Η ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου


επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

«Ύμνος άπας ηττάται
συνεκτείνεσθαι σπεύδων
τω πλήθει των πολλών οικτιρμών σου.
ισαρίθμους γαρ τη ψάμμω ωδάς
αν προσφέρωμέν σοι, βασιλεύ άγιε,
ουδέν τελούμεν άξιον
ων δέδωκας τοις σοι βοώσιν,
αλληλούια»

Ο καθηγητής μου Αθανάσιος Κομίνης, της Βυζαντινής Φιλολογίας στο πανεπιστήμιον της Αθήνας, είχε ειπεί το εξής: «θα έλεγα ότι αν απ’ ολόκληρην την υμνογραφία μας είχεν σωθή μόνον ο παραπάνω οίκος του Ακαθίστου Ύμνου, θα ήταν δυνατόν να εκτιμήσωμεν την λογοτεχνικήν δύναμιν της εκκλησιαστικής ποιήσεως και κατ’ ακολουθίαν, να επιβεβαιώσωμεν την αξίαν της και προσδιωρίσωμεν την σημασίαν της μέσ’ την παγκόσμιαν λογοτεχνία».
Η ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου είναι μια ειδική ακολουθία της Εκκλησίας μας και η διαμόρφωσίς της δεν έγινε σε συγκεκριμένην εποχή, αλλά συνετελέσθη δια μέσου των αιώνων. Εις αυτήν κύρια ποιητικά κείμενα είναι δύο: α) ο Ακάθιστος Ύμνος και β) ο κανών του Ιωσήφ του Υμνογράφου, που συνετέθη ειδικώς για αυτήν την ακολουθίαν. Τα προβλήματα που παρουσιάζει ιδίως ο Ακάθιστος Ύμνος είναι πολλά. Συμβαίνει δηλαδή και εδώ, ό,τι και με τα μεγάλα, αμφισβητούμενα έργα, π.χ τα ομηρικά έπη: Ποίος είναι ο ποιητής; Πότε συνετέθη το έργον; Για ποιόν λόγο εγράφη και εψάλη; Το πασίγνωστο προοίμιον «τη υπερμάχω» φαίνεται να έχη κάποια σχέσι με την λύτρωσι της Κων/πόλεως τω 626 από την πολιορκία των Αβάρων, όμως ο Ακάθιστος αποκλείεται να συνετέθη τότε. Προϋπήρχεν αναμφισβήτητα και ψαλλόταν προς τιμήν της θεοτόκου σε συγκεκριμένη εορτήν «των πιστών ισταμένων ορθίων» «και μη καθημένων» γι’ αυτό και Ακάθιστος Ύμνος ωνομάσθη.
Άγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη
Ειπείν τη θεοτόκω το «χαίρε»
Και συν τη ασωμάτω φωνή
Σωματούμενόν σε θεωρών, κύριε,
Εξίστατο και ίστατο κραυγάζων προς αυτήν τοιαύτα:
Χαίρε, δι’ ής η χαρά εκλάμψει.
Ύμνος είναι το πρώτο ωλοκληρωμένον ποιητικόν σύστημα στο Βυζάντιον και Κανών το δεύτερον ποιητικόν εκκλησιαστικόν είδος, μεταγενέστερον από τον ύμνον και πιο σύνθετον απ’ αυτόν. Και τα δύο αυτά ποιητικά και μελικά ταυτοχρόνως είδη έχουν τα εξής χαρακτηριστικά: α) είναι γραμμένα σε ρυθμοτονικά μέτρα β) έχουν επενδύσει τον ρυθμικόν λόγον με μουσικόν μέλος ούτως ώστε να αποτελούν ένα αδιάσπαστο αρμονικόν σύνολον.
Χαίρε, δι’ ής η αρά εκλείψει.
Χαίρε, του πεσόντος Αδάμ η ανάκλησις.
Χαίρε, των δακρύων της Εύας η λύτρωσις.
Χαίρε, ύψος δυσανάβατον ανθρωπίνοις λογισμοίς
Χαίρε, βάθος δυσθεώρητον και αγγέλων οφθαλμοίς
Χαίρε, ότι υπάρχεις βασιλέως καθέδρα.
Πρέπει να σημειωθή μιλώντας δια τον Ακάθιστον Ύμνον και γενικά δια τους ύμνους, ότι έχομεν σχεδόν χάσει την μουσικήν των, κυρίως γιατί δεν μπορούμε να διαβάσωμεν τα παλαιά βυζαντινά μουσικά σύμβολα, με εξαίρεσιν τον Ακάθιστον. Κι ενώ κανείς ύμνος δεν σώζεται ολόκληρος –αφ’ ού από τον Ζ’ αι. και μετά άρχισε να παρακμάζη το είδος και να αντικαθίσταται από τον κανόνα- ο Ακάθιστος όχι μόνον σώθηκε αλλά και αγαπήθηκε από τους πιστούς όσο κανένα άλλο χριστιανικόν ποιητικόν κείμενον και ακούγεται κοντά 15 αιώνες τώρα και το σιγοψέλνουν εκατομμύρια επί εκατομμυρίων χείλη πιστών. Δεν ξέρομεν ούτε πότε εγράφη, ούτε πότε μπήκε στην λειτουργικήν πράξιν, ούτε σε ποια εορτή πρωτοχρησιμοποιήθηκε. Το πιθανότερον είναι να είναι ύμνος γραμμένος που να εψάλλετο την ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, που την παλαιάν εποχήν εωρτάζετο με τα Χριστούγεννα.
Χαίρε, ότι βαστάζεις τον βαστάζοντα τα πάντα.
Χαίρε, αστήρ εμφαίνων τον ήλιον.
Χαίρε, γαστήρ ενθέου σαρκώσεως.
Χαίρε, δι’ ής νεουργείται η κτίσις.
Χαίρε, δι ής προσκυνείται ο πλάστης.
Χαίρε, νύμφη ανύμφευτε.
Από την άλλην ο Ιωσήφ ο υμνογράφος ζεί στον Θ’ αι και είναι ο πολυγραφώτερος απ’ όσους γνωρίζομεν. Ετίμησεν με την ποίησιν του όλους τους μέχρι της εποχής του αγίους και τις εορτές μς έναν ή περισσότερους κανόνες. Όμως Ο ίδιος δεν ήταν μελωδός, δεν είχε το χάρισμα της μουσικής εμπνεύσεως και γι’ αυτό εδανείζετο τα μέλη από τους μεγάλους μελωδούς των κανόνων. Ανάμεσα στις άλλες εορτές εποίησεν και κανόνα για να τιμήση την εορτήν κατά την οποίαν εψάλλετο ο Ακάθιστος Ύμνος.
Χριστού βίβλον έμψυχον εσφραγισμένην σε πνεύματι
Ο μέγας αρχάγγελος, αγνή, θεώμενος
Επεφώνει σοι. «Χαίρε, χαράς δοχείον,
Δι’ ής της προμήτορος αρά λυθήσεται».

Αδάμ επανόρθωσις, χαίρε, παρθένε θεόνυμφε,
Του άδου η νέκρωσις, χαίρε, πανάμωμε,
Το παλάτιον του πάντων βασιλέως.
Χαίρε, θρόνε πύρινε του παντοκράτορος.
Ο Ιωσήφ έκανε μιαν νέαν ποιητικήν δημιουργίαν, ισάξια του Ύμνου, που σήμερα μας επιβάλλεται πιο πολύ με την ποικιλίαν της μελωδίας της. Διότι εν ώ ο Ακάθιστος απώλεσεν την μελωδίαν και σήμερον μόνον ραψωδείται υπό των ιερέων, αυτός αν και δανεισθείς το μέλος υμνεί και ψάλλει με απερίγραπτον τρόπον και κάλλος τους χαιρετισμούς και τον ενθουσιασμόν που αποπνέει ο Ακάθιστος Ύμνος.
Ρόδον το αμάραντον, χαίρε, η μόνη βλαστήσασα.
Το μήλον το εύοσμον, χαίρε, η τέξασα.
Το οσφράδιον του μόνου βασιλέως.
Χαίρε, απειρόγαμε, κόσμου διάσωσμα.

Αγνείας θησαύρισμα, χαίρε, δι’ ής εκ του πτώματος
Ημών εξανέστημεν. Χαίρε, ηδύπνοον
Κρίνον, δέσποινα, πιστούς ευωδιάζον,
Θυμίαμα εύοσμον, μύρον πολύτιμον.




Στα παλάτια του Πρωτέα


ποίημα του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-



-το παρόν αφιερούται εις όλους εκείνους
τους αυτόχειρες της πατρίδας μας, που
απονενοημένοι, προτίμησαν να
αναλάβουν το κόστος της αμαρτίας αυτής,
λόγω του ότι δεν αντέξαν να βλέπουν τον
αργό θάνατό τους, που κάποιοι τους
επιδαψιλεύσαν στανικώς.

Σαν βούτηξε εκεί στα καθαρά νερά
με μια πέτρα στο λαιμό του,
έκλεισε επώδυνα τα μάτια του
κι άρχισε να ζή το όνειρό του.

Νεράιδες της θάλασσας πολλές
αμέσως γλυκά τον εσηκώσαν
και τραγουδιστά, ονειρικά
μ’ ένα μαγικό φιλί τον εσώσαν.

Κι όλες μαζί μεσ’ τα μπουγάζια
άρχίσαν να τον οδηγουν στον Πρωτέα,
στα παλάτια του εκεί στα βάθη,
στων ωκεανών των, τον αρχιερέα.

Κολώνες αρχαίων ολυμπίων ρυθμών
και γυμνόστηθες σειρήνες,
με χαμόγελα εσώτερα τον σπρώχναν,
στου παλατιού των τους πυρήνες.

Ο Πρωτέας σαν εκείνον είδε,
τον έβαλε να καθίση δίπλα του,
φωνάζοντας πλάσματα του βυθού
να υπακούν σε κάθε ρήτρα του.

Και καθότανε και χαιρότανε εκεί
δίχως έγνοια του τον ανύπαρκτο χρόνο
σαν άλλοτε ο βασιλιάς Δυσσέας
στου Φαίακ’ Αλκινόου το θρόνο.

