ΒΑΣΙΚΟΝ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ (ΜΕΡΟΣ Α’) (Α- C)







ἐπιμελεία τοῦ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-πτυχιούχου κλασσικῆς φιλολογίας
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
-μεταπτυχιακοῦ ἐφηρμοσμένης παιδαγωγικῆς
πανεπιστημίου Ἀθηνῶν



 
Α
1.    ā ἤ ab (abs παρὰ τῷ Nέπωτι μόνον ἐν συνθέσει, π. χ. abstineo ἐκ τῆς προο. abs καὶ leneo), πρόθεσις μετ’ ἀφαιρ.1) τοπικῶς ἀπὸ Ηn 2, 2.6,3.7, 7. Α 14,2.20,1. usque a ἀπὸ Ηn 2,1. Μετά τῆς ἐννοίας τῆς ἀπελευθερώσεως ἀπὸ τινος (ἡμείς λέγομεν: ἐναντίον) Ηn 9,4.10,5.2) χρονικῶς ἀπό C 2, 4.3, 2. Α 16,3.;8, 3 (a stirpe). 3) πρὸς δήλωσιν τῆς καταγωγῆς ἤ τοῦ γένους ἀπό, ἐκ Α 1, 1. 18, 3 (a quoque ortus=et a quo ortus). 4) πρὸς δήλωσιν ἐκπορεύσεως ἐνεργείας a patre accipio παρὰ τοῦ πατρὸς παραλαμβάνω Α 14,2.5) πρὸ δήλωσιν τοῦ ποιητικοῦ αἰτίου = ὑπό, παρὰ (+γεν.).

2.    ab-alieno, 1) (ἀποξενῶ). 2) ἐπανίστημί τι (κινῶ ἤ ἐξεγείρω εἰς ἐπανάστασιν), κάμνω τινὰ νὰ ἀποσκιρτήσῃ Ηn 2, 2). oppida abalienata πόλεις ἐπαναστᾶσαι, ἀποσκιρτήσασαι Hm 2,4.
3.    abest, ἰδ. bsum.
4.    ab-horreo, ui, -, 2. (ἀποστρέφομαι). 2) δὲν συμφωνῶ, εὑρίσκομαι εἰς ἀσυμφωνίαν, διαφέρω.
5.    ab-icio (πρόφερε ab jicio ἐκ τῆς ab καὶ iacio),ieci,iectum, 3.(απορρίπτω). 2) ῥίπτω (τι ἐπὶ τοῦ ἐδάφους ὡς εὐτελοῦς ἀξίας [παραπετῶ]).
6.    ab-sens ἰδ. absum.
7.    abs-tineo (abs καὶ teneo), tinui, -, 2. ἀπέχω me cibo (ἀφαιρ.) ἀπέχομαι τῆς τροφῆς, ἐγκρατεύομαι, νηστεύω.
8.    ab-sum, afui, abesse εἶμαι ἀπών, ἀπέχω μακράν. absens ἀπών Ηn 2,1.8, 2. Α 3, 2.20,4.-2) ἀπὼν (ἄνευ ἐπεμβάσεως) Ηn 5,3.
9.    ac (οὐδέποτε πρὸ φων. καὶ τοῦ h) ἤ atque (πρό φων. καὶ συμφ.) καί, καὶ δή. multo aliter ac πολὺ ἄλλως ἤ alia atque antea ἄλλα (διαφορετικὰ) ἤ πρότερον.
10.                       ac-cedo 3. προσέρχομαι. ad hastam publicam προσέρχομαι εἰς δημοσίαν πρᾶσιν (εἰς δημοπρασίαν), ἀγοράζω δημόπρατα, λαμβάνω μέρος εἰς δημοπρασίαν. 2) Africam (=ad Africam) προσορμίζομαι εἰς τὴν Ἀφρικήν. 3) ἐπίδοσιν λαμβάνω Α 21,4.
11.                       ac-celero, 1. ἐπιτυγχάνω, ἐπισπεύδὡ.
12.                       accepi, ἰδ. accipio.
13.                       acceptus, εὐπρόσδεκτος.
14.                       accessio, onis, ἐπαύξησις, πλήθυνσις.
15.                       ac-cido (ad καὶ cado), accidi,- 3. (προσπίπτω). 2) accidit συμβαίνει.
16.                       accipio (ad καὶ capio), accepi, acceptum, 3. (παρα)λαμβάνω, δέχομαι. 2) λαμβάνω, εἰσπράττω Α2, 4.3) λέγω ναί, συγκατανεύω, παραδέχομαι Ηn 2,4.4) ἀντιλαμβάνομαι, (κατα)νοῶ, μανθάνω Α 1,3. 5) dignitatem παραλαμβάνω τὸ ἀξίωμα. 6) κληρονομῶ Α 14, 2.
17.                       ac-cresco, 3. ἐπαυξάνω, ἐπαυξάνομαι.
18.                       accurate, ἐπίρο,. ἀκριβώς, ἐπιμελῶς, λεπτομερῶς.
19.                       ac-cuso, 1.γράφομαι=μηνύω τινὰ ὡς ἔνοχον δημοσίου ἀδικήματος. in ludicio puplico ἐν δημοσίᾳ. δίκη.
20.                       acies, ei (τάξις μάχης), παράταξις, μάχη Ηn 6, 4.2) ναυτικὴ παράταξις Ηnii1.3) in acie “κατὰ στόμα” κατὰ μέτωπον Ηn 5, 4.
21.                       acquievi, ἰδ. acquiesco.
22.                       ac-quiesco, evi, etum, 3. (ἀναπαύομαι), 2) (κατεὐφημισμὸν) ἀπο-θνῃσκω., “ἀναπαύομαι”.
23.                       acriter, ἐπίρρ. (ὀξέως). 2) δραστηρίως, ἐντόνως. Συγκρτ. ἐπιρρ. acrius, ὑπερθ. ἐπίρρ. acerrime (acer, acris, acre δριμύς, ὀξὺς).
24.                       acroama atis, οὐ (πληθ. ata, δοτ. ἀφαιρ. atis), ἀκρόαμα [έκ τοῦ ἀκροᾶσθαι= πᾶν τὸ μετὰ τέρψεως (ακουόμενον, εἴτε τοῦτο ἀναγνώσκεται, εἴτε ἀπαγγέλλεται, εἴτε κρούεται, εἴτε ἄδεται, ὡς π. χ. ἀνάγνωσις, δράμα, ἀπαγγελία, μέ.λος, ᾆσμα. 2) ἀντὶ τοῦ προσώπου, ὅπερ ἀναγινώσκει (διηγεῖται ἡδέως, ἀπαγγέλει κλπ. μάλιστα ἐν τοῖς δείπνοις) ὁ ἀναγινώσκων, ὁ ἀπαγγέλλων, ὁ μουσικός, ὁ ἀοιδὸς Α 14, 1.
25.                       actor, oris, ἀ. (πράκτωρ), 2) ὁ ἐκτελῶν τὸ ἀποφασισθὲν, ἐκτελεστὴς, ὁ ἔργω. ὑποστηρικτής.
