ΝΥΚΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2019


Πρεσβύτερος Γεώργιος Προμπονάς*



«Ας κάνουμε απόψε μια αρχή» 

Διαδικτυακοί ,και όχι μόνο ,φίλοι μου θα παραξενευθείτε ίσως μερικοί από σας με το γεγονός ότι, τις φετινές Άγιες Μέρες, καθοριστικές για τη ζωή μας ·όσοι βέβαια από μας αποφασίσουν να τις δεχθούν σαν τέτοιες -προκειμένου να σας στείλω τις χριστουγεννιάτικες ευχές μου μέσω ενός σχετικού σχολίου θα επιλέξω το θέμα ,όχι από την εξύμνηση με την οποία αναδεικνύει το υπερφυσικό γεγονός της αποψινής νύκτας η εκκλησιαστική ποίηση, ή η λογοτεχνία, ή η εξιστόρηση του από τους Ιερούς Ευαγγελιστές ,αλλά από την γενικότερη ποίηση ,η οποία μέσω του ποιήματος του Θ. Γεωργιάδη· μελοποιημένο από τον Δ. Γεωργιάδη και ερμηνευμένο από την Άννα Βίσση -εμπεριέχει και αποδίδει συμπυκνωμένο το νόημα και μήνυμα που κομίζει ο σαρκωμένος «απόψε» Θεός Ιησούς Χριστός, και το οποίο, ανάμεσα σε άλλα ,σηματοδοτεί το δρόμο προς την τελειότητα .Αυτή που θα πρέπει να διακρίνει τον άνθρωπο από την υπόλοιπη κτίση.



Η Ακριβολογική Περιγραφή του Ψυχολογικού Φαινομένου


τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ

Πτυχιούχου Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
MSc Ἐφηρμοσμένης Παιδαγωγικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ὑπ. Δρος(Dph) Κλασσικῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


Το Ψυχολογικόν Φαινόμενον έχει το γνώρισμα της παραπομπής εις κάτι, όπερ ευρίσκεται πέρα και έξω των ορίων του ψυχικού βιώματος. Π.χ όταν έχω την παράστασιν ενός δένδρου εντός μου, η παράστασις αύτη με παραπέμπει εις κάτι το οποίον ευρίσκεται έξω από την ψυχικήν μου συνείδησιν, εις τον εξωτερικόν χώρον κι ουχί εντός της συνειδήσεώς μου μόνον. Επίσης όταν βούλωμαι, η βούλησίς μου έχει έν αντικείμενον τα δε συναισθήματα είναι συναισθήματα χαράς, λύπης, αγωνίας κτλ. 


ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ & ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Ν / Ε


Συγγραφέας: ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ ΑΓΑΘΗ & ΔΕΜΕΡΤΖΗ ΚΙΚΗ
Εκδότης: ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ





Περίληψη

Το βιβλίο αυτό αποτελεί απαραίτητο βοήθημα για τους μαθητές της Γ' Λυκείου καθώς και χρήσιμο οδηγό για τους εκπαιδευτικούς που θα κληθούν να δειδάξουν το μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Βασίζεται στο νέο τρόπο διδασκαλίας και αξιολόγησης του μαθήματος, εξασφαλίζοντας στους μαθητές την επιτυχία στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Περιλαμβάνει: - Θεωρητικό μέρος στο οποίο παρουσιάζονται με τρόπο εύληπτο και αναλυτικό τα βασικότερα γνωστικά στοιχεία που απαιτούνται για την κατανόηση, κριτική ανάγνωση και ερμηνεία ποικίλων κειμένων, μη λογοτεχνικών και λογοτεχνικών. - Επεξεργασία διαφορετικών κειμενικών ειδών της Νεοελληνικής Γλώσσας και της Λογοτεχνίας με ερωτήσεις κατανόησης, κατασκευής και ερμηνείας βασισμένες σε κειμενικούς δείκτες. Όλες οι ερωτήσεις συνοδεύονται από οδηγίες αλλά και αναλυτικές απαντήσεις ώστε να κατανοήσουν οι μαθητές τον νέο τρόπο προσέγγισης των κειμένων. - 25 κριτήρια αξιολόγησης από όλες τις θεματικές ενότητες, σύμφωνα με το είδος των κειμένων και των ερωτήσεων που προβλέπονται από τις Οδηγίες του Υπουργείου για την αξιολόγηση των μαθητών. Στο τέλος του βιβλίου δίνονται ενδεικτικές απαντήσεις σε όλα τα κριτήρια αξιολόγησης.