Και μέσ’ την απέραντη παραζάλη
και τα ονειρικά τοπία του βυθού
ένοιωθε πως εκεί του ήρμοζε
να ζή κάλλιο από γεννησιμιού

Το τραγούδι:



Παθολογία πολιτευμάτων (ΜΕΡΟΣ Ε’)

επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

Ι. ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΑ ΑΙΤΙΑ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ

Εις το Ε΄ βιβλίον των «πολιτικών» του ο Αριστοτέλης ομιλεί δια τας πολιτειακάς αλλαγάς, από ποία πολιτεύματα δηλαδή εκπηδούμε εις άλλα ή το ζήτημα του αιτήματος δια ισότητα, η φυσική εντολή, η τάσις δια διάκρισιν, η πολιτική διακήρυξις της ισότητος, το ίσον κατέχειν και ποίες οι αναλογίες αυτού. Η πόλις είναι διαρκώς εις πόλωσιν και ούτως υπάρχουν πάντοτε οι ζητούντες την ισότηταν και οι εναντίοι αυτών. Στην Σπάρτην υπήρχαν ως «όμοιοι» αλλά υπήρχεν και ομοιοκρατία;
Εις τηνουσίαν υπάρχουν οι γνώριμοι και οι αγνώτες, αυτοί που διακρίνονται, οι γνωστοί και οι άσημοι. Όπως εις τα άτομα υπάρχουν και οι δυο τύποι ανθρώπων απ’ αυτούς έτσι και εις τας πολιτείας. Υπάρχουν οι ίσοι αλλά και οι περισσότερο ίσοι μεταξύ των πολιτών. Εάν έλθη σύγκρουσις και υπάρχει το όντι ισοσθένεια τότε η πόλις θα καταστραφή. Όμως είτε οι ολίγοι νικήσουν και καταστή ολιγαρχία είτε οι πολλοί  και γίνει δημοκρατία η ισορροπία θραύει και η concordia ordinum παυεί να υφίσταται. Ωστόσο μια μορφή πολιτεύματος και εις τοιαύτην περίπτωσιν, ως μορφή παρεμβάσεως θα υφίσταται και τότε.
Η αταξία , ήτοι η αταξική κοινωνία είναι τι το αδιανόητον. Οι σοσιαλιστές δεν ανεγνώρισαν τον πρώτον εξ αυτών τον Πλάτωνα ως πρόγονό των. Με τον Αριστοτέλη έχομεν πραγματισμόν ως απομυθοποίησιν του μύθου. Η ιστορία διδάσκει ότι κάθε εποχή αναγνωρίζει διαφορετικόν «τίμιον», καθ’ ό υπερέχουν οι εκάστοτε γνώριμοι, άλλοτε δηλαδή έχομεν τον πλούτον, άλλοτε και σπανίως την αρετή. «Τίμιον» είναι ότι ο Νούς ένειμεν ως πλέον πολύτιμον δια μιαν συγκεκριμένην εποχή και άρα τούτο , αφ’ ού ο νούς τίει, εκτιμά, το τίμιον καθιερώνεται, αποδίδεται υπό των εκάστοτε αρχόντων.
Εις την πολιτείαν συνήθως οι έχοντες κάπως αρετήν δεν επιθυμούν την αρχήν. Εν τέλει δυνάμεθα να έχομεν 36 δυνατάς μεταβάσεις από τα 6 βασικά πολιτεύματα. Οι περιπτώσεις αυξάνονται διότι εκτός των βασικών πολιτειακών μορφών υπάρχουν και οι παραλλαγές. Θα έφταναν αυτές τελικώς τας 158, όσες περιγραφές πολιτευμάτων έγραψεν και ο Αριστοτέλης; Άγνωστον. Η παθολογία του Αριστοτέλους ομοιάζει με ένα ισοσκελές τρίγωνον ένθα η «Πολιτεία» είναι ένα τραπέζιον εν τω μέσω αυτού. Προς τα άνω έχομεν μορφάς ολιγαρχίας εν ώ προς τα κάτω δημοκρατίας.
Προκειμένου λοιπόν να μην έλθωμεν εις ημαρτημένας μορφάς δέον να λαμβάνωμεν υπόψη την αριθμητικήν ισότητα, την αρχήν της πλειοψηφίας αλλά και την αξία των ανθρώπων. Οι άνθρωποι είναι άνισοι μεταξύ των και απαιτείται υποχώρησις των υπερεχόντων και ανύψωσις των υποδεεστέρων. Αύτη είναι η εκ των μέσων συγκείμενη «Πολιτεία». Παραδείγματα της κατά μόριον αλλαγής των πολιτευμάτων δυνάμεθα να αναλογισθώμεν την Σπάρτην πως ήτο επί εποχής ένθα εβασίλευεν ο Παυσανίας και πως επί εποχής Λυσσάνδρου ή την ύπαρξιν βουλής εις την Επίδαμνον κάτι ως μέσον μεταξύ ενός άρχοντος και του πλήθους.

ΙΑ. ΕΚ ΤΙΝΩΝ ΑΙ ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΙ ΜΕΤΑΒΟΛΑΙ

Εναντίωσις εις τι το νόμιμον αποτελεί στάσιν. Απαιτείται η ψυχική προετοιμασία, η έφεσις δια να προχωρήση τις εις τι τοιούτον. Στασιάζουν οι εφιέμενοι, επειδή νομίζουν ότι έχουν λιγότερα απ’ άλλους αλλά και εκείνοι οι οποίοι νομίζουν τους εαυτούς των υπέρτερους και όμως είναι ίσοι ή έλαττοι  των άλλων.
Σύγκρουσις επέρχεται τότε βάσει του «πλεονεκτείν» πέραν του νομίμου, τι όπερ δίδει υπεροχήν και εξούσιαν ανηθίκως. Οι πλέον αδικαιολόγητοι είναι οι δεύτεροι εκτός κι αν διακρίνονται τω όντι εξ αρετής. Εις τας συγκρούσεις αι επιδιώξεις είναι το κέρδος, η τιμή και τα αντίθετα αι συνέπειαι δια τους ηττημένους, ήτοι η ατιμία και η ζημία. Άπαντα συμπτύσσονται εις τον όρον «τίμιον». Εις τούτο ως όρον συγκλίνουν το κέρδος, η τιμή, η ύβρις, ο φόβος, η υπεροχή, η καταφρόνησις και η αύξησις παρά το ανάλογον (παράλογον κέρδος). Το «τίμιον» είναι το ηθικόν, το πνευματικόν, το οικονομικόν, το πολιτικόν ενάρετον μέγεθος.

ΙΒ. ΑΝΑΛΥΣΙΣ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ

Αι στάσεις απορρέουν εκ του υβρισμού των αρχόντων, των αρχών και των πλεονεκτούντων, εκ της κλοπής εκ των κοινών. Εκ της διογκώσεως της δυνάμεως κάποιου πάνω απ’ τα όρια τα ανεκτά της πόλεως, διότι ασφαλώς εκάστη πόλις και πολιτεία επιτρέπει μέχρις ενός ορίου την «τιμήν» των πολιτών της. Η υπεροχή τινών επιτρέπει την ανάπτυξιν της μοναρχίας ή της δυναστείας. Δια τούτο και μερικοί συνηθίζουν να «οστρακίζουν», όπως η Αθήνα και το Άργος. Καλύτερον όμως κατά τον Αριστοτέλην του οστρακισμού ει΄ναι η εποπτεία και η πρόβλεψις ώστε αν υπάρξη υπεροχή κάπου να επέλθη ταχέως η ίασις.
Έχομεν από την μια κάποτε τους αδικηκότας και από την άλλην τους φοβουμένους να μην αδικηθούν οι οποίοι και στασιάζουν βουλόμενοι να προφθάσουν την αδικίαν και να μην αδικηθούν εν τέλει. Η τόλμη τελικώς νικά τον φόβον και επισωρρεύεται εις άλλους…

(συνεχίζεται)


Ὁ «ἀφορισμὸς» τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντη


«Οι αρχιερείς και η επανάστασις του 1821»

 
Του 
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου



Τὸ δεύτερο βιβλίο τοῦ Πέτρου Γεωργαντζῆ φέρει τὸν τίτλο Ὁ“ἀφορισμὸς” τοῦ ἈλεξάνδρουὙψηλάντη, (σελίδες 310), καὶ ἀσχολεῖται μὲ τὸν «ἀφορισμὸ», ποὺ ἐξέδωσε τὸ Πατριαρχεῖο, γιὰ τὸν ὁποῖον ὑπάρχουν μερικοὶ ποὺ κατηγοροῦν τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Γρηγόριο Ε´. Τὸ σημαντικὸ αὐτὸ βιβλίο διαιρεῖται σὲ δύο μέρη. Τὸ πρῶτο ἔχει τίτλο: «ἱστορικὴ διερεύνηση τοῦ “ἀφορισμοῦ” τοῦ Μαρτίου 1821», καὶ τὸ δεύτερο μέρος τιτλοφορεῖται «ἐκκλησιαστικὸκανονικὴ διερεύνηση τοῦ “ἀφορισμοῦ”». Στὰ δύο αὐτὰ μέρη τοῦ βιβλίου ὑπάρχουν διάφορα κεφάλαια, τὰ ὁποῖα δίνουν πολλὲς πληροφορίες καὶ προσφέρουν πολύτιμο ὑλικὸ γιὰ τὴν κατανόηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ παρατηρηθῆ εἶναι ὅτι ὁ συγγραφεὺς τοῦ ἀξιόλογου αὐτοῦ βιβλίου θέτει πάντοτε τὴν λέξη «ἀφορισμὸς» μέσα σὲ εἰσαγωγικά, γιατί δὲν ἀποδέχεται ὅτι τὸ κείμενο ποὺ ἐξεδόθη ἦταν ἀφοριστικό, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ θὰ ἐκτεθοῦν ἐν συντομία. Στὸ βιβλίο αὐτὸ δίνονται πάρα πολλὰ στοιχεῖα γύρω ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ δεδομένα, τὰ ὁποῖα ὁδήγησαν στὴν ἔκδοση αὐτοῦ τοῦ «ἀφορισμοῦ». 
 


Ο εθνικός χαρακτήρας της ελληνικής επαναστάσεως (ΜΕΡΟΣ Ε’)



Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-




Από το Πατριαρχείο άρχισε, η αργή αλλά σταθερή οργάνωσις του ελληνισμού. Εκεί είχαν συγκεντρωθεί, στη συνοικία Φανάρι της Κων/πόλεως, όπου ευρίσκετο το Πατριαρχείο, πολλοί από τους παλαιούς βυζαντινούς άρχοντες, που δεν είχαν φύγει στην Δύση και εκεί πρωτοσχηματίσθηκε η κοινωνική ομάδα των αρχόντων, που είναι γνωστοί με το όνομα «Φαναριώτες». Μέσα από το Πατριαρχείο, που είχε και δικαστικές αρμοδιότητες, για ωρισμένες από τις διαφορές των Ελλήνων, εκπορεύτηκαν οι πρώτες ελληνικές ελπίδες για προστασία απέναντι στην αυθαιρεσία των Τούρκων, για να σταματήση το παιδομάζωμα, για να προστατευθή το δικαίωμα των υποδούλων να ζήσουν. Μέσα από την κοινωνικήν ομάδα των φαναριωτών πρωτοεξεπήδησαν κάποιες εμπορικές δραστηριότητες, η παιδεία και κυρίως η πρόσβασις στον τουρκικόν κρατικόν μηχανισμόν.


Η ΝΥΧΤΑ ΤΩΝ ΚΡΕΜΑΣΜΕΝΩΝ

ποίημα του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-




Κάποιο σκυλί μακρυά μεσ’ το σκότος
Με πόνο και παράπον’ αλυχτούσε.
Ο αγέρας δυνατός, αγέρωχος
Ψυχρός κι αδυσώπητος λυσσομανούσε.

Σε κάθε δένδρο ψηλό και αεικοίμητο
Μια ψυχή χανότανε πικρά.
Γέμισαν οι συνοικίες κ’ η πολιτεία
Όλη, κορμιά κρεμασμένα οικτρά.

