκις ν’ αποτινάξωσι τον ζυγόν της δουλείας, αλλά δεν κατώρθωσαν τούτο. Επί της εποχής δε του Νέρωνος, μη δυνάμενοι να υπομείνωσι τας πολυειδείς καταπιέσεις των Ρωμαίων διοικητών, επανέλαβον και πάλιν ηρωικώς τον αγώνα κατά της ξενικής δεσποτείας. Ενόμιζον ότι ήλθε το πλήρωμα του χρόνου δια την άφιξιν του Μεσσίου, περί ού έγραφον τα ιερά αυτών βιβλία και αρνούμενοι ν’ αναγνωρίσωσιν ως τοιούτον το άγιον θύμα, όπερ προσηλώθη επί του σταυρού του Γολγοθά, επίστευον ότι ο Μεσσίας έμελλε να εμφανισθή ένδοξος και ισχυρός εν τω μέσω του κρότου των όπλων. 


ΑΡΧΑΙΟ ΔΡΑΜΑ-ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΕΣ: ''ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ''

Είναι λυπηρό ότι ο μέσος σύγχρονος ενήλικας έρχεται σε επαφή με το αρχαίο δράμα μόνο μέσω θεατρικών παραστάσεων, συχνά κακοπαιγμένων και τόσο απομακρυσμένων από το αντίστοιχο αρχαίο κείμενο! Ελάτε να το αλλάξουμε αυτό!

 
Ο Οιδίπους Τύραννος, ένα από τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά έργα όλων των εποχών και το υπόδειγμα του τραγικού είδους σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αναλύεται κι ερμηνεύεται σε ένα σεμινάριο για όλους τους ενήλικες που στερήθηκαν τη (δημιουργική) επαφή με το πρωτότυπο κείμενο, την αρχική ιδέα κάθε παράγωγης σκέψης.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟΥ

Μετά από μία σύντομη εισαγωγή στο είδος του αρχαίου δράματος γενικότερα (ετυμολογία, σημασία, υποκατηγορίες, σχέση με έπος, κ.λπ.) και της τραγωδίας ειδικότερα (ορισμός, επιφανέστεροι εκπρόσωποι, κ.λπ.), θα εξετάσουμε το κείμενο του Οιδίποδος Τυράννου -κατά βάση από τη νεοελληνική του μετάφραση, για λόγους ευκολίας.

Στο πλαίσιο εξοικείωσης των συμμετεχόντων με τα ιστορικοπολιτισμικά συμφραζόμενα της εποχής σύνθεσης του έργου, ορισμένες συναντήσεις μας θα πραγματοποιηθούν στον Βράχο της Ακρόπολης. Στο τέλος του σεμιναρίου θα διεξαχθεί προαιρετική εκπαιδευτική εκδρομή στην Επίδαυρο.

Το σεμινάριο διαρκεί συνολικά 24 ώρες (όσο υποτίθεται ότι διαρκούν τα γεγονότα μιας τραγωδίας!), διαρθρώνεται σε 12-16 συναντήσεις και είναι ομαδικό (groups έως 6 ατόμων). ΒΕΒΑΙΩΣΕΙΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ θα χορηγηθούν με το πέρας των συναντήσεων.

Σας περιμένω όλους εκεί!


Δηλώσεις συμμετοχής-διευκρινίσεις, στα:
-6949358301

Πολύμνια Αγγελοπούλου,
Κλασική Φιλόλογος,
Εκπ/σα στο ΕΚΠΑ, και στο ΚΕΕΛΓ της Ακαδημίας Αθηνών,
Συγγραφικό μέλος του ''ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ ΕΡΜΗ''



Ο αρχαίος ελληνικός έρως...


Του Γαβριήλ Μπομπέτση

Gustav Klimt, Der Kuss 

Οι αρχαίοι Έλληνες στο συλλογικό υποσυνείδητο είναι ίσως εκείνοι οι μακρινοί απόγονοι που ασχολούνταν με την πολιτική, με τον πόλεμο, με την ιστορία, με το θέατρο. Τύποι λίγο πολύ βαρετοί για την εποχή μας, πλην, όμως, σημαντικοί. Σίγουρα δεν ήταν (μόνο) αυτό οι αρχαίοι. Μεταξύ άλλων εξύμνησαν στο μέγιστο βαθμό τον έρωτα, φαινόμενο διαχρονικό, που τρυπάει την κουρτίνα του χρόνου και είναι πανταχού παρόν.

