«Άθεοι, μαλλιαροί και ανήθικοι στο Παρθεναγωγείο»



«Άθεοι, μαλλιαροί και ανήθικοι στο Παρθεναγωγείο»

Στις αρχές του 20ού αιώνα στο Βόλο, μια πόλη που αποτέλεσε μια από τις κοιτίδες του ελληνικού εργατικού κινήματος κι όπου παράλληλα κινούνταν σημαντικοί διανοούμενοι, ξεκίνησε το πρώτο μεγάλο πείραμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα. Στην πόλη-βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο ιδρύθηκε το 1908, με τη βοήθεια φωτισμένων αστών και διανοουμένων, ένα Πρότυπο Σχολείο Θηλέων με διευθυντή τον κορυφαίο παιδαγωγό Αλέξανδρο Δελμούζο. Η λειτουργία του Παρθεναγωγείου με τις πρωτοποριακές για την εποχή μεθόδους διδασκαλίας προκάλεσε τις οργισμένες αντιδράσεις των συντηρητικών κύκλων της πόλης με επικεφαλής το μητροπολίτη, που το χαρακτήρισαν άντρο αθέων και μαλλιαρών οπαδών της δημοτικής γλώσσας. Οι αντιδράσεις οδήγησαν στο κλείσιμο του Παρθεναγωγείου το 1911 και στην παραπομπή σε δίκη των πρωτεργατών για την ίδρυση του Παρθεναγωγείου, αλλά και στελεχών του Τοπικού Εργατικού Κέντρου που τελικά αθωώθηκαν το 1914. Όλα αυτά τα γεγονότα έμειναν στην ιστορία ως «Αθεϊκά του Βόλου». Ένας από αυτούς που κατηγορήθηκαν για την υπόθεση αυτή, αλλά τελικά δεν έφτασε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, ήταν και ο ποιητής Κώστας Βάρναλης, σχολάρχης τότε στην Αργαλαστή. Χρόνια μετά, το 1935, δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος» αυτοβιογραφικές σημειώσεις του Βάρναλη. Σ? αυτές περιγράφει αναλυτικά τα γεγονότα στο Βόλο:


Ο Αλέξανδρος Δελμούζος με τη γυναίκα του.

«Πώς εδημιουργήθη το ζήτημα»

«Στα 1908 είχε ιδρυθεί από το δήμο Παγασών στο Βόλο με πρωτοβουλία του γιατρού και δημοτικού συμβούλου Δ. Σαράτση το Ανώτερο Παρθεναγωγείο για τη μόρφωση των κοριτσιών της καλής κοινωνίας. Διευθυντής διορίστηκε ο παιδαγωγός Αλ. Δελμούζος. Ο Δελμούζος εκείνη την εποχή εκτός από δημοτικιστής ήταν και αρνητής του κοινωνικού καθεστώτος. Γράφει σε ένα γράμμα του προς τον διευθυντή του ?Εργάτη? Ζάχο, για την προσφορά της εφημερίδας στην εργατική μάζα ?να την κάνει να νιώσει πως ο οίκτος και η ελεημοσύνη των χορτάτων την προσβάλλουν και είναι μάλιστα σαν ανήθικη ειρωνεία? και αργότερα, όταν ξέσπασε η σταυροφορία ενάντια στο Εργατικό Κέντρο και τους ηγέτες του, ο ίδιος απαντά στους κατήγορους ?τον επιστημονικόν σοσιαλισμόν δεν δυσκολεύομαι να ομολογήσω ότι τον θεωρώ ως το ευγενέστερον ιδανικόν το οποίον συνέλαβεν η ανθρωπότης μέχρι τούδε??. Γιατί του έφτανε που ήταν μοναχά δημοτικιστής, για να είναι «κατά τεκμήριον» άθεος, προδότης, ανήθικος κι ό,τι άλλο σας αρέσει. Άφησε δε που ήτανε όχι μονάχα στη γλώσσα ?επαναστάτης?, μα και σε πολλά άλλα πράματα: στις παιδαγωγικές του μεθόδους και στις κοινωνικές του ιδέες. Για μια κοινωνία καθυστερημένη, τρομερά ?προσόντα? για ένα δάσκαλο! Και ο Σαράτσης, μέλος της εταιρείας των ?Κοινωνιολόγων?.

Ο Σαράτσης, ο δικηγόρος Ζάχος, ο Δελμούζος βοηθούσανε αυτή τη νεωτεριστική ?πνευματική? κίνηση. Γιατί κατά βάθος ήτανε περισσότερο θεωρητική παρά πολιτική. Κάμνανε διαλέξεις στα εργατικά κέντρα για διάφορα ζητήματα επιστημονικά ή κοινωνιολογικά. Κάποτες μάλιστα ο Δελμούζος ανάλυσε στους εργάτες του τον ?Εθνικό ύμνο? του Σολωμού κι άλλοτες πάλι αντίκρουσε τις κοινωνιολογικές ιδέες του Γ. Σκληρού.