Ο θάνατος ως ήχος αηδιαστικός σφύριζε
Μέσα απ’ τα ντουβάρια των σπιτιών.
Το δρεπάνι του Χάρου θέριζε φοβερά
Κεφάλια αθώα, αθώων πολιτών.

Και καθώς ο αποκρουστικός αγέρας
Συνέχιζε να γδέρνει αιματοβαμμένες καρδιές
Οι κρεμασμένοι πηγαινοέρχονταν
Απάνω στις ξεφτισμένες απ’ όνειρα θηλιές.


Το τραγούδι:



Ο εθνικός χαρακτήρας της ελληνικής επαναστάσεως (ΜΕΡΟΣ Δ’)



Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-





«Οι Έλληνες εξεγειρόμενοι μαζικά εναντίον του καταπιεστή τους –του σουλτάνου- θα ήταν δυνατόν να συγκριθούν με τους καρβονάρους, με τους Ιταλούς συνωμότες, που ο τσάρος Αλέξανδρος μισούσε το «ιακωβίνικο» τους πνεύμα και ζητούσε την συντριβή τους στις συνεδριάσεις του Λάυμπαχ; Κανένας δεσμός δεν είχε υπάρξει ποτέ μεταξύ των τριών χερσονήσων της Μεσογείου. Οι Έλληνες δεν είχαν κανέναν πράκτορα στην Ιταλία, ούτε στην Ισπανία. Το δημοκρατικόν πνεύμα δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτούς. Αν αποκτούσαν την ελευθερία, θα ζητούσαν πιθανόν από την Ευρώπη έναν βασιλιά. Σ’ αυτούς το θρησκευτικό και εθνικόν ζήτημα είχεν την πρώτη θέσιν»
(Ιω. Καποδίστριας)


Η ιδέα της απελευθερώσεως

Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-


Οι πρόγονοί μας και κατά τους πλέον σκοτεινούς χρόνους της δουλείας ποτέ δεν έστερξαν την τύχην των ούτε και επίστευσαν ότι η σκλαβιά των θα είναι παντοτινή. Αντιθέτως ευθύς μετά την πτώσιν της Βασιλευούσης, η ιστορική μνήμη του έθνους, που είχεν διαποτισθή δια της συνεχούς παραδόσεως 3.000 ετών –αφ’ ού ενισχύθη και από τους σχετικούς με την Άλωσιν θρύλους- εγέννησεν την ελπίδαν της Αναστάσεως, όπως πολύ ζωηρώς την εκφράζει ο λαϊκός θρηνωδός με την πασίγνωστον δέησιν του:
«Σώπασε, Κυρά Δέσποινα, και μην πολυδακρύζης.
Πάλι με χρόνια, με καιρούς, πάλι δικά μας θάναι»
Οι υπόδουλοι είχον σαφή συνείδησιν περί της κοινής των καταγωγής, θρησκείας και γλώσσης, αλλά και περί της ιδεαλιστικής υπεροχής της Ορθοδοξίας απέναντι του Ισλάμ. Αυταί αι παραδόσεις από γενεάς εις γενεάν εσφυρηλάτησαν ενιαίον το εθνικόν φρόνημα και εγαλβάνισαν την ψυχήν του Γένους με τον πόθον της ώρας του Λυτρωμού.
Και ήτο τόσον δυνατός ο πόθος εκείνος και τόσον άσβεστον το μίσος εναντίον του κατακτητού, ώστε και όταν απετύγχανον αι κατά καιρούς εξεγέρσεις, όχι μόνον δεν κατελάμβανε τους υποδούλους προγόνους ημών απογοήτευσις, αλλά η πίστις της ελευθερώσεως εστάλαζεν εις την τραυματισμένην ψυχήν των γλυκύ το βάλσαμον της προσδοκίας και της υπομονής.
Ο θάνατος του τελευταίου αυτοκράτορος έμεινε ζωντανή παράδοσις εις το στόμα του λαού μας. Ο «μαρμαρωμένος βασιλιάς», ο οποίος δεν απέθανεν, αλλά εκοιμάτο, θα εξύπνα την ημέραν της αναστάσεως του Έθνους και «με το σπαθί στο χέρι» θα εξεδίωκεν τους μισητούς τυράννους έως τα βάθη της Ασίας, την Κόκκινην Μηλιάν.
Έτσι το Γένος κατά τους ζοφερούς αιώνας της δουλείας εγαλουχείτο με την «Μεγάλην Ιδέαν», ότι δηλαδή η πτώσις της Κων/λεως δεν ήτο το τέλος της Ιστορίας του, αλλά η απαρχή νέων αγώνων προς επανίδρυσιν της Ελληνικής Αυτοκρατορίας εις όλην της την δόξαν.


Η ανάμνησις της θυσίας του Αβραάμ

(Τη Κυριακή της Δ’ Εβδομάδος των Νηστειών)
Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-
  
«Ξύπνα και γροίκησε, Αβραάμ, εκείνο
Όπου θέλει, Αφέντης οπού προσκυνού
Και τρέμουν οι αγγέλλοι. Θυσίαν άξαι
Και καλήν την σήμερον ημέρα.
Θέλει ο θεός και πεθυμά εκ τη δική σου
Χέρα. Δεν θέλει πλιό θυσίες αρνιώ ουδέ
Πράματα σφαγμένα, μα μια θυσία
Πεθυμά μεγάλην από σένα»
(Βιτσέντζου Κορνάρου, η θυσία του Αβραάμ, 5-10)

«Λάβε τον θιόν σου τον αγαπητόν, όν ηγάπησας, τον Ισαάκ και ανένεγκέ μοι αυτόν εις ολοκάρπωσιν εφ’ έν των ορέων, ών αν σοι είπω…Και λαβών ο Αβραάμ τον Ισαάκ απήει». Η υπόθεσις είναι γνωστή εκ της Γενέσεως και εκ του κρητικού θεατρικού έργου του Κορνάρου, το οποίον και αποκαλούμεν ημείς οι φιλόλογοι «μυστήριον». Μεταξύ όμως της Γραφής και του Κρητός ποιητού του ιζ αι. παρεμβάλλεται ο κατά τον στ’ αι. γραφείς ύμνος του Ρωμανού του μελωδού και συν αυτώ εμμέσως μια ολόκληρη αυτοκρατορία με βαθιά ποτισμένον εντός της του αισθήματος της πίστεως. Ο Αβραάμ πριν ανέλθη εις το όρος αλλά και κατά την ώραν της θυσίας, ζεί ένα δράμα.
Έν αρχή ο Αβραάμ βασανίζεται με την ανθρώπινην αδυναμίαν της υστεριφημίας που θα αφήση φονέως και ουχί πατρός, ανισορρόπου ανδρός, εκστάντος των φρενών, λόγω γήρατος. Κατόπιν τον παίρνει το παράπονον πως θα σκοτώση το παιδί που εσπαργάνωσεν, την ελπίδα των γηρατείων του, αυτόν που θα του έκλεινε κατά τον θάνατον τα βλέφαρα. Και μέσα σ’ όλα αυτά έρχεται και ο φόβος της αντιδράσεως της συζύγου. Ποια μάνα θ’ αφήση το παιδί της να σφαγιασθή; Ο Αβραάμ φέρεται συγκινούμενος και σχηματίζων εν εαυτώ τας αντιρρήσεις της Σάρρας, τας οποίας εν τούτοις δεν αφίει να κάμψουν την ευσεβήν καρδιάν του. Στην Γένεσιν ουδείς ρόλος ανετέθη εις την μητέρα Σάρρα. Αλλά ήτο δυνατόν ένας ποιητής σαν τον Ρωμανό να μην συμβιβάση την πιστότητα της ιεράς παραδόσεως με την ανθρώπινην ψυχολογίαν και να μην αποδώση το δράμα μιας μητέρας; Το μοιρολόι και το ξέσπασμα της Σάρρας δια τον Ισαάκ εις τον ύμνον του Ρωμανού, φανταστικώς ούτως όπως ο Αβραάμ εφαντάσθη τας αντιρρήσεις της είναι από τα πλέον συγκινητικά της εξάρσεως των μητρικών αισθημάτων του ανθρωπίνου πόνου.
Ιδού τι φαντάζεται ο γέρος Αβραάμ να του λέγη, ικετεύουσα να σφάξη αυτήν πρώτα και ύστερα το παιδί των: «Μη λείπη με και λύπη κτείνη με, σου αιτώμαι. Ροπήν εμού απόστηθι! Τούτον αγκάλαις λαμβάνω εγώ, πόνον γαστρός μου, κορεσθήναι γαρ ζητώ. Ει χρήζει θυσιών ο καλέσας σε, λάβη πρόβατον. Οίμοι τέκνον Ισαάκ, ει κατίδω σου επί γής αίμα εκχυνόμενον. Μη γένοιτο. Φονεύση με πρώτον, είθ’ ούτως σε φονεύσει. Πρό σου την τεκούσαν, μετ’ αυτήν σε τον τόκον».
Μήπως όμως το παιδί ηταν μόνον ιδικόν της; Ήτο και του Αβραάμ, αλλά ο θεός είναι ο ισχυρότερος των όλων. Τα υπόλοιπα μας τα παρουσιάζει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος εναργέστερα. «Και έθηκεν τα ξύλα επί τους ώμους του Ισαάκ και λαβών πύρ και μαχαίραν ανέβη επί το όρος…ο σοφός πρεσβύτης ποιεί βαστάζειν το θύμα τα ξύλα, ίνα το τύπον έχη του τον σταυρόν βασταζόντος Σωτήρος». Όπως ο Ισαάκ εφορτώθη τα ξύλα και εβάδισεν προς την θυσίαν εν γνώσει του πατρός Αβραάμ, ούτως και ο Σωτήρ Ιησούς Χριστός έλαβεν τον σταυρόν του κατ’ εντολήν του Πατρός Αυτού. Και ιδού όλον το νόημα έμπροσθεν των οφθαλμών ημών. Όλοι, και οι πατέρες της εκκλησίας και οι υμνογράφοι και οι νεώτεροι ποιηταί εβάλθησαν να δείξουν τον ανθρώπινον πόνον, την βαρείαν ψυχικήν καταρράκωσιν των γονέων που τους εδόθη εντολή να σφαγιάσουν οι ίδιοι τον μονάκριβον υιόν των. Και τω όντι πονά κανείς αντικρύζων τον πόνον του Αβραάμ και της Σάρρας. Ας συλλόγισθή όμως κανείς τον πόνον του ιδίου του Πατρός και Θεού ημών να θυσιάση τον μονάκριβόν υιόν του, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν δια την σωτηρίαν μας. Ας ιδή τον πόνον του Αβραάμ και ας αναλογισθή την θυσίαν του ιδίου του θεού, πόσον απέραντος και άνευ ανθρωπίνου λογικής είναι εν συγκρίσει μεταξύ των. Διότι και ο Αβραάμ εν τέλει δεν επροχώρησεν εις την θυσίαν του, διότι ο Θεός φιλεύσπλαχνος ών δεν τον άφησεν αλλά ο ίδιος εθυσίασεν τον υιόν Του στον σταυρόν αν και μπορούσε απείρως να μην το πράξη ποτέ. Τοσούτως μας ηγάπησεν.Ταύτην την ευαγγελίαν τυγχάνει να εορτάζωμεν την σήμερον ομού, την αναγγελίαν ότι ο Θεός συγκατατέθη να γίνη άνθρωπος, και την άπειρον αγάπη του Πατρός και Θεού να άρη τας αμαρτίας του κόσμου ημών.
Και προχωρούσαν ο Αβραάμ και ο Ισαάκ μόνοι προς τον τόπον του μαρτυρίου και λέγει ο παίς τω πατρί αυτού: «Πάτερ ιδού το πύρ και τα ξύλα. Πού εστι το πρόβατον το εις ολοκάρπωσιν;» δια να του απαντήση εκείνος «Ο Θεός όψεται εαυτώ πρόβατον». Λέγει δια τούτο ο ιερός Χρυσόστομος: «Φαντάσου τι έπαθεν εσωτερικώς ο Αβραάμ. Πως δεν του εκόπησαν τα γόνατα; Πώς δεν του διελύθησαν τα μέλη; Παρ’ όλα αυτά «έλαβεν την μάχαιραν τη δεξιά χερί, ίνα σφάξη τον υιόν αυτού».
Δεν υπάρχουν λόγια με τα οποία να μπορεί κανείς να ειπή τα γεγενημένα ταύτα. Πού βρήκε δύναμη αυτό το χέρι να υψωθή, πώς δεν έπεσε αυτόχρημα κάτω ως μη δυνάμενο να πράξη ουδέν, ή πώς δεν έπεσε κάτω το μαχαίρι; Πώς δεν συνετρίβη όλος και δεν κατέρρευσεν ο Αβραάμ; Πώς ηύρεν δύναμιν να ιδή τον Ισαάκ δεδεμένον σαν αρνί; Πώς δεν έπεσεν κάτω νεκρός αίφνης; Πώς τα νεύρα του τον υπηρέτησαν; Υπάρχει άρα γε κανείς να φαντασθή την σκηνήν και να εξηγήση που ηύρεν την δύναμιν αυτήν ο Αβραάμ ή να περιγράψη τα όσα εσωτερικώς εβίωνε; Ας φαντασθή λοιπόν κανείς και τον ίδιον τον Θεόν να βλέπη τον πολυαγαπημένον του υιόν και θεόν και αυτόν, να πάσχη επί του σταυρού χάριν της ανθρωπότητος. Ασύλληπτον το αισθάνεσθαι το πρώτον πόσον μάλλον το δεύτερον. Φρίττει ο νούς!
 Ο Αβραάμ κατώρθωσε και νέκρωσεν τον άνθρωπον μέσα του. Διεκαίγετο από θείον πύρ. Επεθύμησεν να είναι αρεστός εις τον θεόν με κάθε κόστος ως δούλος αυτού παρά να απολαύση την όποιαν πρόσκαιρην ανθρώπινη ευδαιμονίαν του κόσμου τούτου του πρόσκαιρου. Η πληρωμή του; «Ήλθεν άνωθεν φωνή ελέου και φιλανθρωπίας γεμούσα και επέχει τον πατριάρχην όλον εγκείμενον όντα και έτοιμον προς την σφαγήν και φησί : Αβραάμ, Αβραάμ μη επιβάλης την χείρα σου επί το παιδάριον». Η φωνή του θεού η γεμούσα θείου ελέους και φιλανθρωπίας.
Ο στίχος του ποιητού της κρητικής αναγεννήσεως Βιτσέντζου Κορνάρου εις την προμετωπίδα είναι καθ’ όλα αποκαλυπτικός. Δεν θέλει πλέον ο Θεός θυσίες αρνίων ούτε πράγματα εσφαγμένα, μα επιθυμεί θυσίες μεγάλες από εμάς. Και ποιες είναι αυτές; Το να απαρνηθώμεν τον πεπτωκότα άνθρωπον εντός μας. Εφ’ όσον τούτο δεν πραγματοποιείται δεν πρόκειται να έλθη και το θείον έλεος εφ’ ημάς. Δεν θυσιάζομεν τίποτα την σήμερον παρά μηδαμινά. Και νομίζομεν ούτως, ότι αξίζομεν τα καλύτερα δια να διάγη το ανθρώπινον σαρκίον μας ευτυχές. Είθε ο φιλεύσπλαχνος θεός να μην αξιώση, απαιτήση κατ’ εντολήν Του μεγάλην θυσίαν και είθε να μακροθυμήση σπλαχνισθείς την αδυναμίαν μας μέχρις ότου αναζητήσομεν αφ’ εαυτού ημείς το έλεος Του.