ΜΑΛΑΛΑ: ΤΙ ΣΧΕΣΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΥΤΗ Η ΚΟΠΕΛΑ ΜΕ ΤΟΝ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ & ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΑΝΔΡΕΑ



Πρεσβύτερος Γεώργιος Προμπονάς*




Η μάλλον ,ποια ιδιαίτερη σημασία μπορεί να έχει για μας τους Έλληνες η ιερή μνήμη του Αγίου Ανδρέα που γιορτάζομε σήμερα με το Μ. Αλέξανδρο και αυτή την κοπέλα . Αμ’ πως δεν έχει. Έχει και παραέχει μάλιστα ,όπως θα σας εξηγήσω στην πορεία . 

Διαδικτυακοί ,και όχι μόνο ,φίλοι μου ,θα επιχειρήσω , αντλώντας επιχειρήματα από την Αγία Γραφή ,να υποστηρίξω ότι, αυτοί οι δύο μεγάλοι Άνδρες έχουν άμεση πολιτισμική και πολιτιστική ,αλλά γιατί όχι, και θρησκευτική σχέση μεταξύ τους .


Οἱ Προάγοντες Ἐπετίμων Αὐτῷ Ἳνα Σιωπήσῃ




Τῷ καιρῷ εκείνω, εγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν Ἰησοῦν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν· ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. Καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυίδ, ἐλέησόν με·
Τον καιρό εκείνο, καθὼς ἐπλησίαζε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Ἱεριχώ, ἕνας τυφλὸς ἐκαθότανε κοντὰ εἰς τὸν δρόμον καὶ ζητιάνευε. Ὅταν ἄκουσε νὰ περνᾷ πολὺς κόσμος, ἐρώτησε τί συμβαίνει. Τοῦ εἶπαν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος διαβαίνει. Τότε ἐφώναξε, «Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Δαυΐδ, ἐλέησέ με».


Oedipus του Σενέκα, μα όχι Τύραννος


Του Γαβριήλ Μπομπέτση



«Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀν-/θρώπου δεινότερον πέλει·» λέει ο Χορός στο στάσιμο της σοφόκλειας Αντιγόνης (στ. 332-333). Ο άνθρωπος είναι το πιο δεινόν από όλα τα πράγματα, μα η λέξη δεινόν είναι media vox, σημαίνει εν ταυτώ τον άνθρωπο τον φοβερό, τον εξαιρετικών ικανοτήτων αλλά και τον φριχτό. 

Δεινός αυτόχρημα και ο Οιδίποδας και με τις δύο σημασίες του όρου. Κατάφερε κι έλυσε το αίνιγμα της τερατόμορφης Σφίγγας. Στην ερώτηση: «Τί ἐστιν ὅ μίαν ἔχον φωνὴν τετράπουν καὶ δίπουν καὶ τρίπουν γίνεται;», αποκρίθηκε ο άνθρωπος. Η Σφίγγα, εγκατεστημένη στην είσοδο της πόλης, έσφιγγε και έπνιγε όσους δεν απαντούσαν σωστά στο αίνιγμα, σκορπώντας τον θάνατο. Στην ομιλία του κατά την τελετή απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963  ο Σεφέρης είπε τα εξής: «Πρέπει ν’ αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται. Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας». Ο Οιδίπους «βρήκε» τον άνθρωπο με έπαθλο τη βασιλεία επί του θηβαϊκού λαού. «Έχασε», όμως, τον εαυτό του. Το ταυτοτικό ζήτημα είναι από τα κομβικότερα θέματα που διατρέχουν τον Οἰδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή. Ο Οιδίπους νομίζει πως είναι γιος του βασιλιά της Κορίνθου, Πολύβου, και για να μην επαληθεύσει τον απολλώνιο χρησμό που έλεγε πως θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα σμίξει ερωτικά με τη μητέρα του, πήρε τον δρόμο της εξορίας, για να καταλήξει εν αγνοία του να κάνει πράξη τα λόγια του χρησμού, σκοτώνοντας τον Λάιο και πλαγιάζοντας με τη μητέρα του. 