Φαίνεται αμέσως καθαρά, πως οι ?επαναστάτες? εκείνοι κι ?άθεοι? επιστήμονες δεν ήτανε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αποτελούσανε μια φιλελεύθερη ?ιντελιγκέντσια?, που θεωρούσε το σοσιαλισμό για προοδευτική μορφή του πατριωτισμού και το δημοτικισμό για κίνημα φιλολαϊκό. Άλλο αν στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο, το πρώτο επίσημο σκολειό του δημοτικισμού, φοιτούσανε κυρίες και κορίτσια της πλουτοκρατίας κι όχι κορίτσια του λαού!»

«Τα… όργια του Παρθεναγωγείου»

«…Εκεί γινόντανε μερικά ασυνήθιστα και ύποπτα πράματα. Η διδασκαλία των μαθημάτων γινότανε όλη στη δημοτική γλώσσα. Τα παιδιά δεν κάμνανε κάθε πρωί την προσευκή τους πριν αρχίσει το πρώτο μάθημα, όπως κάμνανε οι μαθητές όλων των σκολειών του κράτους. Μάθημα θρησκευτικό δε γινότανε καθόλου και σε καμιά τάξη· ενώ διδασκόντανε πολλά φυσικά, όσα δε? χρειάζονταν. Και μαζί μ? αυτά διδασκόντανε και κάτι σόκιν μαθήματα, όπως π.χ. υγιεινή! Και όλα τα απογέματα τα παιδιά μαζευόντανε στο σκολειό, μα δεν κάνανε μαθήματα. Κάνανε γυμναστική, μουσική ή δουλεύανε στον κήπο. Και πολύ συχνά πηγαίνανε εκδρομές με τους δασκάλους! Αληθινά όργια!»

Πρωταγωνιστές στις επιθέσεις ήταν ο Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδότης της εφημερίδας «Κήρυξ», με «βαρύ ποινικό μητρώο», ο μητροπολίτης Γερμανός Μαυρομμάτης, μετέπειτα ηγέτης των παλαιοημερολογιτών, «καυγατζής και πεισματάρης, καθημένος να καταγγέλνει και να καταγγέλνεται δεξιά κι αριστερά», όπως γράφει ο Βάρναλης, και ο δικηγόρος βουλευτής Μιλτιάδης Μπουφίδης. Αυτοί είχαν αναλάβει το έργο της σωτηρίας της πόλης από το «μίασμα του μαλλιαρισμού και του σοσιαλισμού».

Στην αρχή έβαλαν στο στόχαστρό τους το Παρθεναγωγείο και στη συνέχεια το Εργατικό Κέντρο. Με συνεχή φανταστικά δημοσιεύματα τα ανακάτεψαν όλα: μαλλιαρισμό, αθεϊσμό και σοσιαλισμό. Ξεσήκωσαν τον κόσμο και κατάφεραν να κλείσουν με τη βία και τη βοήθεια δικαστικών της εποχής το Πρότυπο σχολείο.

Η επεισοδιακή επίσκεψη του μητροπολίτη

Η τελική επίθεση ξεκίνησε από μια επίσκεψη του μητροπολίτη στο Παρθεναγωγείο. Γράφει ο Βάρναλης:

«Πήγε να επισκεφτεί το σκολειό του Δελμούζου. Είχε πάει κι άλλες φορές πρωτύτερα και πάντα έφευγε ευχαριστημένος από την ελληνοπρεπή εργασία που έβλεπε να γίνεται εκεί μέσα. Μα τούτη τη φορά πήγε με σκοπό να θυμώσει. Ο Δελμούζος έλειπε. Τον υποδέχτηκε η υποδιευθύντρια του σκολειού. Του έσφιξε το χέρι που της έδωσε, μα δεν έσκυψε να το φιλήσει. Αυτό ήτανε όλο. Δε χρειαζότανε περισσότερα για να καταλάβει ο καθένας πως αυτό το σκολειό, όπου δε διδασκόντανε ξεπίτηδες τα θρησκευτικά και δε γινότανε προσευκή κάθε πρωί, κι οι καθηγητές δε φιλούσανε το χέρι του δεσπότη, ήτανε σκολειό αθεΐας και αντιπατριωτισμού. Μα τι περιμένει κανείς από ανθρώπους μαλλιαρούς και σοσιαλιστές;».