26.                       ad, πρόθ. μετ’ αἰτ. πρός, εἰς Ηn 2,1.2,4. liber ad Rhodios (ἐνν. scriptus γεγραμμένον) βιβλίον ἀπευθυνόμενον πρὸς τοὺς Ῥοδίους, ἀφιερωμένον τοῖς Ῥοδίοις Α 22,4 - 2) χρονικῶς μέχρι Α 5, 1.18, 3. usque ad μέχρι Ηη 2, 3.7, 1. C 2, 4.- 3) πρὸς δήλωσιν σκοποῦ Α 17, 3.
27.                       addidi, ἰδ. ad-do.
28.                       ad-do, addidi (ἐκ τοῦ addedi),
29.                       additum (ἐκ τοῦ ad - datum), 3. προστίθημι, προσθέτω.
30.                       ad-duco, 3. προσάγω, ὁδηγῶ. in . suspicionem καθίστημί τινα εἰς ὐποψίαν, καθιστῶ τινα ὕποπτον.
31.                       ad-eo, adii, aditum, adire, 4. προσέρχομαι.
32.                       adeo, ἐπιρρ., εἰς τοσοῦτον, εἰς τοῦτο. 2) οὕτω, (τόσον).
33.                       ad-hibeο (ἐκ τοῦ ad-habeo), bui, bitum, 2. (προσέχω). curam χρῶμαι θεραπείᾳ. [κάνω κούρα].
34.                       adhuc, ἐπίρρ. μέχρι τοῦ) νῦν. .
35.                       adii, ἰδ. ρῆμα adeo.
36.                       ad-iungo, nxi, nctum, 3. προστίθημι, συνάπτω.
37.                       adiunxi, ἰδ. adiungo.
38.                       ad-ministro, 1. διoικῶ.
39.                       admirandum, i, οὐ. (=mirciculum) θαῦμα (τὸ ἀξιοθαύμαστον, τό ἀξιοσημείωτον).
40.                       admοdυm (έκ τοῦ ad καὶ modus= μέχρι τοῦ ἀπαιτουμένου μέτρου), πάνυ, μάλα, λίαν.
41.                       admonitus, us, . (admoneo παραινῶ) παραίνεσις. admonitu (μετὰ γενικῆς) τῇ. παραινέσει τινός.
42.                       ad-opto, 1. υἱοθετῶ.
43.                       ad-orior, adorlus sum, adoriri, 4. ἀποθ. προσβάλλω.
44.                       ad-sum, affui (ad-fui), adesse, παραγίγνομαι, παρευρίσκομαι.
45.                       adulescens, ntis, . (κυρίως μτχ, ἐνεστ. τοῦ . adolesco αὐξάνομαι), νέος ἀνήρ (από 17.42 έτῶν Hm 3,2. Α 16, 1.2) ἐπιθετικῶς νέος Α 2,2.
46.                       adulescentia, ae, παιδικὴ ἡλικία.
47.                       adulescentulus, i. . μεῖραξ, νέος ἀνήρ Α 9,1.2,4 (πρόκειται περὶ ἀνδρὸς ἔχοντος ἡλικίαν 23 περίπου ἐτῶν). adrmodum adulescentulus πολὺ νεαρὸς Hm. 1,1.
48.                       adventus, us . ἄφιξις.
49.                       adversarius, (ἐπίθ. ἀντίπαλος), 2) οὐσ. . πολέμιος, ἐχθρός.
50.                       adversus, πρόθ. (κυρίως τὸ adversus εἶναι μετοχὴ = ἐστραμμένος πρός τι, ἀπέναντι, ἀντικρύ). 2) τοπικῶς καὶ ἐχθρικῶς ἐναντίον.
51.                       aedes (ἀρχαιότ. τύπος aedis), is, ναός.
52.                       aeslificaram= aedificaveram.
53.                       aedificator, oris, ἀ. (ὁ οἰκοδόμος) 2) ὁ φιλοικοδόμος, ὁ ἀγαπῶν νὰ οἰκοδομῆ.
54.                       aedificium, ii, οὐ. οἰκοδόμημα Ηn 12,3.
55.                       aedifico, 1. οἰκοδομῶ, κατασκευάζω
56.                       aedilis, is, ἀ. ὁ ἀγορανόμος, aedilis plebei (plebei εἶναι γεν. [= plebis] ἐξ ὀνομαστικὴς plebes), ὁ δημοτικὸς ἥ ταπεινότερος ἀγορανόμος.
57.                       aedis, ίδ, aedes.
58.                       aemulatio, onis, ἀνταγωνισμός, ἅμιλλα (εὐγενής), ἀντίθ. obtrectatio.
59.                       aeneus (ἐκ τοῦ aes, aeris οὐ. χαλκός), χαλκοῦς.
60.                       aequalis, e, (ὁ ὁμῆλιξ). 2) οὐσ. ἀ. ὁ ὁμῆλιξ.
61.                       aeque, ἐπίρρ. ἐπίσης ὡσαύτως.
62.                       aequus, ὁμαλός, ἴσος. 2) ἀπαθής, ἀτάραχος, πρᾶος. Α 1,3.3) παραδεκτός, ἐπὶ καλοῖς ὅροις.
63.                       aerarium, ii, οὐ. ταμεῖον (τοῦ κράτους).
64.                       aes, aeris, οὐ. χαλκός. 2) χρῆμα. aes alienum τὸ χρέος (κατὰ λέ ξιν=χρῆμα ξένον).
65.                       aestimo, 1. (τιμῶ). 2) magni aestimo μεγάλως ἐκτιμῶ. minoris aestimo, ὀλιγώτερον ἐκτιμῶ.
66.                       aetas, atis (αἰών). 2) ἡλικία, ἔτος, βίος. puerilis aetas παιδικὴ ἡλικία. extrema aetas ἐσχάτη ἡλικία, βαθὺ γῆρας. hαec aetas οὗτος ὁ χρόνος, ὁ παρὼν χρόνος Hm 2,5,
67.                       affeci, ἰδ. afficio.
68.                       affecto, 1. (ἐπιχειρῶ). 2) ἐπιδιώκω.
69.                       af-fero (ad-fero), attuli, allatum, αfferre, 3. (προσφέρω). 2) testimonium δίδω (φέρω) ἀπόδειξιν.
70.                       af-ficio (ad καὶ facio), feci, fectumm, 3. οὕτω διατίθημί τινα. 2) aliquem poena τιμωρῶ τινα, afficior morbo (ἀφαιρ.) περιπίπτω νόσῳ, νοσῶ. afficior morbo oculorum περιπίπτω νόσῳ. τῶν ὀφθαλμῶν, περιπίπτω ὀφθαλμίᾳ.
71.                       affinitas, atis, κηδεστία, συγγένεια.
72.                       affuit, ἰδ. adsum.
73.                       afluentia, ae, (καὶ affluentia) ἀφθονία.2) περίσσεια μετὰ πολυτελείας, περιττὴ πολυτέλεια, τρυφή
74.                       afluentius, συγκρ. τοῦ ἐπιρρήματος
75.                       afluenter (ἀφθόνως) πολυτελέστερον (μὲ περισσότερο λοῦσσο).
