Οι αντιλήψεις του Κοραή για τους Ευρωπαίους (ΜΕΡΟΣ Β’)


επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

 
Μ’ αυτό τον τρόπο δηλώνεται η αντίθεση μεταξύ των δύο λαών. Ειλικρινώς όμως διευκρινίζει ότι υπάρχουν και κάποιοι Ευρωπαίοι που αναγνωρίζουν την προσφορά του ελληνικού στοιχείου ανά τους αιώνες, προφανώς διαχωρίζοντας την πολιτική των κυβερνήσεων από την κοινή γνώμη της γηραιάς ηπείρου.
Αυτή λοιπόν η συμπεριφορά των Ευρωπαίων πολιτικών τον απογοητεύει σε τέτοιο σημείο, ώστε σε γράμμα και παλι προς το φίλο του Ραχέτιο (1793) να αναφέρει ότι δεν θα δεχόταν ποτέ να γίνει πολίτης μιας δυτικής χώρας που αποδέχεται τους Τούρκους : «….. αλλά θα προέδιδον την αληθή μου πατρίδα αν ποτέ συγκατένευον να προσαγορευθώ πολίτης χώρας φιλίως διακειμένης προς τους Τούρκους, έστω και της ελευθερωτάτης …» .
Εκείνο που τον εξοργίζει κυρίως είναι ότι η διπλωματία της χριστιανικής Ευρώπης εθελοτυφλεί μπροστά στο ελληνικό ζήτημα και στέκεται αρωγός στο πλευρό μιας αλλόθρησκης δύναμης. Η ιδέα και μόνο αυτής της τακτικής τον γεμίζει οργή, ώστε να στρέφεται λεκτικά εναντίον τους άπειρες φορές. Για παράδειγμα, στις «Σημειώσεις εις το Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος του 1822 έτους» αναφέρει : «… Τούρκοι δεν είναι μόνο οι πιστεύοντες το Κοράνιον. Ένας χριστιανότουρκος (άδικος χριστιανός) υπερβαίνει δέκα γνήσιους Τούρκους …»  . Το χωρίο αυτό φαίνεται έχει δύο αποδέκτες, αφού μπορεί να θεωρηθεί ότι απευθύνεται στους Έλληνες που δε λειτουργούν με γνώμονα το καλό της πατρίδας, αλλά και προς τους Ευρωπαίους μονάρχες. Πέρα όμως από την προσωπική πικρία του Κοραή εκφράζει και τις αντιλήψεις του σχετικά με τους Τούρκους και τη θρησκεία τους. Κατ’ αρχάς το όνομα «Τούρκος» χρησιμοποιείται αρνητικά και θα λέγαμε ακόμα και προσβλητικά. Επομένως, φανερώνονται οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που έχουν δημιουργηθεί για αυτό το λαό εξαιτίας φυσικά της μακρόχρονης υποδούλωσης των Ελλήνων. Επίσης αποδεικνύεται η αρνητική εικόνα που έχει σχηματίσει ο Κοραής για τη Μουσουλμανική θρησκεία, την οποία θεωρεί κατώτερη της χριστιανικής και άδικη.