«Την άλλη μέρα ή μετά λίγες μέρες (αυτό δεν έχει σημασία) άρχισε να χτυπά λυσσασμένα στην εφημερίδα ?Κήρυξ? του Δ. Κούρτοβικ ο κώδων του εθνικού κινδύνου: ?Το Ανώτερο Παρθεναγωγείο είναι φυτώριο αθεΐας, αντεθνισμού, ανηθικότητας! Υπονομεύονται τα ιερά και τα όσια! Κλονίζεται το θεμέλιο της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής οικογενείας! Όλοι αυτοί, που τους εμπιστευτήκατε τα παιδιά σας, είναι όργανα του πανσλαβισμού??.

Ο λαός έπαψε να γελά. Έγινε σοβαρός…

Οι αγαθοί νοικοκυραίοι του Βόλου αρχίσανε ν? ανησυχούνε. Άρχισε το σούσουρο στις γειτονιές και στα καφενεία. Τα λαδικά σταυροκοπιόνταντε: ?Πίσω σ? έχω σατανά!…?. Ο Δελμούζος ένιωθε την προσωπικότητά του να μεγαλώνει, αφότου έγινε ο στόχος του κουτσομπολιού. Μα και το πείσμα του μεγάλωνε. Και συνέχιζε τη δουλειά του με περισσότερο φανατισμό και εγωισμό».

Και συλλαλητήριο

«?Έτσι έγινε τελευταίο και το απαραίτητο ?αυθόρμητο? συλλαλητήριο του λαού. Το χριστεπώνυμον ?ποίμνιον? του Βόλου μαζεύτηκε αλαλάζοντας κάτου από το μπαλκόνι του δεσπότη. Ο δεσπότης βγήκε και μίλησε και φανάτισε το πλήθος, όπως είχε? χρέος να κάνει. Το πλήθος πετροβόλησε το σκολειό. ?Η δημοσία τάξις διεσαλεύθη?. Κι ο δήμος αναγκάστηκε να κλείσει αυτό το μπελαλίδικο σκολειό του.

Μα τότες άνοιξε η πόρτα του ναού της Θέμιδος. Ο κ. εισαγγελέας ?επενέβη αυτεπαγγέλτως?. Έβγαλε τη ρόμπα του σοσιαλιστή και φόρεσε τα άμφια του δημοσίου κατηγόρου.

Όλοι οι Βολιώτες είχανε πάθει αυτοϋποβολή με το καθημερινό τρυπάνισμα που τους έκανε στο μυαλό ο ?Κήρυξ? και πολλοί άλλοι τυχοδιώχτες της επαρχιώτικης μικροπολιτικής. [...]

Με την αυτοϋποβολή οι περισσότεροι Βολιώτες είχανε μεταβληθεί σε μάρτυρες της κατηγορίας. Όλοι τους είχανε ιδεί με τα μάτια τους τα όργια του Παρθεναγωγείου? τα παραμύθια της Χαλιμάς! Όμορφο ξεσκέπασμα του σκοτεινού βάθους της ομαδικής ψυχολογίας!»

«Στο κακουργιοδικείο»

«…Μα κι οι ?άθεοι? δεν αφεθήκανε να τους κάψουνε οι συκοφάντες τους με την παροιμιακή αυταπάρνηση: ?κόψε με, αγά μου, ν? αγιάσω?. Πολεμήσανε καλά. Η ?Θεσσαλία? του Ρίζου τους παραχώρησε τις στήλες της – και την ειρωνεία της ενάντια στους Δον Κιχώτες της πατριδοκαπηλείας και της θρησκειοκαπηλείας. Και στην παράταξή τους αρχίσανε τα σούσουρα και οι καταγγελίες ενάντια στο δεσπότη, τα σούσουρα ενάντια στον εισαγγελέα. Λέγανε τάχα: θέλει να κλείσει το Ανώτερο Παρθεναγωγείο όπου δινότανε ?ελληνοπρεπής μόρφωσις?, για να πηγαίνουνε τα κορίτσια στο σκολειό, που είχανε οι φράγκισσες καλόγριες, όπου φυσικά κινδύνευε η? ορθοδοξία!


Ο Αλέξανδρος Δελμούζος (αριστερά) με τον Δημήτρη Γληνό (κέντρο) και τον Μανώλη Τριανταφυλλίδη.

Κάνεις, λάβεις!

Στον αγώνα αυτόνε νίκησε η ψευτιά, το σκοτάδι, ο αριθμός. Το ποίμνιον! Ένα σωρό άνθρωποι -οι πιο διαλεχτοί άνθρωποι του καιρού- συρθήκανε στο κακουργιοδικείο ?επί συστάσει κατά του καθεστώτος? και άλλα παρόμοια (?)