76.                       ager, agri, . ἀγρός, χώρα.
77.                       agito, 1. (ἐλαύνω). 2) mente ἐν τῷ νῷ. κινῶ, ἐν τῷ νῷ. ἔχω, διανοοῦμαι.
78.                       agο, egi, actum, 3. (ἄγω). 2) ἐπιτελῶ, κατορθῶ, Ηn 10,1.3) πράττω Α 20,1. 20,4. meam rem διεξάγω ὑπόθεσίν μου. bellum πόλεμον (τὰ τοῦ πολέμου) διενεργῶ (ἐπί στρατηγοῦ), πολεμῶ. gratias χάριτας ὁμολογῶ, εὐχαριστῶ. ad vitam agendam πρὸς τὸ διαγαγεῖν τὸν βίον,πρὸς πρακτικὸν βίον, 4) existimatio agitur ὑπόληψις διακυβεύεται (παίζεται) Α 15,2.
79.                       agricola, ae, ἀ. (ἀγρονόμος, γεωπόνος), γεωργός.
80.                       alias, ἐπίρο. ἄλλοτε.
81.                       alienus, ἀλλότριος, ξένος.
82.                       aliquis, aliqua, aliquod, ἀντων. ἀόρ. ὡς ἐπιθετ. τις, τι Α 2,3. 14,1. 18,4. Συγκεκομμένος τύπος quis, qua, quod Α 3, 2. 3. 3, 2) ἀντων. ἀόρ. ὡς οὐσ. aliquis, aliquid τις,τι Ηnii2 Α 20, συγκελομμένος τύπος, quis, quid Ηn 2, 6.9, 2.
83.                       aliquot. ἄκλ. πληθυντ. τινές, τινά..
84.                       aliter ἐπίρρ. ἄλλως. aliter ac ἄλλως ἤ.
85.                       alius, alia, aliud γεν. alius, δοτ. alii (ὄχι ali), ἄλλος, διάφορος. alii-alii οἱ μὲν - οἱ δέ.
86.                       alo, alui, altum, 3. (τρέφω). 2) morbum ὑποθάλπω τὴν νόσον.
87.                       alter, altera, alterum, ( ἕτερος). 2) δεύτερος.
88.                       alteruler, utra, utrum ( ἕτερος). alterutra pars τὸ ἕν τὸ ἄλλο κόμμα (μερίς).
89.                       amator, oris, ἀ. (ἔραστής). 2) φίλος, θαυμαστής, λάτρις, ζηλωτής.
90.                       ambitus, us, ἀ. παράνομος σπουδαρχία.
91.                       amice, ἐπίρρ-. φιλικῶς.
92.                       amicitia, ae. φιλία.
93.                       amicus, ἐπίθ. φίλος.
94.                       a-mitto, 3. (ἀποπέμπω), 2) ἀπόλλυμι [χάνω], ἀποβάλλω.
95.                       amo, 1. ἀγαπῶ.
96.                       amoenitas, tatis, (χάρις). 2. τερπνότης, τὸ οἰκήσιμον.
97.                       amphorα, ae, ἀμφορεύς, (εἶδος ὑδρίας μετὰ στενοῦ λαιμοῦ καὶ δύο λαβῶν ὡτίων).
98.                       ampliludo, inis (εὐρύτης), 2) λαμπρότης, σπουδαιότης.
99.                       amplius, ἐπίρρ. πλέον (θετ. ample ἀφθόνως). amplius centum milia ἀντί amplius quam centum milia πλέον ἥ ἐκατόν χιλιάδες. non amplius novem annos οὐχὶ πλέον ἤ ἐννέα ἔτη.
100.                  amplus, (ἄφοονος). 2) μέγας κατὰ τὴν ἐσωτερικὴν ὄψιν ἤ ἀξίαν, μεγαλοπρεπής.
101.                  an, μόρ. ἤ (εἰσάγει τὰ β’ μέρος πλαγίας ἐρωτήσεως).
102.                  anagnostes, ae, (αἰτ. ἑν. anagnostem καὶ anagnosten), ἀ. ἀναγνώστης. Πληθ. -ae Οἱ ἀναγνῶσται ἦσαν πεπαιδευμένοι δοῦλοι, Ἕλληνες ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον. Ἀνεγίνωσκον ἐν ὥρᾳ. ἀναπαύσεως τῶν Ῥωμαίων ἤ διαρκοῦντος τοῦ δείπνου. Ἡ ἀντίστοιχος λατ. λέξις εἶναι lector (=ἀναγνώστης).
103.                  angustiae, arum, πληθ. τὰ στενὰ angustiae locorum τὰ στενὰ τῶν τόπων, ἡ στενοχωρία, τὸ στενόπορον.
104.                  anima, ae, (πνεῦμα, ἀναπνοή). 2) ζωή
105.                  animadverto (animum adverto), verti, versum, 3. (προσέχω τὸν νοῦν). 2) (ἐπὶ τῶν τιμητῶν) in aliquem ἐπιτιμῶ τινι ὅθεν animadversio νί nota censoria ἐπιτίμησις.
106.                  animus, i, . (ψυχή). 2) νοῦς, φρόντημα, διάθεσις. animo aequo πράως (ἄνευ ἀντιδράσεως). animo fidenti atque infesto φρονήματι θαρροῦντι καὶ ἐχορικῷ, (μεταὐτοπεποιθήσεως καὶ μίσους).
107.                  annalis, is, . (ἐνν. liber) βίβλος χρονική, τὰ χρονικά, ἱστορία.
108.                  anniculus, ἑνὸς ἔτους, ἔτειος.
109.                  an - nuo (ad nuo), nui, -, 3. (κατανεύω) ὑπισχνοῦμαι, (λέγω ναί).
110.                  annus, i, . ἔτος. multis annis ἀπό πολλῶν ἐτῶν Hm 2,5.
111.                  annuus, ἐνιαύσιος.
112.                  ante, I. πρόθ. μεταἰτ. πρό Α 3,3. 2) χρον. Ηn 1, 2. Α 20,1. ante eum πρὸ αὐτοῦ (πρὸ τῆς ἐποχῆς του) Ηn 3,4- ΙΙ. ἐπίρρ. χρονικόν. πρότερον Α 19, 2.
113.                  antea (ante ea), ἐπίρρ. πρότερον.
114.                  ante-cedo, 3. (προβαίνω). 2) προέχω (εἶμαι ἀνώτερος).
115.                  antiquitas, atis, ἀρχαιότης, ἀρχαῖοι χρόνοι Α 3, 3.2) πᾶν τὸ ἀφορῶν εἰς τὴν ἀρχαίαν ἱστορίαν, (ἱστορία τῶν ἀρχαίων χρόνων). ἀρχαιολογία Α 18,1.20, 2.
116.                  antiquitus, ἐπίρρ. ἀρχαιόθεν.