Στο «Αυτόθι» πάλι κατακρίνει την υποκριτική συμπεριφορά των Ευρωπαίων, οι οποίοι αφενός τελούν με κάθε επισημότητα τα λατρευτικά τους καθήκοντα και αφετέρου «… συγχωρούντες ή και συμβουλεύοντες την αιχμαλωσίαν και σφαγήν των ταλαίπωρων Ελλήνων, κατά τους παλαιούς της Ταυρικής Χερσονήσου αγρίους, οι οποίοι σφάζοντες επάνω των βωμών τους ξένους, ενόμιζαν ότι εξιλέωναν τον θεόν με τοιαύτας ασεβείας …..». Είναι φανερό ότι ο Κοραής δεν αναφέρεται άμεσα στους Τούρκους, όμως τα όσα λέει περί «σφαγής», η χρήση του επιθέτου «ταλαίπωροι» και τα λοιπά στοιχεία σκιαγραφούν το προφίλ ενός λαού εκδικητικού και άγριου απέναντι στους κατακτημένους υπηκόους του.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα ακόλουθα χωρία : «… Όπως αν ήναι, τούτο κάν δεν χρειάζεται πίστωσιν, ότι μας αφήκαν έως τώρα να σφαζώμεθα ανηλεώς από τον άγριον . Για τον Κοραή οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν ξεφύγει από το δρόμο του θεού, αφού βοηθούν τους αλλόθρησκους να στρέφονται κατά των Χριστιανών. Από την άλλη δεν είναι δυνατό να μην προσέξει κανείς την έκφραση «κοινωνία φονέων και ληστών», η οποία μπορεί να εντάσσεται στα πλαίσια της ρητορικής υπερβολής, αλλά αποκαλύπτει την εμμονή του συγγραφέα να χρησιμοποιεί ταπεινωτικούς χαρακτηρισμούς, όταν μιλά για τους Τούρκους. τύραννον…» 265. Εν συνεχεία δηλώνει ότι ο θεός πρέπει να προστατεύσει τους Έλληνες από : «..τας επιβουλάς των αρνησιχρίστων Χριστιανών, εάν ακόμη τινές εξ αυτών, ούτε θεόν φοβούμενοι ούτ’ ανθρώπους εντρεπόμενοι, δεν παύσωσιν να βοηθώσιν όχι έθνος, αλλά κοινωνίαν φονέων και ληστών…»
Στον Γ’ Καποδιστριακό Διάλογο με αφορμή τα αιματηρά επεισόδια εναντίον των Χιωτών, καταφέρεται γι’ άλλη μια φορά με πάθος κατά Ευρωπαίων και Οθωμανών : «…Μόλις ήκουσαν την δικαίαν αποστασίαν των Ελλήνων από τύραννον, του οποίου άλλος αγριώτερος άλλος δεν εφάνη εις όλη την ιστορίαν, και όχι μόνον υπέφεραν να βλέπωσιν τάς θηριώδεις αιχμαλωσίας, τους φόνους μυριάδων ανθρώπων, και τάς κατασκαφάς των πόλεων, εξαιρέτως της δυστυχούς ημών πατρίδος, της αληθώς πολιτισμένης Χίου, αλλά καί τα πλοία των επρόσφεραν εις βοήθειαν του τυράννου…». Στο χωρίο αυτό ο Κοραής αναγνωρίζει ως δίκαιο τον αγώνα των Ελλήνων, ενώ για άλλη μια φορά τονίζει την άγρια φύση των κατακτητών. Ταυτόχρονα δηλώνει ότι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί όχι μόνο αδιαφορούν για το ελληνικό ζήτημα, αλλά και προσφέρουν βοήθεια στο σουλτάνο, προκειμένου προφανώς να ικανοποιήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι χρησιμοποιεί το χαρακτηρισμό «αληθώς πολιτισμένη» για την περίπτωση της Χίου, υπονοώντας την υπεροχή του ελληνικού πολιτισμού.
Αρκετούς μήνες νωρίτερα σε επιστολή του προς το φίλο του Πρωτοψάλτη («Αλληλογραφία», Σεπτέμβριος 1821) μίλαγε για την ασταθή στάση των πολιτικών της Ευρώπης, οι οποίοι ενίοτε θεωρούσαν τους Έλληνες στασιαστές, ενίοτε φρενοβλαβείς και άλλοτε « … βαρβαρότερους και αιμοχαρεστέρους και απ’ αυτούς εκείνους τους οποίους πολεμούμεν…..». Για τον Κοραή μια τέτοια σύγκριση είναι ατυχής και άστοχη και ο ίδιος έμμεσα κατακρίνει τους Οθωμανούς για σκληρή συμπεριφορά και αιμοδιψία. Από την άλλη μεριά, σε αρκετά σημεία του έργου του πέφτει σε αντιφάσεις, αφού παραδέχεται ότι και οι ίδιοι οι Έλληνες ευθύνονται γι΄αυτήν τη λανθασμένη εντύπωση που άφηναν. Και αυτό γιατί ενίοτε κινούνταν βιαστικά και επιπόλαια, δίχως πρωτύτερα να έχουν υπολογίσει τις συνέπειες των πράξεων τους. Σ΄αυτό το πλαίσιο πρέπει να ενταχθεί και η γνώμη του Κοραή ότι η επανάσταση δεν έπρεπε να ξεκινήσει το 1821 αλλά το 1850, αφού οι μεγάλες δυνάμεις συνέχιζαν να βοηθούν τον σουλτάνο υλικά και ηθικά 269. Βέβαια την άποψη του αυτή ενίσχυε το γεγονός ότι οι Έλληνες δεν είχαν λάβει την κατάλληλη παιδεία για να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό, αλλά και δεν υπήρχαν πολλά και άξια άτομα να ηγηθούν ενός τέτοιου εγχειρήματος.