Ο εθνικός χαρακτήρας της ελληνικής επαναστάσεως (ΜΕΡΟΣ Γ’)



Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-





Η ΕΚΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΥΡΩΠΑΙΟΥΣ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΒΕΡΟΝΑΣ

«Δεκαοκτώ μήνες παρήλθον αφ’ ού η Ελλάς μάχεται κατά των εχθρών του χριστιανικού ονόματος. Όλαι αι δυνάμεις των μωαμεθανών κατηυθύνθησαν εναντίον της και η Ευρωπαϊκή Τουρκία, η Ασία και η Αφρική εξοπλίζονται αμιλλώμενοι προς αλλήλας δια να υποστηρίξωσι την σιδηράν χείραν την καταπιέσασαν τοσούτον χρόνον το ελληνικόν έθνος και τείνουσαν όλης εις το να το εξολοθρεύση. Αφ’ ής ήρχισεν ο πόλεμος, ύψωσεν την φωνήν η Ελλάς δια των νομίμων αντιπροσώπων της εξαιτουμένη την βοήθειαν, ή τουλάχιστον την ουδετερότητα των χριστιανικών δυνάμεων. Την σήμερον δε ότε συνέρχονται εις την ιταλικήν χερσόνησον οι δυνατοί δια να βάλωσιν εις τάξιν τα της Ευρώπης και συμβουλευθώσι πασιφανώς δια τα μεγάλα συμφέροντα της ανθρωπότητος και ότε όλα τα έθνη προσμένουσι απ’ αυτούς την διατήρησιν της ειρήνης, την εγγύησιν του δικαίου των εθνών και την διανομήν της δικαιοσύνης, η ελληνική κυβέρνησις ήθελε να παραβή το χρέος της, αν δεν εξέθετε και αύθις εις τους αυγούστους συμμάχους μονάρχας την κατάστασιν της Ελλάδος, τα δίκαιά της και τας νομίμους επιθυμίας της, καθώς και την σταθεράν απόφασιν όλων των πολιτών της του να τύχωσι δικαιοσύνης από τας ανθρωπίνους δυνάμεις, καθώς εύρον χάριν ενώπιον του ουρανίου βασιλέως του διέποντος τα βασίλεια του κόσμου ή να αποθάνωσιν όλοι χριστιανοί και ελεύθεροι… είναι πασίδηλον εις όλους τους έχοντας γνώσιν της Τουρκίας ότι οι Ελληνες δεν ημπορούσι ν’ αφήσωσι τα όπλα πριν κατακτήσωσι ή πριν απολαύσωσι τας εγγυήσεις υπάρξεως χωριστής, ανεξαρτήτου και εθνικής, εις την οποίαν και μόνην θα εύρωσιν την ασφαλείαν της λατρείας, της ζωής, της ιδιοκτησίας και της τιμής των… Αν δεν εγκαταλειφθώσι οι Έλληνες, όντες μεν αδύναμοι, θα ελπίσωσιν εις τον θεόν των δυνάμεων, αλλά καταρτιζόμενοι με την παντοδύναμον χείραν του δεν θέλουσι κλίνει τον αυχένα ενωπίον της τυραννίας, όντες χριστιανοί και καταδιωκόμενοι, διότι εμείναμεν πιστοί εις τον Σωτήρα μας και Βασιλέαν και Κύριόν μας. Θέλωμεν δε υπερασπίσει έως ενός την Εκκλησίαν του, τας εστίας μας και τους τάφους μας. Είναι δε ευτυχίαμας ή να καταβώμεν εις αυτούς ελεύθεροι και χριστιανοί ή να νικήσωμεν καθώς άχρι τούδε ενικήσαμεν δια μόνης της θείας δυνάμεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και δια της θείας Του βοηθείας».


Ο εθνικός χαρακτήρας της ελληνικής επαναστάσεως (ΜΕΡΟΣ Β’)



Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-





ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΟΥ ΛΑΥΜΠΑΧ

«Χρήσιμοι ή αναγκαίαι μεταβολαί εν τη νομοθεσία ή εν τη διοικήσει των επικρατειών πρέπον είναι να πηγάζωσιν εκ της ελευθέρας θελήσεως και της πλήρους πεποιθήσεως των θέοθεν την εξουσίαν εμπεπιστευμένων. Πάν ό,τι παρεκτρέπεται της αρχής ταύτης φέρει εξ ανάγκης τους λαούς εις αταξίαν, εις κλονισμούς και εις δεινά βαρύτερα παρ’ όσα προτίθεται να θεραπεύση. Οι άνακτες αισθανόμενοι βαθέως την αναλλοίωτον ταύτην αληθείαν, δεν εδίστασαν να κηρύξωσι παρρησία ότι σεβόμενοι τα δίκαια και την ανεξαρτησίαν όλων των νομίμων εξουσιών εθεώρησαν ως νομίμως μη υπάρχουσαν και ως μη συνάδουσαν προς τας αρχάς του δημοσίου δικαίου της Ευρώπης πάσαν λεγομένην μεταρρύθμισιν ενεργουμένην δι’ αποστασίας και δι’ όπλων. Ως τοιαύτης φύσεως εθεώρησαν όχι μόνον όσα συνέβησαν εν τοις βασιλείοις της Νεαπόλεως και Σαρδηνίας αλλά κι όσα –ήτοι τα της Ελλάδος- λαβόντα αρχήν εκ μηχανορραφίας επίσης εγκληματικής, αν και υπό πολλά διαφορετικάς περιστάσεις, κατέστησαν εσχάτως το ανατολικόν μέρος της Ευρώπης θέατρον απεράντων κακών».


Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σού


Απεστάλη Άγγελος Γαβριήλ, ουρανόθεν εκ θεού, προς παρθένον
αμόλυντον, εις πόλιν της Γαλιλαίας Ναζαρέτ, ευαγγελίσασθαι
αυτή του ξένου τρόπου την σύλληψιν. Απεστάλη δούλος ασώματος,
προς έμψυχον πόλιν και πύλην νοεράν, μηνύσαι Δεσποτικής παρουσίας
την συγκατάβασιν. Απεστάλη στρατιώτης ουράνιος, προς το έμψυχον
της δόξης Παλάτιον, προετοιμάσαι τω Κτίστη κατοικίαν άληκτον, και
προσελθών προς αυτήν εκραύγαζε. Χαίρε θρόνε πυρίμορφε, των τε-
τραμόρφων υπερενδοξοτέρα, Χαίρε καθέδρα, Βασιλική ουράνιε, χαίρε
όρος αλατόμητον, δοχείον πανέντιμον. Εν σοί γαρ πάν το πλήρωμα
κατώκησε, της θεότητος σωματικώς, ευδοκία Πατρός αϊδίου, και συ-
νεργεία του Αγίου Πνεύματος, Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά
Σού.