117.                  ap-pareo, ui, itum, 2. ἀναφαίνομαι, ἐμφανίζομαι Ηn 12, 4. φανερὸς καθίσταμαι Α 16,4.
118.                  ap-paro (ad-paro), 1. παρασκευάζω.
119.                  appellasse=appellavisse.
120.                  appello, 1. καλῶ,ὀνομάζω.
121.                  ap-prime, ἐπίρρ. μετἐπιθ. θετικοῦ βαθμοῦ (ad-primus) ἐν πρώτοις, πρώτιστα (ὅλως ἰδιαιτέρως ἐπιτήδειος, [πρώτης γραμμῆς, πρώτης τάξεως]).
122.                  aptus, ἀρμόδιος, ἐπιτήδειος.
123.                  apud, πρόθ. μεταἰτ. παρά τινα, παρά τι. 2) παρά τινι Ηn 10,1. -apud exercitum ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ στρατοῦ Ηn 7, 3.
124.                  ara, ae, βωμός.
125.                  arbitrium, ii, οὐ. (διαιτησία). 2) κρίσις, γνώμη Ηn 1, 3. 3) βούλησις, αὐθαιρεσία, ἀπεριόριστος ἰσχὺς Ηn 12, 5.
126.                  arbitror, 1. ἀποθ. (ὠτακουστῶ). 2) θεωρῶ ὡς ἀληθές, πιστεύω.
127.                  arcessi, παθ. ἀπρμφ. ἰδ. arcesso.
128.                  arcesso, ivi, itum, 3. μεταπέμπομαι (στέλλω καὶ προσκαλῶ).
129.                  argentum, i, οὐ. (ἄργυρος). 2) νομίσματα ἀργυρᾶ, ἀργύριον.
130.                  arma, orum οὐ. πληθ. (ὅπλα). 2) ὅπλα, πόλεμος.
131.                  armo, 1. (ὁπλίζω). 2) παρέχω ἔνοπλον δύναμιν Ηn 10,1.2) ὡς οὐσ. armati οἱ ἔνοπλοι.
132.                  ar-ripio (ad rapio), ripui, reptum, 3. (ἀναρπάζω). 2. μετὰ ζήλου ἐπιλαμβάνομαι, ἀφοσιοῦμαι εἴς τι.
133.                  arripui, ἰδ. arripio.
134.                  artifex, artificis, ἀ. (ὁ μετερχόμενος τέχνην τινά, τεχνίτης). Τοιούτου εἴδους τεχνῖται διέμενον ἐν ταῖς οἰκιαις τῶν πλουσίων Ῥωμαίων.
135.                  a-scendo (ad καὶ scando), ndi, nsum, 3. (ἀναβαίνω). 2) ἐπιβαίνω
136.                  ascitus, ἰδ. ascisco.
137.                  a - scisco (ad - scisco), ivi, itum, 3. (δέχομαι). 2) civitatem λαμβάνω τὸ δικαίωμα τοῦ πολίτου.
138.                  asperitas, atis, (τραχύτης). 2) δυστροπία.
139.                  assecla, ae, ἀ. (ἀντί asseculla ἐκ τοῦ assequor), ὁ ἀκολουθῶν τινα (ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον λέγεται περιφρονητικῶς, ὁ ἀκόλουθος, ὁ ὑπάλληλος τοῦ ἐν τῇ ἐπαρχίᾳ. Ῥωμαίου ἄρχοντος.
140.                  assiduus, συνεχής.
141.                  at, σύνδ. ἀλλά, δέ.
142.                  atque, ἰδ. ac.
143.                  at-tingo (ad-tango), tigi, tactum, 3. (ἐφάπτομαι). 2) ἅπτομαι, ἀσχο λοῦμαι (ἐρασιτεχνικῶς) περὶ τι. auctor, oris, . ( αἴτιος [ἐπὶ καλοῦ]), συμβουλῆ ὑποστηρικτής, σύμβουλος.
144.                  audeo, ausus sum, 2. (ἡμιαποθετικόν) τολμῶ.
145.                  audio, ini, itum, 4. ἀκούω, 2) ἐξ ἀκοῆς ἐκ φήμης γιγνώσκω Α 13,7.
146.                  augeo, auxi, auctum, 2. αὔξω, αὐξάνω. augeo officium αὐξάνω τὴν καλωσύνην (αὐξάνω τὴν υποχρεωτικότητα, τὴν εὐγένειαν).
147.                  aureus, χρυσοῦς.
148.                  aurum, i, οὐ. (χρυσός). 2) χρυσᾶ νομίσματα, χρυσίον.
149.                  ausus, ἰδ. audeo.
150.                  aut, σύνδ. .
151.                  autem, σύνδ. δέ.
152.                  auxilium, ii, οὐ. (ἐπικουρία). 2) πληθυντικῶς: auxilia, orum, βοήθεια, ἐπικουρικὰ στρατεύματα Hm 2,3.
153.                  avaritia, ae, φιλαργυρία.
154.                  avunculus, i, . θεῖο; (πρὸς μητρός), μητράδελφος.

Β
1.    bellicosus, πολεμικός.
2.    bello, 1. πολεμῶ. animo bellare νοερῶς (μετὰ ζήλου καὶ σοβαρότητος, μετὰ πολεμικῆς δραστηριότητος πολεμῶ.
3.    bellum, i, οὐ. πόλεμος.
4.    bene, ἐπίρρ. (καλῶς). 2) εὐμαρῶς, μετ’ ἀνέσεως (κόμμοδα).
5.    beneficium, ii, οὐ. (εὐεργεσία). 2) τιμή, γέρας, τιμητικὴ διάκρισις.
6.    benivolentia, ae, εὔνοια, εὐμένεια, usus benivolentiaque, αἱ φιλικαὶ σχέσεις, ἡ καλὴ συναναστροφή.
7.    biduum, i, οὐ. (χρόνος δύο ἡμερῶν bis καὶ dies). 2) αἰτ. biduum ἐπί δύο ἡμέρας. Ἀφαιρ. biduo μετὰ δύο ἡμέρας.
8.    bini, ae, a, (άριθμ. διανεμητ.) ἀνὰ δύο, δύο.
9.    bonitas, atis, χρηστότης, εὐθύτηs.
10.                       bonυs, (ἀγαθός, συγκο. melior, ἀμείνων, ὑπερθ. opliraus ἄριστος), καλός, χρηστός, ἐνάρετος (καλὸς πατριώτης). 2) δραστήριος, ἐπιτήδειος Α 13, 3. Πληθ. ἀ. οἱ χρηστοὶ πολῖται Α 22,4.-bonum, i, οὐσ. καὶ πληθ. bona, orum, οὐ περιουσία, τὰ καλά.
11.                       breviter, ἐπίρρ. βραχέως, διὰ βραχέων.


C
1.    C. συντετμημένον ἀντί Caius ( προφέρεται Gajus), Γάιος.
2.    Cado, cecidi, casum, 3. (πίπτω). 2) πίπτω ἐπὶ τοῦ πεδίου τῆς μάχης ἀποθνήσκω.
3.    Caduceus, i, ἀ. (d=p, δωριστί : καρύκειον), κηρύκειον. Ἦτο ῥάβδος ἤ κλάδος, τὸν ὁποῖον ἐπήγνυον ἐπὶ τῆς πρώρας τοῦ πλοίου (πρβλ. νῦν τὴν.λευκὴν σημαίαν).