Από τα κέντρα του Βόλου και της Λάρισας το κακό άρχισε ν? απλώνει και στα περίγυρα. Και σε λίγο άρχισε ν? απασχολεί όλη την Ελλάδα και προπάντων τις εφημερίδες. Σε όλες τις πολιτείες έγινε ο εσωτερικός διχασμός των ανθρώπων σε ολίγους φίλους και πολλούς εχθρούς των άθεων και των μαλλιαρών.»

Η δίκη του Ναυπλίου

Η υπόθεση των «Αθεϊκών» του Βόλου εκδικάστηκε στο Πενταμελές Εφετείο στο Ναύπλιο από τις 16 έως τις 28 Απριλίου του 1914. Τους 12 κατηγορουμένους, Αλ. Δελμούζο. Δ. Σαράτση, Κ. Ζάχο, τους εργάτες Κ. Χειρογιώργο, Γ. Κόσσυβα, Σ. Ραφαήλ, Κ. Σούλιο, Χ. Χαρίτο και Ν. Κατσιρέλο και τα στελέχη του Εργατικού Κέντρου Ι. Ασπιώτη, Α. Φλώρο και Δ. Μπιτσάνη, υπερασπίσθηκαν οι Κ. Τριανταφυλλόπουλος, Λ. Νάκος, Ν. Γάτσος και Γ. Πετρίδης. Μεταξύ των μαρτύρων κατηγορίας ήταν ο μητροπολίτης Γερμανός Μαυρομμάτης, ο εκδότης Κούρτοβικ, ο βουλευτής Μπουφίδης και μέλη εκκλησιαστικών οργανώσεων. Από την πλευρά της υπεράσπισης ξεχώριζαν ο Δ. Γληνός, ο καθηγητής Ν. Πολίτης και άλλοι γνωστοί διανοούμενοι.

Στη διάρκεια της δίκης φάνηκε ότι η κατηγορία του προσηλυτισμού στην αθεΐα και της προσβολής της πατρίδας, της θρησκείας και των ηθών δεν μπορούσε να σταθεί. Οι μάρτυρες κατηγορίας καταθέτουν διάφορα αστεία πράγματα. Για παράδειγμα, ο παντοπώλης Σαπουνάς κατέθεσε πως σε επίσκεψή του στο σπίτι του Δελμούζου παρατήρησε ότι «είχε εις την σάλα τον Εσταυρωμένο», αλλά «από κάτω ένας καπουτσίνος έπαιζε βιολί», για να του απαντήσει ο παιδαγωγός ότι επρόκειτο για τον περίφημο «ερημίτη» του Μπέκλιν.

Χαρακτηριστικός είναι και ο διάλογος του μητροπολίτη Γερμανού με τον Δελμούζο:

Εισαγγελέας: Γνωρίζετε εάν εδίδασκεν ότι ο θεός είναι ένα αγγούρι;

Γερμανός: Βεβαίως, μου το είπε η κυρία Μεσολωρά ότι ούτε μεταλαμβάνει?

Δελμούζος: Μπορεί να το βεβαιώσει η κυρία Μεσολωρά;

Γερμανός: Δυστυχώς απέθανε?

Κι ακόμη:

Γερμανός: Μια μαθήτρια μοι είπεν?

Εισαγγελέας: Ποια μαθήτρια;

Γερμανός: Η Παχύ.

Δελμούζος: Τέτοια μαθήτρια δεν υπήρξε

Γερμανός: Ίσως να ήτο και άλλη?

Με αυτά τα δεδομένα η απόφαση του δικαστηρίου ήταν φυσικό να είναι αθωωτική.


Ο 27χρονος Κώστας Βάρναλης σχολάρχης στην Αργαλαστή το 1911.

Οι «θεματοφύλακες των ιερών θεσμίων» και οι σαρδέλες του Βάρναλη

Τη σχολική χρονιά 1910-1911 ο 27χρονος τότε Κώστας Βάρναλης διορίστηκε σχολάρχης στην Αργαλαστή. Παρά το ότι ήταν παθιασμένος δημοτικιστής, δίδασκε στην καθαρεύουσα όπως απαιτούσαν οι εγκύκλιοι του υπουργείου Παιδείας και καμιά νύξη δεν έκανε για το γλωσσικό ζήτημα και ποτέ δεν ξέφευγε από τα καθιερωμένα του Αναλυτικού Προγράμματος. Με τα Αθεϊκά μπλέχτηκε έπειτα από μια επίσκεψη που του έκανε ο Δελμούζος. Ο παπάς του Μετοχίου μάζεψε τα παιδιά να αποδοκιμάσουν το «μαλλιαρό» Δελμούζο και τον αυθάδη φίλο και ομοϊδεάτη του σχολάρχη Βάρναλη. Γράφει ο Βάρναλης:

«Το πρώτο βάπτισμα του πυρός»

«…Ένα ωραίο ανοιξιάτικο πρωί ξεμπαρκάρησε στο Χόρτο ο Δελμούζος με όλη του τη φαμίλια. Ήτανε Μεγάλη Βδομάδα κι ήρθε στο ήσυχο κι ερημικό λιμάνι, να περάσει τις γιορτές του Πάσχα, να ξεκουραστεί και να ξεχάσει [...].