Ο εθνικός χαρακτήρας της ελληνικής επαναστάσεως (ΜΕΡΟΣ Α’)



Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-




«Η ιστορία, ω Έλληνες, εις ημάς είναι ως η όρασις
εις τους οφθαλμούς… Η ιστορία είναι ένας καθρέπτης αψευδής
των ανθρωπίνων πραγμάτων, δι’ αυτής φωτίζεται ο αμαθής
και ο στοχαστικός, δι’ αυτής προβλέπει σχεδόν τα
μέλλοντα…Η ιστορία είναι ο πλέον σοφός δάσκαλος εις
τους ανθρώπους οπού αγαπώσι να μάθωσι την αληθείαν
και μάλιστα οι νύν Έλληνες οπού τοσαύτην έχουν
χρείαν…»

«Ελληνική Νόμαρχία» Ανωνύμου Έλληνος


Το συνέδριον της Βιέννης (Σεπ. 1814- Ιουν. 1815) συγκέντρωσε όλους τους ευρωπαίους ηγεμόνες νικητές του Ναπολέοντος. Αυτοί έπρεπε να οργανώσουν την νέαν ευρωπαϊκήν τάξιν, σύμφωνα με τα νέα δεδομένα που προέκυψαν από την Γαλλικήν Επανάστασιν και τους πολέμους και την ήττα του Βοναπάρτη. Με εξαίρεσιν την Αγγλία, που ενδιαφερόταν δια την ενίσχυσιν της θέσεώς της εις το θαλάσσιον εμπόριον, οι ισχυροί του Συνεδρίου ήταν εκφραστές της αντεπανάστασης. Ο τσάρος της Ρωσίας, ο βασιλεύς της Πρωσίας και ο αυτοκράτορας της Αυστρίας.


Εωσφορικά φληναφήματα εγωπαθείας (ΜΕΡΟΣ Β’) (τελευταίον)

Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

«τούτο γαρ παρέξει λήθην
εν ψυχαίς, αμελετησία μνήμης
αναμιμνησκομένους
έξωθεν υπ’ αλλοτρίων τύπων
ουκ ένδοθεν αυτούς υφ’ αυτών»
(Πλάτων, Φαίδρος, 274c-275b)




Ό,τι συγκρατεί κατά τον Ηράκλειτο την ενότητα του σύμπαντος είναι ο Λόγος. Ο Λόγος είναι ο νόμος του Όντος, η συνεκτική και ρυθμιστική, η συνθετική και συμφιλιωτική ουσία του κόσμου. Δεν είναι τυχαίον ότι ο Ηράκλειτος αρχίζει με το απόσπασμα το αναφερόμενον στον Λόγο το βιβλίον του, όπως πεντακόσια χρόνια αργότερα ο απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης.




Ραγιάδες (ΜΕΡΟΣ ΣΤ’) (τελευταίον)

Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

Παρ᾿ ὅλον ὅτι ἡ πολιτειακὴ καὶ πολιτικὴ ἡγεσία οὐσιαστικὰ δὲν ἐνδιαφέρονται ὄχι μόνον γιὰ τὸ θεῖο ἔλεος, ἀλλὰ ἀκόμη οὔτε καὶ γιὰ τὴν δημιουργία φιλελλήνων καὶ καθημερινῶς ἀπογοητεύουν τοὺς Ἕλληνες καὶ μὲ τὴν ὅλη ἀπρεπέστατη συμπεριφορά τους «κλείουν» τὰ στόματα τῶν σημερινῶν ἁγνῶν καὶ ἀνιδιοτελῶν φιλελλήνων, ἐν τούτοις ἐμεῖς πρέπει νὰ συστρατευθοῦμε νὰ διαφωτίζωμε τοὺς πάντες, ἰδίως νὰ ἐνθαρρύνωμε τοὺς ἁπανταχοῦ φιλέλληνες νὰ ἐπεμβαίνουν καὶ νὰ μᾶς συντρέχουν.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΟΥ
ΙΩΣΗΦ ΧΙΟΥΜ,
ΕΝΟΣ ΑΛΛΟΥ ΦΙΛΕΛΛΗΝΟΣ





«Αυτός ο φιλέλλην είχε κάνει πολύν θόρυβον πως είχεν υπηρετήσει τα συμφέροντα της Ελλάδος από την αρχή του αγώνα της. Ήταν πλούσιος σκοτσέζος, ακουστός και δραστήριος επιχειρηματίας. Μόνιμο μέλος της ελληνικής Επιτροπής. Για την αγνότητα των ελατηρίων ενός τέτοιου ανθρώπου δεν μπορούσε να υπάρχει αμφιβολία. Άμα άνοιξαν οι εγγραφές για το ελληνικό δάνειο, ο κος Χιούμ έγραψε το όνομά του για ομολογίες 10.000 λιρών με 59% τόκο λέγοντας πως θα τις κρατήσει αδιαφορώντας αν έπεφτε ή ανέβαινε η τιμή τους. Σε λίγο οι ομολογίες πέσανε. Ο κος Χιούμ άρχισε να υπολογίζει την χασούρα. Ήταν σοβαρή. Οι ομολογίες πέφτανε ραγδαία. Με ποιο πρόσχημα να πουλήση; Αυτό τον δυσκόλευε.


Ξαφνικά προφασίζεται πως οι αντιπρόσωποι τον προσέβαλαν σε κάποια αποστολή και ανακοινώνει την απόφασί του να πουλήση. Οι αντιπρόσωποι ταραγμένοι χρησιμοποιούν κάθε τρόπον για να τον καλμάρουν, διαβεβαιώνοντάς τον πως δεν είχαν καμμία πρόθεσιν να τον θίξουν. Ο κος Χιούμ είναι αδιάλλακτος. Η τιμιότητά του εθίγη από την είδησι «τα ελληνικά χρεώγραφα πέφτουν» και τον παρακίνησε να ξεπουλήση με απώλεια 1.600 λιρών, προς μεγάλη ζημία της ελληνικής πίστης στην αγορά.


Μα σε λίγο τα ελληνικά χρεώγραφα ανεβαίνουν και φθάνουν στο άρτιο. Αμέσως η ευαισθησία για την τιμιότητά του εξαφανίζεται. Γρήγορα ηρέμησε και σκέπτεται πώς να ξαναπάρη πίσω τις 1.600 λίρες. Πρότεινε να του πληρώσουν το ποσόν αυτό οι αντιπρόσωποι. Αυτοί μένουν κατάπληκτοι μα από φόβο μην χάσουν έναν άνθρωπο σαν τον Χιούμ, τον σοβαρόν επιχειρηματία της Επιτροπής που γνωρίζει καλά την πραγματική κατάστασι και τις προσδοκίες της Ελλάδος και που η δημόσια αποχώρησί του από την υπόθεσιν θα ζημίωνε πολύ τον αγώνα, ζυγιάζοντας τα όλα αυτά και ξέροντας πόσο κι αυτοί οι ίδιοι ευρίσκονταν έξω από τον σωστό δρόμο, πληρώνουν τον κον Χιούμ και χρεώνουνε την χασούρα που έπαθε, κερδοσκοπώντας στα ελληνικά ομόλογα…


Θα έπρεπε να ξεσκεπαστούν κάτι τέτοια γεγονότα, όχι μοναχά στο Λονδίνο μα παντού όπου οι Έλληνες ζήτησαν βοήθεια. Μα κι αυτά που έχουν ειπωθεί για την φτωχιά Ελλάδα είναι αρκετά για να κοκκινίζη όποιος αποκαλείται φιλέλληνας



ΜΕΝΤΕΛΣΟΝ-ΜΠΑΡΤΟΛΔΥ
«ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗς ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ»

«Τους Έλληνες απεσταλμένους στο Λονδίνο για το δάνειο την άνοιξη του 1824 βοήθησε η ευνοϊκή σύμπτωσις ότι την εποχή εκείνη συγκινούσε τον εμπορικόν κόσμον της Αγγλίας ο πόθος υπερποντίων επιχειρήσεων. Ένα δεύτερο δάνειο που εγκρίθηκε στις αρχές του 1825, έδωσε στην κυβέρνησιν Κουντουριώτη 2 εκατ. Λίρες. Από τα χρήματα αυτά εννοείται λίγα έφτασαν στην Ελλάδα. Οι δυο Έλληνες αντιπρόσωποι έπεσαν στα νύχια των εγγλέζων σαράφηδων, που κατάφεραν να τους ξεγελάσουν. Τα δάνεια συμφωνήθηκαν προς 59% και 55,5% και στα χέρια των Ελλήνων έφτασαν από το μέν πρώτο κάπου 300.000 λίρες και από το δεύτερο των 2 εκατομμυρίων κάπου 600.000! Τα υπόλοιπα κρατήθηκαν σαν μεσιτικά, προμήθειες, τόκοι, χρεωλύσια και όπως αλλιώς ονομάζονται συνήθως τά άτιμα μέσα με τα οποία οι τραπεζίτες καλύπτουν τα κέρδη των και εκμεταλλεύονται την αμάθεια του πλήθους. Ανάγκη υπήρξεν άλλως τε να μοιραστούν δώρα σε φίλους της Ελλάδος που προσέφεραν σπουδαίες υπηρεσίες, να κρατηθούν οδοιπορικά, ναύλοι και να πληρωθούν εφημερίδες»!


ΕΠΙΜΥΘΙΟ

Θα κλείσωμε με τα λόγια του εθνικού μας ποιητού αφ’ ού άφωνοι διαβάσαμε το τι έγινε, τι γίνεται και τι θα γίνεται εν όσω διοικούν άνθρωποι δίχως αγάπη δια το έθνος των:
«Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι αγαπημένε,
Πάντοτε ευκολόπιστε και πάντα προδομένε».
Διον. Σολωμός.  