4.    Calamitas, atis, φθορά.
5.    Callidus, πανοῦργος.
6.    campus, i, ἀ. τὸ πεδίον, πεδιάς, (κάμπος).
7.    cano, cecini,-,3. (ἄδω). 2) ἄδω, χρησμωδῶ, προφητεύω, προμαντεύω.
8.    capio, cepi, captum, 3. λαμβάνω. dolores αἰσθάνομαι ἀλγηδόνας. honores καθίσταμαι εἰς ἀρχὴν τιμητικήν, καταλαμβάνω ἀρχὰς (τιμάς). 2) συλλαμβάνω Ηn 10,6. 3) θέλγω, τραυῶ Α 19,2.
9.    capitulatim, ἐπίρρ. κεφαλαιωδῶς, capitulatim dicere κατὰ τὰ κύρια κεφάλαια (γεγονότα) ἀναφέρω) ἤ διηγοῦμαι.
10.                       Captivus i, ἀ. ὁ ἐν πολέμῳ. ἀλούς, ὁ αἰχμάλωτος (πολέμου).
11.                       carior, συγκρ. τοῦ carus.
12.                       carus, προσφιλής, ἀγαπητός.
13.                       castellum, i, οὐ. φρούριον.
14.                       castrum, i, οὐ. (ὀχυρά θέσις), φρούριον). 2) πλ. castra, orum, οὐ .στρατόπεδον Ηn 5,4. C 1,2. castra nautica ναυτικὸν στρατόπεδον, ναύσταθμος (χαράκωμα πρὸς προστασίαν τῶν εἰς τὴν ξηρὰν ἀνειλκυσμένων νεῶν) Ηnii6.3), πόλεμος, στρατεία Ηn 2,4.13, 3.
15.                       casus, us, . (πτῶσις). 2) σύμπτωμα casii (ἀφαιρ.) τύχῃ, κατὰ τύχην.
16.                       causa, ae, αἰτία, λόγος Ηnii3. ἀφορμὴ 3 Ηn 3,1 causa (ἀφαιρ. ἐπιτασσομένη γενικῆς) ἕνεκα. rei publicae causa τῆς πολιτείας ἕνεκα, ἐν τῷ συμφέροντι τῆς πολιτείaς.
17.                       cecidi, ἰδ. cado.
18.                       cecini, ἰδ. cano.
19.                       cedo, cessi, cessum, 3. (χωρῶ). 2) ἀναχωρῶ, καταλείπω, hosti ὑποχωρῶ τῷ πολεμίῳ (τ.. κάμπτομαι πρὸ τῶν ὑπερτέρων δυνάμεων τοῦ ἐχθροῦ). perlinaciae (δοτ.) ὑποχωρῶ εἰς τὴν ισχυρογνωμοσύνην.
20.                       celaris=celaveris, ἰδ. celo.
21.                       Celer, celeris, celere (ταχύς). 2) ταχέως φέρων ἀποτέλεσμα, δραστικός.
22.                       celeriter, ἐπίρρ. ταχέως.
23.                       celo, 1. (ἀπο)κρύπτω, (τινά τι, ἤ τι ἀπό τινος).
24.                       ceno,1. δειπνῶ. apud aliquem δειπνῶ παρά τινι. cenatum est (ἀπροσώπως) δεῖπνον ἐγένετο, ἐδείπνησαν.
25.                       censor, oris, ἀ. ὁ τιμητής
26.                       censorius, ii, ἀ. ὁ χρηματίσας τιμητής, ὁ διατελέσας τιμητής.
27.                       censura, ae, τιμητεία.
28.                       centiens, ἀριθμ. ἐπίρρ. ἑκατοντάκις.
29.                       centum, ἀριθμ. ἄκλ. ἑκατόν. amplius centum milia=amplius quam centum milia πλέον ἤ ἑκατὸν χιλ., πλείονες τῶν 100 χιλ.
30.                       certus, (βέβαιος). 2) συγκρτ. certior. certiorem facio aliquem βεβαιότερον καθίστημί τινα, πληροφορῶ τινα (γραπτῶς ἤ προφορικῶς).
31.                       cessi, ἰδ. cedo.
32.                       (ceterus, ἕτερος), cetera, ceterum (Ἀντί τοῦ ceterus λέγεται reliquus. 2) ἐπίθ. λοιπός Ηn 1, 1, Α 13,3. 3) οὐσ. ceteri, ἀ. οἱ ἄλλοι Ηn 9, 4.10, 3. Μετὰ γενικῆς διαιρετικῆς Α 15, 5.
33.                       cibus, i, ἀ. τροφή, τρόφιμα.
34.                       circiter, ἐπίρρ. περί+αἰτ., περίπου.
35.                       circumdedi πρκμ. τοῦ circumdo.
36.                       circum-do, 1. περιβάλλω.
37.                       circum-eo, ii, itum, circumire, 4. περιέρχομαι.
38.                       circumirem, ἰδ. circumeo.
39.                       circum-venio, 4. (ἐχθρικῶς περιέρχομαι), κυκλῶ. circumvenior ins-idiis (ἀφαιρ.) κυκλοῦμαι διἐνεδρῶν, ἐμπίπτω ἐνέδραις.
40.                       citerior, . καὶ θ., ius, οὐ. (γεν. ioris) ἐπὶ τάδε, ἐντεῦθεν. citerior Hispania ἐντεύθεν (τοῦ Ἴβηρος) Ἱσπανία.
41.                       civilis, e, (πολιτικός). 2) τοῦ, πολιτικού βίου.
42.                       civis, is, ἀ. πολίτης.
43.                       civitas, atis, πολιτεία C 3, 3.2) πόλις Ηn 3, 2, Α 3, 3.3) κοινωνία, κοινότης Α 4,5.
44.                       clam, ἐπίρρ. κρύφα.
45.                       clandeslinus, (κρυπτός), μυστικός, κρύφιος.
46.                       clare, ἐπίρρ. λαμπρῶς.
47.                       clarius, συγκρ. τοῦ clarus.
48.                       clarus, ἔνδοξος.
49.                       classiarius, ἀνήκων τῷ στόλῳ. 2) οὐσ. πληθ. classiarii, ἀ. οἱ ναυτικοὶ στρατιῶται, “οἱ ἐπιβάται”.
50.                       classis, is, στόλος. classe κατὰ θάλασσαν.
51.                       claudo, clausi, elausum, 3. (περι)κλείω.
52.                       clausus, ἰδ. claudo.
53.                       coactus, ἰδ. cogo.
54.                       coepi, coepisse, (. έλλειπτικόν), ἠρξάμην. morbus levior esse coepit νόσος ἤρχισε νὰ εἶναι ἐλαφροτέρα (μᾶλλον ὑποφερτή), ἤρχισε νὰ ἐνδίδῃ. (νὰ δεικνύῃ σημεῖα ὑποχωρήσεως), conici (πρόφ. conjici) coepta sunt νὰ ῥίπτωνται (νὰ ῥίπτωσιν) ἤρχισαν.