Για τα μάτια μιας γυναίκας, μιας ωραίας γυναίκας, κίνησαν οι Αχαιοί και έκαναν ολόκληρη εκστρατεία, έστω κι αν η ερμηνεία αυτή κινείται στην επιφάνεια των πραγμάτων. Στον Ησίοδο ο Έρωτας, μαζί με το Χάος και τη Γη, είναι από τις πρώτες θεότητες που γεννιούνται. Και ο λόγος προφανής: ο Έρως είναι η γενεσιουργός αιτία θεών και ανθρώπων. Στα αισθαντικά ποιήματα της Σαπφώς, σε εκείνα του Ίβυκου ή του Ανακρέοντα, στη λυρική, δηλαδή, ποίηση, ο έρωτας κατέχει την τιμητική του. Στην ποιήτρια της Λέσβου ο έρωτας παρουσιάζεται ως συναίσθημα με ψυχοσωματικές συνέπειες, ενώ στον Ανακρέοντα είναι δαμαστής, βίαιος όπως και «τακερός», κάνοντας τον ερωτευμένο να λιώσει. Παρομοίως στον Ίβυκο κάνει τα μάτια του ερωτευμένου να λιώσουν. Στη λυρική ποίηση ο έρωτας είναι πιο υποκειμενικός και για αυτό πιο αντικειμενικός. Είναι, με άλλα λόγια, πιο ανθρώπινος, πιο κοντά στα ανθρώπινα πράγματα και για αυτό όχι τόσο εξιδανικευμένος.

Οι τραγικοί των κλασικών χρόνων, και ιδιαιτέρως ο αιρετικός στο πνεύμα Ευριπίδης, δεν παραλείπουν να θεματοποιήσουν το ερωτικό στοιχείο. Πού φτάνει η προδομένη και απατημένη Μήδεια για χάρη του Ιάσονα; Τι κάνει η Φαίδρα για τα μάτια του Ιππόλυτου; Η Κλυταιμνήστρα σκοτώνει τον νόμιμο σύζυγό της, για να απολαύσει τον έρωτα του εραστή της Αίγισθου. Ο Αίμονας θάβεται ζωντανός μαζί με την Αντιγόνη, για να «ζήσουν» μαζί και στο επέκεινα της ζωής.

Η ελληνιστική ερωτική λογοτεχνία έχει να επιδείξει άφθονους καρπούς. Κατά τα χρόνια αυτά ξεπροβάλλει η ερωτική ελεγεία. Τα πρώτα σπέρματα της ή ορθότερα τα πρώτα προϊόντα της ανάγονται στα αρχαϊκά χρόνια, στον λυρικό Μίμνερμο από την Κολοφώνα της Ιωνίας. Η ελεγεία είναι ένας ποιητικός σπαραγμός: είμαι ερωτευμένος με κάποια/-ον κι αυτή/ος η/ο κάποια/-ος μ’ απαρνιέται. Ο Απολλώνιος από τη Ρόδο θα εξιστορήσει, ακόμα, την ιστορία του Ιάσονα και της Μήδειας σε ένα μακροσκελές έπος. Ο Θεόκριτος θα αφηγηθεί έρωτες βουκολικούς κι «ειδυλλιακούς». Η Νέα Κωμωδία, με τα έργα του Μενάνδρου, θα έρθει να θεματοποιήσει ιντριγκαδόρικες ιστορίες αρρένων και θηλέων, επηρεάζοντας σημαντικά τη μετέπειτα ελληνική και λατινική λογοτεχνία.

Στα μεταχριστιανικά χρόνια ανθεί το ερωτικό μυθιστόρημα, η απαρχή του σημερινού μυθιστορήματος. Δύο νέοι που ερωτεύονται σφοδρά, κατά το παγιωμένο σχήμα, αναγκάζονται για τον χ, ψ λόγο να χωριστούν. Ύστερα από περιπέτειες ξανανταμώνουν και ζουν αυτοί καλά κι εμείς (μάλλον) καλύτερα. Οι μυθοπλαστικές ερωτικές επιστολές είναι ένα επίσης γέννημα των πρώτων μεταχριστιανικών χρόνων.

Στο σοφόκλειο στάσιμο της Αντιγόνης, με το Ἔρως ἀνίκατε μάχαν (στ. 781), ο έρωτας υπερκεράζει τον πόλεμο, χαρακτηρίζεται υπέρτερός του. Η δήλωση αυτή είναι συνταρακτική, αν αναλογιστεί κανείς πως για τον αρχαίο Αθηναίο δύο ήταν οι βασικές δραστηριότητες: ο πόλεμος και τα της πόλεως, η πολιτική. Κι όμως ο σαϊτοφόρος έρωτας προβάλλεται ισχυρότερος.