ΤΕΛΟΣ





Η δέουσα φιλοδοξία ενός πρωθυπουργού


Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

«Εφ’ όσον η εθνική ψυχή
παραμένει άκαμπτος
και εις το βάρος αυτής
ανθεί η ελπίς,
τίποτε δεν εχάθη»
Χαρ. Τρικούπης

Ο Χαρ. Τρικούπης (1832-1896) υπήρξεν μια από τις εγκριτότερες πολιτικές προσωπικότητες της νεωτέρας Ελλάδος. Εκυβέρνησεν την χώρα από τω 1892 ως τω 1895 με κάποια διαλείμματα και η προσφορά του στον τόπον ήτο αναμφιλέκτως πολύ σημαντική, εν ώ το πέρασμά του από την πολιτικήν σκηνή άφησε ανεξίτηλην σφραγίδα. Ο Τρικούπης ωραματίσθη μιαν ανορθωμένη και ισχυρήν Ελλάδα και το όραμα αυτό προσπάθησε να το υλοποιήση στην διάρκειαν της πολυκύμαντης πολιτικής σταδιοδρομίας του.
Ο καθηγητής Παύλος Καρολίδης στο συμπλήρωμα που έγραψε στην ιστορία του Κ. Παπαρηγόπουλου, ως θαυμαστής του Τρικούπη, γράφει γι’ αυτόν:
«Ο Χαρ. Τρικούπης είχεν πολιτικήν μεγαλόφρονα, μεγαλεπήβολον, εν πολλοίς δε και πεφωτισμένην». Η πολιτική του Τρικούπη ήτο τω όντι εξαιρετικώς υπερήφανη και εις πολλά σημεία υπήρξεν αληθώς πρωτοπόρα και προοδευτική. Αυτήν την υπερηφάνεια, την πρωτοπορεία σκέψης και το φώς της προοδευτικότητος δεν φαίνεται πως διαθέτει κανείς από τους συγχρόνους πολιτικούς. Ποιά ήταν όμως η φιλοδοξία του Τρικούπη, πώς θεωρούσε αυτός την εξουσίαν, ποιος ήτο ο μόνιμος στόχος του, τι έκαμε δια την επίτευξιν αυτού του στόχου και ποιοι τον στήριξαν εν τέλει στην πραγμάτωσιν αυτού του σκοπού; Άπαντα ταύτα συνοπτικώς μας τα διδεί ο Π. Καρολίδης.
«Ο Τρικούπης ουδεμίαν είχεν φιλοδοξίαν άλλην πλην του μεγαλουργείν υπέρ της πολιτείας». Μοναδική του φιλοδοξία ήτο να επιχειρή και να πραγματώνη μεγάλα και σπουδαία έργα προς χάριν της πατρίδος του. «Την εξουσίαν την εθεώρει, έργου καιρόν, κατά την αθάνατον Περίκλειον ρήσιν», ήτοι η πολιτική εξουσία εθεωρείτο υπ’ αυτού ως «ευκαιρία» δια καρποφόρα κοινωφελήν δράσιν, όπως και ο ολύμπιος Περικλής, που πίστευε πράγματι πως η εξουσία πρέπει ν’ αποτελή ευκαιρία δια γόνιμην και ωφέλιμη δράσιν του πολιτικού, προς χάριν της πατρίδος του.
Σταθερόν ιδανικόν του ήτο να εκσυγχρονίση το ελληνικόν κράτος, να το καταστήση μεγάλο και ισχυρόν και να το προετοιμάση δια την απελευθέρωσιν των υπολοίπων περιοχών του, που στέναζον ακόμη υπό τυραννικόν ζυγόν. «Διηνεκώς προς ένα διηυθύνετο πολικόν αστέρα εν τη όλη αυτού πολιτεία, να καταστήση δηλονότι το Ελληνικόν κράτος συγχρονισμένον, μέγα, ισχυρόν και πλούσιον εν ταυτώ δε να το παρασκευάση προς πραγμάτωσιν του μεγάλου αυτού προορισμού».
Για την επίτευξιν του υψηλού αυτού στόχου αφιέρωσεν απλόχερα όλες του τις δυνάμεις, συνεπικουρούμενος από τις εκλεκτότερες κοινωνικές δυνάμεις του τόπου. «Προς τον υψηλόν τούτον σκοπόν αφιερώσας αφειδώς πάσας τας ηθικάς και πνευματικάς δυνάμεις, παρακολουθούμενος δε εις πάν αυτού βήμα παρά της ανεπτυγμένης τάξεως και της υγιεστέρας κοινωνικής μερίδος της χώρας εξ ής εσχηματίσθη βραδύτερο και ο νεώτερος πολιτικός πυρήν».
Ούτως μπόρεσε να επιχειρήση πολλά έργα που απετέλεσαν σοβαρές μεταρρυθμίσεις δια την εποχήν του και συνέβαλαν στην προετοιμασία της χώρας δια την μελλοντικήν της πορείαν. Βάσει αυτών ας στοχασθή νυν ο καθείς από εμάς, ποιαί είναι αι φιλοδοξίαι των συγχρόνων πολιτικών, τι θεωρούν αυτοί πως είναι η εξουσία, ποιοι είναι οι στόχοι των, τι κάμανε δια να τους πετύχουν ή τι δεν πράξανε καλύτερα και ποιοι τους στήριξαν όλα αυτά τα χρόνια ίνα φθάσωμεν εδώ που φθάσαμε. Δεν θα μείνη τίποτε άλλο να πράξη ύστερα από μια τοιαύτη θλιβερά σκέψι παρά να αναφωνήση στεντορείως και με αγανάκτησιν: «Αντί τοιούτων Γουλιμήδες»[1]


[1] Ο Τρικούπης είπεν την φράσιν «ανθ’ ημών ο Γουλιμής» όταν έχασε την βουλευτικήν του έδρα στο Μεσολόγγι (εκλογές 1895) και τις κέρδισε ένας άσημος πολιτικός αντίπαλος του ο Γουλιμής.


Παθολογία πολιτευμάτων (ΜΕΡΟΣ Δ’)

επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

Η. ΠΛΑΤΩΝΟΣ «ΝΟΜΟΙ»

Εις αυτό το έργο του ο Πλάτων κάμνει μιαν γενικήν επισκόπησιν όλου του ανθρωπίνου βίου, ώστε να παρατηρηθούν όλων των ειδών οι πολιτείες. Συζητούν ένας Κνώσιος, ένας Λακεδαιμόνιος κι ένας Αθηναίος δια το ποία πρέπει να είναι η καλυτέρα πολιτεία. Εις τα 100 εκατομμύρια έτη βίου του ανθρωπίνου γένους επραγματοποιήθησαν πολλές πολιτείες είναι το συμπέρασμα της συζητήσεως. Πρωτίστως υπήρξεν ο εν τοις όρεσι βίος και η πατριαρχία. Υστέρως η εν ταις υπωρείαις αριστοκρατία των δυναστειών, μετέπειτα η δημοκρατία των πεδιών και η συνένωσις υπό τινος μονάρχου εις έθνος. Αύτη η άποψις εις αντίθεσιν με όσα λέγονται στην «Πολιτεία» δεν δηλοί κατάπτωσιν του ανθρωπίνου γένους αλλά τινά βελτίωσιν, μετά του εκάστοτε τιμήματος ασφαλώς.
Ο Αθηναίος ελέγχει τους ακράτους τυράννους βασιλείς του Άργους, της Μεσσήνης και υστέρως το δυοίν βασιλεύειν της Σπάρτης και ευρίσκει τούτο ως το έσχατον πάνυ δόκιμον πολίτευμα, συμπεριλαμβανομένου υπόψη και το ότι υπήρχαν εις αυτά και ο θεσμός των γερόντων και της εφορείας. Αντιθέτως οι βασιλείς των Περσών κρίνονται αφ ενός ωφέλιμοι, αφ’ ετέρου καταστροφικοι, όπως δια παράδειγμα ο Κύρος Β’ και Δαρείος Α από την μια αλλά και οι Καμβύσης και Ξέρξης απ’ την άλλη.
Δέον είναι να επέλθη ένα μείγμα δημοκρατίας και τυραννίας, ωσαν τας κυβερνήσεις των υπωρείων παλαιά, διότι εις την δεσποτείαν, ως των Περσων, ο ένας μισεί τον άλλον εν ώ εις την δημοκρατίαν ο καθείς πράττει ό,τι θέλει, με σύνέπειαν οι πρώτοι των πολιτών να ζητούν να προστατευθούν από ξένους και μισθοφόρους, εν ώ οι έσχατοι αυτών να πάσχουν από ελευθερικότητα και άρα ασυδοσίαν.
Το καλύτερον μοντέλον διακυβερνήσεως αυτό της Κρήτης, ήτοι η ύπαρξις 5.040 οίκοων, 37 νομοφυλάκων και προσοχή να μην επέλθη αυξομείωσις.

Θ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ

Ο Αριστοτέλης έζησεν το 1/3 του βίου του σπουδάζοντας. Υπήρξεν άπολις και μέτοικος εις πολλάς πόλεις. Ίσως εκ τούτου να ήθελεν να ορίση καλώς ποιος δύναται να οναμασθή άξιος πολίτης και ποία αξία πολιτεία. Υπήρξεν ο πρώτος επιστήμων, εγνώρισεν τας πλατωνικάς θεωρίας και εγένετο ο ιδρυτής του «Λυκείου», εν Αθήναις.
Έγραψεν τα πολιτικά του και 158 περιγραφάς υπαρκτών πολιτευμάτων. Εμείς διαθέτομεν την «Αθηναίων πολιτείαν» του και αποσπάσματα από τα μισά. Το Ε’ βιβλίον των Πολιτικών του, ομιλεί δια την παθολογίαν. Λέγει ότι ο πολίτης ενδύεται το ήθος της πολιτειακής του ζωής. Άρα εκ της πολιτείας δέον να κάμνωμεν την αρχήν. Υπάρχουν τρείς ορθοί τύποι πολιτευμάτων (Βασιλεία, αριστοκρατία, Πολιτεία) και τρείς εξ αυτών παρεκβάσεις, παρεκκλίσεις (Τυραννία, Ολιγαρχία, Δημοκρατία). Οι πολιτείες δέον να φροντίζουν ολοθέρμως να μην εκπέσουν εις τας παρεκβάσεις των. Εάν όμως το πάθουν τούτο ποτέ, το φάρμακον είναι η παλινόρθωσις, προς το αντίστοιχο ορθό πολίτευμα. Το σχήμα δεικνύει ότι η τυραννίς είναι υποδιεστέρα της δημοκρατίας, αλλά και ότι η βασιλεία καλυτέρα της αριστοκρατίας.
Η «Πολιτεία» είναι ένα εκ των τριών ορθών πολιτευμάτων και δηλώνει την πόλωσιν των ολίγων και των πολλών με την στήριξιν της πολιτείας από τους εις την μέσην ευρισκομένους. Τούτο εστί το κατ’ εξοχήν πολίτευμα, ένθα όλα στοχεύουν εις το τέλειον και την ευδαιμονίαν. Η Πολιτεία συντείνουσα, ενισχυμένη οδηγείται εις την Αριστοκρατία, την διακυβέρνησιν των αρίστων, των αξίων και την βασιλείαν, του ενός φιλοσόφου άρχοντος. Ανιάτουσα, αδυνατούσα όμως εκπίπτει εις τας παρεκβάσεις.