55.                       cogito, 1. σκέπτομα, σκοπῶ.
56.                       cognitus, ἰδ. cognosco.
57.                       cognomen, inis, οὐ, ἐπωνυμία, ἐπωνύμιον.
58.                       cognomine, ἀφαιρ. τοῦ cognomen,
59.                       cognosco, novi, nitum, 3. γιγνώσκω. 2) γιγνώσκω ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως Α 13, 7.18, 1.2, εὑρίσκω Hm. 2,1.
60.                       cognovo, ἰδ. cognosco.
61.                       cogο, (ἐκ τοῦ co [ ἐν συνθέσει=cum πρόθ.] καὶ ago), coegi, coactum. 3. (συνάγω). 2) ἀναγκάζω.
62.                       cohortatio, onis, (παραίνεσις. 2) διαταγή, ὁδηγίαι (=praecepta) Ηnii I.
63.                       collega ae, . συνάρχων.
64.                       col-ligo (cum καὶ lego), legi, lectum 3. (συνδέω). 2) συνάπτω, συναθροίζω.
65.                       collis, is, . λόφος.
66.                       col-logo, 1. (con ἀιτί com [=cum] καὶ Ioco τίθημι ἐν τὸπῳ). 2) καθίστημι Ηnii 4. 3) δίδω τινὶ γυναῖκα (=in matrimonium do) Α 19, 4.
67.                       colloquium, ii, οὐ συνδιάλεξις.
68.                       colo, colui, cultum, 3. (ἐργάζομαι) 2) color litteris (ἀφαιρ.), τιμῶ μαι διἐπιστολῶν (λαμβάνω μακρόθεν γραπτὸν τεκμτίριον τῆς ἐκτιμήσ εως).
69.                       comitas, atis, εὐπροσηγορία.
70.                       comitor, 1. ἀποθ. (συνοδεύω). 2) προπέμπω (εἰς τὸν τάφον). comi tantibus omnibus bonis προπεμπόντων πάντων τῶν ἀρίστων (πολιτῶν), τῇ σννοδείᾳ. πάντων τῶν ἀρίστων.
71.                       com-memoro, 1. μνημονεύω, διηγοῦμαι, ἀναφέρω (ἐκθέτω).
72.                       com-mitto, 3. συνάπτω Ηnii 3. 2) me fluctibus civilibus (δοτ.) ἐμπιστεύω ( ἐγχειρίζω) ἐμαυτὸν τῇ πολιτικῇ δίνῃ, ῥίπτόμαι εἰς τὸν κλύδωνα τοῦ πολιτικοῦ βίου.
73.                       communis, e, κοινός, 2) εὐπροσήγορος, προσηνής καταδεκτικός.
74.                       com-muto,1. μεταβάλλω, ἀλλάσσω.
75.                       com-pareo, rui,-,2. (κατα)φαίνομαι.
76.                       com-paro, 1. παρασκευάζω.
77.                       com-pello, puli, pulsum., 3. (συνωθῶ). 2) ὠθῶ, ἄγω, περιάγω.
78.                       com-perio, peri, pertum, 4. μανθάνω, πληροφοροῦμαι.
79.                       cora-pleo, evi, etum, 2. πληρῶ Ηη 9, 3.2) διαβιῶ, ζῶ, (συμπληρῶ ἐν ζωῇ) Α 21,1.
80.                       complessem, ἰδ. compleo.
81.                       complures, οὐδ. complura, (γεν. complurium), πλείονες. 2) πολλοί, (κάμποσοι).
82.                       compono, 4. (συντίθημι). bellum τὸν πόλεμον καταπαύω (τελειώνω Hm 1, 5. Ηn 6, 2. εἰρήνην ποιοῦμαι Ηn 7, 1.
83.                       compositurus, ἰδ. cοmpono.
84.                       comprehendo, preliendi, prehensum, 3. συλλαμβάνω.
85.                       com-probo, 1. συναινῶ, ἀποδέχομαι. publice comprobatum est. δημοσίᾳ. (ὑπό τοῦ κράτους).ἀποδεκτόν ἐγένετο (ἐνεκρίθη).
86.                       compuli, ἰδ. compello.
87.                       conatus, ἰδ. conor.
88.                       con-cido (com καὶ caedo), cidi, cisum, 3. (κατακόπτω). 2) καταφράζω, φονεύω.
89.                       conciliator, oris, . ( πρωταίτιος γάμου), μεσίτης προξενητής
90.                       con-cilio, 1. 1) συνάπτω διὰ φιλίας, (ζητῶ νὰ κερδίσω). 2) pacem εἰρήνην ποιῶ (ὡς μεσίτης). nuptias συνάπτω (διαπραγματεύομαι) γάμον. fortunam δημιουργῶ, παρασκευάζω (θεμελιῶ) τὴν τύχην (τὴν εὐτυχίαν), 3) ἐπιδαψιλεύω Α 19,3.
91.                       concitasse=concitavisse, ἰδ. concito.
92.                       concito, 1. (παρορμῶ). 2) προκαλῶ, κινῶ.
93.                       con-cupisco, pivi,-,3. (con καὶ cupio), ἐφίεμαι, έπιθυμῶ. non intemperanter concupiscere quod a plurimis ( ἐνοεῖται: concupisci) videas (=videat aliquis) τό μὴ ἀμέτρως ἐπιουμεῖν ὅπερ ὑπό πλείστων (ὅτι ἐπιουμεῖται) δύνασαι νὰ ἴδης (δύναταί τις νὰ ἴδῃ).
94.                       con-curro, curri, cursum, 3. (συνθέω). 2) ταχέως φέρομαι, προσβάλλω, συμπλέκομαι.
95.                       concursus, us, ἀ. συμπλοκή, προσβολή.
96.                       condicio, onis (κατάστασις). 2) ὁ ὅρος Ηn 6, 2. Α 2, 4.
97.                       condiscipulatus, us, . συμμαθητεία.
98.                       condiscipulus, i, . συμμαθητής
99.                       confectum, ἰδ. conficio.
100.                  Con-fero, contuli collatum, conferre, 3. (συγκομίζω). 2. confeto me ζητῶ καταφύγιον, καταφεύγω Ηn 9,1. μεταβαίνω Α 2,2. 3,3.
101.                  conferrem, ἰδ. confero.
102.                  Con-ficio (con+facio), feci, fectum, 3. (κατεργάζομαι). 2) τελῶ Ηn 2,4. 3) librum (orationes) βιβλίον (λόγους) ἐπεξεργάζομαι (συγγράφω).
103.                  con-fligo, flixi, flictum, 3. συμπλέκομαι, συγκρούομαι.
104.                  conflixi, ἰδ. confligo.
105.                  congredior (con-gradior), congressus sum, congredi, 3. ἀποθ. (συνέρχομαι). 2) ἔρχομαι εἰς χεῖρας, συμπλέκομαι, συγκρούομαι.