Όμως, ο λόγος εδώ δεν είναι για το σοφόκλειο έργο αλλά για τον Οἰδίποδα του Σενέκα. Ο Σενέκας, που ζει το 4 π.Χ. ως το 65 μ.Χ., ήταν συγγραφικά πολυπράγμων, σχεδόν κατά τη γραμμή που χάραξαν οι Αλεξανδρινοί, με σημαιοφόρο πάντα τον Καλλίμαχο. Ήταν πρώτα και κύρια φιλόσοφος της Ύστερης Στοάς, που δεν έκαμνε να τονίζει την αξία της παρούσας στιγμής, την αποδοχή του πεπρωμένου, όχι ένεκα μοιρολατρίας αλλά προς αποφυγήν της ψυχικής ταραχής, καθώς και την αφοβία προς τον θάνατο. Στόχος του, όπως και όλων των Στωικών, ήταν να γευτεί ο άνθρωπος το αγαθό της ευδαιμονίας και να μπορέσει να διατηρήσει την ψυχή του ατάραχη. Ασχολήθηκε, επίσης, με τη φυσική επιστήμη στις Naturales Quaestiones, έγραψε κείμενα παραμυθητικά, τις λεγόμενες Consolationes, μία εκ των οποίων απευθύνεται στη μητέρα του, από την οποία ζητά να μην στεναχωριέται που ο γιος βρίσκεται στο exilium, ενώ στο corpus του έργου του περιλαμβάνονται και οι Epistulae Morales ad Lucilium. Πλην της μενίππειας σάτιρας Apocolocynthosis, ήτοι Αποβλάκωση, όπου σατιρίζεται ο θανών αυτοκράτορας Κλαύδιος, γράφει και πλήθος τραγωδιών.  

Οι τραγωδίες του είναι όλες fabulae crepiditatae, αντλούν, δηλαδή, το θέμα τους από την ελληνική μυθολογική παλέτα, με μία και μόνη εξαίρεση, την Octavia. Πρόκειται, ακόμη, για αναγνωστικές τραγωδίες, προορισμένες να διαβαστούν κατά μόνας και όχι να παιχτούν στο θεατρικό κοίλον. 

Γιατί ο Σενέκας ονοματίζει την τραγωδία του Oedipus και όχι Oedipus Tyrannus, όπως ο Σοφοκλής; Ο Οἰδίπους του Σοφοκλή δεν είναι σε καμία περίπτωση Τύραννος, ονομάστηκε, εντούτοις, έτσι κατά τις αρχαίες πηγές, για να διακριθεί από το έτερο έργο του Αθηναίου τραγικού, τον Οἰδίποδα ἐπὶ Κολωνῷ. Ο Σενέκας έχει γράψει μία και μόνη τραγωδία με το όνομα Oedipus, συνεπώς υπό αυτό το πρίσμα το Tyrannus πλεονάζει.

Ο βασικός πυρήνας της ιστορίας του Οιδίποδα είναι κοινός τόσο στον Σοφοκλή όσο και στον Σενέκα. Κάποιες διαφοροποιήσεις αφορούν την εισαγωγή νέων προσώπων στον Σενέκα, όπως η Μαντώ, κόρη του μάντη Τειρεσία, που τον βοηθά, καθώς εκείνος είναι τυφλός. Με έντονες επιδράσεις από την ομηρική Νέκυια, ο εκ Κόρδοβας ορμώμενος Λατίνος τραγικός βάζει τον Τειρεσία να επικαλείται τις ψυχές των νεκρών του Κάτω Κόσμου, ώσπου ο ίδιος ο Λάιος υποδεικνύει τον αίτιο του φονικού λοιμού που έχει πλήξει τη Θήβα, ήτοι τον δεινόν Οιδίποδα (νεκρομαντεία). Θάνατοι επί σκηνής δεν συνέβαιναν επ’ ουδενί στο ελληνικό κοίλον• στον Σενέκα, απεναντίας, η Ιοκάστη μπήγει στην κοιλιά της - σημείο όχι τυχαίο, πρόκειται για τη γαστέρα που έφερε στον κόσμο ένα μίασμα - ένα ξίφος, αυτοκτονώντας στη θεωρία επί σκηνής. Στον Σοφοκλή η Ιοκάστη απαγχονίζεται. Ο Οιδίπους αυτοτυφλώνεται στο ομώνυμο έργο του Σενέκα, όπως και στο αντίστοιχο του Σοφοκλή, όμως, αυτή τη φορά επί σκηνής. 