Μόλις πάτησε το πόδι του στο Χόρτο, όλη η περιοχή ταράχτηκε, τι ζητούσε αυτός ο άθεος και άνομος τις άγιες τούτες ημέρες; Ποιος τον έστειλε να γρουσουζέψει τον τόπο, να πάρει στο λαιμό του τόσους αγαθούς ανθρώπους;

Η πρώτη ωστόσο δουλειά του Δελμούζου, μόλις βρήκε σπίτι να εγκατασταθεί, ήτανε να φωνάξει έναν παπά να ξεμολογήσει και να κοινωνήσει την πεθερά του, που ήτανε άρρωστη και δεν μπορούσε να πάνει μονάχη της στην εκκλησιά. Μα τούτη η λιγάκι επιδεκτική και πολύ σκόπιμη χειρονομία δεν έφερε το? ποθούμενο αποτέλεσμα. Οι δύσπιστοι Πηλιορείτες, αυτοί που δεν σε κοιτάνε στα μάτια, μα στις μύτες των παπουτσιών, δεν γελαστήκανε. Ήθελε ο θεομπαίχτης να μας κοροϊδέψει. Αλλού τα γάρμπα (?). Μια μέρα μου παράγγειλε ο Δελμούζος πως θ? ανέβαινε στην Αργαλαστή…». Η συνέχεια ήταν επεισοδιακή:

«Εκεί στην πλατεία πήραμε καφέ. Αυτό ήτανε όλο. Μέσα στην πλατεία οι χωριάτες αναβοκατεβαίνανε τάχατες αδιάφοροι και μας κοιτάζανε κάτω από τα κασκέτα τους με τρόπο στις μύτες των παπουτσιών.

Ε! Απ? αυτές τις μύτες των παπουτσιών, βλέπανε να ξεκινάει η συντέλεια του κόσμου. Βλέπανε τον Αντίχριστο, το Δελμούζο, έτοιμο να βυθίσει το έθνος, την εκκλησία, την ηθική κ.λπ. στα έγκατα της Γεέννης. Και μασούνε τα σάλια τους, χωρίς να βγάζουνε λέξη».

Ο Δελμούζος δίνει περισσότερες λεπτομέρειες σε γράμμα του στην Πηνελόπη Δέλτα στις 16 Απριλίου 1911: «Μ? αυτόν (σ.σ.: τον Βάρναλη) και το παιδί του δημάρχου που κατέβηκαν επίτηδες για να μας χαιρετίσουν, πεταχτήκαμε τη δεύτερη ημέρα, στην πρωτεύουσα του δήμου την Αργαλαστή (…). «Μείναμε εκεί ως 1 ώρα και ξαναγυρίσαμε στην ερημιά μας. Μόλις φύγαμε, μαζεύτηκαν πολλοί Αργαλαστιώτες και ρίχτηκαν στου σχολάρχη, γιατί με κάλεσε και με συνόδευσε στο χωριό. Το πήραν πως επρόσβαλε την κοινή συνείδηση και αποφάσισαν να κάμουν συλλαλητήριο την άλλη μέρα και σύμφωνα με την πρόταση του προέδρου της κοινότητας να με κάνουν εξορία από τον τόπο τους! Ο δήμαρχος και λίγοι φρόνιμοι εναντιώθηκαν. Μ? όλα ταύτα η πρόθεση μένει και σας δίνει με τα επεισόδια που ανέφερα παραπάνω την κατάσταση του τόπου μας. Η αφαίρεση εύκολη: μεσαίωνας, μα χωρίς τις αρετές του, όπως λέτε».

Έτσι στο κάδρο των κατηγορουμένων μπαίνει και ο Βάρναλης. Ο κάτοικος της Αργαλαστής Ν. Σταμούλης καταθέτει: «Εκείθεν (του Χόρτου) τη συνοδεία του σχολάρχου Βάρναλη ανήλθεν (ο Δελμούζος) εις Αργαλαστήν, το πράγμα δε εσχολιάσθη δυσμενώς, διότι ο σχολάρχης Βάρναλης συνόδευε τον μαλλιαρόν Δελμούζον?».

