Όνειρο στο κύμα (ΜΕΡΟΣ Β’)



επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

«… Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν.
Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου.
Τότε και τώρα, πάντοτε η αυτή. Τότε δια της βίας, τώρα δια του δόλου… και δια της βίας. Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δ’ ούτως τους λεγόμενους πολιτικούς ). Μαύροι χαλκείς κατασκευάζοντες δεσμά δια τους λαούς εν τη βαθυζόφω σκοτία του αιωνίου εργαστηρίου των…»
Αλ. Παπαδιαμάντη “Οι έμποροι των εθνών”



Η θρησκευτική εξήγησις

Μα διατί το μικρόν βοσκόπουλον εν ώ επροόδευσεν τόσον, προκοπήν δεν έκαμε; Ο Παπαδιαμάντης εγένετο κάποτε δόκιμος μοναχός. Εκεί πολύ πιθανόν να άκουσεν την γνώμην του αγίου Αντωνίου δια τα γράμματα. Εκείνος, ως άγιος γράμματα δεν ηθέλησε ποτέ του να μάθη. Όμως μπορούσε, άνετα να συνομιλή με φιλοσόφους και πεπαιδευμένους και να αλληλογραφή και με βασιλείς ακόμα.
Κάποτε τον επεσκέφθησαν δε δυο φιλόσοφοι για να τον χλευάσουν, επειδή δεν ήξερε γράμματα. Εκείνος κατάλαβε τις προθέσεις τους και τους παρήγγειλε πως δεν είχε νόημα ν’ ασχοληθούν μ’ έναν ανόητο. Οι φιλόσοφοι απήντησαν ότι δεν τον θεωρούν ανόητο αλλά τουναντίον πολύ σοφόν, οπότε κι ο άγιος τους ανταπάντησε: «αν ήλθατε ως εδώ, για να συναντήσετε κάποιον τρελό, μάταια κοπιάσατε. Αν με θεωρείτε συνετό γιατί δεν ακολουθείτε το δικό μου παράδειγμα; Αν εγώ ερχόμουν να σας επισκεφθώ, θα το έκανα για να σας μοιάσω, αφ’ ού ξέρετε πως πρέπει να μιμούμαστε το καλό».
Σε κάποιους άλλους που κι εκείνοι τον συνάντησαν και ήθελαν για τον ίδιον λόγο με τους φιλοσόφους να τον χλευάσουν, υπέβαλεν την εξής ερώτησι: «Ποιο από τα δυο προηγείται, ο νούς ή τα γράμματα; Ο νούς οφείλεται στα γράμματα ή τα γράμματα στον νού;». Η απάντησις που έλαβε ήταν ότι ο νούς προηγείται. Και η αποστομωτική απάντησις του αγίου ήταν: «άρα όποιος έχει γερό μυαλό, δεν χρειάζεται τα γράμματα».
Ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης ωσάν νεαρός δικηγόρος που προκοπήν δεν έκαμε, παραδέχεται στο τέλος του διηγήματος: «Ορθώς έλεγεν ο γηραιός Σισώης ότι αν ήθελαν να με κάμουν καλόγερον, δεν έπρεπε να με στείλουν έξω από το μαναστήριν…δια την σωτηρίαν της ψυχής μου ήρκουν τα ολίγα εκείνα κολλυβογράμματα τα οποία αυτός μου είχεν διδάξει και μάλιστα ήσαν και πολλά!»