Η αρχαία τραγωδία κρύβει στα σπλάχνα της τη φιλοσοφία, τον στοχασμό πάνω στα ανθρώπινα. Στον Oedipus είναι έκτυπο, ιδίως προς το τέλος, πως ο Σενέκας γράφει με γραφίδα τραγικού αλλά μανδύα στωικού φιλοσόφου. «Fatis agimur: credite fatis» («βάσει του πεπρωμένου ενεργούμε, εμπιστευτείτε το πεπρωμένο») και λίγο πιο κάτω «quicquid patimus mortale genus/ quicquid facimus venit ex alto» («όσα υποφέρουμε οι θνητοί κι όσα κάνουμε είναι σταλμένα εξ ουρανού»). Στα λόγια αυτά αντιπαραβάλλεται ο τρομερός λόγος του Οιδίποδα: «fata superavi impia» («από το ανόσιο πεπρωμένο μου προχώρησα πιο πέρα»). Ισχύει εν προκειμένω το σύστημα της διπλής αιτιότητας ή διπλής εκπορεύσεως, που εκπηγάζει ήδη από τον Όμηρο: για τα πάντα η ευθύνη στο μυαλό των αρχαίων διαμοιράζεται ανάμεσα στους θεούς/τη μοίρα και τον άνθρωπο. Ούτε μόνο οι θεοί κι η μοίρα ευθύνονται ούτε μόνο ο άνθρωπος αλλά και οι δύο. 

Στον Oedipus βλέπει κανείς, ακόμη, το ανυποχώρητο αίτημα του βασιλιά της Θήβας να μάθει την αλήθεια. Το αίτημα της γνώσης είναι συγκινητικό, πλην όμως μοιραίο. Το δίλημμα επιλογής ανάμεσα στα ζεύγη ευτυχία - ψέμα/αναλήθεια, δυστυχία - αλήθεια παραμένει μέχρι σήμερα δύσκολο.

Άλλο ένα στοιχείο που κάνει τον Οιδίποδα ξεχωριστό είναι η ωριμότητα της ανάληψης των ευθυνών. Αυτοτυφλώνεται, για να εξιλεωθεί κάποτε μέσα από το διαρκές βασανιστήριο που αυτοεπιβάλλει. Αναγγέλλει, ακόμη, πως θα πάρει για δεύτερη φορά στη ζωή του τη στράτα της εξορίας. 

Αυτές οι πτυχές του Οἰδίποδα και όχι μόνο είναι που τον καθιστούν αξιανάγνωστο και αξιοσύστατο και για τον συγκαιρινό αναγνώστη. Και για να πάμε ένα βήμα παραπέρα, άμποτες κατά τους θερινούς μήνες να παίζονται στα θέατρα πλάι στους Έλληνες δημιουργούς έργα της ρωμαϊκής διανόησης, όπως του Σενέκα, του Πλαύτου, του Τερέντιου, σε καλαίσθητες μεταφράσεις. Διακαής πόθος και ευχή.



«Ἔρως δραπέτης»: το παιγνιώδες επίγραμμα του Μόσχου


Του Γαβριήλ Μπομπέτση
Ο θεός Έρως, ως μικρό παιδί με τεταμένο το τόξο.
Ρωμαϊκό αντίγραφο αγάλματος του Λύσιππου.

Ἔρως δραπέτης τιτλοφορείται ένα καλαίσθητο επίγραμμα του Μόσχου ή με άλλα λόγια ο Έρωτας το ‘σκασε και η μαμά Αφροδίτη τον ψάχνει. Θα μπορούσε κάλλιστα η Αφροδίτη να ενταχθεί στο club της κλασικής Ελληνίδας μάνας. Έρωτα, Έρωτα είσαι εδώ; Όποιος βρει τον γιο της θέας του έρωτα θα ανταμειφθεί με ένα φιλί της.