Ο γυμνασιάρχης Βόλου Δ. Παπαγεωργίου είναι πιο κατατοπιστικός για τις δόλιες προθέσεις του σχολάρχη: «Η μετάβασις του Δελμούζου και της οικογενείας του κατά το Πάσχα εις Αργαλαστήν, δεν νομίζω ότι είναι άσχετος προς το συνταράξαν την πόλιν εκείνην γλωσσικόν ζήτημα, διότι ο σχολάρχης Αργαλαστής Βάρναλης, υπό του οποίου, ως έμαθον, προσεκλήθη και ο Δελμούζος, παρουσιάζεται ως αντιπρόσωπος των μαλλιαρών εκεί. Ο Βάρναλης έχει αδελφόν, όστις υπηρετεί εν τω βουλγαρικώ προξενείω Πειραιώς!» (σ.σ.: λίγο αργότερα ο Δελμούζος κρίνοντας την κατάθεση αυτή ανέφερε: «Ο Βάρναλης ούτε έχει ούτε είχε αδελφόν εις τον Πειραιά».)

Στην υπόθεση παρεμβαίνει και ο καθολικός στο θρήσκευμα εισαγγελέας Βόλου Γουλ. Τόμαν ο οποίος στέλνει έγγραφο στον Ειρηνοδίκη Αργαλαστής: «?Υπάρχουν εν Αργαλαστή διδάσκαλοι διδάσκοντες εις τα σχολεία την μαλλιαρήν γλώσσαν ή εργαζόμενοι υπέρ της επικρατήσεώς της και ποιοι; Έχομεν απόλυτον ανάγκην να γνωρίσωμεν υμίν? να στρέψητε την προσοχήν σας και εις προγενεστέραν εποχήν, αν κατά την τελευταίαν πενταετίαν παρουσιάσθησαν πρόσωπα τινά εμφορούμενα από τοιούτων ιδεών και ποία ήσαν και τι ενήργουν προς επικράτησιν των ιδεών των;». Ακολούθησε τηλεγράφημα του Τόμαν προς τον ειρηνοδίκη στο οποίο του εφιστά την προσοχή: «Εάν ενδεικνύεται ανάγκη εξ ανακρίσεων, προβείτε εις κατάσχεσιν πειστηρίων μετά προσοχής».

Χωρίς να χάσει χρόνο ο ειρηνοδίκης συγκεντρώνει καταθέσεις. Περιγράφει ο ποιητής:

«Μα κι ο ειρηνοδίκης της Αργαλαστής δεν ήτανε άνθρωπος χωρίς ζήλο και πείρα. Είχε μερικά χρόνια στο χωριό και τους έμαθε καλά όλους τους ?υπηκόους? του. Και κάλεσε την κρέμα τους να μάθει την αλήθεια. Κι ήξερε ακόμα να ρωτά ό,τι έπρεπε και να παίρνει την απάντηση που ήθελε.

Στόχος ολονώνε ήμουνα εγώ. Μήπως εγώ δεν? έφερα το Δελμούζο στο χωριό; Εγώ δημόσιος υπάλληλος να δείξω τόση προκλητικότητα στο κοινό φρόνημα; Ο καθένας που ανακρινότανε, άμα έφευγε, έπαιρνε τη διαταγή να μην ανακοινώνει τίποτε σε κανένανε. Η συκοφαντία πρόβαινε πατώντας με τα νύχια απάνου στα χαλιά. Η σιωπή και η μυστικότητα δίνανε στην εθνική προδοσία τερατώδικες διαστάσεις. Μα και επιτρέπανε στους μάρτυρες, μια και δε θα μάθαινε κανείς τι είπανε, να μη διστάζουνε να καταθέτουνε τα πιο παράλογα πράγματα, έτσι για να γίνουν ευχάριστοι στη δικαιοσύνη.

Πολλοί άνθρωποι, που ως τα χτες ήτανε φίλοι μου και δεν είχανε καμίαν αφορμή μαζί μου, μονάχα επειδής ήτανε κατάλληλα ηλεχτρισμένοι ?εκ των άνω?, νιώσανε πως κάθε ανθρώπινος δεσμός δεν είναι τίποτα μπροστά στο συμφέρο του συνόλου! Και καταθέσανε εναντίο μου?».

Χαρακτηριστικό των καταθέσεων είναι τα παρακάτω αποσπάσματα:

Μάρτυς Λουκόπουλος: «Γενική ιδέα επικρατεί εδώ πέρα διά τον σχολάρχην Βάρναλην, ότι είναι μαλλιαρός, λεπτομερείας δεν γνωρίζω?».

Μάρτυς Ν. Σταμούλης: «Γνωρίζω κάλλιστα ότι ο εδώ σχολάρχης Βάρναλης είναι θιασώτης της διαλέκτου των μαλλιαρών, εκφραζόμενος πάντοτε υπέρ αύτης και λέγων ότι θα επικρατήσει αυτή η γλώσσα μίαν ημέραν».