Πέρα όμως όλων αυτών, ο Κοραής δε σταματούσε να ανησυχεί για τις σχέσεις Ελλήνων και Μεγάλων Δυνάμεων ακόμα και όταν η Επανάσταση ήταν στη τελική της φάση, με μία βασική διαφορά όμως : ως εμφυής και οξυδερκής νους γνώριζε πολύ καλά ότι για να πραγματωθεί ουσιαστικά η ελληνική ανεξαρτησία επιβαλλόταν η αναγνώριση του κράτους από τους Ευρωπαίους, αναγκαιότητα που θα οδηγούσε στην κηδεμονία της Ελλάδας : «…Εις δε το απελευθερωμένον ήδη μέρος της Ελλάδας, αφού ίσχυσε να ρήξη τον άνομον και βάρβαρον ζυγόν της τυραννίας, ποιον είδος πολιτείας αρμόζει ; Πριν αποκριθή τις εις την ερώτησιν ταύτην, πρέπει πρώτον να εξετάση, αν η ελευθερωμένη μερίς των Ελλήνων έχη να φυλάξη την αυτονομίαν της …Οι ελευθερώντες έως τώρα Έλληνες ηλευθερώθησαν αυτοί με τους αγώνας των, με την έκχυσιν του ιδίου αίματος, χωρίς βοηθόν και συναγωνιστήν εξωτερικόν κανένα …Μετά τόσους αγώνας, μετά τοιαύτας θυσίας, τις άλλος έχει δίκαιον να κυβερνά την Ελλάδα παρά τους αυτελευθέρους Έλληνας ;… Από όλο το λόγο του Κοραή εκείνο που τραβά την προσοχή είναι κατ’ αρχάς οι χαρακτηρισμοί που αποδίδει στους Τούρκους. Για άλλη μια φορά κρίνεται η εξουσία των Οθωμανών ως παράνομη και βάρβαρη. Σημαντική υπογράμμιση είναι και το ότι οι Έλληνες υλοποίησαν το σκοπό τους βασιζόμενοι στις δικές τους δυνάμεις, μη δεχόμενοι βοήθεια από καμία ξένη κυβέρνηση. Οι ρητορικές ερωτήσεις δηλώνουν καθαρά την απογοήτευση του συγγραφέα για την απροθυμία των Ευρωπαίων να βοηθήσουν ή ακόμα και να υπερασπιστούν τον αγώνα των Ελλήνων. Επομένως για τον Κοραή ως λογικό επακόλουθο αυτής τους της απροθυμίας έρχεται η άρνηση τους στην προσπάθεια των ξένων δυνάμεων να επιβάλλουν τη μοναρχία και να επιδείξουν το κατάλληλο για αυτούς πρόσωπο.
Ωστόσο για να καταλάβουμε καλύτερα αυτή τη λογική του, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο ερμήνευε κάθε φορά τα νέα δεδομένα, κρίνεται σκόπιμη η σύντομη αλλά περιεκτική παρουσίαση της τοποθέτησης του έναντι κάθε Μεγάλης Δύναμης ξεχωριστά – γεγονός που εξάλλου θα συμβάλλει και στην αποκρυστάλλωση των απόψεων του περί Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Και μια τέτοια προσέγγιση δεν είναι δυνατόν να μην ξεκινήσει από την Ιερή Συμμαχία, εναντίον των μελών της οποίας στρέφει τα βέλη του δεδομένου ότι τα θεωρεί εν μέρει υπεύθυνα για την κατάσταση της πατρίδας του : «…τα πλείστα έπαθεν η Ελλάς από τον Μετέρνιχον, από τον άγγλον αρμοστήν της Επτανήσου, τον άγριον Μαιτλάνδον, από τον αυτόχειρα Καστελρήγον, υπουργόν βασιλικόν της Αγγλίας, και εσχάτως από τον μωρώτατον όλων των διπλωματικών, και παρελθόντων και παρόντων, Βελλιγκτώνα, όστις απελπισθείς πλέον την δούλωσιν της Ελλάδος, επενόησε να την συσφίγξη ή μάλλον να την πνίξη εις όρια τόσον στενά, ώστε να ευρίσκεται εις αδιάλειπτον κίνδυνον να δουλωθή και δεύτερον…..»