(συνεχίζεται)


Ραγιάδες (ΜΕΡΟΣ Ε’)

Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-


Εἴμεθα μὲν εὐγνώμονες εἰς τὰς δυνάμεις,
διότι ἔσωσαν ἡμᾶς· ἀλλ’ ἡμεῖς οὐδένα ἀπεβάλομεν,
 οὐδένα διακρίναμεν ἡμῶν αὐτῶν
ἐμοιράσαμεν μετὰ τῶν ἄλλων συναδελφῶν τὸν ἄρτον
μας ἐν πολέμω πεινῶντες, καὶ γυμνητεύοντες εἴχομεν
 ἡμεῖς τὰς ἀρχάς,
ἐν εἰρήνη τὰς κατέλαβον αὐτοί ἤδη δὲ
 ὅσοι πολυειδῶς ἠγωνίσθησαν τήκονται ὑπὸ τῆς πείνης.
Δὲν ἀποβάλλομεν οὐδένα, ὅλοι ἔτωσαν ἴσοι μὲ ἡμᾶς…
ἐπειδὴ ἐκεῖνοι ἐπὶ πολυετίαν κατέσχον τὰ πράγματα
πρέπει, ἤδη νὰ παραχωρήσωσι καὶ εἰς ἡμᾶς τοῦτο.
(Μακρυγιάννης)





Συνεχίζει ο Άγγλος Howen: «Όσα όμως ειπώθηκαν είναι αρκετά, για να μας διαφωτίσουν και να δείξουν πως η επιτροπή του Λονδίνου αμέλησε αφάνταστα το καθήκον της και πως πολλά από τα μέλη της κερδοσκοπούσαν σε βάρος της δύστυχης Ελλάδος! Το πρώτο δάνειο για 800.000 λίρες είχαν διαπραγματευθεί με τόκον 59%, το δεύτερο, 2.000.000 λίρες προς 55,5%. Το καθαρό ποσό των δυο δανείων έφτανε τα 6 εκατομμύρια 600 χιλιάδες δολάρια. Απ’ αυτά η Ελλάς πήρε μονάχα κάπου 2 εκατομμύρια δολάρια. Τι γίνανε τα υπόλοιπα;»


Εδώ δύναται να γελάση ή να κλαύση κανείς… «οι αντιπρόσωποι ζούσαν την μεγάλη ζωή και δεν δίνανε λογαριασμό σε κανέναν. Μερικοί της επιτροπής του Λονδίνου είχαν κάνει κάποιον έλεγχον για την χρησιμοποίησιν του δανείου, μα δεν είχαν καμιάν διάθεσι να ικανοποιήσουν την περιέργεια του κοινού. Μα οι ομολογιούχοι και όσοι είχαν ανακατευθεί με το δάνειο διαμαρτύρονταν έντονα και ζητούσαν να αποδοθή λογαριασμός. Γι’ αυτό αναγκάστηκαν στο τέλος να παρουσιάσουν έναν μπαλωμένο λογαριασμό, μ’ ένα σωρό αντιφάσεις και χωρίς αποδείξεις».


Άφωνος μένει ο αναγνώστης. Τι απ’ όσα περιγράφονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο δεν περιγράφουν και την ανάλογη σύγχρονη πραγματικότητα; Ποιος είπε ότι η ιστορία δεν περιγράφει το σήμερα; Χρειάζεται να μάθη κανείς πού πήγαν τα τόσα ευρωπακέτα και εξωτερικά δάνεια; Και αν αναλογιστή κανείς ότι αυτά συνέβαιναν την δεκαετία του 1820 και επαναλαμβάνονται σχεδόν δυο αιώνες μετά τι πέρα από θλίψι, οργή και αγανάκτησιν θα νοιώση; Αμέσως η επαναστατούσα ψυχή επιζητεί λύσιν.


Η πρώτη λύσις, το πρώτον βήμα για απομάκρυνσι από το αδιέξοδο, από τον βάλτον που έχουν οδηγήσει οι πολιτικοί την χώραν τόσους αιώνες πια έχει συντελεστεί. Είναι η αφύπνισις, ο διαφωτισμός, αυτό που λέει ο Κοραής «Τίνας απατώσι οι πλάνοι; Όσους η απαιδευσία έκαμεν εύκολους να πλανώνται»


Ιδού κύριοι ποια είναι η ρίζα του κακού. Ημείς αφέθημεν εις την απαιδευσίαν μας και ευρήκαν πρόσφορον έδαφος οι άδικοι και οι κλέπτες να μας αδικήσωσι και να μας πλανούν. Αφήσαμεν την ψυχήν μας να καθεύδη στην ψεύτικην ευμάρειαν των υλικών αγαθών, που ωσαν κόκαλα και ψίχουλα μας έρριπταν οι πλάνοι εκ του μεγάλου συμποσίου τους και απωλέσαμεν τον σκοπόν μας. Εγέρθητε ουν οι κεκοιμημένοι!




ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ ΤΟΥ 1825
-ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΩΣΑΝ ΤΟΥΣ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΟΥΣ

Ο Τζων Μπόουριν, ποιητής, φιλάνθρωπος και φιλλέλην ήταν στην γραμματεία της ελληνικής Επιτροπής στο Λονδίνο και σ’ αυτήν την δουλειά εργάστηκε πραγματικά σκληρά (θα δούμε γιατί παρακάτω, πάντως όχι προς ζημίαν του)! Η αλήθεια είναι πως έκανε πολλές επιδείξεις με ασήμαντες αγαθοεργίες για την υπόθεσιν της ελευθερίας και της καταπιεζομένης ανθρωπότητος.


Είχε όμως και κάποιον λόγον για να τα κάνη αυτά. Το λιγότερο έπρεπε να πάρη δημόσιον έπαινο γιατί δεν πληρώθηκε. Ω όχι! Ήθελε να έχη την ικανοποίησιν πως υπηρέτησεν την Ελλάδα εθελοντικά. Τη συνείδησίν του δεν την βάραινε η σκέψις πως πήρε έστω κι ένα δολάριο από την πάσχουσα Ελλάδα. Είχε κιόλας κερδίσει 50.000 δολάρια από τον πόλεμο στην Ελλάδα αρκετά νόμιμα.


Τώρα θέλησε να βγάλη χρήματα κερδοσκοπώντας με τις ελληνικές ομολογίες. Γι’ αυτό τοποθέτησε 25.000 λίρες σε ελληνικά χρεώγραφα, με την ελπίδα πως θα ανέβουν σύντομα. Δυστυχώς γι’ αυτόν μέσα σε λίγες ημέρες πέσανε. Ο Μπόουριν πανικοβλήθηκε μην πέσουν περισσότερο. Τρέχει λοιπόν στους αντιπροσώπους και με παρακάλια και μαρτυρίες για τις πιστές υπηρεσίες του στην Ελλάδα, για την από μέρους τους σκληρότητα να τον αφήσουν να καταστραφή και να καταντήση να ζητιανεύη με την φαμίλια του μόνον και μόνον από αφοσίωσί του στην Ελλάδα, ζητά από τους αντιπροσώπους να πάρουν πίσω τις ομολογίες που τις είχε αγοράσει μόνο και μόνο για να κρατηθή ψηλά η πίστη του δανείου.


Οι αντιπρόσωποι είναι αδύναμοι, αρκετά εγκληματίες για το έθνος των και παίρνουν τις πεσμένες ομολογίες από τα χέρια του, χρεώνοντάς τες στο άρτιο στην ελληνική κυβέρνησιν. Ο κος Μπάουριν αναπνέει, σώθηκε από την καταστροφή, μπορεί τώρα να συνεχίση τις αφιλοκερδείς υπηρεσίες του στην αγαπημένη του Ελλάδα.

(συνεχίζεται)




Η αρχαία και μέση στωική φιλοσοφία

επιμελεία του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-

Στον μαθητή του Αρίστωνα που τον ρώτησε
 Κάτι με τρόπο
 προκλητικό..
- Ασφαλώς ο πατέρας σου
 μεθυσμένος σε γέννησε!

Στο φλύαρο
 νεαρό
-Τ΄αυτιά σου γλύστρισαν
στη γλώσσα σου.


-Τίποτε δεν είναι απρεπέστερο
 από την αλαζονεία,
ειδικά στους νέους

-Δεν πρέπει ν΄ απομνημονεύουμε μόνο λέξεις
 και φράσεις
αλλά να ασκούμε το μυαλό μας
 και να απομνημονεύουμε τα ωφέλιμα.


Ρωτήθηκε
 τι είναι φίλος?
-ένας άλλος εαυτός μας!
(Ζήνων)

Η επικριτική στάση των κυνικών έδωσε το πιο σημαντικό φιλοσοφικό σύστημα, που επρόκειτο να γίνη το κοσμοθεωρητικό θεμέλιο για πολλούς Έλληνες και Ρωμαίους, τη Στοά. Σ’ αυτή, από μια πλούσια φιλοσοφική παράδοση συνενώθηκαν διάφορα στοιχεία σ’ ένα σύστημα που δεν ήταν στέρεο, αλλά έδινε ένα θαυμάσιο πλαίσιο για τις αυστηρές ηθικές απαιτήσεις της Σχολής. Πολλά οφείλει στον Ηράκλειτο: κεντρική έννοια του συστήματος της είναι ο Λόγος (= το λογικόν του κόσμου), η Πρόνοια, η Ειμαρμένη, η Φύσις, ο Θεός.
Η Ηθική και το μέτρο είναι κεντρικά σημεία της στωικής διδασκαλίας. Στο θέμα της ελευθερίας της απόφασης του ανθρώπου, οι Στωικοί εισήγαγαν την έννοια της «συγκατάθεσης»: η πραγματική αιτία των αποφάσεων δεν βρίσκεται στο ερέθισμα το οποίο δεχόμαστε απ΄έξω (ειμαρμένη του στωικού Λόγου), αλλά στην δική μας ελεύθερη στάση. Τη στωική αυτή ψυχολογία την παρέστησε ο Σενέκας. Κι ο Πλούταρχος, στο βίο του Κοριολάνου, μας δείχνει πως, με την βοήθεια των στωικών, υπεράσπιζαν τον Όμηρο πάνω στο θέμα αυτό.
Τέλος, με την έννοια του κοσμοπολιτισμού οι στωικοί γκρέμισαν φραγμούς αιώνων: κάθε άνθρωπος, Έλληνας ή βάρβαρος, ελεύθερος ή δούλος, είναι λογικό όν, και όλος ο κόσμος είναι πατρίδα. Τα ιστορικά γεγονότα του σχηματισμού μεγάλων κρατών συνδέονται μ’ αυτήν την φιλοσοφική σκέψη.
Ζήνων: από το Κίτιο της Κύπρου, στην Αθήνα από τω 312, όπου δίδασκε στην Ποικίλη Στοά. Είχε πολλούς μαθητές και έγραψε πολλά.
Κλεάνθης: από την Άσσο, άνθρωπος με ακέραιο ήθος, διαδέχθηκε στην διεύθυνσι της Στοάς τον Ζήνωνα, του οποίου υιοθέτησε με θέρμη την διδασκαλία κι έδωσε την ωραιοτέρα διατύπωσι της στωικής ευσεβείας στον «Ύμνο στο Δία». Παρά το γεγονός ότι ήταν η πιο ελκυστική προσωπικότητα της Στοάς, δεν ήταν αυτός που θα επέβαλε την στωική διδασκαλία.
Χρύσιππος: από τους Σόλους της Κιλικίας. Ήταν αυτός που στήριξε την Στοά και εθεωρείτο ήδη από τότε ο επανιδρυτής της. Πολυγραφότατος (850 έργα), με πλούσιο ακροατήριο στο Λύκειο, όπου δίδασκε στο ύπαιθρο.
Εκάτων: 2ος αι., έγραψε μιαν συλλογή «Χρειών», όπου αντιπροσωπευόταν και ο Ζήνωνας.
Παναίτιος: από την Ρόδο. Μ’ αυτόν αυνδέεται μια καινούργια ζωή της σχολής. Μερικοί αρχίζουν μ’ αυτόν στην «Μέση Στοά». Ανέλαβε την διεύθυνσι της Στοάς ατα 129. Εκτός απ’ την Αθήνα έμεινε και στην Ρώμη, όπου έγινε φίλος του Σκιπίωνα και διέσωσε την στωική αντίληψι εκεί. Ο Κικέρων στο έργο του «De officiis» ακολουθεί το κύριον έργον του Παναιτίου «Περί καθήκοντος». Η επίδρασί του οφείλεται στο ότι άφησε την αυστηρότητα και τον δογματισμό της παλαιάς Στοάς και με στάση ανοικτή προς την παγκοσμιότητα έλαβεν υπόψη τα δεδομένα της ζωής και της φύσης του ανθρώπου.
Ποσειδώνιος: από την Απάμεια της Συρίας. Μαθητής του Παναιτίου στην Αθήνα. Ταξίδεψε κι αυτός στην Ρώμη. Ως δάσκαλος εγκαταστάθηκε στην Ρόδο. Πέθανε τω 51π.Χ. Στις πάνω από δυο δωδεκάδες τίτλων, που έχουμε, φαίνεται, κοντά στο φιλόσοφο, και ο φυσιοδίφης και ο ιστοριογράφος. Στο γιγαντιαίο έργο του «Ιστορία η μετά Πολύβιον» διαπραγματεύθηκε την ιστορία από τω 145/44 έως τω 85.
Η σκιαγράφησις της προσωπικότητος του έγινε φιλολογικό πρόβλημα. Απ’ αυτόν ξεκίνησε μια σημαντική επίδραση στην πνευματική ζωή. Συνέδεσε άλλη μιαν φορά την φιλοσοφία με τους επιστημονικούς κλάδους κι αγκάλιασε όλα τα θέματα. Αφήνοντας την θέση της παλαιότερης Στοάς και του Παναιτίου, θεωρεί την ψυχή ως έχουσα ηλιακήν αρχήν και ξεχωριστήν ύπαρξη. Γενικά υποχωρούν σ’ αυτόν η Λογική και η Ηθική.
Ούτε ο Παναίτιος ούτε ο Ποσειδώνιος επηρέασαν τον χαρακτήρα της Στοάς για την κατοπινή εποχή, γιατί η σκέψις των τράβηξε δικούς της δρόμους.
Άλλοι στωικοί: Μνήσαρχος, Δάρδανος (μετά τον Παναίτιο), Διόδοτος (έζησε κοντά στον Κικέρωνα), Αντίπατρος, Αθηνόδωρος (κοντά στον Κάτωνα, που έγινε παράδειγμα στωικής συμπεριφοράς, «τιμητής») και Άρειος ο Δίδυμος (στα χρόνια του Αυγούστου).