Ο «συνωμότης» και οι συμπαραστάτες του

Και συνεχίζει ο Βάρναλης:

«Μα με τις απαντήσεις αυτές δεν έφτανε ν? αποδειχτώ απλώς άθεος. Έπρεπε να αποδειχτώ άθεος ?εκ συστάσεως?. Ότι δηλαδή επεδίωξα σκόπιμα και ύπουλα να κλονίσω την πίστη και τον πατριωτισμό των χωριατών.

Σύμφωνα μ? αυτή τη στροφή των ερωτήσεων, αποδείχτηκα αληθινός συνωμότης. Π.χ. ένας θυμήθηκε πως με είδε πολλές φορές να βγαίνω περίπατο έξω από το χωριό βαστώντας από κάτου από την αμασκάλη το ?Νουμά?, το Δαρβίνο, το Ρενάν ή τον Πλάτωνα. Άρα έκανα δημόσια επίδειξη μαλλιαρισμού ή αθεϊσμού, με σκοπό να τους διαδώσω. Άλλοι θυμηθήκανε πως την Καθαρή Δευτέρα το μεσημέρι ρώτησα μία παρέα γνωστούς μου στο παζάρι: πού πουλάνε σαρδέλλες του βαρελιού. Αυτό το ρώτησα φωναχτά για ν? ακουστώ από όλους τους ανθρώπους του παζαριού, πως εγώ ο σχολάρχης, ο επίσημος ?θεματοφύλακας των ιερών θεσμίων?, δεν εσεβόμουνα την πίστη των πατέρων, αφού ζητούσα να φάγω ψάρι την Καθαρή Δευτέρα, που τρώνε ούτε λάδι! Ένας άλλος κατάθεσε πως συχνά με είδε στην εκκλησία, την ώρα που περνούνε τα άγια των αγίων, να στρίβω το μουστάκι μου. Κι ένας τελευταίος πρόστεσε σ? όλα αυτά μου τα εγκλήματα και τούτο: πως τη νύχτα της Ανάστασης άναψα τη λαμπάδα μου με ένα σπίρτο αντίς να την ανάψω από το ανέσπερον φως, που έδωσε ο παπάς από την Ωραία Πύλη! Κι ας μη νομίσει κανείς πως αυτοί οι άνθρωποι ήτανε άνθρωποι του λαού. Ήτανε νοικοκυραίοι, επιστήμονες, δάσκαλοι!

Χειρότερα από μένα άκουσε ο συνάδελφός μου ο Κουμπής, που ήτανε Αργαλαστιώτης κι είχε πολλές αντιπάθειες?

[...] Απ? αυτά που καταθέσανε για εμένα οι Αργαλαστιώτες, χωρίς να έχουνε κανένα συμφέρο, μπορεί να φανταστεί κανείς, τι καταθέσανε για το Σαράτση, το Ζάχο, το Δελμούζο οι Βολιώτες μ? επικεφαλής το δεσπότη τους».

Κοντά στο δάσκαλο των παιδιών τους

Όμως υπήρχαν και Αργαλαστιώτες που έσπευσαν να συμπαρασταθούν στο δάσκαλο των παιδιών τους. Στη «Θεσσαλία» του Σαββάτου 11 Ιούνη 1911 δημοσιεύθηκε ένα σχόλιο του ανταποκριτή στην Αργαλαστή, με το ψευδώνυμο «Σπαλάθριος»: «Κατά τας τελευταίας φρικτάς αποκαλύψεις του καλοθελητού και υπερμάχου πάσης αρετής και θεοσεβείας ?Κήρυκος?, περί αθέων συνωμοτών και διαφθορέων των θρησκευτικών και πατριωτικών αισθημάτων των μαθητών των ενταύθα σχολείων, οι γονείς και κηδεμόνες, δίδουν μίαν πρώτης τάξεως βράβευσιν αρετής και αληθείας εις τον ?Κήρυκα?? Την διαμαρτυρίαν υπέγραψαν πάντες οι παρόντες εν Αργαλαστή γονείς και κηδεμόνες μαθητών του Ελληνικού σχολείου, των λοιπών δέκα ένεκα απουσίας των?».