Ακόμα και τους Γάλλους, τους οποίους - αρχικά τουλάχιστον - θαυμάζει για το πνεύμα και την δυναμικότητα τους, δε διστάζει να κατακρίνει ο Κοραής βλέποντας ότι «… οπισθάγκωνα δεμένην ήθελαν επιστρέψει εις τον Σουλτάνον την δυστυχεστάτην Ελλάδα, δια να εξαλείψη απ’ αυτήν και αυτό των Ελλήνων το όνομα …» («Καποδιστριακός Διάλογος Δ») και ότι «… παρά τά παραγγέλματα της γεννωμένης ελευθερίας των, συνηγορούντας εισέτι υπέρ των Τούρκων…». Στο σημείο αυτό αποδίδει στους Οθωμανούς όχι μόνο το στοιχείο της αγριότητας, αλλά και της εκδικητικότητας, αφού θεωρεί ότι για τον Σουλτάνο η αποκατάσταση της δύναμης του στον ελληνικό χώρο δεν θα ήταν πράξη ικανοποιητική. Αντίθετα πιστεύει ότι πρόθεση των Οθωμανών είναι να εξαλείψουν ολοκληρωτικά το ελληνικό γένος.
Η αλλαγή αυτή του Κοραή έναντι των Γάλλων είναι εντυπωσιακή, αν σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για τον ίδιο άνθρωπο που έγραφε στο «Άσμα Πολεμιστήριον» :
«…Γάλλοι και Γραικοί δεμένοι,
με φιλίαν ενωμένοι,
δεν είναι Γραικοί ή Γάλλοι,
αλλ’ εν έθνος, Γραικογάλλοι …»
Επιπλέον είναι γνωστό ότι ο Κοραής, πριν από την έναρξη της επανάστασης, πίστευε και ευελπιστούσε στη βοήθεια των Γάλλων, αφού στην «Αδελφική Διδασκαλία» καλούσε τους Έλληνες να λάβουν τα όπλα και να διώξουν τους Τούρκους με τη συνδρομή των «γενναίων» Γάλλων. Και αλλού πάλι σημείωνε ότι : «…Η προκοπή του Γένους θέλει γενεί ασυγκρίτως ταχυτέρα, εάν από του νυν αφήση τους Ρώσσους, από τους οποίους τι πότ’ έως τώρα δεν ωφελήθη, και προσκολληθή εις το φωτισμένος έθνος των Γάλλων, οίτινες αυτοί μόνοι είναι ικανοί να μας ενισχύσωσιν εις τον δρόμον της σοφίας και της ημερώσεως …». Η εκτίμηση του αυτή προς το γαλλικό έθνος όμως δεν επισκίαζε την προσωπικότητα των Ελλήνων : «…Οι Γάλλοι έχουσι μεγάλα και επίζηλα προτερήματα και είναι εφάμιλλοι των αρχαίων Αθηναίων. Αλλά διά τούτο δεν πρέπει να γείνωμεν Γάλλοι. Άπαγε. Των Ελλήνων το όνομα είναι όνομα ευγενέστατον …»  και «…όσον το κάτ’ εμέ, η γη να σχίση να με καταπίη προτιμώ, παρά να ονομασθώ Γάλλος αντί Γραικού …» .