106.                  congressus, ἰδ. congredior.
107.                  con-icio (πρόφερε conjicio), ieci, iectum, 3. (con καὶ iacio), ρίπτω (ἐντός).
108.                  coniuncte, ἐπίρρ. (συνδεδεμένως). 2) ἐν φιλικῷ. δεσμῷ.
109.                  coniunctio, onis (σύνδεσμος), ἐπιγαμία, συγγένεια.
110.                  Conor, 1. (ἀποθ. πειρῶμαι, multa stulte conor πολλὰ ἀνοήτως ἐπιχειρῶ, κάμνω πολλὰς ἀνοήτους ἀποπείρας.
111.                  con-scendo (con καὶ scando), scendi, scensum, 3. navem, εἰσβαίνω ναῦν, ἐπιβαίνω νεώς.
112.                  coli-scriptus (παθ. μτχ. τοῦ conscribo, ἐγγράφω) ἐγγεγραμμένος.
113.                  patres conscripti κυρίως patres (=οἱ παλαιοὶ Συγκλητικοὶ) et consctipti(=καὶ οἱ ἔγγραφοι, δηλ. οἱ νέοι Συγκλητικοί, τ. ἔ. plebei οἱ ἐκ τῆς πληθύος εἰς τὴν Σύγκλητον ἐγγεγραμμένοι). Ἔπειτα ὅμως, ἀφοῦ οἱ ἐκ τῆς πληθύος πολῖται ἐξισώθησαν τοῖς πατρικίοις, ἡ φράσις patres conscripti κατέστη ἰσοδύναμος πρὸς τὸ Senatotes [=Συγκλητικοί].
114.                  conseculurus, ἰδ. consequor.
115.                  con-sequor, 3. ἀποθ. (παρακολουθῶ, συνοδεύω), Α 19,3. 2) προφθάνω Ηn 7,7. 3) τυγχάνω Ηn 10,5. Α 19,2. 21,1.
116.                  con-sero, rui, rtum, 3. (συνείρω) 2) manum συνάπτω μάχην.
117.                  cou-servo, 1. διασώζω, φυλάττω. res mea τὰ ἐμαυτοῦ πράγματα, (τὴν ιδιωτικήν μου περιουσίαν) Ηn 10, I. odium διατηρῶ τὸ μῖσος, iusiurandum διατηρῶ (σέβομαι) τὸν ὅρκον, δὲν παραβαίνω τὸν ὅρκον.
118.                  con-sidero, 1. (κάμνω μελέτας ἐπί τῶν ἄστρων). 2) σκέπτομαι.
119.                  consilium, ii, οὐ. συμβούλιον. consilia interiora τὰ ἐνδότερα συμβούλια (τὰ μετὰ τοῦ βασιλέως συμβ.). consilia clandestina μυστικά συμβούλια, κρύφιαι συσκέψεις. 2) πρόθεσις, σκοπός Hn 1,5.3) ἀπόφασις Α 21, 6. 22, 3.4) πανουργία (πολεμικὸν τέχνασμα) Ηπii 7.
120.                  colisobrina, ae, θυγάτηρ θείας πρὸς μητρός, πρώτη ἐξαδέλφη.
121.                  Conspexi ἰδ. conspicio.
122.                  con-spicio (con καὶ τὸ ἄχρ. specio), spexi, spectum 3. καθορῶ. conspici in neutram partem νὰ διακρίνηται εἰς οὐδέτερον μέρος (νὰ μὴ κάμνῃ ἐντύπωσιν ὑπερβολικῆς πολυτελείας ἤ υπερβολικῆς απλότητος).
123.                  constantia, ae, (εὐστάθεια). constantia vocis atque vultus (γεν).
124.                  μετεὐσταθείας τῆς φωνῆς καὶ τοῦ προσώπου, χωρίς νὰ ἀλλοιώσῃ τήν φωνὴν καὶ τὸ πρόσωπον.
125.                  con-stituo (con καὶ statuo), tui, tutum, 3. καθίστημι, ἱδρύω, ἐγείρω. 2) οἰκοδομῶ Ηn 13, 2.
126.                  con-sto, stiti,-, 1. (συνέστηκα). 2) σύγκειμαι, ἔγκειμαι, προέρχομαι.
127.                  consueram = cousueveram. ἰδ. consuesco.
128.                  con-suesco, suevi suetuni, 3. συνηθίζω, εἴωθα.
129.                  consuetudo, inis, ἔθος, ἕξις τοῦ βίου, Α 14,2. 2) φιλόφρων ὁμιλητικότης, θέλγητρον τῆς συναναστροφῆς Α 1, 4.
130.                  Consul, ulis, ἀ. ὕπατος. cotisule ἤ consulibus (ἀφαιρ. ἀπόλυτος= γεν. ἀπολύτῳ. τῆς ἑλλην γλώσσης) ὑπάτου ὄντος ἤ ὑπάτων ὄντων, ἐπὶ τῆς ὑπατείας τοῦ... ἤ τών...
131.                  consularis, is, ἀ. ὁ διατελέσας ὕπατος, ὁ χρηματίσας ὕπατος.
132.                  consulatus, us, , ὑπατεία.
133.                  consulo, lui, ltum, 3. (βουλεύομαι). 2) mihi consulo, φροντίζω, λαμβάνω πρόνοιαν ὑπέρ ἐμοῦ, βοηθῶ ἐμὲ αὐτὸν Α 21,5.
134.                  consultum, i, οὐ. ἀπόφασις, δόγμα. senatus consultum Συγκλήτου δόγμα (ἀπόφασις).
135.                  consultus, (βεβουλευμένος). 2) iuris consultus, νομομαθής.
136.                  con-sumo, 3. (κατ)αναλίσκω, δαπανῶ. consumor φθίνω, ἐκτήκομαι.
137.                  con-temno, mpsi, mptum, 3. (καταφρονῶ(.2) morbum καταφρονῶ τοῦ νοσήματος, δὲν λαμβάνω τὸ νόσημα ὑπὸ σοβαρὰν ἔποψιν (δὲν τοῦ δίδω στιμασίαν).
138.                  contentus, εὐχαριστημένος. contentus sum ἀρκοῦμαι, μένω εὐχαριστημένος ἐκ... (ἀπὸ...).
139.                  contextus, (συνεχὴς ὡς τὸ ὔφασμα). 2) συνεχής, ὁλόκληρος (ἄνευ χάσματος), ἔχων ἀλληλουχίαν.
140.                  continens, ntis, (συνέχων). 2) συνέχων, συγκρατῶν ἑαυτόν, ἐγκρατής, οἰκονόμος.
141.                  continentia, ae, ἐγκράτεια, τὸ μεμετρημένον, ἡ οικονομία.
142.                  con-titieo (con καὶ teneo), tinui, tentum, 2. (συνέχω). 2) περιέχω, περιλαμβάνω.
143.                  contra, ἐπίρρ. ἐναντίον, κατά+νεν.
144.                  con-traho, traxi, tractum, 3. (συσπῶ). 2) συναθροίζω.