Στη διαμαρτυρία αναφέρονταν τα εξής: «Προς τον Κύριον Διευθυντήν της ?Θεσσαλίας?. Οι υποφαινόμενοι γονείς και κηδεμόνες μαθητών ανέγνωμεν τα όσα συκοφαντικά από τινος επιρρίπτει κατά των ημετέρων σχολείων και του προσωπικού αυτών η εφημερίς ?Κήρυξ?. Διαμαρτυρόμεθα κατά των εν τω ?Κήρυκι? καθημερινώς δημοσιευομένων εναντίον των διδασκάλων, καθ? όσον γνωρίζοντες την ευσυνειδησίαν αυτών και εξετάσαντες λεπτομερώς τα τέκνα ημών, είμεθα εις θέσιν να βεβαιώσωμεν ότι όλα ταύτα είναι συκοφαντίαι, ως θέλουσι αποδειχθεί εάν ο κ. Εισαγγελεύς διατάξει ευρυτάτας ανακρίσεις μεταξύ των μαθητών και δεν περιορισθεί εις τας υποβολιμαίας βεβαίως καταθέσεις δύο μαθητών αποφοιτησάντων προ πολλού της Σχολής.

Εν Αργαλαστή 5 Ιουνίου 1911.

Οι γονείς…».

«Μαλλιαρός» αλλά όχι άθεος

Παρ? όλα αυτά ο σχολάρχης συμπεριλήφθηκε στο κατηγορητήριο μαζί με τους Δελμούζο, Σαράτση κ.λπ.). Τον Ιούλιο του 1911 η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Εφετείο Λάρισας. Εκεί ο εφέτης Τιμ. Αμπελάς διενήργησε νέες ανακρίσεις και έλαβε καταθέσεις από τους ίδιους μάρτυρες. Με το βούλευμα («υπ? αρ. 13 της 26-1-1912 των εν Λαρίσση Εφετών», παραπέμφθηκαν σε δίκη μόνον οι 12 από τους κατηγορουμένους. Όσο για τον Βάρναλη δεν έγιναν δεκτές οι κατηγορίες ότι ήταν άθεος. Αντίθετα έγιναν δεκτά τα όσα αναφέρονταν στο «μαλλιαρισμό». Αλλά κατηγορία μόνο για «μαλλιαρισμό» δεν μπορούσε να απαγγελθεί και έτσι ο σχολάρχης απηλλάγη διά βουλεύματος:

Λέει το βούλευμα για τον Βάρναλη («Θεσσαλία» της 10-2-1912 και 17-2-12): «Ο κατηγορούμενος Βάρναλης ουχί εν τω ναώ, καθ? ην ώραν ανεγιγνώσκετο και του Πατριάρχου η εγκύκλιος, η αφορώσα εις την εις μαλλιαρήν γλώσσαν μετάφρασιν του Ευαγγελίου, αλλ? εκτός της εκκλησίας μετά το πέρας της ακολουθίας είπε εις τον ιερέα Κανάκην, ως ο ίδιος ούτος βεβαιοί, ότι αυτά είναι αγυρτίαι [?]. Ο κατηγορούμενος Κ. Β. εν Αργαλαστή διατρίβων κατηγορείται υπό των εκεί εξετασθέντων μαρτύρων μάλλον ως μαλλιαρός παρά ως άθεος. Και λέγουσι τινές μάρτυρες περί αυτού ότι είναι άθεος, αλλ? οι πλείστοι μάλλον ως μαλλιαρόν τον κατηγορούσι. Και αναφέρεται ότι κατά την Ανάστασιν δεν ήναψεν την λαμπάδα του εκ του ιερέως, αλλ? εκ πυρείων. Αλλά τούτο δεν δύναται να θεωρηθεί ως απόδειξις αθεΐας. Μάλλον περιφρονητής των τύπων ήτο, λέγει ο ιερεύς Αριστ. Κανάκης, παρά άθεος.

Ότι είναι μαλλιαρός δεν παραμένει η ελαχίστη αμφιβολία, αφ? ου και ο ίδιος το ομολογεί και δύναται τις ευλόγως ν? απορήσει πώς διατηρείται, τοιαύτην περί της γλώσσης έχων ιδέαν, εις την θέσιν του Σχολάρχου, αλλά δεν έπεται εκ τούτου ότι δύναται να θεωρηθεί ως συστασιώτης των μελών του Εργατ. Κέντρου, ούτε άλλου είδους συνεννόησις προκύπτει εξ ης να δηλούται έστω και πόρρωθεν η σύστασις αυτού μετά των λοιπών κατηγορουμένων [?]. Εκ τούτων φρονούμεν ότι ουδέ κατ? αυτού δύναται να στηριχθεί κατηγορία»


(Άρθρο στην εφημερίδα "Παρασκευή +13" στις 15-08-2011)
 
 
 
DMCA.com Protection Status Copyrighted.com Registered & Protected


author image

About the Author

This article is written by: Φιλόλογος Ερμής - He has already written over 2.200 articles for Φιλόλογος Ερμής. He has Graduate Diploma in Classical Philology, Postgraduate Diploma in Applied Pedagogic, and is Candidate Doctor(Dph) of Classical Philology. Stay touch with him or email him