Η αρχή της αλλαγής στη νοοτροπία του Έλληνα διανοητή είχε γίνει με τα έκτροπα που είχε δει να σημειώνονται κατά τη διάρκεια της Γαλλικής επανάστασης και μετέπειτα στο στάδιο του βοναπαρτισμού. Ο ίδιος μάλιστα έγραφε για τα τρωτά της τότε γαλλικής κοινωνίας : «…Ω φίλε μου (απευθύνεται προς τον Κεύνο την 1η Απριλίου 1797), πόσον ολεθρία ήτο η εις Γαλλία αποδημία μου. Απέλιπον την εμήν πατρίδα, ίνα ζητήσω ανεξαρτησίαν και ανάπαυσιν εις χώρας ελευθέρας, ένθα θα ηδυνάμην να θεραπεύω αδεώς τά γράμματα, γινόμενος χρήσιμος εις τους ομοφύλους, η δε τύχη απ’ εναντίας άγει με εις χώραν, εγκυμονούσαν την φρικωδεστάτην των επαναστάσεων, όσων μνημονεύει η ιστορία των ανθρώπων…». Και συμπλήρωνε σε άλλες επιστολές : «…λατρεύω την ελευθερίαν, αλλά θα ήθελα να την βρίσκω πάντοτε θρονιασμένη ανάμεσα στη δικαιοσύνη και στον ανθρωπισμό…. Είμαι ακόμα ερωτομανής της ελευθερίας, αλλά αγαπώ, φίλε μου, και την δικαιοσύνην. Ελευθερία χωρίς δικαιοσύνην είναι καθαρά ληστεία…». «…Ελευθερία χωρίς αρετήν δεν δύναται ποτέ να σταθή… ». «…Όστις προτιμά την αισχράν ζωήν από τον ένδοξον θάνατον, είτε Γάλλος, είτε Γραικός, αυτός είναι ανάξιος και της ελευθερίας και του να ονομάζεται άνθρωπος…». Είχε επομένως την ικανότητα να συλλαμβάνει τα γεγονότα εν τη γενέσει τους και ως οξυδαρκής άνθρωπος να τα ερμηνεύει μακροπρόθεσμα : «… το τέλος της παρούσης εκατονταετηρίδος θέλει δείξει παράδοξα πράγματα εις την Ευρώπην …». Επίσης αξιοσημείωτο είναι ότι στο λόγο του δεν απουσιάζουν οι λέξεις και οι εκφράσεις που αποτελούν τη βάση των αρχών του Διαφωτισμού (επίδραση αυτού στην κοσμοθεωρία του Κοραή).
Αλλού πάλι σχολίαζε για τις κινήσεις και τις ενέργειες του Ναπολέοντα ότι «…αντί να ελευθερώση τους καταπονουμένους της Ευρώπης λαούς από τους δεσπότας των … να γενή αυτός δεσποτών δεσπότης ….»  και τον αποκαλούσε «… μέγιστον
δημαγωγόν …», «… μεγαλουργόν και ουχί μέγαν άνδρα …» . Στο χωρίο αυτό διαφαίνεται έκδηλα η απογοήτευση και η πικρία που νιώθει ο Νεοέλληνας διαφωτιστής για την τροπή που έλαβαν τα ευρωπαϊκά πράγματα. Ενώ λοιπόν ο ίδιος μέχρι πρωτύτερα θαύμαζε το Βοναπάρτη, διαπίστωσε με θλίψη ότι εκείνος πέταξε το προσωπείο του απελευθερωτή – προστάτη και μεταβλήθηκε σε δυνάστη ίδιου βεληνεκούς με αυτούς που πολέμησε.
Πιο έντονο και βλοσυρό διαφαίνεται το ύφος του στο παρακάτω χωρίο, αλλά τα συναισθήματα του συντάκτη του παραμένουν αμετάβλητα και σταθερά : «…Ταύτα τις αν ακούων ανάσχοιτο ; Τις ούτως αδαμάντινος την ψυχήν, ώστε μη κόπτεσθαι και τάς τρίχας της κεφαλής τίλλειν, ει τοιαύτα πεπόνθασι παιδες Ελλήνων υπό της ελευθέρας Γαλλίας, οια ουδέ παρά των εχθίστων αν ποτέ προσεδόκησαν…Ο πανάθλιος εγώ Γραικός ουδέποτε θα διαλέιπω τιμών και φιλών υμάς, έτι και αν η γαλλική κυβέρνησις εμυδροβόλει τους κατά του Σουλτάνου επαναστάντας Έλληνας…».