Ο Μόσχος (2ος αι. π.Χ.) είναι συγγραφέας του επυλλίου Εὐρώπη με θέμα την αρπαγή της νεαρής κόρης του βασιλιά της Φοινίκης από τον Δία, μεταμορφωμένο σε ταύρο, καθώς και του εν λόγω επιγράμματος σε εξάμετρους στίχους και διάλεκτο δωρική. Η ελληνιστική ποίηση δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστή στο ευρύ κοινό, αν και έχει να επιδείξει πολύ αξιόλογα δείγματα, όπως αυτό το πολύ όμορφο και παιγνιώδες επίγραμμα του Μόσχου. Το επίγραμμα κατά τα ελληνιστικά χρόνια, να σημειωθεί, δεν είναι εγχάρακτο αλλά αποτελεί αυτοτελές λογοτεχνικό κείμενο. Ο Μόσχος, ακόμα, κατάγεται από τις Συρακούσες και έχει επηρεαστεί από τον συντοπίτη του και πατέρα της βουκολικής ποίησης, Θεόκριτο (ca 3oς αι. π.Χ.).

Τις πρώτες πληροφορίες για τον Έρωτα μάς τις παρέχει ο Ησίοδος. Ποιος είναι τέλος πάντων αυτός ο Έρωτας με το Ε κεφαλαίο; Ο Έρωτας, μαζί με το Χάος και τη Γη είναι στη Θεογονία (στ. 116-120) του Ησιόδου οι πρώτες θεότητες που γεννιούνται. Ο Έρωτας που αποκαλείται κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι (στ. 120) είναι η αιτία της διαιώνισης του θεϊκού και του ανθρωπίνου είδους, για αυτό και ανήκει στις θεότητες που γεννιούνται πρώτες. Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Ἔρωτας κατά τον Ησίοδο λοιπόν... Παντοτινοί δε ακόλουθοι της Αφροδίτης είναι ο Ίμερος, δηλαδή, ο προσωποποιημένος Πόθος, όπως και ο Έρωτας, η προσωποποίηση του ερωτικού πάθους.

Στο επίγραμμα του Μόσχου με αφορμή το σκασιαρχείο του Έρωτα δίνεται το πορτρέτο του από τη μαμά Αφροδίτη. Περιγράφονται στο επίγραμμα όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που η ως τότε λογοτεχνική παράδοση έχει αποδώσει στον θεό Έρωτα αλλά και στο ερωτικό συναίσθημα. 

Ο Έρωτας περιγράφεται ως πυρόχρωμος, με μάτια διαπεραστικά, γεμάτια φωτιά (χρῶτα (=στο δέρμα) μὲν οὐ λευκός, πυρὶ δ᾽ εἴκελος· ὄμματα δ᾽ αὐτῷ/ δριμύλα (=διαπεραστικά) καὶ φλογόεντα· […], στ. 7-8). Κρατάει, επίσης, δάδα που κατακαίει τα πάντα, ακόμη και τον Ήλιο (βαιὰ λαμπὰς ἐοῖσα τὸν Ἅλιον αὐτὸν ἀναίθει (=καίει), στ. 23), ενώ τα όπλα του είναι βουτηγμένα στη φωτιά (τὰ γὰρ (ὅπλα) πυρὶ πάντα βέβαπται, στ. 29).