Βέβαια, προς αποφυγή εξωραϊσμού, στην καθημερινή πρακτική δεν ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα. Οι αρχαίοι Έλληνες ευνοούσαν πολύ τον εκτός του γάμου έρωτα. Είναι πολύ γνωστή η διατύπωση του Δημοσθένη (Κατά Νεαίρας, 122): τὰς μὲν γὰρ ἑταίρας ἡδονῆς ἕνεκ᾽ ἔχομεν, τὰς δὲ παλλακὰς τῆς καθ᾽ ἡμέραν θεραπείας τοῦ σώματος, τὰς δὲ γυναῖκας τοῦ παιδοποιεῖσθαι γνησίως καὶ τῶν ἔνδον φύλακα πιστὴν ἔχειν. Η νόμιμη σύζυγος είναι για να γεννά παιδιά και για να διαχειρίζεται τα του οίκου. Ο κυριότερος λόγος του περιορισμού της γυναίκας εντός του οίκου έγκειται στο ότι δεν έπρεπε να έρθει σε επαφή με ξένους άνδρες, διότι σε περίπτωση εξωσυζυγικής σχέσης από μέρους της ελλόχευε ο κίνδυνος γέννησης νόθων απογόνων. Και οι νόθοι απόγονοι θα έθεταν σε κίνδυνο τη διασφάλιση της οικονομίας (<οἶκος + νέμω) του οίκου, καθώς θα ανέκυπταν ζητήματα κληρονομικής φύσεως. Δεν ήταν και τόσο «ρομαντικοί», λοιπόν, οι αρχαίοι Έλληνες. Η θέση της γυναίκας καλυτερεύει σίγουρα από τα ελληνιστικά χρόνια και εξής.

Ο Ερωτας δεν γηράσκει. Στην αρχαία εικονογραφία, τουλάχιστον από την ελληνιστική εποχή, απεικονίζεται πάντοτε νέος. Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος έλεγε, άλλωστε: το θέμα σάρξ, το λύνει η πλάξ. Το είχαν συλλάβει αυτό οι αρχαίοι Έλληνες υπό τους δικούς τους όρους. Τα δε όπλα του στη λογοτεχνία ή την εικονογραφία είναι τα βέλη, ενίοτε πύρινα, και τα φτερά.

Ο έρωτας είναι διαχρονικά αντινομικός, είναι ηδονή και οδύνη, όπως το συνέλαβε πρώτη η λυρική βάρδος της Λέσβου: γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον (απ. 130 L-P), τον αποκάλεσε. Στον μύθο της Διοτίμας, άλλωστε, στο πλατωνικό Συμπόσιο, ο Έρωτας γεννιέται από δύο αντίθετες μεταξύ τους θεότητες, τον Πόρο και την Πενία. Τη μέρα των γενεθλίων της Αφροδίτης στον Όλυμπο πλησιάζει η Πενία για να επαιτήσει. Καθώς ο Πόρος είχε αποκοιμηθεί, η Πενία βρήκε την ευκαιρία να πλαγιάσει σιμά του. Το αποτέλεσμα: γεννήθηκε ο Έρως, ο συνοδός της Αφροδίτης. Ως γιος της Πενίας είναι προορισμένος να είναι πάντα φτωχός  και επαίτης. Ως γιος του Πόρου είναι πανούργος κι επινοητικός.

Υπήρχε, από την άλλη, και ο ομοφυλοφιλικός έρωτας, τα παιδικά, μεταξύ ενός ώριμου άνδρα (εραστή) και ενός νεότερου (ερώμενου). Ήταν σχεδόν θεσμός σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, όπως στην Αθήνα ή την Λακεδαίμονα. Ο χαρακτήρας του θεωρητικά ήταν παιδαγωγικός, έπρεπε, δηλαδή, ο εραστής να μυήσει στα μυστικά της ζωής τον ερώμενο. Βέβαια, στην πρακτική ουδείς ξέρει τι συνέβαινε. 

Για τον έρωτα έχει χυθεί πολύ μελάνι στην παγκόσμια λογοτεχνία• και οι αρχαίοι Έλληνες έχουν βάλει το λιθαράκι τους σε αυτό. Είναι τόσο μέσα στη ζωή του ανθρώπου που δεν θα μπορούσε να είναι έξω από τη λογοτεχνία του. Κάπου διάβασα πρόσφατα πως: ο άνθρωπος γεννήθηκε για να αγαπηθεί. Τα πράματα έγιναν για να χρησιμοποιηθούν. Το ότι βρισκόμαστε σήμερα σε μια χαοτική κατάσταση στις σύγχρονες κοινωνίες, είναι γιατί αγαπήσαμε τα πράματα και χρησιμοποιήσαμε τον άνθρωπο. Η αγάπη και ο έρωτας δεν τέμνονται, βέβαια, υποχρεωτικά αλλά η διατύπωση αυτή ας είναι τροφή για σκέψη.