Παρόλο που ο Κοραής για κάποιο χρονικό διάστημα είχε μεταβάλλει τη γνώμη του για τους Άγγλους εξαιτίας της μεταστροφής της πολιτικής τους (κυρίως στα χρόνια της πρωθυπουργίας του Πιτ), ήδη το 1805 («Προλεγόμενα εις τον Γ τόμον των Ατάκτων») παρότρυνε τους Έλληνες να μην τους εμπιστεύονται, γιατί «… βοηθούν τον κατασφάξαντα τα τέκνα μας τύραννον …» 287. Επομένως, για άλλη μια φορά υπογραμμίζει την αιμοβόρα φύση των Οθωμανών και τα δεινά που έχουν υποστεί οι συμπολίτες του κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης σκλαβιάς. Πιο καθαρά παρουσιάζει τις προθέσεις και τα αγγλικά συμφέροντα σε άλλη του επιστολή : «…όπου έστρεφον τους οφθαλμούς, δεν έβλεπον ή βασιλείς φοβουμένους ή θεραπεύοντας τον Τούρκον. Και από ποίους να ελπίζωσιν ; Από τους Άγγλους ουδεμίαν βοήθειαν. Φίλαυτοι, φιλέμποροι και φιλοχρήματοι περισσότερον από τους παλαιούς Καρχηδονίους, νύκταν και ημέραν εις άλλον δεν καταγίνονται ή να αυξήσωσι την ιδίαν αυτών ευτυχίαν αναλώμασιν όλου του κόσμου. …».
Αρκετά χρόνια αργότερα (1825) σε επιστολή του στον Εδουάρδο Εβέρεττο, μέλος του Κογκρέσου των Η.Π.Α. και Γραμματέα της φιλελληνικής Επιτροπής της Βοστώνης, κατηγορεί τους Άγγλους για διπλωματική υποκρισία, αφού στοχεύουν να «… αναδείξωσιν (εννοεί την Οθωμανική αυτοκρατορία) εξολοθρευτήν της Ελλάδος …». Αναγνωρίζει δηλαδή ότι πρόθεση των Τούρκων είναι να εξοντώσουν πλήρως τους Έλληνες, ιδίως μετά την κήρυξη της επανάστασης. Δύο έτη μετά (1827) κατακρίνει τη αγγλική κυβέρνηση, η οποία χαρακτήρισε τη ναυμαχία του Ναυαρίνο «ατυχές γεγονός». Συγκεκριμένα, στα «Προλεγόμενα των Ατάκτων» σημειώνει : «… Όταν ο στερημένος γυναίκα και τέκνα από την τυραννικήν μάχαιραν ταλαίπωρος Γραικός μάθη την πυρπόλησιν του τυραννικού στόλου παρηγορείται προς μικρόν.. …».Με αυτό τον τρόπο δηλώνει την πικρία του για την στάση της επίσημης αγγλικής ηγεσίας, αλλά κάνει λόγο εκ νέου για την απάνθρωπη μεταχείριση των Ελλήνων από τους Τούρκους. Μάλιστα εκφράζει με σιγουριά την πεποίθησή του ότι οι Άγγλοι πολιτικοί θα αποδέχονταν με χαρά την επιστροφή της Ελλάδας στο τυραννικό καθεστώς των Οθωμανών : «…Έσο βέβαιος, φίλε, (γράφει γενικότερα προς τους Χιώτες) μάλιστα περί των Άγγλων, ότι αν ήτο δυνατόν να εξαναδέσωσι την ελευθερωμένην Ελλάδα εις τον ζυγόν του τυράννου, ήθελεν το κατορθώσειν μετά χαράς…».
Είναι γνωστό ότι ο Κοραής δεν αντιμετώπιζε θετικά και τη ρωσική διπλωματία και ήταν αρνητικός απέναντι στο ενδεχόμενο μιας ρωσικής παρέμβασης οποιασδήποτε μορφής. Το γεγονός ότι οι Έλληνες βάσισαν τις ελπίδες τους για βοήθεια στο ρωσικό μέτωπο – ιδέα που «γεννήθηκε» με το περίφημο και ανεφάρμοστο τελικά σχέδιο της Μεγάλης Αικατερίνης – τον έβρισκε καθολικά αντίθετο : «…Οι Γραικοί έστρεψαν τάς ελπίδας των εις την Ρωσσίαν, ως εχθράν των Τούρκων, ως ομόθρησκον και ως έστω και περιποιουμένην την ελευθερίαν των Γραικών.

(ΣΥΝΕΧΊΖΕΤΑΙ)




Απόσπασμα από μεταπτυχιακή εργασία της κας
 ΜΩΡΑΪΤΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

 ΤΜΗΜΑ : ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

DMCA.com Protection Status


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him