Η φιλοσοφική εξήγησις

Ο Παπαδιαμάντης όμως, έστω κι αν δεν έλαβεν ποτέ πτυχίο, εισήλθε στην Φιλοσοφικήν σχολήν κι εκεί στο πανεπιστήμιον ως λέγει: «ήκουε κατ’ εκλογήν ολίγα μαθήματα φιλολογικά». Όλοι οι φιλόλογοι γνωρίζουν τα εξής. Στον διαφωτισμόν ο Ρουσσω έγινε διάσημος αίφνης, όταν τω 1750 κέρδισεν έναν διαγωνισμόν με το έργον του «Δοκίμιο περί των Τεχνών και Επιστημών». Μ’ αυτό υπεστήριξεν ότι ο άνθρωπος ήταν καλός και αγνός εν όσω ακόμη ζούσε στην αγκαλιά της φύσεως, πριν φθαρή από τον πολιτισμόν του. Έλεγεν ο μεγάλος Γάλλος φιλόσοφος ότι φθείρουν την ανθρώπινη φύσιν οι κακοί νόμοι, η κακή παιδεία, η κατεστημένη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, το εμπόριον, ότι μπορεί ο άνθρωπος να ξανακερδίση την αγνότητα και την καλοσύνη του, αν γυρίση «πίσω στην φύσι», ελεύθερος από τις συμβατικότητες του πολιτισμού.
Η ιδέα της απλοϊκής και ευγενικής ζωής βρήκε πολλήν απήχησι στην υψυλήν κοινωνία τότε, που είχε κουρασθεί από την συμβατικότητα και την προσποίησιν. Μήπως όμως βρήκε απήχησιν και εις την ψυχήν του Παπαδιαμάντη; Σαφώς ναι. Το βοσκόπουλο το είπε: «Δεν ήξευρα ακόμη το άλφα. Χωρίς να το ηξεύρω, ήμην ευτυχής». Αλλά και η ιστορία στο διήγημα του κυρ Μόσχου, του πατέρα της νεαράς κορασίδος που εγειτόνευαν στα βοσκοτόπια του νεαρού βοσκόπουλου και που ο νεαρός ηρωτεύθη την κόρην του, το υποδηλώνει. Λέγει: «Μόνον διαρκή γείτονα, όταν κατηρχόμην κάτω, εις την άκρην της περιοχής μου, είχα τον κυρ Μόσχον, έναν μικρόν άρχοντα, λίαν ιδιότροπον. Ο κυρ Μόσχος εκατοίκει εις την εξοχήν, εις έναν ωραίον μικρόν πύργον μαζί με την ανεψιάν του την Μοσχούλαν, την οποίαν είχεν υιοθετήσει επειδή ήταν χηρευμένος και άτεκνος. Την είχεν προσλάβει πλησίον του, μονογενήν, ορφανήν εκ κοιλίας μητρός και την ηγάπα ως να ήτο θυγάτηρ του. Ο κυρ Μόσχος είχεν αποκτήσει περιουσίαν εις επιχειρήσεις και ταξίδια. Έχων εκτεταμένον κτήμα εις την θέσιν εκείνην, έπεισεν μερικούς πτωχούς γείτονας να του πωλήσουν τους αγρούς των, ηγόρασεν ούτως οκτώ ή δέκα συνεχόμενα χωράφια τα περιετοίχησεν όλα ομού και απετέλεσεν έν μέγα δια τον τόπον μας κτήμα, με πολλών εκατοντάδων στρεμμάτων έκτασιν… έκτισεν εις την άκρην πυργοειδή υψηλόν οικίσκον, με δυο πατώματα… εγκατεστάθη εκεί κι έζη διαρκώς εις την εξοχήν, σπανίως κατερχόμενος εις την πολίχνην».
Ένας έμπορος ήταν λοιπόν ο κυρ Μόσχος, όστις αηδιασθείς υπό του πολιτισμού και των συμβατικοτήτων αυτού, απεξενώθη κάπου εις τους κόλπους της φύσεως. Στο τέλος και ο ίδιος ο νεαρός δικηγόρος, το πρώην βοσκόπουλον μελαγχολεί που νοιώθει «ως δεμένος σκύλος εις την αυλήν του αφέντη του» και αναφωνεί: «Ω! ας ήμην ακόμη βοσκός εις τα όρη!».

(συνεχίζεται)

DMCA.com Protection Status


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him