Τα χέρια του, επίσης, αν και μικρά, φτάνουν μέχρι και τον Κάτω Κόσμο (μικύλα μὲν τήνῳ τὰ χερύδρια (= μικρούλικα είναι σε εκείνον τα χεράκια), μακρὰ δὲ βάλλει,/ βάλλει κεἰς Ἀχέροντα καὶ εἰς Ἀΐδεω βασίλεια, στ. 13-14), πράγμα που σημαίνει ότι υποκινεί ερωτικές ιστορίες και στο επέκεινα, ενώ πιστοποιεί τη σύζευξη του έρωτα και του θανάτου. Ερωτική ιστορία που λαμβάνει χώρα στον Κάτω Κόσμο είναι, παραδείγματος χάριν, το ειδύλλιο μεταξύ Περσεφόνης και Άδωνη. Όσο για τη σύζευξη του έρωτα και του θανάτου, συνιστά μοτίβο της ερωτικής λογοτεχνίας ήδη από την εποχή που γράφεται ο Ομηρικός Ύμνος εις Αφροδίτην V (γύρω στον 7ο αι. π.Χ.), όπου ο Αγχίσης διακηρύσσει πως δεν τον μέλει, ακόμα κι αν πεθάνει ύστερα, αρκεί να πλαγιάσει ερωτικά με την Αφροδίτη, που πρόβαλε μπροστά του με μορφή θνητής: σῆς εὐνῆς ἐπιβὰς δῦναι δόμον Ἄιδος εἴσω (στ. 154). Το μοτίβο αυτό διατρέχει διαχρονικά όλη την ερωτική λογοτεχνία ως τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου και το μόλις εἶν᾿ ἔτσι δυνατὸς ὁ Ἔρωτας καὶ ὁ Χάρος (Κρητικός, αποσπ. 5, στ. 50) του Διονύσιου Σολωμού.

Στο επίγραμμα ο Έρωτας παρουσιάζεται, ακόμη, τοξοφόρος (τόξον ἔχει μάλα βαιόν (=μικρό), ὑπὲρ τόξω δὲ βέλεμνον (=και μπροστά από το τόξο βέλος) , στ. 18)· η πρώτη αναφορά του Έρωτα ως τοξοφόρου φαίνεται πως είναι στον πρωτοποριακό για τις ιδέες του Ευριπίδη (Ἰφιγένεια ἡ ἐν Αὐλίδι, στ. 548-9), όπου ο Έρωτας παρουσιάζεται να τεντώνει δύο τόξα. Έχει και φτερά που του επιτρέπουν να πετάει ταχύτατα από τον ένα στον άλλο (καὶ πτερόεις ὡς ὄρνις ἐφίπταται ἄλλον ἐπ᾽ ἄλλῳ,  στ. 16). Ο Έρωτας είναι, τέλος, πονηρός και πανούργος, μα και πανσθενής, αφού δεν του ξεφεύγει ούτε η ίδια του η μητέρα. Σε όλους, όπως λέει ο Ησίοδος (Θεογονία, 120-122), σε θεούς και ανθρώπους, παραλύει τα μέλη και δαμάζει νου και καρδιά.

Στο επίγραμμα του Μόσχου είναι όλα μαζί συναγμένα εκείνα τα γνωρίσματα που η ερωτική λογοτεχνική παράδοση ήδη από την αρχαϊκή λυρική ποίηση του Αρχίλοχου και της Σαπφώς, του Ανακρέοντα και του Ίβυκου έχει αποδώσει στον έρωτα. Ο έρωτας, συνοψίζοντας, είναι πανούργος, έχει φτερά και πύρινα βέλη, είναι φωτιά που καίει και πόνος που κατατρύχει ενίοτε. Είναι γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον (αποσπ. 130 L-B), γλυκύ και πικρό πράγμα, μα και άγριο, που έχει τη δυνατότητα να σέρνεται, όπως έλεγε η λυρική βάρδος της Λέσβου, η Σαπφώ. Ο συσχετισμός του δε με τον θάνατο αποτελεί λογοτεχνικό τόπο. Ο έρωτας με το ε κεφαλαίο ή μικρό κατείχε, συνεπώς, την τιμιτική του στην Αρχαία Ελλάδα. Στις Θεσπιές μάλιστα εόρταζαν και τα Ερωτίδια προς τιμήν του θεού Έρωτα, κατά τη μαρτυρία του Πλουτάρχου.

Τώρα αν η Αφροδίτη βρήκε τελικό τον υιό της τον αγαπητό παραμένει ένα μυστήριο. Πιθανολογείται, βέβαια, πως όχι, διότι ο Έρως έχει φτερά και τρέχει, προσπαθώντας αγωνιωδώς να πιάσουν στόχο τα μικρά του βέλη στις καρδιές θεών και ανθρώπων. Πού τον είδες, πού τον έχασες...