145.                  contrarius (ἀντίος). 2) e contrario τοὐναντίον.
146.                  contuli, ἰδ. confero.
147.                  con-venio, (συνέρχομαι). 4. 2) non convenit (ἐν. interscriptores) δὲν ὑπάρχει ὁμοφωνία (μεταξύ τῶν συγγραφέων, οἱ συγγραφεῖς διαφωνοῦσι). colloquium convenit(πρκμ.) συνέντευξις συνεφωνήθη, συνεφώνησαν (ὥρισαν) συνέντευξιν. condiciones non convenerunt (ἐνν. intereos) οἱ ὅροι δὲν συνεφωνήθησαν, περί τῶν ὅρων δὲν ἔμειναν σύμφωνοι (πρβλ: “ξυμβαινειν”)
148.                  conviva, ae,ά.( συμβιῶν), 2) συμπότης, δαιτυμὼν, σύνδειπνος.
149.                  conviviuni, ii. οὐ ( συμβίωσις). 2) ἑστίασις, συμπόσιον.
150.                  con-voco, 1. συγκαλῶ.
151.                  copia, ae, (ἀφθονία). 2 copiae (πληθυντ.) στρατός.
152.                  copula, ae, σύνδεσμος, δεσμός (φιλίας).
153.                  cornu, us, οὐ. κέρας, κέρατον. Hn 5,2. 2) κέρας (πτέρυξ στρατοῦ ἤ στόλου) Ηn 8, 4.
154.                  corona, ae, (κορώνη). 2) στέφανος.
155.                  cor-rumpo (con καὶ rumpo), rupi, ruptum, 3. (φθείρω). 2) διαφθείρω (χρήμασι), δεκάζω.
156.                  corruptus, ἰδ. corrumpo.
157.                  cottidianus, ὁ καθ’ ἡμέραν, καθημερινός, συνήθης.
158.                  credo, didi, ditum, 3. ἐμπιστεύω Ηπ 8, 3. 2) πιστεύω quod vix crendendum sit ὅπερ (=καὶ τοῦτο) μόλις ἤθελεν εἶναι πιστευτόν. 3) παρενθετικῶς: νομίζω, πιθανῶς, κατὰ πᾶσαν πιθανότητα Α 18, 5.
159.                  creo, 1. (κτίζω). 2) ἀποδείκνυμι, ἐκλέγώ.
160.                  cresco, crevi, cretum, 3. αὐξάνω. 2) crevit virtutuin laude ηὔξησε (ηὐξήθη, ἐμεγαλύνθη) διὰ τοῦ τῶν ἀρετῶν ἐπαίνου, (ηὐξήθη διά τῆς ἀτομικῆς ἀξία).
161.                  Crevi, ἰδ. cresco.
162.                  Crimen, inis, οὐ. (κρῖμα, ἔγκλημα) 2) αὐτίασις.
163.                  Cubitus, i, . (καὶ cubitum, i, οὐ. κύβιτον) ἀγκών.
164.                  Cuius, γεν. τοῦ qui.
165.                  Cultus, us, . (περιποίησις τοῦ σώματος καὶ τῆς ζωῆς). 2) cultus domesticus ἰδιωτικὸς βίος, καλὴ οἰκιακὴ ἐξυπηρέτησις (τ. . τα ἀναγκαιοῦντα πρὸς ἄνετον έξυπηρέτησιν τοῦ οἴκου, π. χ. ἐνδύματα, ἔπιπλα, κλπ.). cultus cotidianus καθημερινὸς (συνήθης) βί.ος ἐν τῷ οἴκῳ., αἱ καθημεριναί ἕξις τοῦ βίου. cum, I πρόθ. μετἀφαιρετικῆς, μετά (γεν.), σύν. τοπικῶς: 1) πρὸς δήλωσιν τοῦ ὁμοῦ Hm 1, 5. 4, 2. Ηn 8,1. όθεν eral cuni eo ἦτο μετὰ τοῦὺτου (ἀνεστρέφετο αὐτὸν) Ηι 3, 2.9) πρὸς δήλωσιν ἐχθρικῆς διαθέσεως = ἐναντίον Ηn 4,1.3) πρὸς δήλωσιν τοῦ διοὗ τις εἶναι ἐφωδιασμένος Ηn 7,5.ii1. 12,5.
166.                  cum, ΙΙ σύνδ. 1) χρον. (τότε), ὄτε, ἀφοῦ Hm 2,1. 2)χρον. καὶ αἰτιολ. (ἅμα), Α 20, 2.3) χοον. καὶ ὑποθετ. (ἅμα), ὅταν, ἐάν Ηn 2,6. 4) μετὰ πρτ. ἤ ὑπερσ. ὑποτακτ. ἐν ᾧ, ἀφοῦ (συχνάκις ἀπαντᾶ =cum historicum). 5) ἐπὶ ἀορίστου ἐπαναλήψεως, ὁσάκις Α 2,4. 20,1. 20,2. 6) αἰτιολογ. ἐπειδὴ Ηn 10,4.ii6. C 2, 9. (cum moraretur) Α 2,2. 6,5. 17,1. 20, 3. 20,5. 21,2. 7 ἐνδοτικόν, εἰ καὶ, καίτοι Hm 2,4. Ηn 1, 3. 8,4. Α 6,2. 6,4. 13,1. 14,2. 22.2. C 2,2. (cum oblineret).
167.                  cunctus (ἐκ τοῦ coniunclus συνηνωμένος). 2) σύμπας.
168.                  cupiditas, atis, ἐπιθυμία τοῦ πολεμεῖν, τὸ φιλοπόλεμον, cupiditas notitiae clarorum virorum ἡ ἐπιθυμία τῆς γνώσεως τῶν ἐνδόξων ἀνδρῶν (ἡ γεν. notitiae κεῖται ἐνταῦθα ἀντί τοῦ noscendi γεν. γερουνδίου= τοῦ γνωρίσαι).
169.                  Cupidus, (ἐπιθυμητικός), cupidissimus litterarum fuit ἔνθερμος φίλος τῶν γραμμάτων ὑπῆρξεν (ἠγάπα νὰ ἀναγιγνώσκῃ ἕλληνας καὶ λατίνους συγγραφεῖς).
170.                  Cupio, pini ( ii), pitum, 3 ἐπιθυμῶ.
171.                  Cura, ae, φροντίς, πρόνοια, Ηn 9,4. Α 21,5.2) εὐσυνειδησία Α 15,2.ἡ (ἐξ υποχρεώσεως) φροντίς Α 20,4.
172.                  curatio, onis, (φροντίς). 2) ἰατρική τέχνη, θεραπεία, [κούρα].
173.                  curo, 1. φροντίζω, ἐπιμελοῦμαι. curo aedem reficiendam (ἐνν. esse) ἐπιμελοῦμαι (φροντίζω περί) τῆς ἐπισκευῆς τοῦ ναοῦ.
174.                  custodio, ivi. itum, 4. φυλάττω.



DMCA.com Protection Status Copyrighted.com Registered & Protected


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him