Ραγιάδες (ΜΕΡΟΣ Δ’)


Άρθρον του
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡ. ΚΑΤΣΟΥΛΗ
-φιλολόγου-


Κατ’ αρχάς εξιπάσθην, ογλήγορα όμως
 εφιλιωθήκαμεν και ελπίζω να του κοστίση η φιλία μου.
Είπαμε πολλά, εκείνος με την ιδέαν
ότι έχει ραγιάδες τους Έλληνας
και εγώ με την ιδέαν ότι είμεθα ελεύθεροι.
(Από επιστολή του Καραϊσκάκη προς τον Κολοκοτρώνη,
 σχετικά με συνάντησή του με τον Κιουταχή)






Στα αρχεία της Ελληνικής παλιγγενεσίας Α, σελ 157-158 κανείς διαβάζει συγκινημένος τον αριθμόν 9 του κώδικος των νόμων που εθέσπισεν το βουλευτικό σώμα της προσωρινής διοικήσεως της Ελλάδος στις 8-4-1822, τα εξής: «Επειδή, εφ’ όσον φαίνεται μεγαλυτέρα η επιμονή του εχθρού προς κατόρθωσιν των αδίκων και ανοσίων σκοπών του, επί τοσούτον οφείλομεν και ημείς θαρρούντες εις την θείαν αντίληψιν, εις το δίκαιον του επιχειρήματος και εις τας προτυτέρας μας τύχας, να διπλασιάσωμεν την προθυμίαν μας και να δείξωμεν εις τον εχθρόν και εις όλον τον κόσμον, ότι απεφασίσαμεν να θυσιάσωμεν το πάν, δια να υπερασπισθώμεν την πίστιν, πατρίδαν, ελευθερίαν, τιμήν, τα υπάρχοντα και την ιδίαν μας την ύπαρξιν».



Εδείχθη εις τα προηγούμενα μέρη του άρθρου τούτου, ότι η Ελλάς ευρίσκεται ωσάν εις πόλεμον και προ του κινδύνου της εξαφανίσεως άπαντες απεφάσισαν να συνδράμωσι την προσπαθείαν της σωτηρίας της, εκουσίως εισφέροντες, ό,τι έχουσι εκ του περισσεύματός των προκειμένου να ανορθωθούν τα δημόσια οικονομικά της χώρας, άτινα κι έχει ανάγκη η χώρα δια την αντιμετώπισιν του εχθρού! Ηννοήθη, ότι υπάρχει και σήμερα εχθρός εκ του οποίου απειλείται η Ελλάς και σαφώς εδηλώθη ότι δεν πρόκειται δια τον οθωμανόν κατακτητήν όπως παλιά αλλά δια τον εσωτερικόν εχθρόν της κακής διοικήσεως, αυτών που όπως λέγει ο Κοραής είναι οι άδικοι, οι κλέπτες και οι πλάνοι.


Εδείχθη επίσης ότι εκείνες οι δραματικές ώρες της παλιγγενεσίας πολύ ομοιάζουσι με τις σημερινές δύσκολες καταστάσεις, όπου το έθνος προσπαθεί να ορθοποδήση οικονομικώς. Στο παρόν μέρος και εις όσα ακολουθήσουν θα ομιλήσωμεν δια τον σοβαρόν τρόπον εξοικονομίσεως εσόδων του κρατικού μηχανισμού, τόσον τότε, όσον και την σήμερον, αυτόν του εξωτερικού δανεισμού δια να δειχθή πάλι τόσο η ομοιότης των στιγμών, όσο και η ύπαρξις ανθελλήνων εντός της πατρίδος.



ΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ

Η σύναψις δανείων στο εξωτερικόν συνδέεται  με την εξωτερικήν πολιτική. Από την πλευρά της χώρας, που ενθάρρυνε τους τραπεζικούς κύκλους του εξωτερικού δια την χορήγησιν δανείων, η απόφασις εκείνων ν’ ανταποκριθούν σήμαινε ενεργόν ενδιαφέρον δια τις εξελίξεις στον ελληνικόν χώρον και απετέλει προεγγραφή δια μελλοντικάς σχέσεις όχι βεβαίως αφιλοκερδείς.


Είναι εμφανές ότι εννοείται πως όταν μια χώρα, επειδή έχει ανάγκη από χρήμα καταφεύγει στην ξένην βοήθεια εκ προοιμίου γνωρίζει ότι εάν αυτή παρασχεθή, αυτοί οι δανειοδότες ευθύς μέλλουσιν να έχουν άμεσον ενδιαφέρον δια την πορείαν και την διοίκησίν της και αποφάσεις της, με άλλα λόγια αμέσως τίθενται ως συγκυβερνήτες της νόμιμης εκλεγμένης κυβερνήσεως πού έλαβεν το δάνειον, αφ’ ού έχουν έννομον συμφέρον να προασπισθούν τα συμφέροντά των.


Τω 1824 και 1825 δύο δάνεια χορηγήθησαν από αγγλικές τράπεζες, το πρώτο υπεγράφη δια ονομαστικόν κεφάλαιον 800 χιλιάδες λίρες και το δεύτερον δια 2 εκατομμύρια λίρες. Στις ελληνικές κυβερνήσεις περιήλθεν μέρος μόνον από τα χρήματα των δανείων. Τα υπόλοιπα παρακρατήθηκαν δια τόκους, προμήθειες κι άλλες δαπάνες! Πολλές υπήρξαν οι επικρίσεις δια τους επαχθείς όρους των δανείων και την διασπάθησίν των από τας κυβερνήσεις των ετών 1825-1826. Το χειρότερον όμως ήτο, ότι δια τα δάνεια αυτά υποθηκεύτηκαν τα λεγόμενα εθνικά κτήματα, πράγμα που δυσχέρανε πολύ την εσωτερική πολιτικήν ζωή. Αδρανούσε κάθε κίνησιν δια αποκατάστασιν ακτημόνων, αγωνιστών, αλυτρώτων αδελφών. Έτσι έχανε το κράτος την δυνατότητα να αυξήση τα εισοδήματά του από την εκποίησιν των κτημάτων και την αύξησιν της παραγωγής.

 

Η ΣΠΑΤΑΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ

Ο Samuel Howe (από το περιοδικόν «ιστορική επιθεώρησις», τεύχος Οκτ., 1971, σελ 73-76) λέγει: «Τίποτα δεν μπορει να περιγράψη την δίκαιη απορία της Ελλάδος, που διόρισεν κυβερνητικόν αντιπρόσωπον, τον κον Σπανιολάκη, δια να πάη στο Λονδίνο, να ιδή πού πήγε αυτό το τεράστιον ποσό. Άμα έφτασε αυτός στο Λονδίνο, βρήκε να τρώγωνται μεταξύ των τα εκεί μέλη της Ελληνικής Επιτροπής, οι ομολογιούχοι και οι Έλληνες αντιπρόσωποι. Στον τύπον δημοσιεύονταν κατηγορίαι και αντεγκλήσεις που ξεσκέπαζαν αισχρήν παραμέλησιν του καθήκοντος, καταχρήσεως και ολοφάνερες κλεψιές σε τέτοιον βαθμόν, που φυσικά όπου και να γινόταν, θα ‘ταν αίσχος με πολύ περισσότερον εδώ, που τα χρήματα αυτά χρειάζονταν δια την σωτηρίαν ολοκλήρου του έθνους. Και όλα αυτά έγιναν από ανθρώπους που στο στόμα των είχαν συνεχώς τας λέξεις ελευθερίαν, πατριωτισμός, φιλανθρωπία και φιλελληνισμός. Ακόμα το κοινό δεν έχει ιδέαν δια την αδιάντροπην σπατάλην ενός μεγάλου μέρους του δανείου και για τις απειράριθμες καταχρήσεις που γίνανε».


Για να διακόψωμε λίγο την διήγησιν του Άγγλου ερευνητού, μέγιστην απορίαν γεννιέται αυτομάτως εις τον καθέναν. Είναι δυνατόν σε μιαν τοιαύτην περίστασιν του έθνους, να υπήρξαν πολιτικοί που επρόδωσαν το καθήκον των δια ίδιον όφελος; Και αν το έκαναν τότε, που ο εχθρός ακόμα ήταν στα πατρικά χώματα, υπάρχει κανείς τόσον αφελής που να πιστεύη, ότι στην σύγχρονην εποχήν, οι συνάψεις δανείων από την κάσταν των πολιτικών, γίνονται δίχως όργια καταχρήσεων και κλεψιάς, αφ’ ού ουδείς κίνδυνος υπάρχει εξωτερικός; Με άλλα λόγια αν τότε συνέβαιναν αυτά επί των εξωτερικών δανεισμών, τώρα πια τι γίνεται; Πόσον μεγαλύτερον είναι το αίσχος αυτών; Μπορεί κανείς να διανοηθή; 


(συνεχίζεται)